Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.





Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 5ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ

Μέρος 1οΜέρος 2οΜέρος 3οΜέρος 4ο,
Επεισόδιο πέμπτο και τελευταίο: ABY JEANNETTE
ΟΙ ΣΩΤΗΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ «ΣΩΤΗΡΕΣ»

Το προαίσθημα είναι καλό στη θέα του πλοίου. Είναι τεράστιο 324 μέτρα αλλά χαμηλό. Είναι φορτωμένο και έχει μεγάλο βύθισμα. Εδώ μπορεί και να τα καταφέρω, σκέφτομαι. Όλα αρχίζουν να φαίνονται καλύτερα. Μέχρι και τη δεύτερη παντόφλα μου, πήρε το μάτι μου, σφηνωμένη στον πρώτο (που αλλού) διάδρομο. Όλα αρχίζουν να πηγαίνουν καλύτερα. Δεν βρέχει καθόλου, φυσάει αρκετά, όχι τρομακτικά άλλα έχει μεγάλο και βουβό κύμα.
Ο Γιώργος λέει, αυτός είναι γάτα, για το καπετάνιο του πλοίου, αυτός μάλλον θα μας σώσει. Τον βλέπουμε να κάνει μανούβρες για να μας πλησιάσει έτσι ώστε να μας κόβει τον καιρό. Έξυπνος άνθρωπος. Το επιβεβαίωσα στο υπερθετικό αργότερα.
Η Αλεξάνδρα μας ενημερώνει ότι έχουν ενημερωθεί στην Αθήνα και μάλιστα όταν της λέω να ειδοποιήσουν οι δικοί της τις αρχές, μου απαντά ότι ποιο ψηλά απ’ αυτόν που ενημέρωσε η ίδια, δεν υπάρχει. Είμαι απόλυτα ήρεμος....
... ότι τελειώνουμε. Πλευρίσαμε. 
Το κύμα μας ανεβοκατεβάζει και στο ανέβασμα είμαι στο ύψος του καταστρώματος και βλέπω τους ναύτες. Είμαι σίγουρος ότι εδώ θα την ανέβω την ανεμόσκαλα.
Απ’ το πλοίο μας γνέφουν και φωνάζουν. Είναι Φιλιππινέζοι. Μας πετάνε τους κάβους. Ο καπετάνιος στρίβει το πλοίο όπως αυτός θέλει. Κεντούσε, έλεγε αργότερα ο Γιώργος. Στο πρώτο πλεύρισμα μας πετάνε αμέσως μπουκάλια με νερό. 
Προσπαθούν με όλο τους το είναι. Λύνεται ένα κάβος και ξαναζούμε ένα απίστευτο στραπατσάρισμα πάνω στο πλοίο. Απ’ τα πιο δυνατά. Για πρώτη φορά φεύγει ένα κομμάτι απ’ τη βάρκα μας. Δεύτερο χτύπημα. Το ίδιο δυνατό. Η βάρκα ανοίγει εμφανώς. Ο Χρήστος, έλεγε μετά, έβλεπε τους ναύτες να κλαίνε που μας χάνουν. Είμαι σίγουρος ότι έτσι ήταν. Δεν είναι εύκολο ούτε τώρα σκέφτηκα. 
Η ανεμόσκαλα έπεσε. Τη πιάσαμε. Κάποιος έκανε την πρώτη προσπάθεια. Δεν πέτυχε. Ευτυχώς έπεσε μέσα στη βάρκα. Και η δεύτερη προσπάθεια δεν πέτυχε. Δεν χάνουμε όμως κανέναν. Κάποιος φωνάζει να λύσουμε τους κάβους να φύγουμε γιατί θα σπάσει η βάρκα. Η Ράνια ουρλιάζει να μην το κάνουμε. Εγώ δεν είμαι σίγουρος, πάω να συμφωνήσω με το λύσιμο αλλά βλέπω τα ανοίγματα στη λέμβο και φωνάζω να μην φύγουμε. Η σκάλα αποσύρεται. Μα που πήγαν, αναρωτιέται κάποιος βρίζοντας, τι κάνουν κι αυτοί; Σε λίγα λεπτά όμως πέφτει ένα χοντρό δίχτυ δεμένο με σχοινά. Κάτι σαν αυτοσχέδιο καλάθι. Έξυπνοι άνθρωποι. Θέλανε να μας σώσουν.
Το μόνο που θα έπρεπε να κάνουμε είναι να κρατηθούμε γερά απ’ τα σχοινιά. Θα μας τραβούσαν επάνω.
Έναν έναν. Νομίζω ότι αρχικά ανέβηκαν δυο άντρες. Ήταν σαφές ότι όλοι μπορούσαμε να το κάνουμε. Μια γυναικεία φωνή, όχι απ’ τις γνωστές, με ξενική προφορά, ακούστηκε να λέει, οι μάνες με τα παιδιά πρώτα. Ήταν σα διαταγή. Γυρίζω στο Λενιώ μου και της λέω, Έλενα εσύ και η Αλίνα τώρα. Αντρέα θα τα καταφέρω; Πιο σίγουρα από μένα, της απαντώ. Είμαι σίγουρος ότι και στην ανεμόσκαλα η Ελενα θα τα κατάφερνε μαζί με την Αλίνα. Και η Ράνια και η Αλεξάνδρα. Όλες είχαν γίνει λέαινες. 
Η Έλενα πλησίασε στους άντρες που είχαν τον έλεγχο του διχτυού. Δεν ήταν εύκολο. Ήθελε κι’ αυτό ταχύτητα και συγχρονισμό με το κύμα. Κάποιος την εμπόδισε και μπαίνει να της πάρει τη θέση. Η Ελενα αγριεύει αλλά την σταματάω. Δεν είναι ώρα για τέτοια. Έρχεται η σειρά της. Μπαίνει η Αλίνα στο δίχτυ και την ακολουθεί. Αλινάκι πιάσε με γερά και μη μ’ αφήσεις ότι κι αν γίνει. Αλίνα δε φοβάσαι τίποτα της φωνάζω, σε ένα δευτερόλεπτο θα είσαι επάνω. Και φεύγουν. Σφίχτηκε η ψυχή μου, αλλά ήμουν βέβαιος. Μέτρησα πόντο πόντο το ανέβασμα. Τα κατάφεραν. Και ξαφνικά ήμουν άλλος. Σηκώθηκα και φώναξα στη Ράνια. Εσύ τώρα, μη το σκέφτεσαι. Ανέβηκε. Μαζί της δεν κινδυνεύει κανείς. Ανέβηκε κι Αλεξάνδρα με τα αγόρια της. Αυτή με το μικρούλι Ράφι και ο μπαμπάς με τον Ρομέο. Περπάτησα μέσα στη βάρκα, είδα όλα τα πρόσωπα, κατάλαβα ότι υπήρχαν δυο Francesco τόση ώρα. Ήταν και ένας μικρός στην ηλικία, πλήρωμα κι’ αυτός. Ήταν τρομοκρατημένος. Ο μεγάλος εξουθενωμένος. Ο Γιώργης ακούραστος. Έμαθα ότι τον έβαλαν με το ζόρι, προτελευταίος, να ανέβει. Κάθισα δίπλα σ’ ένα παλληκάρι που έδειχνε να πονάει πολύ. Ο Γιώργος. Οδηγός φορτηγού. Φορτηγατζής. Τον χάιδεψα στο πρόσωπο και τον ρώτησα που πονάει. Μου δείχνει τις γυμνές πατούσες του. Έγκαυμα στα δάχτυλα και στις φτέρνες. Βαθιά πληγή. Απ’ το κολαστήρι του Norman Atlantic. Θυμάμαι και εγώ το πόδι μου. Το παντοφλάκι που του φόρεσα έγινε κόκκινο. Ένα άσπρο ένα κόκκινο. Κάτι δεν πήγαινε καλά και ζήτησα να πάρω σειρά για πάνω. Αμέσως μου την παραχωρήσαν. Το μάτι μου πήρε την τσάντα της Έλενας. Να την πάρω; Κι αν χαθώ για μια τσάντα. Κάπου στην Αλβανία βρέθηκε, άκουσα σήμερα στις Ιταλικές ειδήσεις. Πιάστηκα σφιχτά. Αρχισαν να με ανεβάζουν. Το κινητό μου χτύπησε για πρώτη φορά. Έφτασα επάνω. Με αρπάξαν απ’ τα χέρια κι απ’ το μπουφάν και με τραβήξαν στο κατάστρωμα. Όταν σηκώθηκα όρθιος μέτρησα επτά άτομα. Με τα σχοινιά στα χέρια. Οι δυο είχαν πέσει κάτω. Ο ψηλότερός τους ήταν μέχρι τον λαιμό μου. Και χαμογελούσαν όλοι. Βλέποντας το πόδι μου γεμάτο αίματα ένας μικρόσωμος Φιλιππινέζος με το ξυρισμένο κεφάλι, ο Recio, προσπαθεί να με πάρει αγκαλιά. Τον καθησυχάζω ότι είμαι εντάξει. Όση ώρα περπατούσαμε του φιλούσα τα χέρια και την γυαλιστερή του καράφλα. Περπατάμε για εκατό μέτρα σε ψιλόβροχο με αέρα και μπαίνουμε σε κλειστό ασφαλή χώρο. Επιτέλους τέλος! Τέλος;
Με οδηγεί στο ιατρείο του πλοίου. Δίπλα στην είσοδο ήταν. Δυο βήματα. Ξαναχτυπά το κινητό μου. Επικοινωνώ με τους δικούς μας. Σε 42 δευτερόλεπτα οι αγαπημένοι μας γύρισαν απ’ την κόλαση στον παράδεισο και δεν ξαναέχω σήμα. 
Ένα δωματιάκι μ’ ένα κρεβάτι και πάνω στο κρεβάτι κουλουριασμένοι άνθρωποι. Η Έλενα έκλαιγε, η Αλεξάνδρα ψύχραιμη αγκάλιαζε την Έλενα, η Ράνια που δεν έκλαιγε παρά μόνο αργότερα αν μιλούσε στο τηλέφωνο με κάποιον αγαπημένο της, ο Σπύρος δίπλα της ήταν γιατρός πια, δεν ήταν διασωθείς. Τα παιδιά όλα στο κρεβάτι κουλουριασμένα και τα πέντε. Στο κρεβάτι κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του την Αλίνα μου, ένας γελαστός ευτυχισμένος άνθρωπος. Νάτος ο μπαμπάς αγάπη μου, της λέει. Δεν τον έχω ξαναδεί. Δεν ήταν στη βάρκα μαζί μας. Ήταν ο Νικήτας. Ναυαγός που κολύμπησε ώρες μέχρι να τον μαζέψει ο captain της καρδιάς μας. Έχει δύσκολη ¨ιστορία¨ ο Νικήτας αλλά αυτή θα σας την πει ο ίδιος. Κάποτε. Φορά εσώρουχα Φιλιππινέζου. Είναι πάνω από 1,80. 
Ο Σπύρος μου φτιάχνει το πόδι. Είναι ορθοπεδικός. Ένα μικρό σχίσιμο είχα, αλλά κόπηκε κάποια φλεβίτσα και το αίμα έτρεχε άφθονο. Σε τρία λεπτά ο Σπύρος μ’ έφτιαξε. Τα γεγονότα αρχίζουν να τρέχουν με πραγματικές ταχύτητες. Μεταφερόμαστε στο ¨υπνοδωμάτιο¨. Στους διαδρόμους χαμογελαστές φατσούλες μας χαιρετάνε ευγενικά. Με αξιοπρέπεια. Δεν είμαστε τα ¨λάφυρά¨ τους να τα φωτογραφίζουν για να δείχνουν τι κάνανε αυτοί. Σαν να βρισκόμασταν μέρες μαζί τους. Με χαμόγελο παραμέριζαν να περάσουμε εμείς. Η ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΓΙΝΑΜΕ ΕΜΕΙΣ. 
Δεν θα το κάνω μελό αλλά πρέπει να μαθευτούν μερικά πράγματα για το τι σημαίνει δοτικότητα. 
Μας δώσανε τα πάντα. Δεν είχες παρά να ζητήσεις κάτι και θα στο έβρισκαν. Κι αν δεν μπορούσαν θα επέστρεφαν συντετριμμένοι που δεν πρόσφεραν. Πήραν τα ρούχα μας. Τα έπλυναν τα στέγνωσαν τα σιδέρωσαν. Το φαγητό. Εδώ τα λόγια δεν φτάνουν. Ο μάγειρας! Ήταν εκείνος ο καραφλούλης που λέγαμε. Ο υπέροχος Recio. Σας ευχαριστούμε που μας σώσατε, του είπε κάποια στιγμή, η Έλενα, μα και σεις μας σώζετε παράλληλα, της απάντησε, για να συνεχίσει, θεωρείστε το σα δεύτερη ζωή. Τι θα κάνετε μ’ αυτή;
Ο μάγειρας. Και άρχισε το φαγητό. Εφερνε έφερνε έφερνε. Τρώγαμε πρωινό, δεκατιανό λιγοπριτομεσημεριανό, μεσημεριανό, απογευματινό, πριντοβραδινό, βραδινό … 
Θα μας βρν δυοτρία κιλά βαρύτερς κι αντε να τ’ ς πεις ότ ναυάγσες, έλεγε ο καλός μου ο Χρήστος όταν δεν τον έπνιγε ή οργή με αυτά που του συμβήκανε. Αλλά και τότε τα μπινελίκια του ήταν απόλαυση.
Τα παιδιά μας. Media player με ΟΛΕΣ τις παιδικές ταινίες (Ράνια μου πόσες είδες αλήθεια τα βράδια που δεν κοιμόσουν; ) MONOPOLY, ντόμινο, σκάκι. Ο παιδικός παράδεισος. Παγωτά, γλυκά, όχι σερβιρισμένα, με τις κούτες. 
Οι Φιλιππινέζοι, αμούστακα παιδιά (τα περισσότερα) να εμφανίζονται διακριτικά, να φέρνουν κάτι και να χάνονται. Ούτε ευχαριστώ δεν προλαβαίναμε να πούμε.
Μπορούσαμε να κυκλοφορούμε παντού. Άνοιγες την πόρτα και έμπαινες. Δεν σου έλεγε κανείς τίποτε. Μόνο χαμόγελα. Στη γέφυρα του πλοίου. Η παιδική χαρά των παιδιών! Με τα κιάλια του καπετάνιου, στη θέση του καπετάνιου. Και να μην ενοχλείται κανείς. Και όχι δήθεν.
Ο καπετάνιος. Solarte Rodrigo Bolo το όνομα. Υπέροχος, πράος, έξυπνος, πατέρας όλων και αρχηγός. το παρατήρησα αρκετά και κατάλαβα πολλά για τη διαχείριση των ανθρώπων. 
Η ομάδα ετερόκλητων ανθρώπων προσπαθεί να γνωριστεί. Γιατί μας έδεσε η ζωή εννιά ώρες μαζί πάνω στη λεπτή, πολύ λεπτή γραμμή. Και τότε δένεσαι με όλους. Ταιριάζεις δεν ταιριάζεις. Κι αν ταιριάζεις τότε αγαπάς και ξέρεις ότι απέκτησες φίλους ζωής. Δεμένος θα είσαι πάντα με όλους. Εμείς βρήκαμε την Ράνια το Σπύρο και την Αλεξάνδρα.
Η Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014 πέρασε. Η πιο τυχερή μέρα της ζωής μου. Τα γενέθλιά μου μεταφέρονται. 
Την επομένη, 29 Δεκεμβρίου, απ’ το πρωί η Αλεξάνδρα ξεδιπλώνει τις οργανωτικές της ικανότητες. Φτιάχνει λίστες με ονόματα και τηλέφωνα. Βγάζει φωτοτυπίες, μιλά στο τηλέφωνο, δίνει πληροφορίες. Αρχηγός. Για οτιδήποτε στην Αλεξάνδρα. 
Και αρχίζει το παράλογο. 
Το πλοίο μένει στο ίδιο σημείο που μας μάζεψε. Κάνει κύκλους. Έχει λιακάδα (!!!) και βλέπουμε τα πλοία που συμμετέχουν πλέον στη διάσωση. Σχηματίζουν έναν τεράστιο κύκλο γύρω απ’ το Norman Atlantic. Βλέπουμε αμυδρά τον καπνό της φωτιάς, και τα ελικόπτερα. Η πρώτη μέρα πέρασε εύκολα. ξαναπήραμε τα ρούχα μας καθαρά (παπούτσια ήταν αδύνατον να βρώ και κυκλοφορούσα (πάλι) με καρό παντοφλάκια νούμερο 37 (στο τέλος, το παιδί που του το ζήτησα, μου βρήκε. Δεν το ξέχασε, έψαχνε) Ένα ελικόπτερο πήρε τον Βούλγαρο τραυματία που είχαμε(είχε σπάσει τον ώμο του σε μια προσπάθεια σκαρφαλώματος, Ευτυχώς μετά την συντριβή του μεταξύ πλοίου και βάρκας το κύμα τον έριξε μέσα ) 
Γνωριζόμαστε κάθε ώρα και καλύτερα. Ο Νικήτας ρωτά συνέχεια για την Αλίνα μου. Ο Νικήτας έχει κακά τατουάζ στα χέρια αλλά κλαίει σα μωρό παιδί αγκαλιά με τους σωτήρες του. Τι έκανα, τι έκανα, τι λάθη έκανα μου είπε……. Νικήτα έχεις τεράστια, υπέροχη καρδιά. Είσαι γεμάτος αγάπη! Για όλους! Όποιος δεν το βλέπει σε σένα είναι εχθρός σου. 
Τα τηλέφωνο της Ράνιας και του Δημήτρη έχουν πάρει φωτιά. Τα ξαδέλφια της με τα παιδιά τους είναι καλά. Ήταν το ζευγάρι των γιατρών που έμειναν στο πλοίο και στάθηκαν σ’ όλους. 
Η Ράνια έχει γνωριμίες. Η Αλεξάνδρα το ίδιο. Όλοι ειδοποιούν κάποιον. Πότε θα βγούμε; Καμία απάντηση.
Σενάρια δικά μας. Πρέπει να μείνουμε 48 ώρες υποχρεωτικά για τους ναυαγούς. Κι άλλο βράδυ σε πλοίο. Δύσκολα κοιμάσαι σε μια καρέκλα. Όλα μας τα δώσαν οι Φιλιππινέζοι, μόνο τα κρεβάτια τους δεν μας δώσαν. Είχαμε νομίζω δυο ή τρεις καμπίνες μπορούσαμε να πλυθούμε, αλλά είμαστε 59 άτομα σε πλοίο για 20. Τα βράδια δυσκολεύουν. Οι χαρακτήρες και τα ελαττώματα αρχίζουν να διακρίνονται. Κάποιοι είναι γαϊδούρια τελικά και τίποτε δεν τους κάνει ανθρώπους. Είμαστε 21 Έλληνες 7 Αλβανοί, 4 Γερμανοί 
1 Ολλανδός (έδωσε μάχη στη βάρκα, ψύχραιμος) 2 Ιταλοί, 2 Βούλγαροι, 1 Ρουμάνος και 1 Τούρκος (ο γκαρντάςς). Δυο εθνότητες είχαν γαϊδούρια. 
Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου. Πότε θα φύγουμε; Έλα μου ντε. ο καιρός χαλάει. Έρχεται χιόνι και κρύο. Εμείς στο πλοίο.
Ο καπετάνιος τραβάει τα μαλλιά του απ΄ το αλαλούμ των Ιταλών. Είμαστε ΤΡΕΙΣ ΩΡΕΣ ΑΠ’ ΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ. Του λένε να μας πάει στην ΚΡΟΑΤΙΑ (!!;;;;). Αρνείται πεισματικά. Πως θα παραδώσει ανθρώπους χωρίς χαρτιά σε χώρα εκτός Ευρωπαικής Ενωσης; Οι Ιταλοί το χαβά τους. 
Εμείς βάζουμε ότι μέσο ξέρουμε για να συμβεί κάτι λογικό. Άκου Κροατία! Η Ράνια κανονίζει και μιλάω σε πρωινή εκπομπή. Το ίδιο και η Αλεξάνδρα. 
Πέφτουν απ’ τα σύννεφα. Γνωρίζουν την ύπαρξή μας αλλά επισήμως δεν υπάρχουμε. Δυστυχώς έχει αναλάβει το Ιταλικό κράτος και δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, απαντάνε τα «μέσα» μας.
Είναι απαράδεκτο κάτι πρέπει να κάνουμε λέει η Δημοσιογράφος. Τέλειωσε η εκπομπή ξεχαστήκαμε. Ίσως αύριο πάλι. Ξαναζεσταμένο θέμα δεν ξαναβγαίνει. Εκτός αν έχει αίμα και θάνατο LIVE. 
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ 5 ΠΑΙΔΙΑ ΖΗΣΑΝΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΚΑΙ ΜΟΥ ΛΕΤΕ ΟΤΙ ΑΝΑΤΡΙΧΙΑΖΕΤΕ. ΟΤΙ 5 ΠΑΙΔΙΑ ΕΙΔΑΝ ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟ, ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΑΓΓΙΖΕΙ ΚΑΝΕΝΑΝ.
ΤΑ ΑΦΗΣΑΝ ΝΑ ΕΜΠΕΔΩΣΟΥΝ ΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥΣ 4 ΜΕΡΕΣ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ.
Ασε εμάς. Εμείς έχουμε (;) τον έλεγχο του μυαλού μας. ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ;;;; ΤΙ ΖΗΜΙΑ ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ;;;
Εχει αναλάβει το Ιταλικό κράτος; Το καταλαβαίνω απολύτως. Εσύ, που δεν έχει την επιχειρησιακή ευθύνη τι κάνεις;; ΑΙΣΘΑΝΕΣΑΙ ΟΤΙ ΕΧΕΙΣ ΚΑΠΟΙΑ ΕΥΘΥΝΗ;;;
Γιατί τότε:
Α. Καλείς επίσημα στο κατάστρωμα την ¨αρχηγό¨ μας και την ενημερώνεις. Της εξηγείς το σχέδιο το οποίο απαιτείς απ’ τους Ιταλούς. Αν αλλάξει ξανακαλείς και ενημερώνεις. Δημιουργείς αίσθημα ασφάλειας. Επισήμως εκλήθησαν όλοι οι παραπάνω υπήκοοι. Πλην των Ελλήνων.
Β. Με το που μαθαίνεις ότι υπάρχει έστω και ένα παιδί στέλνεις με Super Puma με Super man με Super Duck με ότι σου επιτρέψουν οι Ιταλοί. έναν ΠΑΙΔΟΨΥΧΟΛΟΓΟ. Να φροντίσεις ψυχές. (Ψήφος Ψυχή Ψαροκασέλα Ψωροκώσταινα το μυαλό των υπευθύνων (υπό την ευθύνη ))
Όμως αυτά μπορεί να τα κάνει και ο νο 2 . Αυτός που πήρε φόρα και έρχεται. Αν το θέλει πολύ. Πόσο κοστίζει ένα ιδιωτικό ελικόπτερο να πετάξει και να φέρει παιδοψυχολόγο σταλμένο απ΄την ελπίδα της πατρίδας μας; Έτσι θα πράξουμε για όλους θα ήταν η σημειολογία της πράξης. Κι ας του το απαγορεύσουν. 
Θεατρινισμοί μου είπε, φτηνοί θεατρινισμοί. Μόνο αν εσύ κάνεις θέατρο είναι θεατρινισμός. Αν το κάνεις αληθινά εμείς θα το νοιώσουμε. Η πολιτική γίνεται επί της ουσίας και όχι κατά περίπτωση μου συνέχισε χτες, στελεχάρα που έρχεται………
Η ζωή της κόρης μου, η ουσία της ζωής μου, είναι μια περίπτωση. 
Φοβάμαι ότι το να καώ ή να πνιγώ, θα το ξαναζήσω σύντομα.
Τζίφος και πάλι. Θα πάμε στο Μπάρι λένε οι Ιταλοί. Και γιατί να πάμε στο Μπάρι να πάμε στο Μπριντεζι Όχι ξαναλένε οι Ιταλοί θα πάτε στο Μαμφρεντόνια . Ημαρτον κύριε! Αυτό πάλι τι είναι; Ένα μικρό λιμανάκι πάνω απ την Ανκονα όπου θα μας κατεβάσουν οι Ιταλοί. 12 ώρες ταξίδι. Το δελτίο λεει ότι ο χιονιάς έρχεται και θα συναντηθούμε στο Μανφρεντόνια. 
Ο πλοίαρχος είναι σε παράκρουση απ’ τη μα…. (ζητώ συγνώμη) που του δέρνει όλους! Εχω 59 άτομα λέει (πάντα ήρεμος ) στους Ιταλούς και σωστικά για 25. Εγώ που μάζεψα ανθρώπους δεν θέλω να ζητάω να με μαζέψετε ( έτσι ακριβώς!) Πάτε στο Μανφρεντόνια απαντάνε οι Ιταλοί, θα τους αποβιβάσεις εκεί.
Και ξεκινάμε. Τα αδέλφια μας, μας είδαν διαλυμένους απ’ την κούραση και μας πίεσαν να πάμε στην καμπίνα να κοιμηθούμε. Ήταν στον 5 όροφο. Ξαπλώσαμε και οι τρεις στο ίδιο κρεβάτι. Το πλοίο κουνούσε. Η Αλίνα πανικοβλήθηκε και μας ικέτεψε να γυρίσουμε κάτω, στους άλλους, να είμαστε όλοι μαζί. 
(Μόνο το σχολείο της κόρης μου τα σκέφτηκε όλα αυτά και επικοινώνησε με παιδοψυχολόγο. Απλά ένας άνθρωπος ξέρει ότι έχει την ευθύνη και την ανέλαβε.) 
Κατεβήκαμε. Κοιμήθηκα στο πάτωμα. Κάποια στιγμή κούνησε πολύ και έτυχε να ακουστεί κάτι απ’ τα μεγάφωνα. Πετάχτηκα. Το ξανάζησα. Φρίκαρα. Ήρθε και η Ελενα στο πάτωμα. 
Τρίτη 30 Δεκεμβρίου. Ξημερώνουμε στο Μαμφρεντόνια. Μαζεύουμε τα πράγματα. Τακτοποιούμε. Αντε θα φύγουμε. Φωτογραφίες, χαρές, αγκαλιές. Θα φύγουμε. 
ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΕΚΑΝΕ ΕΡΑΝΟ ΚΑΙ ΜΑΖΕΨΑΝΕ 500 ΕΥΡΩ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΤΑ ΔΩΣΟΥΝ. Τρελαθήκαμε. Ο Νικήτας ακόμη κλαίει!
Το σχέδιο βρίσκεται εν εξελίξει!! Περιμένουμε Super Puma λέει ο ένας, φρεγάτα λέω εγώ (δεν έχω μπει και γούσταρα πολύ) C 130 o άλλος και τι δεν περιμέναμε. Περιμέναμε. Χιονοθύελλα έξω. Ψόφος κακός. Περιμέναμε. και έφτασε. Έχετε δει κάτι βάρκες που έχουν κάτι σα θυρωρείο πάνω τους. Ε, κάτι τέτοιο με ποιο μικρή βάρκα και πιο ψηλό θυρωρείο. 
Του λιμενικού. Έκανε γύρους γύρω απ’ το Θηρίο το ¨δικό¨ μας. Το σχέδιο: Θα απλώσουν κάτι σα συρματόσχοινο απ’ το πλοίο στο θυρωρείο και μ’ ένα καλάθι, ένας ένας θα περνάμε. Με χιονοθύελλα. Σοβαρά τώρα. Δεν κάνω πλάκα. Μου είναι αδύνατον να καθίσω πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα; οπουδήποτε. Δεν πιστεύω στ’ αυτιά μου, ότι κάποιος πρότεινε αυτό το σχέδιο. Ο Captain είναι ήρεμος αλλά το είδα το φρυδάκι του που κουνιόταν. 
Δεν τους παραδίδω με τίποτα. Θα κατέβουν απ’ το πλοίο μου μόνο αν μου βρείτε τρόπο αποβίβασης 150% σίγουρη. 
Το θυρωρείο κάνει δυο βόλτες και φεύγει.
Νέο σχέδιο……. Άστο, σκέφτηκε η πλοιοκτήτρια εταιρεία. Μπλέξαμε με τα επιτελικά σαίνια και μέχρι το Πάσχα ακόμα βόλτες θα κάνουμε.
Αναλαμβάνει την ευθύνη ο ιδιοκτήτης και αποφασίζει να μας πάει στον (κρατηθείτε) Τάραντα (απ’ το Δημοτικό είχα να το ακούσω αυτό το όνομα) στη Νότια Ιταλία (αν ψάχνετε είναι στη μπότα στο τακούνι από μέσα) στη μεγαλύτερη ναυτική βάση της Ιταλίας. Να πάει το καραβάκι μας, χωρίς κίνδυνο να βρει πουθενά και πάθουμε καμιά ζημιά, να πατήσουν και οι χριστιανοί (και άλλοι) χώμα. Τελεία και παύλα.
Και ξεκινήσαμε (χάλασε η μηχανή για κάνα δίωρο, αλλά τα γατόνια το φτιάξανε) Και πάμε Νότια τώρα!
Νύχτα πάλι! Δεν κοιμάμαι. Λιποθυμώ απ’ την κούραση. 
ΤΕΤΑΡΤΗ 31 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ. Ξημέρωσε. Φτάσαμε στη νότιο Ιταλία. 
Μέχρι το μεσημέρι είχαμε φτάσει στη βάση. Χιόνια παντού. Φαντάσου τι θα γινόταν στη Βόρειο Ιταλία.
Σα περιστέρια στο σύρμα, παγωμένους, θα μας μαζεύανε με κανένα (μεγαλύτερο) θυρωρείο.
Τέρμα τα ψέματα. 
Ανέβηκε στο πλοίο Λιμενικός με στολή και σχέδιο (σωστό) αποβίβασης. 
Σε λίγες ώρες έφτασαν μπουφάν παπούτσια κάλτσες, όλα τα κομφόρ. Δεν υπήρχε περίπτωση να μη κατέβουμε.
Μας περίμεναν 40 Νοσοκομειακά, (μόνο μη σε χάσουν οι Ιταλοί γιατί άμα σε βρουν Άρχοντας ).
Κατεβήκαμε!!!!
Κύριε Οικονόμου, η αλήθεια είναι ΄τι μας δώσανε οι Ιταλοί το όνομα του πλοίου, αλλά επειδή η επιχείρηση ήταν σε εξέλιξη, κάτι έγινε και ΞΕΧΑΣΤΗΚΑΤΕ. Μόλις σήμερα ειδοποιήθηκα επίσημα εγώ ότι υπάρχετε.
Βουλιάξαμε γύρω στις 6 το πρωί της Κυριακής , πατήσαμε χώμα αργά το απόγευμα της Τετάρτης.
Εχει αρκετά ακόμη αλλά ίσως κάποια άλλη φορά.
12 και 59 μπήκα στο σπίτι μου.
Αν πρέπει να γίνει κάτι ας γίνει για τους είκοσι ΑΓΓΕΛΟΥΣ TOY ABY JEANNETTE

Δεν υπάρχουν σχόλια: