.
Αυτή η φράση, από την Κυριακή προσευχή, ήταν γραμμένη σε ένα φούρνο της μικρής μας πόλης, ψηλά, πάνω ακριβώς από το στόμιο του φούρνου. Μου άρεσε να την προσέχω πάντα, όσες φορές έμπαινα μέσα για να ψωνίσω. Ήταν και είναι τόσο αληθινή και με έκανε να συνειδητοποιήσω την ιερή λειτουργία που συντελείται καθημερινά μέσα στο φούρνο από τους ανθρώπους, που εργάζονται μέσα στο φούρνο με πρωτεργάτη τον Φουρνάρη και από κοντά συνήθως τη Φουρνάρισσα. Δεν ασκούν επάγγελμα, εγώ θα έλεγα, ότι ασκούν λειτούργημα. Καθόλου εύκολο.
Επειδή ο φούρνος μου ασκούσε πάντα μια γοητεία και μυστήριο γιατί είχε να κάνει με τις πιο θαυμαστές μεταμορφώσεις του ζυμαριού, ένα θαύμα της φύσης, τολμώ μια αναφορά σε αυτόν. Η αναφορά μου πιο πολύ στο φούρνο τον επιφορτισμένο για το ψωμί των πολλών, όχι για το μικρό φούρνο τον παλιό του χωριού, γιατί αυτός είναι μια άλλη ιερή ιστορία….
Ο φούρνος είναι ένας ολόκληρος κόσμος, που από τα βαθιά χαράματα μέχρι το βραδάκι είναι σε ζωή και υπηρετεί το κοινωνικό σύνολο, με πρώτο και κύριο μέλημα το ψωμάκι της ημέρας, το τόσο απαραίτητο, «το στημόνι της κοιλιάς μας», όπως χαρακτηριστικά το λέει ο λαός μας. Κάθε γειτονιά έχει το φούρνο της και από αυτό θα περάσουν κάθε μεσημέρι, όλοι οι γείτονες και άλλοι μακρινοί, που θα σταματήσουν με τα αυτοκίνητα τους…
Συνήθως είναι οικογενειακές επιχειρήσεις οι φούρνοι, περνούν από γενιά σε γενιά, οι αρτοποιοί δε αποτελούν από παλιά ιδιαίτερη συντεχνία. Ο φούρνος είναι συνήθως γνωστός με το όνομα, το μικρό ή το επώνυμο του πρώτου ιδρυτή του ακόμη και αν περνούν σε χέρια νέων συνεχιστών.
Του Αλέκου, του Τσικαλάκη, του Κοντόπυράκη, του Μελισσιανού, του Μυλωνάκη, του Δεληκωνσταντίνου, του Δροσερού….
Πριν να εκμηχανισθούν οι φούρνοι, ξυλόφουρνοι, ακόμη, έβγαζαν απλά το ψωμί άσπρο και μαύρο ,και παξιμάδια πάλι άσπρα και μαύρα και μικρά γλυκά παξιμαδάκια.
Όταν οι νοικοκυρές δεν έχουν ακόμη ηλεκτρικές κουζίνες στα σπίτια τους, ο φούρνος μας έψηνε το ψητό κρέας της Κυριακής, τα γλυκά των Χριστουγέννων, μελομακάρονα, κουραμπιέδες και τη βασιλόπιτα, το Πάσχα τα κουλουράκια, αφού πρώτα μας εξασφάλιζε τις λαμαρίνες, που σαν παιδιά που τις κουβαλούσαμε θεωρούσαμε ατελείωτες. ΄Εψηνε και τα τσουρέκια με τα κόκκινα αυγά. Αλλά και τα γλυκά για κάθε γιορτή στο σπίτι ,κατόπιν συνεννόησης με τη νοικοκυρά. Συχνές και οι γρίνιες: μου τα καψε ο φούρνος, μου τα άφησε άψητα, ηθελαν λίγο χρώμα, μου έμειναν λειψά και άλλα πολλά, από τις νοικοκυρές, αλλά και γρίνια ποιος από το σπίτι θα πάει και θα φέρει το ταψί…..
Το βράδυ της Ανάστασης παλαιότερα, ο φούρνος ανοιχτός, για να παραδώσει ζεστό το λαμπριάτικο καλλιτσούνι, για το πασχαλινό τραπέζι.
Ο φούρνος συμμετέχει στις χαρές και στις λύπες της ζωής μας. Φτιάχνει το κουλούρι του γάμου, το κουλούρι της βάφτισης, τον άρτο και το πρόσφορο του Αγίου και το ψωμάκι του ύστατου αποχαιρετισμού.
Έτσι ο φούρνος και οι άνθρωποι του δένονται ιδιαίτερα με τους πελάτες τους, γνωρίζονται συνομιλούν. Ο φούρνος είναι ένας σταθμός, ένα στέκι. Εδώ μπορούμε να αφήσομε και παραγγελία και μήνυμα για κάποιον που θέλομε, υπάρχει πλήρης εμπιστοσύνη.
Ο φούρνος έχει το δικό του άρωμα το νιώθεις, όταν μπεις, αλλά και διαχέεται έξω στην ατμόσφαιρα σε απόσταση. Αυτή η ευλογημένη μυρωδιά του ψωμιού που ξεφουρνίζεται, του γλυκάνισου και του κόλιανδρου. Ο φούρνος έχει θαλπωρή που τη νιώθεις ιδιαίτερα το χειμώνα να σε αγκαλιάζει, και καλοτυχίζεις αυτούς που δουλεύουν στη ζεστασιά του, όχι βέβαια το ίδιο και το καλοκαίρι.
Σήμερα οι φούρνοι έχουν αρκετά εκσυγχρονιστεί και φτιάχνουν πολλές ποικιλίες αρτοσκευάσματα αλλά και γλυκίσματα και άλλες νοστιμιές που διευκολύνουν τους ανθρώπους και τις νοικοκυρές. Είναι μικρές η μεγάλες, βιοτεχνίες, που συμμετέχουν στην παραγωγή του τόπου και στον οικονομικό πολιτισμό της κοινωνίας, φτιάχνοντας τον άρτον τον επιούσιον, ένα άρτο που δε μοιάζει με τα αρτοσκευάσματα σε σελοφάν που παίρνομε από τις αλυσίδες των μεγαλοκαταστημάτων
Στην κωμόπολη μας από την καμάρα μέχρι τον Πύργο παλιότερα και σήμερα πολλοί και αξιόλογοι φούρνοι με εξαιρετικούς ανθρώπους φρόντισαν και συνεχίζουν νεότεροι να φροντίζουν για το ψωμί μας. Είναι άξιοι συγχαρητηρίων και επαίνου για το υψηλό λειτούργημα που ασκούν και η κοινωνία τους ευχαριστεί γι΄αυτό!
Άτοσσα