Αερινός- ένα χωριό του Εννιαχωριανού συγκροτήματος. O Αερινός έχει στ’ αλήθεια πολλή αερινάδα. Εκεί ψηλά που βρίσκεται.
Είναι χτισμένος ψηλά, πολύ ψηλά μακριά απ’ τα βλέμματα των κατακτητών. Παλαιότερα και μακριά απ’ τους θορύβους του τεχνικού πολιτισμού σήμερα. Λίγα και αραιά τα σπίτια του κρύβονται ανάμεσα στα ψηλόκορμα και πυκνόφυλλα δέντρα του. Και κάτω μακριά στην Εσπερία μια μεγάλη λουρίδα καταγάλανη.
Εκεί ενώνεται το Κρητικό με το Λιβυκό πέλαγος μια αιώνια αδελφική συνύπαρξη. Μια πορεία στην ιστορία και στα μαρτύρια της Κρήτης. Εκεί κοντά το τραγικό Λαφονήσι, εκεί κοντά κι η ξακουστή μονή της Χρυσοσκαλίτισσας.
Ο Γιάννης Φελεσάκης μέχρι τα σαράντα του έπαιζε λύρα με γερακοκούδουνα. Ύστερα πήρε στα χέρια του το βιολί. Ένα στρωτό και γλυκό παίξιμο έβγαινε από τα δάχτυλα και το δοξάρι του.
Στην εποχή του ήταν ο άσσος των Εννιά χωριών. Ο μεγάλος Χάρχάλης ήταν ανιψιός του. Ήταν γιος της αδελφής του. Μεγαλύτερος του και πολλές φορές πήγαινε στον Αερινό από τα Χαρχαλιανά για ν’ ακούσει το μπάρμπα του και να μάθει. Τις περισσότερες φορές είχε συνοδό λαουτιέρη τον Κλεινάκη από το Σέλινο. Γλέντισε και τις δυο δυτικότερες επαρχίες της Κρήτης- τις επαρχίες που και σήμερα κρατούν επάξια ψηλά το ιερό λάβαρο της Κρητικής παράδοσης.
Την Κίσαμο και το Σέλινο. Φτωχός αλλά με τα όργανά του λύρα, βιολί, έκανε μεγάλη αγροτική περιουσία. Αγόρασε τριακόσιες ρίζες ελιές και ανοιχτά χωράφια. Έκανε ελαιοτριβείο. Οι πέντε κόρες του πολεμούσαν την περιουσία του. Εκείνος τις πολλές μέρες έλειπε στις διασκεδάσεις.
Διασκεδάσεις που κρατούσαν από την Κυριακή μέχρι τα μισά της εβδομάδας. Φιλόξενος. Πραματευτάδες, διακονιάρηδες, διάφοροι περαστικοί όλοι στο σπίτι του έβρισκαν καταφύγιο. Του άρεσε η κουβέντα και οι ιστορίες. Ο κουμπάρος του ο Μπαλαδογιώργης όταν πήγαινε στο σπίτι του ξαγρυπνούσαν με ιστορίες από την τουρκοκρατία, κ.α.
Αστείος, με κάποια φαινομενικά ειρωνική διάθεση, αλλά στο βάθος αγνός. Δε μετρούσε το χρόνο. Μπορούσε να πάει στο σπίτι του φίλου του τη νύχτα, να παίζει το βιολί του μέχρι να τον ξυπνήσει.
Το κάνε συχνά στο γείτονά του τον Κωνσταντουλάκη.
Ο Ναύτης στην τελευταία έκδοση της “Κρητικής Μούσας”
(1996) του αποδίδει τρεις μουσικές συνθέσεις, τρεις συρτούς, τον Αερινιώτη (1886), την Ηλέκτρα (1908) και τη Μπεμπέκα (1912)
Είναι χτισμένος ψηλά, πολύ ψηλά μακριά απ’ τα βλέμματα των κατακτητών. Παλαιότερα και μακριά απ’ τους θορύβους του τεχνικού πολιτισμού σήμερα. Λίγα και αραιά τα σπίτια του κρύβονται ανάμεσα στα ψηλόκορμα και πυκνόφυλλα δέντρα του. Και κάτω μακριά στην Εσπερία μια μεγάλη λουρίδα καταγάλανη.
Εκεί ενώνεται το Κρητικό με το Λιβυκό πέλαγος μια αιώνια αδελφική συνύπαρξη. Μια πορεία στην ιστορία και στα μαρτύρια της Κρήτης. Εκεί κοντά το τραγικό Λαφονήσι, εκεί κοντά κι η ξακουστή μονή της Χρυσοσκαλίτισσας.
Ο Γιάννης Φελεσάκης μέχρι τα σαράντα του έπαιζε λύρα με γερακοκούδουνα. Ύστερα πήρε στα χέρια του το βιολί. Ένα στρωτό και γλυκό παίξιμο έβγαινε από τα δάχτυλα και το δοξάρι του.
Στην εποχή του ήταν ο άσσος των Εννιά χωριών. Ο μεγάλος Χάρχάλης ήταν ανιψιός του. Ήταν γιος της αδελφής του. Μεγαλύτερος του και πολλές φορές πήγαινε στον Αερινό από τα Χαρχαλιανά για ν’ ακούσει το μπάρμπα του και να μάθει. Τις περισσότερες φορές είχε συνοδό λαουτιέρη τον Κλεινάκη από το Σέλινο. Γλέντισε και τις δυο δυτικότερες επαρχίες της Κρήτης- τις επαρχίες που και σήμερα κρατούν επάξια ψηλά το ιερό λάβαρο της Κρητικής παράδοσης.
Την Κίσαμο και το Σέλινο. Φτωχός αλλά με τα όργανά του λύρα, βιολί, έκανε μεγάλη αγροτική περιουσία. Αγόρασε τριακόσιες ρίζες ελιές και ανοιχτά χωράφια. Έκανε ελαιοτριβείο. Οι πέντε κόρες του πολεμούσαν την περιουσία του. Εκείνος τις πολλές μέρες έλειπε στις διασκεδάσεις.
Διασκεδάσεις που κρατούσαν από την Κυριακή μέχρι τα μισά της εβδομάδας. Φιλόξενος. Πραματευτάδες, διακονιάρηδες, διάφοροι περαστικοί όλοι στο σπίτι του έβρισκαν καταφύγιο. Του άρεσε η κουβέντα και οι ιστορίες. Ο κουμπάρος του ο Μπαλαδογιώργης όταν πήγαινε στο σπίτι του ξαγρυπνούσαν με ιστορίες από την τουρκοκρατία, κ.α.
Αστείος, με κάποια φαινομενικά ειρωνική διάθεση, αλλά στο βάθος αγνός. Δε μετρούσε το χρόνο. Μπορούσε να πάει στο σπίτι του φίλου του τη νύχτα, να παίζει το βιολί του μέχρι να τον ξυπνήσει.
Το κάνε συχνά στο γείτονά του τον Κωνσταντουλάκη.
Ο Ναύτης στην τελευταία έκδοση της “Κρητικής Μούσας”
(1996) του αποδίδει τρεις μουσικές συνθέσεις, τρεις συρτούς, τον Αερινιώτη (1886), την Ηλέκτρα (1908) και τη Μπεμπέκα (1912)
Αθανάσιος Δεικτάκης 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου