Στο παλιό Καστέλι, εμφανίζονταν κατά διαστήματα διάφορα άτομα και περιφέρονταν, κάποια απ´ αυτά πουλώντας την πραμάτεια τους (καραμπάσι, θραψιανά πήλινα, πατάτες κτλ) και άλλα ζητιανεύοντας. Μια χαρακτηριστική φιγούρα που μας επισκέπτονταν μια-δυο φορές το χρόνο και περιδιάβαινε τους δρόμους ζητιανεύοντας, ήταν η Ελένη με τα μούσια. Μια φιγούρα γυναίκας σε μέση ηλικία, ντυμένη στα μαύρα, με τσεμπέρι και με γνωστά αλλά και φανερά ψυχολογικά προβλήματα που μπορώ να πω ότι φόβιζαν τους μεγαλύτερους και τρόμαζαν εμάς τους μικρότερους.
Ήταν άνοιξη του 1968, εγώ στην τελευταία τάξη του δημοτικού και η Ελένη είχε επισκεφτεί το Καστέλι. Έτυχε να περνά έξω από το σπίτι μας και πίσω της σε απόσταση ασφαλείας την ακολουθούσαν τρεις συμμαθητές μου (σε μια τάξη μικρότεροι αλλά συμμαθητές λόγω συνδιδασκαλίας) ο Κωστής, ο Μιχάλης και ο Γιώργης, φωνάζοντάς της «Μάρκο Ποτόλια». Αυτό, χωρίς να γνωρίζω τί σημαίνει, την εξόργιζε φοβερά, την έφερνε εκτός εαυτού και τους κυνηγούσε πετώντας τους πέτρες. Μόλις με είδαν, που εκείνη την ώρα πήγαινα να αγοράσω ψωμί, με κάλεσαν να λάβω μέρος στο ιδιαίτερο αυτό παιχνίδι τους, κι εγώ για να μη φανώ ότι σε κάτι υστερούσα απέναντί τους, πήρα για λίγο μέρος. Σε λίγο μπήκαν στο χώρο της Οικοκυρικής σχολής και των Ιδρυμάτων της Μητρόπολης, κι εγώ αποχώρησα για το φούρνο.
Ήταν άνοιξη του 1968, εγώ στην τελευταία τάξη του δημοτικού και η Ελένη είχε επισκεφτεί το Καστέλι. Έτυχε να περνά έξω από το σπίτι μας και πίσω της σε απόσταση ασφαλείας την ακολουθούσαν τρεις συμμαθητές μου (σε μια τάξη μικρότεροι αλλά συμμαθητές λόγω συνδιδασκαλίας) ο Κωστής, ο Μιχάλης και ο Γιώργης, φωνάζοντάς της «Μάρκο Ποτόλια». Αυτό, χωρίς να γνωρίζω τί σημαίνει, την εξόργιζε φοβερά, την έφερνε εκτός εαυτού και τους κυνηγούσε πετώντας τους πέτρες. Μόλις με είδαν, που εκείνη την ώρα πήγαινα να αγοράσω ψωμί, με κάλεσαν να λάβω μέρος στο ιδιαίτερο αυτό παιχνίδι τους, κι εγώ για να μη φανώ ότι σε κάτι υστερούσα απέναντί τους, πήρα για λίγο μέρος. Σε λίγο μπήκαν στο χώρο της Οικοκυρικής σχολής και των Ιδρυμάτων της Μητρόπολης, κι εγώ αποχώρησα για το φούρνο.
Φανταστείτε ποια ήταν η έκπληξη και ο φόβος μου, όταν επιστρέφοντας από το φούρνο και μπαίνοντας στο σπίτι μας με το ψωμί στο χέρι, είδα την Ελένη καθισμένη στο τραπέζι της κουζίνας μας, με ένα πιάτο φαγητό μπροστά της. Λέω μέσα μου, τώρα θα πληρώσω τα σπασμένα και για τους άλλους. Η Ελένη με το που με είδε, πήγε να σηκωθεί, πρέπει να με αναγνώρισε, αλλά η μητέρα μου την καθησύχασε και απευθυνόμενος σε μένα μου λέει:
-Γιατί άργησες και σε περιμέναμε να φάμε. Δώσε μου το ψωμί και πήγαινε μέσα. Τρομαγμένος εγώ πήγα στο δωμάτιό μου και κλειδώθηκα καλού κακού.
Μετά από κάποια ώρα ήρθε η μητέρα μου και της άνοιξα αφού βεβαιώθηκα ότι αποχώρησε η καλεσμένη της. Συζητήσαμε για πολλή ώρα το περιστατικό απο την αρχή μέχρι το τέλος και αφού μου εξήγησε ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν ανάγκη την αγάπη και τη συμπαράστασή μας, μου ζήτησε να μην αναφέρω το γεγονός σε κανένα.
Ήταν ένα σοκ και μάθημα ζωής που με έκανε να δω με διαφορετικό μάτι πράγματα και καταστάσεις στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου