-Ghrissoscaletessa-Χρυσοσκαλίτισσας
ΒΑΣΙΛΗΣ Ν. ΚΝΙΘΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
Πολλά χρόνια τώρα ένας θρύλος και ένα μυστήριο πλανώνται πάνω στις παραδόσεις των ανθρώπων που κατοικούσαν στην περιοχή των Εννιά Χωριών στην Κίσαμο του Ν. Χανίων, 'το αρχαίο Ιναχώριο'. Αγνωστο πριν πόσες γενιές άρχισε να μεταδίδεται από στόμα σε στόμα το μυστήριο των χαμένων 'τριών μοναστηριών'.
Ποια ήταν τα μοναστήρια; Πού ήταν κτισμένα; Ποιοι και πότε τα είχαν κτίσει; Σε ποιον Αγιο ήταν αφιερωμένα; Γιατί και πώς χάθηκαν χωρίς να αφήσουν ούτε ένα ίχνος; Είναι μερικά ερωτήματα που προσπάθησαν να απαντήσουν πριν από πολλά χρόνια πολλοί αρχαιολόγοι και ιστορικοί ερευνητές χωρίς ένα καθαρό αποτέλεσμα.
Τα αποδεικτικά στοιχεία είναι λίγα και η ποικιλία των θρύλων μεγάλη. Ο χρόνος πάντα σβήνει τους ανθρώπους και μαζί τους και τις μνήμες και μπερδεύει τον μύθο με την πραγματικότητα σε ένα κουβάρι που δεν γνωρίζει κανένας πού είναι η αρχή και ποιο το τέλος του.
H ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΟΝ GEROLA
Το 1900 έρχεται στην Κρήτη ένας μεγάλος αρχαιολόγος .....
..... και αρχιτέκτονας ο G. Gerola.
Σαν νέος ' Προμηθέας' μεταλαμπαδεύει στην Κρήτη τη φλόγα του πολισμού που τα 250 χρόνια της Τουρκοκρατίας είχαν σβήσει. Αντίθετος με τους νόμους της Φύσης 'τη φθορά και τη λησμονιά'. Ερχεται στην Κρήτη για να καταγράψει και να διασώσει από τη λήθη και τον αφανισμό όλα τα ενετικά μνημεία πολιτισμού που είχαν επιζήσει. Μέσα στις χιλιάδες των μνημείων που ανακάλυψε, μελέτησε και κατέγραψε, ήταν και ένα μικρό εκκλησάκι εγκαταλελειμμένο, χωμένο στο χώμα και στη λησμονιά του χρόνου. Βρισκόταν ανάμεσα στα χωριά Περιβολάκια και τη Βάθη. Στα βιβλία του το είχε καταγράψει ως Εκκλησία της Παναγίας. Είχε αποτυπώσει την κάτοψή της και είχε διατυπώσει ορισμένες παρατηρήσεις. Οτι στο εκκλησάκι υπήρχαν δύο παρεκκλήσια και ότι ήταν λατινικό, δηλαδή λατρευόταν σύμφωνα με το Καθολικό Δόγμα.
Οι μετέπειτα αρχαιολόγοι, παίρνοντας τα γραφόμενα του Gerola σαν αξίωμα, δεν επιδίωξαν ούτε να αναστηλώσουν, αλλά ούτε και να διερευνήσουν περισσότερο την εκκλησία.
Και η Φύση συνέχισε το έργο της φθοράς που είχε αρχίσει πολλά χρόνια πριν. Ενα δέντρο φύτρωσε στην οροφή και άπλωσε τις ρίζες του από την οροφή στους τοίχους. Οι τοίχοι άνοιξαν και το εκκλησάκι έγινε ετοιμόρροπο. Φόβιζε με κατάρρευση οποιονδήποτε επιχειρούσε να μπει μέσα έστω για λίγα λεπτα. Σημάδια βανδαλισμού παλαιότερων εποχών υπήρχαν μέσα του έντονα. Η Αγία Τράπεζα είχε μετατραπεί σε πυρομάχι. Είχε ανοιχτεί μια τρύπα στην οροφή για να εξέρχεται ο καπνός με κίνδυνο να καταρρεύσει ολόκληρη η οροφή. Και οι γκρεμισμένοι εσωτερικοί τοίχοι είχαν κάνει σωρούς τις πέτρες στο εσωτερικό. Ετσι κάθε επισκέπτης είχε δυσκολία όχι μόνο να βαδίσει, αλλά και να κρατηθεί όρθιος. Σε αυτήν την κατάσταση βρήκα την εκκλησία την πρώτη φορά που την επισκέφτηκα στις 15-12-2012. Τη βρήκα οδηγημένος από τα βιβλία του Gerola και ρωτώντας τους ηλικιωμένους κατοίκους των γύρω χωριών.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ...
Στις μετέπειτα συνεχόμενες επισκέψεις μου εντόπισα στον σουβά του βόρειου τοίχου χαραγμένα σχέδια καραβιών και μιας κωπήλατης βάρκας. Το ένα καράβι ήταν τύπου γαλέρας με θύρες κανονιών.
Και τα δύo ήταν κωπήλατα και με πανιά. Το πρώτο, η γαλέρα, ήταν αγκυροβολημένη με δύο άγκυρες. Το δεύτερο που ακολουθούσε ήταν δεμένο πίσω του σαν να επρόκειτο για λάφυρο αιχμαλωσίας.
Το πρώτο έφερε έναν εμφανή σταυρό στο κατάρτι, ενώ το δεύτερο έφερε στο κατάρτι ένα στρογγυλό σχήμα που μέσα του είχε μια διπλή ημισέληνο σε σχήμα (Χ).
Αργότερα πρόσεξα μια δυσανάγνωστη επιγραφή και κατάλαβα ότι πρόκειται για 'Κτητορική επιγραφή'. Επειδή κανείς δεν πίστευε τι είχα βρει στη σπηλαιώδη εκκλησία.
Και επειδή από την αρχή πίστεψα ότι η επιγραφή που αντίκρισα είναι 'κτητορική επιγραφή' και ότι μας παρέχει χρήσιμες ιστορικές πληροφορίες, προσπάθησα με τις λίγες γνώσεις μου να τη διαβάσω και να τη χρονολογήσω.
Μετά έψαξα όλα τα γνωστά αρχαιολογικά και ιστορικά βιβλία που είχα, για να μάθω μήπως κάποιος αρχαιολόγος ή ιστορικός ερευνητής, είχε δει και είχε διαβάσει αυτή την επιγραφή στο παρελθόν. Με έκπληξή μου κατάλαβα ότι η επιγραφή αυτή δεν αναφερόταν πουθενά.
Τότε φωτογράφισα και έστειλα όλα τα ευρήματα με e-mail σε γνωστούς ακαδημαϊκούς και ιστορικούς συγγραφείς που είχαν γράψει και μελετήσει την ιστορία της περιοχής και ζήτησα τη γνώμη τους.
Οταν μου απάντησαν, με συνεχάρησαν και μου είπαν ότι ήταν αδημοσίευτα. Τότε, ως όφειλα, έκαναν μία αναφορά προς την Αρχαιολογική Υπηρεσία και τους έκανα γνωστό ότι (σε μία καταγεγραμμένη εκκλησία στα βιβλία του Gerola) υπάρχει μια άγνωστη κτητορική επιγραφή που γράφει ότι εκεί ήταν ένα Μοναστήρι. Καθώς ότι υπάρχουν άγνωστα και αδημοσίευτα σχέδια καραβιών και μιας βάρκας στον βόρειο τοίχο. Τους παρέθεσα για πειστήριο και δώδεκα φωτογραφίες. Τους ανέφερα περίπου τι κατά γνώμη μου έγραφε η επιγραφή καθώς και την εκτίμησή μου για τη χρονολόγησή τους. Τους έγραφα ότι ήταν αντικείμενο της αρμοδιότητας των Βυζαντινών και Μεσαιωνικών Αρχαιοτήτων και τους προέτρεψα να λάβουν μέτρα προστασίας της ακεραιότητας της εκκλησίας καθώς να προβούν, εάν το κρίνουν σκόπιμο και σε δικές τους έρευνες. Την επόμενη ημέρα που έκανα την αίτηση, επισκεφτήκαμε την εκκλησία από κοινού με δύο αρχαιολόγους της αρμόδιας Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Αφού τους υπέδειξα τι και πού το είχα δει, αυτοί με τη σειρά τους έκριναν ότι η επιγραφή και τα σχέδια ήταν αυθεντικά, προέβησαν σε πρώτη εκτίμηση και φωτογράφισαν τον χώρο μέσα κι έξω από την εκκλησία.
Τα συμπεράσματά τους μου τα κοινοποίησαν εγγράφως περίπου μετά έναν μήνα.
Με άφησαν να καταλάβω ότι θεώρησαν τα ευρήματα ελάσσονος αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και ότι η υπόθεση αυτή είχε κλείσει, χωρίς να σκέφτονται για περαιτέρω αρχαιολογική έρευνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου