Οι πρώτοι Βενετοί έποικοι άρχισαν να καταφτάνουν στο νησί το 1211, μόλις η Κρήτη είχε ελευθερωθεί από τις συμμορίες του κουρσάρου Enrico Pescatore, και συνεχίστηκε ως και τι 1252 όταν έφτασαν πάνω από 200 έποικοι, οι περισσότεροι ευγενείς συνοδευόμενοι από ιππικό, πεζικό και αστούς. Άλλοι έποικοι έφτασαν αργότερα για να πάρουν την θέση των πρώην εποίκων που είτε έφυγαν είτε σκοτώθηκαν. Μετά την αποστασία του Άγιου Τίτου 1367-1371, στάλθηκαν στην Κρήτη 18 ευγενείς και δέκα αστοί και τους επιτράπηκε να αγοράσουν σε δημοπρασία τα δημευμένα κτήματα των επαναστατημένων ευγενών. Οι ευγενείς αυτοί άνηκαν σε μερικές από τις αρχαιότερες και επιφανέστερε
ς αριστοκρατικές οικογένειες της Βενετίας-εκείνες των Barbarigo, των Corner, των Dandolo, των Gradenigoκαι των Querini. Οι ευγενείς ήταν μέλη νεώτερων κλάδων των δυναστειών αυτών, οι οικογένειες των οποίων είχαν εμπιστευτεί το έργο της επέκτασης των κτημάτων στην Ανατολή. Ολόκληρο το νησί είχε διαιρεθεί σε 132 Feudi di cavallerie - ιπποτικά φέουδα- που προοριζόταν για τους ευγενείς και σε 408 feudi di serventeria -πεζικά φέουδα- για τους άλλους υποτελείς και στρατιώτες πεζικού. Οι φεουδάρχες μπορούσαν να διοικούν τα φέουδα τους όπως ήθελαν και να μεταβιβάζουν, να ανταλλάσσουν, ή και να πουλούν σε οποιοδήποτε αρκεί να μην ήταν κάτοικος του νησιού. Ένας αριθμός χωρικών (ντόπιοι) υπηρετούσε στο κάθε φέουδο. Αυτοί οι αγρότες αν και ελεύθεροι ήταν υποχρεωμένοι να υποκύπτουν στις αγγαρείες των ιπποτών αλλά και του κράτους. Υπήρχαν ακόμα οι δουλοπάροικοι που μπορούσαν να αγοράζονται και να πωλούνται και οι ιππότες αφέντες είχαν δικαίωμα πάνω τους ζωής και θάνατου. Αυτή η μορφή οργάνωσης που ευνοούσε τους Βενετούς, υπήρξε αιτία σοβαρού ανταγωνισμού μεταξύ Βενετών και παλαιών οικογενειών της Κρ
ήτης- των αρχόντων βυζαντινών οικογενειών με καταγωγή από την Πόλη. Αυτές οι οικογένειες όπως οι Καλλέργηδες, οι Βλαστοί, οι Μουσούροι, και οι Σκορδίληδες, είχαν χάσει την γη και την περιουσία τους. Αυτή ήταν και η βασική αιτία των εξεγέρσεων που σημειώθηκαν τους πρώτους αιώνες της Βενετοκρατίας. Η θέση των αρχόντων δεν άλλαξε έως ότου, μετά από τις εξεγέρσεις, οι Βενετοί αναγκάστηκαν να συνάψουν συμφωνία με τους γόνους αυτών των οικογενειών. Για γενεές επί γενεών οι έποικοι στο νησί πλήθαιναν, αλλά πάντα παρέμεναν μειονότητα. Με την πάροδο των χρόνων ορισμένοι επέστρεψαν στην Βενετία, ενώ άλλοι ξέπεσαν και άφησαν τους οικογενειακούς τίτλους, όπως αναφέρει ο ίδιος
γενικός προβλεπτής Giacomo Foscarini:
"Πολλοί Βενετοί ευγενείς δεν ενδιαφέρονται πια για την κοινωνική τους θέση και είναι τόσο φτωχοί που εξασκούν αγροτικές τέχνες, ενώ διατηρούν μόνο το οικογενειακό τους όνομα και εκείνο το τμήμα των φέουδων που τους έμεινε μετά από αμέτρητες υποδιαιρέσεις".
Άλλες οικογένειες εξελλενίστηκαν γλωσσικά και πολιτιστικά με τις επιγαμίες, χάνοντας και την ανάμνηση του αρχικού τους αριστοκρατικού βαθμού. Το 1582 από τις επίσημες στατιστικές, όταν ο πληθυσμός του νησιού είχε φτάσει τις 300.000 κατοίκους υπήρχαν μόνο μερικές εκατοντάδες Βενετοί αριστοκράτες. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι, εκτός από τους εποίκους στο νησί ήλθαν και άλλοι Λατίνοι που ασχολήθηκαν με το εμπόριο και την βιοτεχνία. Υπήρχαν επίσης πολλοί ιερείς, δικαστές, και στρατιώτες που στρατολογήθηκαν στην Βενετία για να υπερασπιστούν το Βασίλειο της Κρήτης .
Από το βιβλίο CANDIA VENEZIANA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου