Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.





Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 7 Μαΐου 2009

Ο ΝΑΥΤΗΣ

Μια ύστερη παραγγελιά επιθυμώ ν' αφήσω, όταν θα έρθει η ώρα μου τα μάτια μου να κλείσω, και μαζωχτούν οι φίλοι μου να τσ' αποχαιρετίσω. Δε θέλω εγώ στον τάφο μου κανένας να δακρύσει, μόνο λαούτα και βιολιά κι ο κόσμος να γλεντήσει.
Ο Κώστας Παπαδάκης (Ναύτης) γεννήθηκε στο Καστέλλι Κισσάμου το 19 20. Ήταν γιος του παλιού μεγάλου βιολάτορα Βασίλη Παπαδάκη ή Κοπανίδη. Ο Κώστας Παπαδάκης σε ηλικία 5 ετών φεύγει από την Κίσαμο και εγκαθίσταται μόνιμα στην πόλη των Χανίων. Σε ηλικία 7 ετών πρωτοπιάνει ένα βιολί γκουρνέριους του 1710 όπου το είχε φέρει ένας πρόγονος του από την Ιταλία και το οποίο βρίσκεται ακόμα στην κατοχή της οικογένειας του. Αυτό λοιπόν έμελλε να είναι και το όργανο της ζωής του.Πρώτος του δάσκαλος ο πατέρας του αλλά και όλοι οι μεγάλοι μουσικοί της εποχής του όπως ο Χάρχαλης, ο Κουφιανός, ο Μαριάνος, όπου τα ακούσματα τους σημάδεψαν την ψυχή του μικρού Κώστα. Σε ηλικία μόλις 9 ετών κάνει το πρώτο του γλέντι στους Λάκκους Κυδωνίας. Το 1933 ο Κώστας Παπαδάκης συναντά τον μεγάλο Στρατή Καλογερίδη στο Ηράκλειο, όπου αυτή η συνάντηση σημαδεύει τη
ν μετέπειτα πορεία του. Κατά τη θητεία του στο ναυτικό, ο Κωστής Παπαδάκης έπαιζε πάντα με την ναυτική στολή. Από 'κεί λοιπόν του έμεινε και το παρατσούκλι "Ναύτης".
Το 1938 καθώς βρισκόταν στην Αθήνα, εγκρίνεται από το τότε ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών η παραχώρηση εβδομαδιαίας εκπομπής. Κατά την περίοδο του Β' Παγκοσμίου πολέμου ο Κώστας Παπαδάκης επιστρέφει στην Κρήτη. Από το 1959 έως και το 1976 ζει στο εξωτερικό όπου διαπρέπει και μεταφέρει στους απόδημους Κρήτες τις νοσταλγικές μελωδίες της Κρήτης και συγχρόνως προωθεί και προβάλει την κρητική μουσική στις εκατοντάδες εμφανίσεις του. Από το 1976 κατοικούσε μόνιμα στα Χανιά και ήταν ακούραστο μέλος του συλλό γου μουσικής νομού Χανίων "Ο Χάρχαλης". Είχε διακριθεί με διάφορα βραβεία από τον Δήμο Χανίων, τον Δήμο Ηρακλείου και από διάφορα πολιτιστικά σωματεία. Η πρώτη του ηχογρ άφηση γίνεται το 1938. Έκτοτε έχει κυκλοφορήσει πολλούς δίσκους με δικές του συνθέσεις αλλά και με διασκευές. Μερικές από τις πολλές συνθέσεις του είναι ο "Νέος Σεληνιώτικος συρτός", "Κουστογερακιώτικος συρτός", "Συρτός του Ναύτη", "Ροδοπιανός", "Συρτός της Αυγής", "Χαιρεθιανός συρτός", "Νέος Γραμπουσιανός συρτός" κ.α. Και όπως λένε οι ειδικοί, δεν "βγαίνει γλέντι" σήμερα χωρίς να ακουστούν έστω και 10 σκοποί του Ναύτη.
Εκτός όμως από μοναδικός δεξιοτέχνης και συνθέτης, ο Κώστας Παπαδάκης ήταν και άριστος γνώστης της παράδοσης. Πολλοί οι αγώνες του για την μετάδοση και διάσωση της γνήσιας κρητικής μουσικής, οι εμφανίσεις του στο εξωτερικό πολλές (Φλωρεντία, Μιλάνο, Αυστρα λία, Αμερική, Γαλλία κλπ) και βέβαια η επισφράγιση μιας πολύχρονης έρευνας με το βιβλίο "Κρητική Λύρα, ένας μύθος" του 1989. Ο Κώστας Παπαδάκης είχε παίξει μεγάλο ρόλο στην εκμάθηση του βιολιού, καθώς είναι πολλοί οι μαθητές του που συνεχίζουν την μακραίωνη παράδοση του τόπου μας. Μέχρι και το θάνατο του, ο Κώστας Παπαδάκης συνέχιζε να παλεύει για την διάσωση των γνήσιων μορφών της μουσικής μας. Με το παίξιμο του που σπανίζει στις μέρες μας , αλλά και με την πολύχρονη προσφορά του στα μουσικά δρώμενα της Κρήτης, σίγουρα κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις στο πάνθεον των μεγάλων μουσικών που σημάδεψαν την πορεία και την εξέλιξη της γνήσιας παραδοσιακής μουσικής. Αυτός λοιπόν είναι ο Κώστας Παπαδάκης "Ναύτης". Ο δεξιοτέχνης, ο συνθέτης, ο διασκεδαστής, ο συγγραφέας, μα πάνω απ' όλα μια ατόφια κρητική παρουσία. "Έφυγε" σε ηλικία 83 ετών...

περισσότερα http://clubs.pathfinder.gr/kissamoslive/975698

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

ΠΑΠΑΣ & ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ

Ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Θεόδωρος Β΄ (κατά κόσμον Νικόλαος Χορευτάκης, απο Χορευτιανά Κισάμου) γεννήθηκε το 1954, όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του.
Είναι απόφοιτος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής και πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Επίσης σπούδασε στην Οδησσό Ιστορία Τέχνης, Λογοτεχνία και Φιλοσοφία. Τα έτη 1975 - 1985 υπηρέτησε ως Αρχιδιάκονος και Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Λάμπης και Σφακίων. Τα έτη 1985 - 1990 υπηρέτησε ως Πατριαρχικός Έξαρχος στη Ρωσία με έδρα την Οδησσό επί Πατριαρχών Νικολάου ΣΤ΄ και Παρθενίου.
Το 1990 χειροτονήθηκε Επίσκοπος υπό τον τίτλο της πάλαι ποτε διαλαμψάσης Επισκοπής Κυρήνης και διορίστηκε Εκπρόσωπος του Πατριάρχη Παρθενίου στην Αθήνα (1990 - 1997). Το 1997 διορίστηκε Πατριαρχικός Επίτροπος Αλεξανδρείας από τον Πατριάρχη Πέτρο Ζ΄. Μετά 10 μήνες εξελέγη Μητροπολίτης Καμερούν. Το 2002 κατεστάθη στην Ιερά Μητρόπολη Ζιμπάμπουε. Στις 9 Οκτωβρίου 2004 εξελέγη υπό της Ιεραρχίας του Αλεξανδρινού Θρόνου παμψηφεί ως ο 115ος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής.
Η Ενθρόνισή Του ετελέσθη την 24η Οκτωβρίου 2004 στον Ιερό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Αλεξανδρείας, με την υψηλή παρουσία Μακαριωτάτων Προκαθημένων και Αντιπροσωπειών όλων των Εκκλησιών, των Πολιτειακών και Πολιτικών Αρχών της Ελλάδος και της Αιγύπτου και χιλιάδων Χριστιανών. Η εν γένει ιεραποστολική δράση του Μακαριωτάτου, αλλά και το μειλίχιο του χαρακτήρος Του, αποτελούν την αιτία της αγάπης όλων των Αφρικανών αδελφών στο πρόσωπό του, ως και των Ελλήνων και των Αράβων της Αιγύπτου και ολοκλήρου της Αφρικής
Είναι ο έβδομος κρητικής καταγωγής Πατριάρχης Αλεξανδρείας μετά τους Σίλβεστρο, Μελέτιο Πηγά, Κύριλλο Λούκαρη, Γεράσιμο Παλλαδά, Γεράσιμο Σπαρταλιώτη και Μελέτιο Μεταξάκη.

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

ΓΙΩΡΓΟΣ. Α. ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ

Ο Γιώργης Κουτσουρέλης είναι ένας από τους κορυφαίους δημιουργούς και εκτελεστές της Κρητικής μουσικής. Γεννήθηκε στο Καστέλι Κίσαμου το 1914, σε ένα χώρο και μια οικογένεια που είχε αναδείξει πλήθος μουσικών και η καλλιέργεια της παράδοσης ήταν καθημερινή υπόθεση πολλών.
Όπως είχε πει ο ίδιος, από μικρό παιδί γοητεύτηκε από την Κρητική μουσική που είναι μια παράδοση από γενιά σε γενιά, που παρουσιάζει μια ιδιαίτερη μορφή ποιήσεως, χαρακτηριζόμενη από ιδιόρρυθμη έκφραση σε ρυθμό, σε αρμονία, σε χρώμα, χρόνο, τόνο και γενικά σε μελωδία. «Η Κρητική μουσική ριζώθηκε μέσα μου και αυτό πιστεύω συνετέλεσε γιατί ο πατέρας μου ήταν ένας από τους σημαντικότερους οργανοπαίκτες λαουτιέρης της εποχής του».
Εκτός όμως από τον πατέρα παρά πολλά άτομα της οικογένειας Κουτσουρέλη έπαιζαν διάφορα όργανα, λαγούτα, λύρες, βιολιά, μαντολίνα, ακόμα και κλαρίνο. Ο Γιώργης Κουτσουρέλης μπολιασμένος από την γοητεία της Κρητικής μελωδίας, τις πενιές, τις δοξαριές, τα τραγούδια, το γοητευτικό κορμί της Κρητικής παράδοσης, άρχισε από τα πρώιμα παιδικά του χρόνια (5 ετών) να κουρδίζει και να χρησιμοποιεί τη σκούπα της μάνας του για να παίξει τις μελωδίες του μιμούμενος τ' άλλα μέλη της οικογένειας μουσικών.
Στο Δημοτικό σχολείο, κάτοχος πια μαντολίνου, έφτασε να παίζει πραγματικά τους ωραίους σκοπούς του, για να χορέψουν οι δάσκαλοι και οι συμμαθητές του. Πολύ γρήγορα ο Γιώργης Κουτσουρέλης παρακινούμενος από τον πατέρα του, αλλά περισσότερο ωθούμενος από την μυστική εκείνη λαχτάρα του προικισμένου καλλιτέχνη που τον οδηγεί στα πεπραγμένα του, άφησε τις παιδικές μουσικές περιπλανήσεις και ασχολήθηκε πολύ σοβαρά πια με το λαγούτο, το όργανο της ζωής του.
Έτσι στα 10 του χρόνια ήταν ένας αξιόλογος άρτιος λαουτιέρης που στα 12 χρόνια του είχε γίνει τέλειος επαγγελματίας, πολύ σωστός και περιζήτητος συνεργάτης από κορυφαίους καλλιτέχνες της Κρητικής μουσικής, βιολιτζήδες και λυράρηδες της εποχής εκείνης όπως ήταν ο Γιώργης Μαριάνος, ο Νικόλαος Χαρχαλής ο περίφημος λυράρης ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ ή Κουφιανός και από άλλους.
Πολύ νωρίς σε ηλικία μόλις 16 χρόνων μπήκε στο χώρο της δισκογραφίας αρχίζοντας από το 1930 να παράγει, να ηχογραφεί και να κυκλοφορεί δίσκους, πρώτα με το Μαριάνo, στην Κολούμπια, μετά με τον σπουδαίο Ρεθεμνιώτη λυράρη Αλέκο Καραβίτη, κτλ. Ο Γιώργης Κουτσουρέλης θυμάται πάντα με συγκίνηση τη βραδιά που έπαιζε στη λέσχη φιλελευθέρων στις 15 Δεκεμβρίου 1932, επ' ευκαιρία της ονομαστικής γιορτής του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ο ίδιος ο πρόεδρος παρών στον εορτασμό, ευχαριστήθηκε τόσο πολύ που κάλεσε τους καλλιτέχνες, Μαριάνο και Κουτσουρέλη στο σπίτι του να παίξουν και να γλεντήσουν μαζί του και με τους στενούς του φίλους.
Ο Γιώργης Κουτσουρέλης αναγνωρισμένος από νωρίς σαν εμπνευσμένος δημιουργός Κρητικής μουσικής και δεξιοτέχνης καλλιτέχνης, εμφανίζεται με διάσημους λυράρηδες και βιολιτζήδες, ή και σαν σολίστας του λαγούτου. Με τον σπουδαίο λυράρη Νικόλαο Κουφιανό εμφανίζεται στο εθνικό στάδιο Αθηνών μαζί με συγκροτήματα απ' όλη την Ελλάδα. Συχνές ήταν και οι εμφανίσεις του στις εκδηλώσεις των Κρητών σε Αθήνα Πειραιά και Θεσσαλονίκη.
Μετά από τον πόλεμο, του 1940, τον βρίσκουμε να συνεργάζεται και πάλι με μεγάλους μουσικούς όπως με τον Κώστα Μουντάκη, τον Νίκο Ξυλούρη (αργότερα) και άλλους. Τον Γιώργη Κουτσουρέλη τον κάλεσε δυο φορές ο διακεκριμένος μουσικολόγος ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΛΕΙΝΤΙ, που κατείχε την έδρα της μουσικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και ήταν διευθυντής της δραματικής σχολής του Μιλάνου.
Ο καθηγητής Λειντι αποκαλούσε τον Γιώργη Κουτσουρέλη «ορχήστρα». Ο ίδιος ο καλλιτέχνης, γράφει για τους λόγους που τον εμπόδισαν να ανταποκριθεί στις προσκλήσεις αυτές και να εμφανισθεί στο εξωτερικό. «Για δε τις προγενέστερες προσκλήσεις που είχα να πάω στο εξωτερικό και δεν τις πραγματοποίησα δεν μετανοώ και δε λυπάμαι, διότι εκτός τα ατυχήματα που συμβαίνουν είχα οικογενειακές υποχρεώσεις — γυναίκα και 4 μικρά παιδία και τους πικραμένους γέρους γονείς μου. Γι αυτό λοιπόν προτίμησα να μείνω στον τόπο μου να κυβερνώ και να προστατεύω τα ανήλικα παιδία μου.
Τον Γιώργη Κουτσουρέλη βράβευσε το καλοκαίρι του 1986 ο Δήμος Ηρακλείου για τις σπουδαίες υπηρεσίες του στην Κρητική μουσική παράδοση, για το πλούσιο έργο του, την πρωτοτυπία των δημιουργιών του, την δεξιοτεχνία και την μοναδικότητα των ερμηνειών του αλλά και το ήθος του, που τον αναδεικνύει σ' ένα άψογο πολίτη.
Ο Γιώργης Κουτσουρέλης πέθανε τον Ιούλιο του 1994. Ο Καθηγητής του Πανεπιστήμιου Αθηνών Γιώργης Γιατρομανολάκης, έγραψε για τον Γιώργη Κουτσουρελη. "Καθώς έβλεπα και άκουγα τον λαϊκό καλλιτέχνη να παίζει το λαγούτο του καταλάβαινα πως το όργανο αυτό δεν ηχούσε επειδή ο μάστορας απλώς έκρουε τις χορδές του. Ο ήχος του λαγούτου δεν προερχόταν απλώς μέσα από το όργανο. Ολόκληρο το κορμί του Κουτσουρέλη με όλο το βάρος των χρόνων του ηχούσε και δημιουργούσε μουσική. Το λαγούτο ήταν προέκταση της σωματικής υπόστασης του λαουτιέρη."Αυτή λοιπόν η εξαίσια σωματική σχέση κάποιου με την τέχνη του είναι που ορίζει και την γνησιότητα του. Όχι η εγκεφαλικότητα η προσποίηση, όχι η εξωτερική κίνηση και η επιτήδευση. Πουθενά στόμφος η υπερβολή, πουθενά αίσθημα στερημένο από τον παλμό και την γνησιότητα του κορμιού. Και όταν έπαιζε ο δάσκαλος και όταν τραγουδούσε σου έδινε την αίσθηση πως ξόδιαζε σώμα από το σώμα του και αίμα από το αίμα του.
Ακόμη και όταν μιλούσε ήξερες πως ότι έλεγε δεν ήταν λόγια του αέρα. Ήταν ήχος και φωνή ενός παλλόμενου κορμιού. Για τούτο και κάθε λόγος του ηχούσε αρμονικός και φυσικός. Αποδείκνυε έτσι κάτι πολύ σημαντικό για τους Κρητικούς. Ότι η βασική αρετή της Κρήτης δεν είναι η φωναχτή και πομπώδης μεγαλοστομία. Δεν είναι η εξωτερική επίδειξη και το τουριστικό τσαλίμι, η καυχησιολογία και η επιπόλαιη υπερβολή. Η μεγάλη αρετή της Κρήτης είναι όχι η εξωστρέφεια και τα παχιά λόγια, αλλά η δύναμη που προέρχεται από μια αίσθηση αριστοκρατικής ηρεμίας. Και δεν δίδω βέβαια στη λέξη αριστοκρατία πολιτική η κοινωνική έννοια. Εννοώ αυτό που μας έδειξε ο Κουτσουρέλης, πως ο αριστοκράτης δημιουργός ακριβώς επειδή η λαϊκή του συνείδηση είναι αριστοκρατική, δεν καταδέχεται να παίξει η να τραγουδήσει προς χάρη των τουριστών εντόπιων ή ξένων.
Πως παρακολουθώντας την παράδοση μας, τα πατροπαράδοτα, όπως είπε, δεν καταδέχεται να ξεπέσει σε λαϊκίστικες κραυγές και εύκολες επιδείξεις. Μίλησε για δύσκολους σκοπούς, για δύσκολα τραγούδια και δύσκολους χορούς. Δεν έκανε κρητική σε κανένα. Έδειξε με τα χέρια του και το κορμί του, το δικό του ερωτά προς την τέχνη του και προς τη ζωή.
Αξιόλογες συνθέσεις είναι ο «Αρμενοχωριανός συρτός», ο «Συρτός του Κουτσουρέλη», η «Νενέ», η «Κρουσταλοβραχιωνάτη» και τόσες άλλες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Βασίλης Τσούγκαρη