Γράφει ο Νίκος Μουντάκης
Η κατασκευή της Ευρωζώνης θυμίζει αλληλεξαρτώμενα, συγκοινωνούντα δοχεία, όπου στο τέλος πληρώνει τα χρέη των υπολοίπων αυτός που έχει τα απαιτούμενα χρήματα – ένα γεγονός που καθιστά υποχρεωτική είτε την πολιτική ένωση, είτε τη διάλυση της.
“Τα κράτη, σε αντίθεση με τους ιδιώτες, δεν είναι υποχρεωμένα να εξοφλούν τα χρέη τους. Η κυβέρνηση μίας χώρας, η οποία έχει τη δική της κεντρική τράπεζα, μπορεί να λαμβάνει συνεχώς νέα δάνεια - τυπώνοντας τα χρήματα, τα οποία κάποιος της δανείζει. Αυτό δεν ισχύει για τα κράτη της Ευρωζώνης – των οποίων όμως οι κυβερνήσεις δεν είναι επίσης υποχρεωμένες να πληρώσουν τα χρέη τους.
Εάν οι ξένοι δανειστές τις πιέσουν υπερβολικά, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, μπορούν ανά πάσα στιγμή να προβούν σε στάση πληρωμών – η οποία δεν είναι ότι καλύτερο, αλλά μετά από αυτήν η ζωή συνεχίζεται, συνήθως όπως προηγουμένως. Η χειρότερη περίοδος είναι αυτή που προηγείται της στάσης πληρωμών και της χρεοκοπίας – όχι αυτή που ακολουθεί.
Όπως συνέβαινε κάποτε με το «φάντασμα του κομμουνισμού», το οποίο αναζητούσε την πατρίδα του στην Ευρώπη, στο φημισμένο μανιφέστο του Karl Marx, έτσι και σήμερα όλες οι «δυνάμεις» της ΕΕ έχουν συγκροτήσει μία «Ιερή Συμμαχία», με στόχο να διώξουν......
....... «το φάντασμα της υπερχρέωσης». Εν τούτοις θα έπρεπε όλοι αυτοί οι πολιτικοί, οι οποίοι έχουν τοποθετήσει σαν πρώτο στόχο τους την εξόφληση των δημοσίων χρεών, θυσιάζοντας τους πολίτες τους, να θυμηθούν ένα άλλο φημισμένο φάντασμα: το φάντασμα της επανάστασης”.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός απείλησε πρόσφατα τα επενδυτικά κεφάλαια (Hedge funds) ανακοινώνοντας ότι, θα αλλάξει μονομερώς το Δίκαιο, το οποίο διέπει τα ομόλογα – θέλοντας έτσι να τα υποχρεώσει να συμμετέχουν στη διαγραφή του χρέους (PSI). Η πρακτική «εφαρμογής» της απειλής του, στηρίζεται στην ενεργοποίηση της «ρήτρας συλλογικής δράσης» (CAC) - σύμφωνα με την οποία, εάν η πλειοψηφία των πιστωτών συμφωνεί με τη διαγραφή χρέους, τότε είναι υποχρεωμένοι όλοι οι υπόλοιποι να την αποδεχθούν.
Εν τούτοις, φαίνεται πως δεν έχει κατανοήσει τους κινδύνους, παρά το ότι η Ελληνική κυβέρνηση είχε ενημερωθεί από το αμερικανικό δικηγορικό γραφείο, το οποίο την εκπροσωπεί, ήδη από το 2010 – ενώ είναι γνωστή από το παρελθόν η στρατηγική που ακολουθούν τα συγκεκριμένα επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία στοχεύουν στην κατάθεση αγωγής εναντίον της Ελλάδας, εν προκειμένω με τη βοήθεια της ενεργοποίησης της ρήτρας (CAC) από την κυβέρνηση της.
Απασχολώντας τα καλύτερα δικηγορικά γραφεία του κόσμου (τα οποία εξειδικεύονται στην κατάθεση αγωγών αποζημίωσης και στην είσπραξη κρατικών ή ιδιωτικών χρεών σε διεθνές επίπεδο), τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν μεγάλη πείρα (Know How) σε ανάλογες περιπτώσεις (τα κέρδη τους υπολογίζονται ιστορικά μεταξύ 57% και 333% επί αυτών των επενδύσεων τους).
Ειδικότερα, στην περίπτωση της Ελλάδας, οι δυνατότητες άσκησης αγωγής αφορούν εκείνα τα ομόλογα, τα οποία έχουν εκδοθεί με το βρετανικό Δίκαιο – όπου το τελευταίο χρονικό διάστημα τα Hedge Funds αύξησαν τις αγορές τους (παράλληλα με τις αγορές Πορτογαλικών, Ιταλικών κλπ.). Αντίθετα λοιπόν με τα άλλα ομόλογα, τα συγκεκριμένα εμπεριέχουν ήδη μία CAC – σύμφωνα με την οποία είναι υποχρεωτική η αποδοχή της διαγραφής από το 70% όλων όσων κατέχουν τα «βρετανικού Δικαίου» αυτά ομόλογα, έτσι ώστε να αναγκασθεί και το υπόλοιπο 30% να συμμετέχει.
Επειδή τώρα αυτά τα ομόλογα, τα οποία έχουν εκδοθεί με το βρετανικό Δίκαιο, είναι περιορισμένα (σχεδόν το 93% των δημοσίων ομολόγων έχουν εκδοθεί με το Ελληνικό Δίκαιο), σύμφωνα με υπολογισμούς (πηγή: Finanzblog Zerohedge) αρκεί να κατέχουν τα Hedge Funds ομόλογα αξίας μόλις 3 δις €, για να έχουν τη δυνατότητα να εμποδίσουν το PSI και να «εκβιάσουν» (τόσο την Ελλάδα, όσο και την Ευρωζώνη - ειδικά τη Γερμανία, όπως θα αναλύσουμε παρακάτω).
Η μέθοδος τώρα, με βάση τη οποία μπορούν να απαιτήσουν τα επενδυτικά κεφάλαια την εξόφληση των απαιτήσεων τους, είναι γνωστή παγκοσμίως: Οι πιστωτές (Hedge Funds), στην περίπτωση της άρνησης εκ μέρους ενός κράτους να τους πληρώσει, λαμβάνουν μέσω ενός διεθνούς διαιτητικού δικαστηρίου ασφαλιστικά μέτρα, τα οποία απαγορεύουν σε όλες τις άλλες χώρες να δεχθούν πληρωμές από το συγκεκριμένο κράτος.
Για παράδειγμα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (διαμάχη Elliot εναντίον του Περού), καταδίκασε σε ποινή πολλών εκατομμυρίων € τα κράτη της Ευρωζώνης, εάν τυχόν αποδέχονταν πληρωμές από το Περού. Ως εκ τούτου, τα κράτη της Ευρωζώνης έπαψαν να δέχονται τις πληρωμές από το Περού – γεγονός που ανάγκασε τελικά το Περού να συμβιβασθεί με τον πιστωτή του (Elliot). Πολλές άλλες δικαστικές διαμάχες (Κονγκό, Υεμένη, Νικαράγουα κλπ.) έληξαν ανάλογα – με νικητές σχεδόν πάντοτε τα επενδυτικά κεφάλαια.
Οι αγωγές των επενδυτικών κεφαλαίων πιθανολογείται ότι δεν θα περιορισθούν στην Ελλάδα, αλλά θα επεκταθούν και στις υπόλοιπες υπερχρεωμένες χώρες – αφού με βάση το διεθνές Δίκαιο, μία χώρα οφείλει να εξοφλεί το 100% των υποχρεώσεων της. Επί πλέον, όλες σχεδόν οι χώρες, εναντίον των οποίων ασκήθηκαν αγωγές στο παρελθόν, αναγκάσθηκαν να πληρώσουν τόσο τα δικαστικά, όσο και τα δικηγορικά έξοδα – τα οποία δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητα σε τέτοια ποσά.
Συνεχίζοντας, στην περίπτωση που δεν πληρώνουν τα κράτη, τότε υποχρεούνται οι κεντρικές τους τράπεζες να το κάνουν – οι οποίες τελικά εξοφλούν τις υποχρεώσεις του δημοσίου, με οδυνηρά επακόλουθα για την «πολιτική χρήματος» των κρατών (ειδικά όταν ανήκουν σε ιδιώτες, όπως η Τράπεζα της Ελλάδας). Για το λόγο αυτό αρκετοί νομικοί υποθέτουν ότι, σε τελική ανάλυση οι αγωγές θα στραφούν εναντίον της ΕΚΤ – αφού αυτή είναι η κεντρική τράπεζα της Ευρωζώνης (γεγονός που φαίνεται να το γνωρίζει και η ίδια, η οποία για αυτόν ακριβώς το λόγο πρότεινε ως εγγύηση στους ιδιώτες πιστωτές «μερίδια» του μηχανισμού στήριξής EFSF).
Περαιτέρω, η ΕΚΤ είναι ο δανειστής των υπερχρεωμένων κρατών της Ευρωζώνης, αφού αγοράζει τα ομόλογα του δημοσίου τους στη δευτερογενή αγορά. Για να μπορεί όμως να αγοράζει αυτά τα ομόλογα, είναι υποχρεωμένη να τοποθετεί ως εγγύηση «εμπράγματες αξίες» (Assets), τις οποίες λαμβάνει από εκείνες τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες έχουν πλεονάσματα – κυρίως από τη γερμανική κεντρική τράπεζα (πολύ λιγότερο από τις κεντρικές τράπεζες του Λουξεμβούργου και της Ολλανδίας).
Οι κεντρικές αυτές τράπεζες τώρα εμφανίζονται ως δανειστές της ΕΚΤ, γεγονός που έχουμε επισημάνει αναφερόμενοι στο πρόβλημα του Target II. Εάν λοιπόν η ΕΚΤ υποχρεωθεί σε τελική ανάλυση από τα επενδυτικά κεφάλαια να πληρώσει, επειδή δεν έχει η ίδια τα μέσα, η υποχρέωση θα καταλήξει τελικά στους δικούς της δανειστές – στην Bundesbank.
Ανεξάρτητα λοιπόν από το πώς θα τελειώσει το «πόκερ» της Ελλάδας με τα Hedge Funds, ενδεχόμενη εκ των πραγμάτων (de facto) χρεοκοπία της Ελλάδας, θα μετέτρεπε πιθανότατα την αγορά ομολόγων της Ευρωζώνης σε μία «κατ' αποκλειστικότητα» επιχείρηση τυπώματος χρημάτων για τους κερδοσκόπους – όπου στο τέλος θα πληρώνει αυτός που έχει τα χρήματα. Το γεγονός αυτό επεξηγεί τη νευρικότητα, η οποία επικρατεί στο Βερολίνο τις τελευταίες ημέρες – από τη στιγμή και μετά που συνειδητοποίησε επιτέλους το πρόβλημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου