Η Τοπολιανή σήραγγα απο το απέναντι βουνό....
«Μέσα από το φαράγγι αυτό και στη μέση περίπου της απόστασης από τον ποταμό ως την κορφή, πέρασε ο δρόμος. Στα πιο πολλά σημεία δε σκάφτηκε αλλά κυριολεκτικά λαξεύτηκε στο βράχο. Ένα βράχο συμπαγή από ασβεστόλιθο που όταν θρυμματίζεται μυρίζει σαν μπαρούτι. Μεγάλοι όγκοι ανατινάχθηκαν με φουρνέλα και κατρακύλησαν στο βάθος. Οι εργάτες δούλευαν μέσα στον ήλιο ή και στη βροχή και στο τρομερό ρεύμα αέρα που σχηματίζεται, δεμένοι πολλές φορές από τη μέση τους με σκοινιά που η άλλη άκρη τους δενόταν σε κάποια γερή ρίζα θάμνου ή σε κάποιο βράχο. Τα φουρνέλα ανοίγονταν με το καλέμι και τη βαριά. Ένας εργάτης κρατούσε το καλέμι που ήταν στην άκρη πλακωτό, όπως ένα κατσαβίδι, και μετά από κάθε κτύπημα που έδινε ο άλλος με τη βαριά, του έδινε μισή στροφή. Έτσι το καλέμι καρφωνόταν πιο εύκολα στο βράχο. Κάθε τόσο έριχναν λίγο νερό στην τρύπα για να μην πετιέται η σκόνη να τους τυφλώνει. Για τη σήραγγα στην αρχή σκέφτηκαν πως δεν χρειαζόταν κτίσιμο, αφού ολόκληρη ήταν λαξευμένη στο βράχο. Όμως συνέχεια έτρεχε νερό από διάφορα σημεία και αρκετές φορές ξεκόλλησαν βράχια και χώματα κι έπεσαν κάτω φράζοντας το δρόμο. Έτσι αποφασίστηκε αργότερα το χτίσιμό της». Το χτίσιμο της, σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων του χωριού που ζούσαν τότε και μερικοί συμμετείχαν στην κατασκευή της, πρέπει να ξεκίνησε γύρω στο 1920.
Αφήγηση του Χαρίδημου Σπανουδάκη.
«Μέσα από το φαράγγι αυτό και στη μέση περίπου της απόστασης από τον ποταμό ως την κορφή, πέρασε ο δρόμος. Στα πιο πολλά σημεία δε σκάφτηκε αλλά κυριολεκτικά λαξεύτηκε στο βράχο. Ένα βράχο συμπαγή από ασβεστόλιθο που όταν θρυμματίζεται μυρίζει σαν μπαρούτι. Μεγάλοι όγκοι ανατινάχθηκαν με φουρνέλα και κατρακύλησαν στο βάθος. Οι εργάτες δούλευαν μέσα στον ήλιο ή και στη βροχή και στο τρομερό ρεύμα αέρα που σχηματίζεται, δεμένοι πολλές φορές από τη μέση τους με σκοινιά που η άλλη άκρη τους δενόταν σε κάποια γερή ρίζα θάμνου ή σε κάποιο βράχο. Τα φουρνέλα ανοίγονταν με το καλέμι και τη βαριά. Ένας εργάτης κρατούσε το καλέμι που ήταν στην άκρη πλακωτό, όπως ένα κατσαβίδι, και μετά από κάθε κτύπημα που έδινε ο άλλος με τη βαριά, του έδινε μισή στροφή. Έτσι το καλέμι καρφωνόταν πιο εύκολα στο βράχο. Κάθε τόσο έριχναν λίγο νερό στην τρύπα για να μην πετιέται η σκόνη να τους τυφλώνει. Για τη σήραγγα στην αρχή σκέφτηκαν πως δεν χρειαζόταν κτίσιμο, αφού ολόκληρη ήταν λαξευμένη στο βράχο. Όμως συνέχεια έτρεχε νερό από διάφορα σημεία και αρκετές φορές ξεκόλλησαν βράχια και χώματα κι έπεσαν κάτω φράζοντας το δρόμο. Έτσι αποφασίστηκε αργότερα το χτίσιμό της». Το χτίσιμο της, σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων του χωριού που ζούσαν τότε και μερικοί συμμετείχαν στην κατασκευή της, πρέπει να ξεκίνησε γύρω στο 1920.
Αφήγηση του Χαρίδημου Σπανουδάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου