Γράφει η Ευτυχία Δεσποτάκη
ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΓΟΒΕΣ
Κύλαγε το τσέρκι στην οδό φυλής
Άστραφτε στον ήλιο κάποια τζαμαρία Πάνω στο πατίνι με τα ρουλεμάν
Άρπαζες την πέτρα δίχως να σκεφτείς τρέλαινες τον κόσμο απ΄τη φασαρία
Τίναζες το χέρι σου κάτω η τζαμαρία οι νοικοκυραίοι φώναζαν αμαν
Λέγαν θα φωνάξουν την αστυνομία
Γέλαγε η Μαρία…..
Κόβαμε διχάλες απ΄τη μυγδαλιά
Είχαμε ρημάξει τη μικρή πλατεία
Έβαζες σημάδι γλόμπους και πουλιά
Και του κυρ-Αλέκου τη χοντρή κυρία Λευτ.Παπαδόπουλος.
Τα παιχνίδια των παιδιών της με ταπολεμικής Ελλάδας διαφέρουν σημαντικά από τα παιχνίδια των σημερινών παιδιών. Τόσο αυτά που παιζόταν στις αυλές και στις αλάνες, όσο και αυτά που παιζόταν μέσα στο σπίτι. Τα παιχνίδια τα προερχόμενα από την αγορά ήταν οπωσδήποτε λιγότερα αλλά λίγα ήταν και τα παιδιά που τα απολάμβαναν μιας και το βαλάντιο λίγων γονιών διέθετε χρήμα και για παιχνίδια.
Τις πιο πολλές φορές τα παιδιά αγόρια και κορίτσια κατασκεύαζαν τα παιχνίδια τους, χρησιμοποιώντας υλικά από άλλα άχρηστα πλέον αντικείμενα ή μεταμόρφωναν τα ίδια τα αντικείμενα σε παιχνίδια.Τα αγόρια τα ίδια έφτιαχναν το πατίνι τους, ένα αυτοκίνητο, ένα τσέρκι με μια σιδερένια κατσούνα, τη σφεντόνα τους, το σβούρο τους το ξυλίκι και το καμάκι τους, διάλεγαν πλακερές πέτρες και έκαναν τις αμάδες τους. Τα κορίτσια πάλι έφτιαχναν τις κούκλες τους και τους έραβαν φορέματα διάλεγαν στρογγυλά πετραδάκια και έκαναν τα πεντόβολα τους.
Γεγονός, όμως, είναι ότι τα παιδιά αυτής της εποχής είχαν πολύ χρόνο για παιχνίδι
Ελεύθερο παιχνίδι, ομαδικό και ατομικό, που άφηνε στο παιδί το περιθώριο να αναπτύξει τη φαντασία του, δεξιότητες και πρωτοβουλίες.
Καθώς δε τα παιδιά στα παιχνίδια τους μιμούνται στάσεις πράξεις και ενέργειες των μεγάλων πάντα ανάλογα με ......
.........τα δεδομένα της εποχής πέρα από τη μπάλα και το κρυφτό, ο πετροπόλεμος, οι κλέφτες και αστυνόμοι, ο πόλεμος με αυτοσχέδια όπλα και άλλα ήταν συνηθισμένα παιχνίδια. Για τα κορίτσια το πιο συνηθισμένο παιχνίδι ήταν να διαμορφώνουν σπιτάκια στις αυλές ή σε αποθήκες κι εκεί να παίζουν τις νοικοκυρές, τις κουμπάρες, τις κυρίες, τις μαμάδες με τις κούκλες μωρά, μιμούμενα τα πρότυπα της εποχής. Τενεκεδάκια, κουτάκια, σανιδάκια, σπασμένα πιατάκια, φλιτζανάκια και άλλα αποτελούσαν τον εξοπλισμό του αυτοσχέδιου νοικοκυριού και παιδότοπου. Απαραίτητα ήταν τα αξεσουάρ: κάποια παλιά τσάντα της μητέρας, φουλάρια αλλά και κάποια παλιά ψηλοτάκουνα παπούτσια.
Εγώ προσωπικά έχω παίξει μόνη αλλά και μαζί με αγαπημένες φίλες ατελείωτες ώρες κουμπάρες και είχα μια φοβερή μανία με τα ψηλά τακούνια. Αυτό που με απασχολούσε ήταν πως θα γινόταν να βρεθούν γόβες στο μέγεθος του ποδιού μου, πράγμα που στην ηλικία των πέντε, εξ, επτά, οκτώ ….. ετών ήταν αδύνατον, αλλά και ασυμβίβαστο.
Κάποτε,όμως η τύχη με ευνόησε σκανδαλωδώς. Έφθασε από την Αμερική ένα δέμα από μια φίλη αμερικανίδα της οικογένειας μας, το οποίο περιείχε είδη ρουχισμού, φανταχτερά και οπωσδήποτε άσχετα με νούμερα και γούστα των παραληπτών, αλλά και άσχετα με την μόδα της εποχής και του εδώ συρμού. Μέσα στο δέμα υπήρχε και ένα ζεύγος μαύρες γυαλιστερές γόβες σε μικρό νούμερο, όχι βέβαια για το πόδι μου, με πολύ σουβλερή μύτη και επτά πόντους τακούνι. Η μητέρα δεν επρόκειτο να τις φορέσει άρα το κελεπούρι ήταν δικό μου.
Αξίζει όμως να κάνομε μια παρένθεση και να αναφερθώ στα δέματα από την Αμερική, και γενικότερα στην Αμερικάνικη βοήθεια της εποχής εκείνης προς την Ελλάδα. Μετά τον πόλεμο η Αμερική εφάρμοσε ένα σχέδιο οικονομικής βοήθειας προς τις χώρες της κατεστραμμένης Ευρώπης από τον πόλεμο και φυσικά και προς την Ελλάδα. Ήταν το περιβόητο σχέδιο Μάρσαλ από το οποίο η τότε καθημαγμένη Ελλάδα του εμφυλίου πολέμου περίμενε ανάσα αδιαφορώντας ίσως για τις πολιτικές επεμβάσεις που συνεπάγονται οι οικονομικές ενισχύσεις από ισχυρότερους.
Τόνοι λοιπόν γάλατος, τυριού, σιτηρών και ρουχισμού από την περίσσεια της ευημερούσας Αμερικής έφθαναν και στην Ελλάδα προς διανομή, στις ασθενέστερες τάξεις. Θυμάμαι και στο δημοτικό σχολείο σε όλη τη δεκαετία του πενήντα υπήρχε πρωινό συσσίτιο με γάλα, βούτυρο και τυρί. Είχαν εκδοθεί και καρφίτσες για το πέτο με την αμερικάνικη σημαία που έγραφαν σχέδιο Μάρσαλ. Στην αντίληψη δε του κάθε Αμερικανού, πολύ δε περισσότερο των ομογενών μας ήταν δεδομένη η βοήθεια προς την Ελλάδα. Έτσι πέραν της δια μέσου του κράτους βοήθειας όσοι είχαν κάποιο γνωστό ή συγγενή στην Αμερική έπαιρναν κάποιο δέμα με είδη ρουχισμού, που από μακριά ξεχώριζε, ότι ήταν αμερικάνικος, όταν τον φορούσαν
Αλλά ας επιστρέψομε στις γόβες. Το περισσότερο μέρος της ημέρας κυκλοφορούσα με τις γόβες, κάνοντας ένα φοβερό θόρυβο, αλλά το κυριότερο, ήταν ότι οι γονείς μου και κυρίως ο πατέρας μου, ανησυχούσαν ότι θα βγάλω τα πόδια, γιατί αρκετές φορές στραβοπατούσα. Έτσι αφού καταστρώθηκε μυστικό σχέδιο οι γόβες εξαφανίστηκαν. Χάθηκαν. Κανείς δεν ήξερε κάτι συγκεκριμένο, όταν ρωτούσα αναμασούσαν.
Έβαλα το μυαλό μου να δουλέψει. Απέναντι από το σπίτι μας στο παλιό Καστάλι και προς τα δυτικά όπου η πλατεία του Δημαρχείου σήμερα εκείνα τα χρόνια ήταν το ρυάκι, του «λαγού το ρυάκι»: αυτό που κατέβαινε από πάνω από την πλευρά του Παρθενώνα είχε μάλιστα και καμάρα γι αυτό και την γειτονιά την έλεγαν στο «καμαράκι». Ήξερα ότι, ό,τι παλιό είχαν οι άνθρωποι γύρω, ό,τι αχρείαστο εκεί το πετούσαν. Μεγάλη η πιθανότητα οι γόβες να ήταν εκεί. Και πραγματικά, όταν κατάφερα να κατεβώ στο βάθος, τις εντόπισα. Τις περιμάζεψα και την επομένη άρχισε το πήγαινε έλα…. Έκπληκτοι και αμήχανοι οι δράστες δε φαντάστηκαν, όσα εγώ είχα φανταστεί….
Η κυρία με τις γόβες και την τσάντα έζησε μέρες δόξας και πάλι.
Ωστόσο ο πατέρας συχνά πυκνά άκουα να υπενθυμίζει επαναλαμβάνοντας:
"Κάτι πρέπει να κάμομε το κοπέλι θα βγάλει τα πόδια ντου."
Δε μπόρεσα ποτέ να καταλάβω, πού τον διέκριναν τόσο κίνδυνο, δεν έβλεπαν πόσο ήμουν ευτυχής με τα παιγνίδια μου;
Τη Δευτέρα θα είχαμε μπουγάδα. Από νωρίς στήθηκε το καζάνι για να βράση το νερό. Οι γονείς συνεργάστηκαν για την οριστική λύση. Εγώ κοιμόμουν ακόμη Ευκαιρία ήταν, οι γόβες πετάχτηκαν στη φωτιά.
Όταν τις αναζήτησα δεν πήγε το μυαλό μου σε τέτοιο κακό. Έψαξα παντού όταν πια είδα ότι δεν ξαναβρίσκονται κάτι κατάλαβα γιατί συχνά πυκνά υπήρχε σαν απειλή το καζάνι για πράγματα επικίνδυνα. Μου το εξομολογήθηκε άλλωστε κάποια στιγμή η μητέρα. Δάκρυσα, καθώς τις έφερνα στα μάτια μου να καίονται και να κακοφορμίζουν.
Ακόμη και σήμερα τις φέρνω στα μάτια μου μαύρες γυαλιστερές, ψηλοτάκουνες με τη σουβλερή τους μυτούλα και νομίζω πως ακούω στ΄αυτιά μου το θόρυβο που έκαναν καθώς τις περπατούσα…
Οι καιροί πέρασαν οι Αμερικανοί έπαψαν να μας στέλνουν ρούχα και γόβες εμείς είμαστε σε θέση και δίδομε τέτοια είδη σε άλλους σήμερα…
Ωστόσο δε παύομε ποτέ να περιμένομε από την Υπερδύναμη και μάλιστα και σήμερα εν μέσω κρίσης, στην πίσω μπάντα του μυαλού μας υπάρχει μια σκέψη μήπως κάποια βοήθεια έρθει από αυτή, με το αζημίωτο βέβαια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου