Η πιο πρόσφατη και δραματική χρεοκοπία χώρας ήταν της Αργεντινής το 2001, όταν τα δημόσια οικονομικά βρέθηκαν εκτός ελέγχου και το Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών έφθασε στο 7% του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν). Μαντεύοντας την επικείμενη κρίση, κανείς δεν ήθελε τότε να έχει πλέον το αργεντίνικο πέσο στην τσέπη του και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποσχιστεί από το δολάριο, να παγώσει τις καταθέσεις, να κηρύξει στάση πληρωμών και να παραδοθεί στη σκληρή εποπτεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Τέτοια χρεοκοπία δεν μπορεί να συμβεί σε ένα κράτος που είναι στην Οικονομική Ενωση του ευρώ, απλούστατα διότι το κοινό νόμισμα δεν είναι εθνικό για να μπορεί μια χώρα να το υποτιμήσει ούτε υπάρχει μηχανισμός αποχώρησης ή εκδίωξης αν σε κάποιους τομείς η οικονομία της έχει πρόβλημα, ακόμη και σοβαρό. Για τους ίδιους λόγους δεν υπάρχει ανάγκη προσφυγής της Ελλάδας στο ΔΝΤ, πράγμα που θα ήταν αναπόφευκτο αν η κυβέρνηση Σημίτη δεν είχε προλάβει να εντάξει τη χώρα στην ευρωζώνη μετά τις εκλογές του 2000.
Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι η ελληνική οικονομία δεν θα πληρώσει ακριβά τα «δίδυμα ελλείμματα» τα οποία τόσο απερίσκεπτα η κυβέρνηση άφησε και γιγαντώθηκαν την προηγούμενη πενταετία. Παρά την επικρατούσα άποψη, βαθύτερη αιτία της αβεβαιότητας και πρωταρχικό πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα δεν είναι το δημοσιονομικό αλλά το έλλειμμα στο Ισοζύγιο Συναλλαγών που εκτινάχθηκε πέρυσι στο 14% του ΑΕΠ, διπλάσιο από της Αργεντινής όταν κατέρρευσε και τριπλάσιο από το επίπεδο όπου βρισκόταν το 2003.
Όταν έχει στραγγίξει η ρευστότητα στις διεθνείς χρηματαγορές, ο δανεισμός για χώρες με μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα γίνεται ακριβός τόσο για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις όσο και για τις κυβερνήσεις. Αυτός είναι ο λόγος που βλέπουμε να υποβαθμίζονται και να δυσκολεύονται χώρες με ελάχιστο δημόσιο χρέος όπως η Ιρλανδία και σημαντικά πλεονάσματα στον προϋπολογισμό όπως η Ισπανία και Πορτογαλία.
Βέβαια το πρόβλημα ρευστότητας που προέκυψε από τη διεθνή κρίση έχει χειρότερες συνέπειες για τη χώρα μας λόγω του ελλείμματος προϋπολογισμού που προέκυψε επειδή τα τελευταία χρόνια έχουν καταρρεύσει τα κρατικά έσοδα, οδηγώντας σε μεγάλη διόγκωση το δημόσιο χρέος και τις ανάγκες δανεισμού. Η δημοσιονομική κατάρρευση προϋπήρξε της διεθνούς κρίσης και δεν προήλθε από αυτήν, αλλά από την αναποτελεσματικότητα και τις σκοπιμότητες της οικονομικής πολιτικής (π.χ., φοροαπαλλαγές των κερδών).
Σε αυτό το σημείο είναι μεγάλη η ευθύνη και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία τώρα μεν έχει χτυπήσει συναγερμό, αλλά τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε αξιολογήσει σωστά ούτε τις καταστρεπτικές συνέπειες των εξωτερικών ελλειμμάτων σε όλες τις χώρες της Νότιας Ευρώπης ούτε τη δημοσιονομική απερισκεψία που επικρατούσε ειδικά στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα βρίσκεται έτσι σήμερα αντιμέτωπη με την τριπλή απαίτηση να περιορίσει τον δανεισμό μειώνοντας το δημοσιονομικό έλλειμμα, να αυξήσει την παραγωγικότητα για να συγκρατήσει το εξωτερικό έλλειμμα και να χρηματοδοτήσει πολιτικές για να αποφύγει την ύφεση. Ταιριάζουν και τα τρία μαζί άραγε; Ίσως, αλλά με προϋποθέσεις:
• Η χρηματοδότηση εναντίον της ύφεσης να αφορά παραγωγικές και δημόσιες επενδύσεις που μεσοπρόθεσμα βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και το Ισοζύγιο Πληρωμών.
• Την αποτελεσματική συλλογή δημοσίων εσόδων, ιδίως του ΦΠΑ, για να μειωθεί το έλλειμμα και την αναβολή των εξοπλιστικών προγραμμάτων για να περιοριστούν οι ανάγκες δανεισμού.
• Την επανάκτηση αξιοπιστίας της χώρας με ειλικρινή περιγραφή των πραγματικών προβλημάτων, δέσμευση σε εφικτούς δημοσιονομικούς στόχους και σοβαρή πολιτική διαχείριση με όρους εθνικής στρατηγικής και όχι κομματικού οφέλους. Το πιο δύσκολο δηλαδή για μια κυβέρνηση στραμμένη με στενή οπτική γωνία προς τις εκλογές.
ΑΡΑ : η κυβέρνηση μπορεί να χρεοκοπήσει, η χώρα ποτέ!!!
.
* Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός Οικονομίας.
ΠΗΓΗ:http://www.haniotika-nea.gr/
ΠΗΓΗ:http://www.haniotika-nea.gr/