Του Κώστα Παπαγεωργίου
Το φαινόμενο της –παράνομης– οπλοφορίας και οπλοχρησίας, το οποίο απαντά με
ιδιαίτερη έμφαση και εξάπλωση στην Κρήτη, έχει συγκεκριμένες αιτίες παραγωγής του (ιστορικές, κοινωνικές, εθιμικές, ψυχολογικές) μέσα από τις οποίες κατανοείται αλλά και μέσω των οποίων μπορεί να περιοριστεί. Στην Κρήτη ειδικά, παρατηρείται μια ξεχωριστή στάση της κοινωνικής συνειδήσεως απέναντι στην κατοχή και χρήση των όπλων η οποία, αντιμετωπίζοντας το φαινόμενο στα πλαίσια μιας «εθιμικής» του προελεύσεως, καταλήγει τελικώς να το δικαιολογεί, παρέχοντας επιπόλαια «νομιμοποίηση» σε όσους δεν το αντιμετωπίζουν κριτικά αλλά συναισθηματικά. Ωστόσο, η συναισθηματική φόρτιση δεν μπορεί να ευρίσκει τρόπους εκτόνωσης επικίνδυνους για τη ζωή των συνανθρώπων και τελικά παράνομους. Η συνήθεια της παράνομης οπλοφορίας ή οπλοχρησίας, ως μέσο διασκέδασης ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο, συνιστά ξεκάθαρα και ρητά στοιχείο πολιτισμικού πρωτογονισμού για το νησί της Κρήτης, μια περιοχή μοναδική στην Ελλάδα και την Ευρώπη για την ένδοξη ιστορία και τον απέραντο πολιτιστικό της πλούτο. Η πλέον παράνομη, με τραγικές κοινωνικές συνέπειες, μορφή της χρήσεως των όπλων στην Κρήτη εκδηλώνεται, αναμφίβολα, με το κοινωνικά και εγκληματολογικά ιδιότυπο φαινόμενο της «βεντέτας». Συχνή είναι η λαογραφική ερμηνεία-στάση-εκδοχή της παράνομης οπλοχρησίας, που ιστορικοποιεί το πρόβλημα και το ανάγει σε σύγκρουση μεταξύ αναγνωρίσιμων εχθρών (Τούρκων και Ελλήνων, ντόπιων και ξένων κ.λ.π.), με τους όρους μιας διχοτομίας. Η στάση βέβαια αυτή σκοπό έχει τον εξωραϊσμό του παρελθόντος, ασχέτως της ορθότητάς της. Τόσο η οπλοχρησία, όσο και η βεντέτα, αποτελούν κοινωνικά φαινόμενα που υπάρχουν και αναπαράγονται σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια. Συνδέονται με την κοινωνία, ιδίως την κλειστή οικονομία και κλειστή δομή των κοινωνιών αυτών. Η πλούσια σχετική νομολογία, αποκαλύπτει τη συμβολή της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας στην αύξηση της εγκληματικότητας της Κρήτης. Η στάση των Κρητών σήμερα απέναντι στα όπλα, χαρακτηρίζεται από οξείες αντιθέσεις. Από τη μια πλευρά, η αγάπη τους για τα όπλα είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς συνδέεται, όπως από τις προηγούμενες σελίδες έχει καταφανεί, με τις ιστορικές μνήμες και τα αιματηρά επαναστατικά κινήματα, που οδήγησαν στην κατάκτηση της επί αιώνες πολυπόθητης ελευθερίας. Η σύνδεση της οπλοφορίας στην Κρήτη με το ένδοξο ιστορικό παρελθόν και την πατρογονική κληρονομιά έχει οδηγήσει, κυρίως τη λαϊκή συνείδηση, σε μια στάση αποδοχής του φαινομένου, ακόμη και στις παράνομες μορφές του. Σήμερα ωστόσο, στην Κρήτη κυκλοφορούν ακόμη και τα πιο σύγχρονα όπλα, με αποτέλεσμα όχι μόνον επικίνδυνες χρήσεις τους σε κοινωνικές εκδηλώσεις, αλλά και τη συμβολή τους στην αύξηση της εγκληματικότητας. Τα φαινόμενα συνεπώς αυτά, πρέπει να καταπολεμηθούν. Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια εκδηλώνονται όλο και περισσότερες πρωτοβουλίες, και μάλιστα από τους πλέον έγκυρους φορείς, όπως για παράδειγμα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, για την καταπολέμηση της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας.
Το φαινόμενο της –παράνομης– οπλοφορίας και οπλοχρησίας, το οποίο απαντά με
ιδιαίτερη έμφαση και εξάπλωση στην Κρήτη, έχει συγκεκριμένες αιτίες παραγωγής του (ιστορικές, κοινωνικές, εθιμικές, ψυχολογικές) μέσα από τις οποίες κατανοείται αλλά και μέσω των οποίων μπορεί να περιοριστεί. Στην Κρήτη ειδικά, παρατηρείται μια ξεχωριστή στάση της κοινωνικής συνειδήσεως απέναντι στην κατοχή και χρήση των όπλων η οποία, αντιμετωπίζοντας το φαινόμενο στα πλαίσια μιας «εθιμικής» του προελεύσεως, καταλήγει τελικώς να το δικαιολογεί, παρέχοντας επιπόλαια «νομιμοποίηση» σε όσους δεν το αντιμετωπίζουν κριτικά αλλά συναισθηματικά. Ωστόσο, η συναισθηματική φόρτιση δεν μπορεί να ευρίσκει τρόπους εκτόνωσης επικίνδυνους για τη ζωή των συνανθρώπων και τελικά παράνομους. Η συνήθεια της παράνομης οπλοφορίας ή οπλοχρησίας, ως μέσο διασκέδασης ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο, συνιστά ξεκάθαρα και ρητά στοιχείο πολιτισμικού πρωτογονισμού για το νησί της Κρήτης, μια περιοχή μοναδική στην Ελλάδα και την Ευρώπη για την ένδοξη ιστορία και τον απέραντο πολιτιστικό της πλούτο. Η πλέον παράνομη, με τραγικές κοινωνικές συνέπειες, μορφή της χρήσεως των όπλων στην Κρήτη εκδηλώνεται, αναμφίβολα, με το κοινωνικά και εγκληματολογικά ιδιότυπο φαινόμενο της «βεντέτας». Συχνή είναι η λαογραφική ερμηνεία-στάση-εκδοχή της παράνομης οπλοχρησίας, που ιστορικοποιεί το πρόβλημα και το ανάγει σε σύγκρουση μεταξύ αναγνωρίσιμων εχθρών (Τούρκων και Ελλήνων, ντόπιων και ξένων κ.λ.π.), με τους όρους μιας διχοτομίας. Η στάση βέβαια αυτή σκοπό έχει τον εξωραϊσμό του παρελθόντος, ασχέτως της ορθότητάς της. Τόσο η οπλοχρησία, όσο και η βεντέτα, αποτελούν κοινωνικά φαινόμενα που υπάρχουν και αναπαράγονται σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια. Συνδέονται με την κοινωνία, ιδίως την κλειστή οικονομία και κλειστή δομή των κοινωνιών αυτών. Η πλούσια σχετική νομολογία, αποκαλύπτει τη συμβολή της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας στην αύξηση της εγκληματικότητας της Κρήτης. Η στάση των Κρητών σήμερα απέναντι στα όπλα, χαρακτηρίζεται από οξείες αντιθέσεις. Από τη μια πλευρά, η αγάπη τους για τα όπλα είναι αδιαμφισβήτητη, καθώς συνδέεται, όπως από τις προηγούμενες σελίδες έχει καταφανεί, με τις ιστορικές μνήμες και τα αιματηρά επαναστατικά κινήματα, που οδήγησαν στην κατάκτηση της επί αιώνες πολυπόθητης ελευθερίας. Η σύνδεση της οπλοφορίας στην Κρήτη με το ένδοξο ιστορικό παρελθόν και την πατρογονική κληρονομιά έχει οδηγήσει, κυρίως τη λαϊκή συνείδηση, σε μια στάση αποδοχής του φαινομένου, ακόμη και στις παράνομες μορφές του. Σήμερα ωστόσο, στην Κρήτη κυκλοφορούν ακόμη και τα πιο σύγχρονα όπλα, με αποτέλεσμα όχι μόνον επικίνδυνες χρήσεις τους σε κοινωνικές εκδηλώσεις, αλλά και τη συμβολή τους στην αύξηση της εγκληματικότητας. Τα φαινόμενα συνεπώς αυτά, πρέπει να καταπολεμηθούν. Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια εκδηλώνονται όλο και περισσότερες πρωτοβουλίες, και μάλιστα από τους πλέον έγκυρους φορείς, όπως για παράδειγμα τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, για την καταπολέμηση της παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου