Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.





Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΙΣΑΜΟΣ ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΙΣΑΜΟΣ ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΑΝΤΩΝΗΣ Γ. ΜΠΑΣΑΚΗΣ (1885-1958)

Ο Ψαραντώνης του Πλατάνου με τα ζύγια (ζίλια) του.  
Γράφει ο Θανάσης Δεικτάκης στο βιβλίο του:
- Για τον γραφικό Ψαραντώνη έχω ασχοληθεί και στο βιβλίο μου “Γελάτε Κρητικά!" (Εκδ. 1994). Το “ψαριλίκι" το κληρονόμησε μιας και του άρεσε σε κάθε λέξη να βάζει σαν πρώτο συνθετικό το “ψαρό" (ψαρογάιδαρος, ψαρόψωμο, βάλε μια ψαροκρασιά, κ.λπ.). Οι παλιοί κάτοικοι του Πλατάνου Κισάμου διηγούνται πολλά από τα εύθυμα και αφελή καμώματά του και θα διηγούνται για πολλά χρόνια ακόμη. Μα και τώρα λίγα συμπληρωματικά γιατί εδώ θα ασχοληθούμε με τη μουσική τέχνη του. Πολύ φτωχός μα και αφελής, κουτοπόνηρος, γραφικός, παράξενος όλα τα συνδύαζε. Ταυτισμένος με τις βράκες και το ξέστρωτο γαϊδουράκι του. Με τα πανηγύρια για να διασκεδάζει και τις κηδείες για να τρώει και να παίρνει τα ρούχα των πεθαμένων. Κάποτε πήγε σε μια κηδεία. Τότε μοιράζανε σαρδέλλες. Μάλιστα θυμάμαι, άμα ήθελε να πειράξουνε κανένα γέρο του λέγανε: 
 - Σαρδέλλα γροικώ! Το έθιμο κράτησε μέχρι το 1975 περίπου. 
Ο Ψαραντώνης λοιπόν έμεινε από τους τελευταίους να συλλυπηθεί το γιο του νεκρού. Ο λόγος ήταν για να πάρει τα περισσεύματα. Ξετέλεψε κουτσοπίνοντας μ' ένα λιμάρι σαρδέλες στα χέρια του. Έδωσε το χέρι του και είπε: 
 - Ε, ε, καλά περάσαμε στην κηδεία του πατέρα σου. 
 Είχε γεράσει μα δε σκεφτόταν το θάνατο. Μετρούσε τους βρακοφόρους του χωριού του και λογάριαζε πως θ’ αποκτήσει ολωνών τα ρούχα και τα στιβάνια. Όλοι θα πρωταποθαίνανε! Και κάποιοι νεώτεροί του!  
Μα ας έρθουμε στη μουσική πλευρά του μακαρίτη. Ο Ψαραντώνης έπαιζε τα ζύγια! Έτσι τα ‘λεγε και κείνος και οι χωριανοί του. Ζύγια. Είναι τα ζίλια. Ανακάλυψα πως ανήκουν στα ιδιόφωνα παραδοσιακά όργανα. (Καθημερινή 18.1.98). Ζίλια=μεταλλικά κύμβαλα. Τα γράφω ζύγια γιατί δε μου πάει ζίλια! Όργανα ρυθμικής συνοδείας. Ο Ψαραντώνης τα έτριβε και τα χτυπούσε. Τα ανεβοκατέβαζε συνοδεύοντας το βιολί και το λαγούτο. Παθιαζότανε, τα ‘βάζε κοντά στ’ αυτιά του και τραγουδούσε. Τραγουδούσε ψιλά σαν να τσίριζε. Να θύμιζε κάπως το θρυλικό Τσέγκα; Δεν πιστεύω να πληρωνόταν. Του αρκούσε ένα καλό γεύμα στο γάμο μα και στο πανηγύρι. Ο συγχωριανός του ο Καρεφυλλομανώλης (1910- 1995) γνωστός και σημαντικός λαουτιέρης έλεγε πως συντονιζόταν απόλυτα στο ρυθμό των οργάνων..

Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

ΓΛΕΝΤΟΥΣΑΚΗΣ ΚΩΣΤΗΣ 1886-1979

Ένα τρανό και πανώριο κυπαρίσσι ξεκορφίζει ψηλά στην κορφή του χωριού στις Άνω Βούβες. Στη σκιά του κουρνιάζει ένα κάτασπρο μεγάλο περιστέρι. Αυτή ήταν η κατοικία του κλαρινίστα Κωστή Γλεντουσάκη. Δεσπόζε σε όλη την περιοχή. Νοτιοανατολικά αντικρίζεις τον Αμύγδαλο. Στο βάθος ανατολικά, προβαίνει αχνά ο Ψηλορείτης. Το νησί Θοδωρού να κολυμπά στον απέραντο κόλπο των Χανίων. Το Κολυμπάρι να κουρνιάζει στην άκρη του. Η Σπάθα να σπαθίζει το Κρητικό πέλαγος κι ο γέρο-Σκίνος, το ψηλότερο σημείο του Γραμπουσιανού ακρωτηρίου να ξεκορφίζει ανάμεσά του και μόλις να διακρίνεται. Από το γαρμπή το τρουλί της Ρόκκας κι ο νοτιάς να δείχνει τη Σελινιώτικη βουνοθάλασσα. Σαν παραμύθι η ζωή της οικογένειάς του. Η καταγωγή τους από τον Αλίκαμπο Αποκορώνου Θωμαδάκηδες το πρώτο τους επώνυμο. Μα επειδή ήταν πολύ γλεντιστάδες τους έβγαλαν Γλεντούσηδες και τους κόλλησε.
Ο προπάππους του έπαιζε και λύρα. Ο πατέρας του ήρθε από τον Αλίκαμπο φαμέγιος στις Βούβες σ’ ένα Ντιγριντή. Μα ερωτεύτηκε μια από τις τέσσερις κοπελιές του αφεντικού του, την παντρεύτηκε κι έμεινε οριστικά σε τούτο το εύφορο Κισαμίτικο χωριό. 
Από μικρός του άρεσε πολύ το κλαρίνο κι έμαθε μόνος του. Στα δεκαοκτώ του ήταν κιόλας επαγγελματίας. Δεν αποχωρίστηκε ποτέ την παραδοσιακή κρητική φορεσιά. Έπαιζε και τραγουδούσε τα πάντα: Κρητικά (ριζίτικα, συρτά, πεντοζάλια κ.λπ.). Λαϊκά, Ευρωπαϊκά, Σμυρναίικα, Τσάμικα, Πελοποννησιακά. Συνεργάστηκε με το Χάρχαλη, το Μαριάνο, τον Κουτσουρέλη, το Μαύρο, τους Κουριδάκηδες, τους Παπουτσάκηδες. Οι γαμπροί τον ζητούσαν πολύ στους γάμου ς γιατί το κλαρίνο είχε δυνατό ήχο. Τότε δεν ήταν οι ενισχυτές. Κάθε Σαββατοκύριακο ήταν καλεσμένος κάπου. Η καλλιτεχνική τους ενασχόληση είχε και αρκετά οικονομικά οφέλη. Αγόρασε με το όργανό του μεγάλη περιουσία. Πάνω από πεντακόσιες ρίζες ελιές, αμπέλια και χωράφια κι έζησε κι ανάστησε τα δέκα παιδιά του. Όταν τις καθημερινές δεν είχε γλέντι πήγαινε στα μεροκάματα. Ήταν και κτίστης. Πάντα στις Βούβες και στο Γαβαλομούρι την Πρωτοχρονιά έπαιζε το κλαρίνο του αποβραδίς μέχρι την αλλαγή του χρόνου.
Σε βαφτίσεις και αρραβώνες σε όλη την έκταση της κοινότητας γλεντούσαν δωρεάν με πρωταγωνιστή το κλαρίνο του. Φιλόξενος και καλός άνθρωπος. Το αγαπούσαν όλοι. Χιλιάδες πέρασαν και φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του που τότε ήταν κόμβος. Οι παλαιότεροι Σελινιώτες περνούσαν και διανυκτέρευαν εκεί. Ο πατέρας του το είχε σαν χάνι. Έμεναν εκεί, κοιμόνταν, έτρωγαν και “αχεροτάιζαντα ζώα”. Είχε και μεζέδες χοιρινά, κοτόπουλο, ψάρια, που του έφερναν απ’ το Κολυμπάρι. Υπηρέτησε για δώδεκα συνεχή χρόνια την πατρίδα. Πολέμησε στο Σκρα και τη Μ. Ασία. Ο πρώτος σαλπιγκτής στο στρατό. Μπορούσε να κρατήσει ένα τέταρτο την αναπνοή του. Σα γεωργός επιτήδειος και δουλευτής. Κέντριζε δέντρα. Βραβεύτηκε σαν καλός γεωργός από τη Διεθνή Έκθεση Θεσ/νίκης όπου είχε στείλει κουκιά κι αμύγδαλα. Έλαβε μαζί με τον έγγραφο έπαινο εργαλεία για το μπόλιασμα

Σάββατο 13 Μαρτίου 2021

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΠ. ΛΕΦΑΚΗΣ

Μαρτυρικές Καλάθενες με το καμπαναριό σου
στον ίσκιο σου οι μάρτυρες μετρούνε τον καημό σου.
Μαρτυρικές Καλάθενες στον Πλάτανο θα γύρω
και θα μεθύσω απαλά με το δικό σου μύρο.
Εφτά ‘ταν στα Τζουρουνιανά κι εδώ μια εντεκάδα
οι μάρτυρες που πέσανε για τη γλυκιά Ελλάδα.
Αξιόλογη η εθνική προσφορά των Καλαθενών. Μα σπουδαία κι η συμβολή τους στη μουσική μας παράδοση. Στην ακμή του Γιάννη Λεφάκη, μια συστάδα καλλιτεχνικά δέντρα, ζούσαν και δρούσαν στο χωριό του. Λυραντωνάκης, Νικολακάκης, Σκορδυλάκης, Γιακουμάκης, Λυτρουγάκης κ.α. Ανάμεσά τους, φύτρωσε και κείνος. Η κλίση του στη μουσική φάνηκε νωρίς. Έπιασε τη λύρα για μερικά χρόνια, μα γρήγορα την άφησε κι έμαθε το λαγούτο. Σε τούτο, τον παρότρυναν πολλοί καλλιτέχνες και κυρίως ο σπουδαίος μα τραγικός βιολίστας Ευθύμης Λυραντωνάκης. Πρώτος του ξάδερφος και για πολλά χρόνια συναποτελούσαν μια όμορφη ζυγιά. Ο Γιάννης Λεφάκης από το 1931 μέχρι το 1958 που έφυγε στην Αθήνα, ήταν επαγγελματίας μουσικός. Σε δεύτερη μοίρα είχε τη γεωργία.
Πρώτα το λαγούτο που έμαθε μόνος του. Τραγουδούσε πάντα μ’ όποιον κι αν είχε μπαρή. Συνεργασία και θύμισες έχει από το Νικολή, το Χάρχαλη, το Μιχάλη Χαρχαλάκη, το Μαριάνο, το Σφυριδάκη, το Β. Κουτσαντάκη, τον Μ. Κουνελάκη, το Δ. Χριστοφοράκη και τον Παναγιώτη Βολανάκη που έπαιζε τελευταία. Ο μπάρμπα Γιάννης έπαιξε 
επίσημα για τελευταία φορά σε κάποια Γραμπούσια του 1993-94 πριν λίγα και είχε εντυπωσιάσει όλους με την γεμάτη, σωστή και σταθερή πέννα του.

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2021

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΤΖΑΝΑΚΑΚΗΣ 1913-1944

Η Μαλάθυρος συνδέθηκε ηρωικά και τραγικά με τη μεγάλη θυσία της εθνικής αντίστασης. Εξήντα δύο Μαλαθυριανοί έπεσαν θύματα της απαίσιας θηριωδίας των θύννων. Ανάμεσά τους και ο Στυλιανός Τζανακάκης. Παραμονή του Αϊ Γιάννη του Ρηγολόγου 29 Αυγούστου 1944.
Ο αξιόλογος καλλιτέχνης του λαγούτου ετοιμάζεται για το Σέλινο, την Παλιόχωρα. Θα έπαιζε στο πανηγύρι του Αϊ Γιαννιού στον Ασφεντιλέ με το Μαριάνο.
Ήταν πρωί ακόμα μα η απόσταση μεγάλη. Δρόμοι και μέσα συγκοινωνίας υποτυπώδη.
 - Σιάξε μου αλουσιά να λουστώ, παράγγειλε στη γυναίκα του.
Μα οι Γερμανοί αθόρυβα και ξαφνικά είχανε κυκλώσει όλο το χωριό. Εξ άλλου δεν ήταν η πρώτη φορά. Η μάνα του η Μαρία τους αντιλήφτηκε. Έσπευσε και ειδοποίησε δυο άμεσους γείτονες και τελευταία πήγε στο γιο της...
Ήταν σε αφανές σημείο μακριά. Όμως οι Γερμανοί τους είχαν δει με τα κιάλια.
 Κοντά του και η τετράχρονη τότε κορούλα του Ευαγγελία.. Εκείνος καθάριζε μια ελιά κατά τη συνήθεια της εποχής εν όψει της ελαιοπαραγωγής. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το καθάρισμά της. Οι Γερμανοί έφτασαν βιαστικοί και άγριοι. Βίαια τράβηξαν μαζί τους τον ήρωά μας αδιαφορώντας για τα κλάματα της μικρής Ευαγγελίας.
 - Μην κλαίεις, της λέει. Θα(ν’) έρθει να σε πάρει η μάνα σου.
Πράγματι, η μητέρα της η Μαρία έγκυος 4 μηνών το γένος Τζανάκη, από τους Αχλαδιάκες Σέλινου, την άκουσε.
 - Έρχομαι! Μην κλαίεις.
Κανείς δεν είχε υποψιαστεί τη μεγάλη συμφορά που θα ακολουθούσε σε λίγες ώρες. Κι άλλη φορά τους είχαν πιάσει, τους είχαν πάει στην Αγιά, μα σε λίγες μέρες τους άφησαν ελεύθερους.
Μάζεψαν όλους τους άντρες σε δυο πατητήρια του χωριού. Εκεί άρχισαν επίμονα ανακρίσεις. Ήθελαν να μάθουν αν κρύβονται και περιθάλπονται Εγγλέζοι στο χωριό τους. Είχαν κάποιες πληροφορίες. Όλοι βέβαια οι τραγικοί μάρτυρες της Μαλαθύρου ήξεραν την ύπαρξή τους.
Γνώριζαν και για τον ασύρματο που ήταν ψηλά στο “κρυγιό νερό” κρυμμένος.
Κανείς όμως δε μαρτύρησε. Κανείς δεν άνοιξε το στόμα του να πει το ελάχιστο. Κι οι ώρες περνούσαν άκαρπες για τους Γερμανούς.
Κι όταν πια απελπίστηκαν πως δε μπορούν να τους αποσπάσουν ούτε ίχνος πληροφορίας κι όταν τελείως απογοητεύτηκαν, τους έβαλαν σε φάλαγγα κατ' άνδρα, και τους οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης στο φαράγγι.
Πήγαιναν ένας Γερμανός κι ένας Έλληνας εναλλάξ. Οι βάρβαροι καταχτητές παρά την ασύγκριτη υπεροπλία τους, είχαν και το φόβο της αντίδρασης. Το Φαράγγι χαμηλά, χρειάστηκε μισή ώρα για να φτάσουν. Ύστερα εκατοντάδες πυροβολισμοί ακούστηκαν από το χωριό.
Ο ήλιος έδυε στην απέναντι ολοπράσινη πλαγιά θλιμμένος κι ολομάτωτος. Και κρύφτηκε γρήγορα μπροστά στο φρικτό ανοσιούργημα. Θεωρήσαμε απαραίτητο, πολύ περιληπτικά να αναφερθούμε στην αντιστασιακή προσφορά και το τραγικό τέλος του καλλιτέχνη μας.
Αλλ’ ας έρθουμε στην καλλιτεχνική φύση του ήρωα του γραφτού μας και της αντίστασης. Νωρίς φάνηκε η μουσική κλίση του. Πολύ μικρός έμαθε μόνος του θιαμπόλι. Ορεξάτα έπαιζε ώρες και ώρες.
Νωρίς απόκτησε λαγούτο που το αγάπησε πολύ.
Κι ο τρανός Κουτσουρέλης αναφερόμενος τότε στον Τζανακάκη, όχι μόνο τον παραδεχόταν, αλλά έλεγε πως μόνο εκείνον φοβάται (Ηρακλής Κουμάκης).
Πολλές σχέσεις είχε με το Γιώργη Κουτσουρέλη.
Άπειρες φορές τραγουδούσε στο λαγούτο του, τραγουδιστής τέλειος.
Έπαιζε ώρες και μέρες πολλές συνέχεια και αφιλοκερδώς στο χωριό του.
Έτσι για να διασκεδάσει τους φίλους του και τους χωριανούς του. Τέσσερις μέρες συνέχεια στη Μαλάθυρο σε αρραβώνα. Τέσσερις μέρες συνέχεια στα Τοπόλια σε πανηγύρι.
Η γεωργική ασχολία γι' αυτόν ήταν σε δεύτερη μοίρα. Τα μαλώματα της μάνας του τον άφηναν αδιάφορο. Φύση καλλιτεχνική πέρα για πέρα. Αν και νέος, αρκετούς οδήγησε στους μουσικούς δρόμους και μερικοί έμαθαν απ’ αυτόν λαγούτο..ο Μανώλης Πατεράκης.
Πόσο θα προσέφερε στην όμορφη παράδοσή μας αν το νήμα της ζωής του δεν κοβότανε απότομα και άδικα στα τριανταένα του χρόνια.
Μεγάλα ονόματα του βιολιού αντάμωσαν μαζί του στην τέχνη του πενταγράμμου.
-Μαύρος, Μαριάνος, Χάρχαλης, Γιαννενάκης, Μιχ. Πατεράκης από τα Περβολάκια, Νικολακάκης από τα Τοπόλια, κ.α.

Τρίτη 9 Μαρτίου 2021

ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΑΚΗΣ 1918-1994

Είχε γίνει το καλύτερο βιολί της Ελλάδας! Το 'χε αγοράσει από ένα παλιό μουσικό μα τα χέρια του φθόνου το χτύπησαν τρεις φορές. Του το ‘σπαζαν μα το διόρθωνε. Μα την τελευταία φορά το πορτοκάλι που τού 'ριξαν στο Βατόλακο πήρε τη φωνή και τη χάρη του. Παρ' ολίγο να γίνει επεισόδιο ανάμεσα στους ανταγωνιστές και στους κατοίκους των χωριών.
Αλλά ο Φραγκουλόγιαννης καθησύχασε τους χωριανούς του πως το όργανο του δεν έπαθε τίποτα.
Ήταν το πανηγύρι Πέτρου και Παύλου - καμπάνα είναι το βιολί έλεγαν οι ακροατές και οι φίλοι του. Η ένταση του ήχου μετρούσε εκείνα τα χρόνια που δεν είχαμε ενισχυτές.
Με λουκουμό κοντά έκανε το πρώτο το βιολί και με αθανάτους το δοξάρι. Από το δημοτικό σχολείο έδειξε η έφεσή του για τη μουσική τέχνη. Έπαιζε και χόρευαν οι δάσκαλοι και οι συμμαθητές του. Και σα μεγάλωσε λίγο οι φίλοι, του αγόρασαν άλλο βιολί.
 Υπηρέτησε την πατρίδα του πολεμώντας στην Αλβανία. Σαν επέστρεψε ασχολήθηκε. συστηματικά με τη μουσική
Τα λαγούτα που τον συνόδευαν, ο Γ. Δερμιτζάκης από το Γεράνι, ο Γ. Μαρουβάς, ο Μαν. Παπουτσάκης, ο Βαγγέλης και Γιάννης Κουριδάκης κ.α (στην φώτο)
    Σαν αγρότης και μουσικός απέκτησε οικονομική άνεση. Του άρεσαν τα Κισαμίτικα κομμάτια. Γύριζε όλη την έκταση του Νομού από την Παλιόχωρα ως την Αποκόρωνα. Σωστός και μετρημένος άνθρωπος άφησε αγαθή μνήμη. Όχι μόνο στο χωριό του τα Νεριανά Κυδωνίας.
Αθανάσιος Δεικτάκης

Σάββατο 6 Μαρτίου 2021

ΛΕΒΕΝΤΑΚΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ 1912-1989

Ο Λεβεντοχρήστος στην εποχή του σφράγισε το χώρο του Σέλινου κι ένα μέρος της Κισάμου.
Αναφορικά με τα καλλιτεχνικά δρώμενα στο Ανατολικό Σέλινο το μυαλό σου πήγαινε σ’ αυτόν. Ήταν αυθεντικός καλλιτέχνης.
Δυο στοιχεία τον χαρακτήριζαν. Αυθόρμητος και πηγαίος. Ήταν γελαστός, είχε λαμπερό μάτι και ήταν πολύ χουβαρντάς, μάλλον σπάταλος. Ακούραστος, κοινωνικός και αγαπητός στον κόσμο. Έπινε χωρίς να μεθά. Ήξερε το μέτρο. Κράτησε πανηγύρια στη Μονή (8 Σεπτεμβρίου), στη Λισσό (Αγ. Κήρυκος), στον Προφήτη Ηλία (σύνορα Σέλινου Σφακίων). Ο ναΐσκος αυτός είναι κτισμένος σ’ ένα πανύψηλο βράχο κι εορτάζεται κάθε χρόνο εναλλάξ από τις δύο επαρχίες. Την ταβέρνα έκανε ο Μυριζογιώργης. Ο Λεβεντοχρήστος κρατούσε τον παλμό του γλεντιού. Στον εσπερινό κανόνιζε με επιτυχία τη σειρά των χορευτών στο στενό χώρο του περιβόλου. Στο βιολί συνήθως ήταν ο Αντώνης Θεοδωράκης από τη Μάζα”. 
ΜΑΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙ ΛΕΒΕΝΤΑΚΗΣ*
 Ο Μιχάλης Κουνέλης έλεγε γι αυτόν "Τον θυμούμαι με τα σαλβάρια να κυριαρχεί καλλιτεχνικά στο Λειβαδά μέχρι τη δεκαετία του ‘50. Σαν χαρακτήρας καλός και απλοχέρης. Οπλοφορούσε και αντιστάθηκε στους Γερμανούς. Είχε κάνει πολλές κουμπαριές.
* η τελευταία φωτο απο το blog "ΚΙΣΑΜΟΣ ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ"

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

ΦΕΛΕΣΟΓΙΑΝΝΗΣ 1866-1944

Αερινός- ένα χωριό του Εννιαχωριανού συγκροτήματος. O Αερινός έχει στ’ αλήθεια πολλή αερινάδα. Εκεί ψηλά που βρίσκεται.
Είναι χτισμένος ψηλά, πολύ ψηλά μακριά απ’ τα βλέμματα των κατακτητών. Παλαιότερα και μακριά απ’ τους θορύβους του τεχνικού πολιτισμού σήμερα. Λίγα και αραιά τα σπίτια του κρύβονται ανάμεσα στα ψηλόκορμα και πυκνόφυλλα δέντρα του. Και κάτω μακριά στην Εσπερία μια μεγάλη λουρίδα καταγάλανη.
Εκεί ενώνεται το Κρητικό με το Λιβυκό πέλαγος μια αιώνια αδελφική συνύπαρξη. Μια πορεία στην ιστορία και στα μαρτύρια της Κρήτης. Εκεί κοντά το τραγικό Λαφονήσι, εκεί κοντά κι η ξακουστή μονή της Χρυσοσκαλίτισσας.
Ο Γιάννης Φελεσάκης μέχρι τα σαράντα του έπαιζε λύρα με γερακοκούδουνα. Ύστερα πήρε στα χέρια του το βιολί. Ένα στρωτό και γλυκό παίξιμο έβγαινε από τα δάχτυλα και το δοξάρι του.
Στην εποχή του ήταν ο άσσος των Εννιά χωριών. Ο μεγάλος Χάρχάλης ήταν ανιψιός του. Ήταν γιος της αδελφής του. Μεγαλύτερος του και πολλές φορές πήγαινε στον Αερινό από τα Χαρχαλιανά για ν’ ακούσει το μπάρμπα του και να μάθει. Τις περισσότερες φορές είχε συνοδό λαουτιέρη τον Κλεινάκη από το Σέλινο. Γλέντισε και τις δυο δυτικότερες επαρχίες της Κρήτης- τις επαρχίες που και σήμερα κρατούν επάξια ψηλά το ιερό λάβαρο της Κρητικής παράδοσης.
Την Κίσαμο και το Σέλινο. Φτωχός αλλά με τα όργανά του λύρα, βιολί, έκανε μεγάλη αγροτική περιουσία. Αγόρασε τριακόσιες ρίζες ελιές και ανοιχτά χωράφια. Έκανε ελαιοτριβείο. Οι πέντε κόρες του πολεμούσαν την περιουσία του. Εκείνος τις πολλές μέρες έλειπε στις διασκεδάσεις.
Διασκεδάσεις που κρατούσαν από την Κυριακή μέχρι τα μισά της εβδομάδας. Φιλόξενος. Πραματευτάδες, διακονιάρηδες, διάφοροι περαστικοί όλοι στο σπίτι του έβρισκαν καταφύγιο. Του άρεσε η κουβέντα και οι ιστορίες. Ο κουμπάρος του ο Μπαλαδογιώργης όταν πήγαινε στο σπίτι του ξαγρυπνούσαν με ιστορίες από την τουρκοκρατία, κ.α.
Αστείος, με κάποια φαινομενικά ειρωνική διάθεση, αλλά στο βάθος αγνός. Δε μετρούσε το χρόνο. Μπορούσε να πάει στο σπίτι του φίλου του τη νύχτα, να παίζει το βιολί του μέχρι να τον ξυπνήσει.
Το κάνε συχνά στο γείτονά του τον Κωνσταντουλάκη.
Ο Ναύτης στην τελευταία έκδοση της “Κρητικής Μούσας”
(1996) του αποδίδει τρεις μουσικές συνθέσεις, τρεις συρτούς, τον Αερινιώτη (1886), την Ηλέκτρα (1908) και τη Μπεμπέκα (1912)
Αθανάσιος Δεικτάκης 1997

Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

ΣΤΡΑΤΗΣ ΣΚΑΡΑΚΗΣ


Βιωματικός βιολιστής μιλά για το «φορτίο» που μεταφέρει από τους παλιούς λαϊκούς οργανοπαίχτες της περιοχής του.

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

ΚΙΩΡΟΙ .... ΟΙ ΠΡΩΤΟΜΑΣΤΟΡΟΙ

Το να ονομαστεί κάποιος ως "πρωτομάστορας", σίγουρα είναι μεγάλη υπόθεση. Σημαίνει πολλά πράγματα. Μα σίγουρα, σημαίνει ότι αυτός έχει βάλει τα θεμέλια. Και οι Κιώροι αυτό έκαναν, έβαλαν τα θεμέλια, άνοιξαν το μονοπάτι. Σε δύσκολες εποχές, μακρινές, που φαντάζουν πρωτόγονες, οι Κιώροι έδρασαν, άκμασαν, δίδαξαν και γαλούχησαν ολόκληρες γενιές. Τι κι αν σήμερα γίνονται αφιερώματα για άλλους....πρωτομάστορες της εποχής του μεσοπολέμου και της μεταπολεμικής περιόδου; Λές και τότε γεννήθηκε η κρητική μουσική.Μάλλον όμως,μαθητούδια είναι μπρος στο μεγαλείο των Κιώρων.
Το πραγματικό τους επίθετο είναι Τριανταφυλλάκηδες, όμως λόγω του προβλήματος όρασης - προφανώς γεννετικού - ονομάστηκαν Κιώροι (λόγω του έντονου αλληθωρισμού/στραβισμου που είχαν όλοι).
Τόπος καταγωγής τους, ο Γαλουβάς των Λουσακιών Κισάμου. Οι Λουσακιές, με την μεγάλη προσφορά στην κρητική μουσική: Τον συρτό!
Οι πρωτομάστορες βιολιστές λοιπόν ήσαν:
1) Στέφανος Τριανταφυλλάκης από τον Γαλουβά, εξαίσιος βιολιστής που άκμασε από το 1740 έως το 1790. Πρωτόπαιξε τον Κρητικό συρτό στα Πατεριανά Κισάμου το 1750 και συνέθεσε τον 'Α Λουσακιανό συρτό(άγνωστη μελωδία στις μέρες μας), τον 'Β Λουσακιανό συρτό, τον Μελισσιανό συρτό, τον Τυλιφιανό συρτό και τον Περβολιανό συρτό. Επίσης, συνέθεσε ή, διαμόρφωσε, τις 12 μελωδίες που απαρτίζουν το ΓΝΗΣΙΟ πεντοζάλι το 1770 στην Ανώπολη Σφακίων.
2) Αντώνης Τριανταφυλλάκη από τον Γαλουβά, γιός του Στέφανου, άκμασε από το 1780 έως το 1830 περίπου κι εκτός από το ταλέντο που κληρονόμησε από τον πατέρα του, κληρονόμησε και το οξύ πρόβλημα όρασης. Συνθετικά του αποδίδονται οι μελωδίες Παλαιοκαστρινός συρτός, ο Γ' Λουσακιανός συρτός, ο Λυριδιανός συρτός, ο Σασαλιανός συρτός και ο Εσπερινός συρτός..
3) Στέφανος Τριανταφυλλάκης από τον Γαλουβά, γιος του Αντώνη, άκμασε από το 1840 έως το 1890 και από μαρτυρίες του Κουνελοκωστή στον γιό του Μιχάλη Κουνέλη, αλλά και από μαρτυρίες του Ν.Χάρχαλη, ήταν ο καλύτερος δεξιοτέχνης της γενιάς του και ίσως ο καλύτερος της οικογένειας των Κιώρων. Στην κατοχή του ...