Γράφει η Ευτυχία Δεσποτάκη
Βαρυσήμαντος ο ρόλος της *μάνας, δυσαναπλήρωτος. Αναθρέφει τα παιδιά, αναθρέφει την κοινωνία. Μεγαλώνομε ουσιαστικά μόνο όταν τη χάσομε, όσο υπάρχει παραμένομε παιδιά.
Όταν φεύγει το πένθος ενυπάρχει πάντα στην ψυχή μας ανεπαίσθητο.
Χαρμολύπη όταν ο νους γυρίζει στις αναμνήσεις μαζί της.
Να κάπως έτσι που νιώθει ο Κρητικός που γράφει τους παρακάτω στίχους.
Σκηνές και υλικά που αναφέρονται, σήμερα, μπορεί να φαίνονται ξεπερασμένα,ο ίλιγγος της μάνας όμως και η ιερότητα της παραμένουν αναλλοίωτα στους αιώνες....
«Αν είχεν έζηες μάνα μου, κι ίντα καλό στον κόσμο
Να σάνεμίζω ζωντανή κι έγνοια γλυκειά να σ έχω
Κι ως πρώτα να συχνόρχομαι να σε θωρώ να αστράφτεις
Κι απόξω από την πόρτα σου να σε γροικώ να λέεις
«χίλια καλώς εκόπιασες, υγιέ μου ευκισμένε
Και να αγκαλιοζομάστονε στου σοκακιού τη μέση.
Να μπαινοβγώ στο σπίτι μας,να ιδώ νοικοκεράτα
Και να φραθώ τσι μυρωδιές κανέλλας και βαρσάμου
Τσι μόσκους απ΄τα φούλια σου και τα γαρέφαλα σου
Και να γευτώ τσι κόπους σου χίλια καλολοείδια.
Να θέσω στα σεντόνια σου που ν άσπρα σαν τα χιόνια
Ολάσπρα κι εφτακάθαρα χιλιομπουγαδιασμένα
Στο μαξελάρι μάνα μου το ψιλοκεντημένο
Στο στρώμα με τα πούπουλα τ αναφουφουδωμένο
Να νιώθω σαν τον άρχοντα τον ύπνο να χορτάσω.
Να γνώσω να σε σκιάζομαι να μπαίνεις και να βγαίνεις
Και σαν το γάτη να πατείς τσι μύτες των ποδιώ σου
Να δεις αν εμετάπνησα κι αν είμαι ξυπνημένος
Να κάτσεις εκειά που κείτομαι στην άκρη το κρεββάτι
Να μου χαϊδεύεις την κεφαλή και να μου κουβεδιάζεις
Κι ως τότε να με αναρωτάς αν δυστυχώ στα ξένα
Κι ο ένας τάλουνού ν ανοίγομε διάπλατα την καρδιάμας.
Να σε θωρώ να στέκεσαι στα εικονίσματα μας
Το καντηλάκι απόβραδο νάφτεις και να θυμιάζεις
Τς Άγίους να παρακαλείς στα ξένα να με βλέπουν.
Να φεύγω και να χωστοκλαίς και να μου παραγγένεις
Να μου μαζώνεις λιχουδιές και να τσι κατασταίνεις
Και το καλάθι ξέχειλο με νοστιμιές κι αγάπη
Να μου το δίνεις μάνα μου μαζί με την ευκή σου
Ευκή κι αγάπη όπου στη γης άλλη καμιά δεν είναι.....»
*Κάθε δεύτερη Κυριακή του Μάη είναι η εορτή της μητέρας....
Βαρυσήμαντος ο ρόλος της *μάνας, δυσαναπλήρωτος. Αναθρέφει τα παιδιά, αναθρέφει την κοινωνία. Μεγαλώνομε ουσιαστικά μόνο όταν τη χάσομε, όσο υπάρχει παραμένομε παιδιά.
Όταν φεύγει το πένθος ενυπάρχει πάντα στην ψυχή μας ανεπαίσθητο.
Χαρμολύπη όταν ο νους γυρίζει στις αναμνήσεις μαζί της.
Να κάπως έτσι που νιώθει ο Κρητικός που γράφει τους παρακάτω στίχους.
Σκηνές και υλικά που αναφέρονται, σήμερα, μπορεί να φαίνονται ξεπερασμένα,ο ίλιγγος της μάνας όμως και η ιερότητα της παραμένουν αναλλοίωτα στους αιώνες....
«Αν είχεν έζηες μάνα μου, κι ίντα καλό στον κόσμο
Να σάνεμίζω ζωντανή κι έγνοια γλυκειά να σ έχω
Κι ως πρώτα να συχνόρχομαι να σε θωρώ να αστράφτεις
Κι απόξω από την πόρτα σου να σε γροικώ να λέεις
«χίλια καλώς εκόπιασες, υγιέ μου ευκισμένε
Και να αγκαλιοζομάστονε στου σοκακιού τη μέση.
Να μπαινοβγώ στο σπίτι μας,να ιδώ νοικοκεράτα
Και να φραθώ τσι μυρωδιές κανέλλας και βαρσάμου
Τσι μόσκους απ΄τα φούλια σου και τα γαρέφαλα σου
Και να γευτώ τσι κόπους σου χίλια καλολοείδια.
Να θέσω στα σεντόνια σου που ν άσπρα σαν τα χιόνια
Ολάσπρα κι εφτακάθαρα χιλιομπουγαδιασμένα
Στο μαξελάρι μάνα μου το ψιλοκεντημένο
Στο στρώμα με τα πούπουλα τ αναφουφουδωμένο
Να νιώθω σαν τον άρχοντα τον ύπνο να χορτάσω.
Να γνώσω να σε σκιάζομαι να μπαίνεις και να βγαίνεις
Και σαν το γάτη να πατείς τσι μύτες των ποδιώ σου
Να δεις αν εμετάπνησα κι αν είμαι ξυπνημένος
Να κάτσεις εκειά που κείτομαι στην άκρη το κρεββάτι
Να μου χαϊδεύεις την κεφαλή και να μου κουβεδιάζεις
Κι ως τότε να με αναρωτάς αν δυστυχώ στα ξένα
Κι ο ένας τάλουνού ν ανοίγομε διάπλατα την καρδιάμας.
Να σε θωρώ να στέκεσαι στα εικονίσματα μας
Το καντηλάκι απόβραδο νάφτεις και να θυμιάζεις
Τς Άγίους να παρακαλείς στα ξένα να με βλέπουν.
Να φεύγω και να χωστοκλαίς και να μου παραγγένεις
Να μου μαζώνεις λιχουδιές και να τσι κατασταίνεις
Και το καλάθι ξέχειλο με νοστιμιές κι αγάπη
Να μου το δίνεις μάνα μου μαζί με την ευκή σου
Ευκή κι αγάπη όπου στη γης άλλη καμιά δεν είναι.....»
*Κάθε δεύτερη Κυριακή του Μάη είναι η εορτή της μητέρας....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου