Της Μαργαρίτας Πουρναρά
Δύτες της ανασκαφής επί το έργον. Το 2016, ύστερα από μεγάλη προετοιμασία έγιναν τομές στον βυθό και πραγματοποιήθηκε ανασκαφή, η οποία αποκάλυψε έναν ανθρώπινο σκελετό.
«Ο χειρουργός δεν επιτρέπει κανένα συναίσθημα την ώρα που κρατά το νυστέρι. Το ίδιο κάνουμε και εμείς οι καταδυόμενοι αρχαιολόγοι. Προσπαθούσα να μην αισθανθώ κάτι την ώρα που καθάριζα την περιοχή γύρω από τον ανθρώπινο σκελετό που βρήκαμε στα 50 μέτρα βάθος, ώστε να γίνει η ανακομιδή των οστών, 2.000 χρόνια μετά τη βύθιση του πλοίου των Αντικυθήρων. Δεν χωρά συγκίνηση, μόνον απόλυτη συγκέντρωση και σεβασμός στην επιστήμη. Δεν επρόκειτο, άλλωστε, για επιφανειακό εύρημα, αλλά για αποτέλεσμα ανασκαφικής έρευνας σε τομή στον πυθμένα και χρειαζόταν τρομερή προσοχή, διότι τα ανθρώπινα υπολείμματα σε ναυάγια είναι σπανιότατα και τρομερά ευαίσθητα», λέει ο έμπειρος αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Θεοτόκης Θεοδούλου.
«Ομως το βράδυ που έπεσα για ύπνο με τα οστά αυτού του αγνώστου στο δωμάτιό μου, τότε άρχισα να σκέφτομαι ποιος μπορεί να ήταν, πώς έχασε έτσι τη ζωή του, ότι μάλλον δεν πρόλαβε να βγει έξω και εγκλωβίστηκε στο αμπάρι στην πρύμνη του πλοίου. Ενιωσα σαν εμείς να είμαστε οι δικοί του άνθρωποι που τον μαζέψαμε από τη θάλασσα και βρήκαμε το σώμα του, που μας περίμενε στη μοναξιά του βυθού από το 70 π.Χ. Και τότε, πια, βίωσα τη συγκίνηση. Δεν θα μάθουμε ποτέ το όνομά του. Ομως οι γενετικές και ανθρωπολογικές εξετάσεις μπορούν να μας πουν το φύλο, την ηλικία, τις διατροφικές συνήθειες και ενδεχομένως τη εργασία ανάλογα με τους μυς που χρησιμοποιούσε περισσότερο στη δουλειά του. Η πρώτη αίσθηση, χωρίς ακόμα να έχουμε κανένα τεκμήριο, είναι ότι πρόκειται για έναν νεαρό άνδρα».
Πηγή
Δύτες της ανασκαφής επί το έργον. Το 2016, ύστερα από μεγάλη προετοιμασία έγιναν τομές στον βυθό και πραγματοποιήθηκε ανασκαφή, η οποία αποκάλυψε έναν ανθρώπινο σκελετό.
«Ο χειρουργός δεν επιτρέπει κανένα συναίσθημα την ώρα που κρατά το νυστέρι. Το ίδιο κάνουμε και εμείς οι καταδυόμενοι αρχαιολόγοι. Προσπαθούσα να μην αισθανθώ κάτι την ώρα που καθάριζα την περιοχή γύρω από τον ανθρώπινο σκελετό που βρήκαμε στα 50 μέτρα βάθος, ώστε να γίνει η ανακομιδή των οστών, 2.000 χρόνια μετά τη βύθιση του πλοίου των Αντικυθήρων. Δεν χωρά συγκίνηση, μόνον απόλυτη συγκέντρωση και σεβασμός στην επιστήμη. Δεν επρόκειτο, άλλωστε, για επιφανειακό εύρημα, αλλά για αποτέλεσμα ανασκαφικής έρευνας σε τομή στον πυθμένα και χρειαζόταν τρομερή προσοχή, διότι τα ανθρώπινα υπολείμματα σε ναυάγια είναι σπανιότατα και τρομερά ευαίσθητα», λέει ο έμπειρος αρχαιολόγος της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Θεοτόκης Θεοδούλου.
«Ομως το βράδυ που έπεσα για ύπνο με τα οστά αυτού του αγνώστου στο δωμάτιό μου, τότε άρχισα να σκέφτομαι ποιος μπορεί να ήταν, πώς έχασε έτσι τη ζωή του, ότι μάλλον δεν πρόλαβε να βγει έξω και εγκλωβίστηκε στο αμπάρι στην πρύμνη του πλοίου. Ενιωσα σαν εμείς να είμαστε οι δικοί του άνθρωποι που τον μαζέψαμε από τη θάλασσα και βρήκαμε το σώμα του, που μας περίμενε στη μοναξιά του βυθού από το 70 π.Χ. Και τότε, πια, βίωσα τη συγκίνηση. Δεν θα μάθουμε ποτέ το όνομά του. Ομως οι γενετικές και ανθρωπολογικές εξετάσεις μπορούν να μας πουν το φύλο, την ηλικία, τις διατροφικές συνήθειες και ενδεχομένως τη εργασία ανάλογα με τους μυς που χρησιμοποιούσε περισσότερο στη δουλειά του. Η πρώτη αίσθηση, χωρίς ακόμα να έχουμε κανένα τεκμήριο, είναι ότι πρόκειται για έναν νεαρό άνδρα».
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου