Μια έρευνα του Σπύρου Θεοδωράκη
Δημοσιευμένη στα Ρεθυμνιώτικα Νέα
Κατασκευάστηκε το 1874, την περίοδο της Τουρκοκρατίας, επί μιας νησίδας με έκταση μόλις 0,825 τ.χιλ. της Άγριας Γραμβούσας. Το ύψος του πύργου ήταν 8 μέτρα και το εστιακό του ύψος 96 μέτρα, το δε στίγμα του 35ο 38' 27''Ν και 23ο 35' 07'' Ε, και ήταν στελεχωμένος με φαροφύλακα. Το 1915 μετά τους βαλκανικούς πολέμους, την απελευθέρωση των νέων χωρών και την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ο φάρος της Γραμβούσας προστέθηκε στο ελληνικό φαρικό δίκτυο μαζί με άλλους 34 φάρους και φανούς. Οι φάροι αυτοί είχαν κατασκευαστεί και συντηρούνταν, σε συμφωνία με την οθωμανική κυβέρνηση, από την Γαλλική Εταιρεία Εκμετάλλευσης Οθωμανικών Φάρων (Administration Générale des Phares de l'Empire Ottoman). Η ελληνική κυβέρνηση, ύστερα από διαπραγματεύσεις δύο ετών περίπου, κατέβαλε στη γαλλική εταιρεία αποζημίωση για τον προσεταιρισμό αυτών των φάρων.
Ο φάρος της Γραμβούσας καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής με την αιτιολογία ότι εκεί είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε ασύρματος που έδινε πληροφορίες στους Συμμάχους. Παρόμοια ήταν και η τύχη πολλών άλλων φάρων. Η απελευθέρωση βρήκε το ελληνικό φαρικό δίκτυο τελείως κατεστραμμένο και στο τέλος του 1944 λειτουργούσαν μόνο 28 φάροι και φανοί, οι 19 επιτηρούμενοι από φαροφύλακες.
Είναι γνωστό ότι οι πέτρινοι φάροι αποτελούν παραδοσιακά βιομηχανικά μνημεία με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική κατασκευή, εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, είναι συνδεδεμένοι με τη ναυτική παράδοση της Ελλάδος και αποτελούν σημείο αναφοράς για τους ναυτικούς. Ωστόσο ανάμεσα σε αυτούς που επισκευάστηκαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν συμπεριελήφθητε και ο φάρος της Γραμβούσας. Έτσι μας έχουν απομείνει λίγες προπολεμικές φωτογραφίες να μας θυμίζουν αυτόν τον φάρο που υπήρχε στο βορειοδυτικότερο άκρο της Κρήτης.
Στα λίγα, μόλις 70 χρόνια ζωής, ο φάρος της Γραμβούσας (φωτο ασπρόμαυρη) θα είχε πολλές ναυτικές ιστορίες να μας «πει», αλλά πρόλαβε και να μείνει στην Ιστορία καθώς στα «πόδια» του, εκεί στα ριζά του βράχου, συνέβη προπολεμικά ένα από τα πιο θερμά επεισόδια μεταξύ της φασιστικής Ιταλίας και της Ελλάδος.
Από το 1938 η στάση της Ρώμης ήταν πια απειλητική προς την χώρα μας, ενώ οι ιταλικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποιούσαν μικρές αρχικά προκλήσεις, στις οποίες περιλαμβανόταν η πτήση αεροσκαφών από ελληνικά εδάφη σε συνδυασμό με την ανίχνευση και κατασκόπευση των παράκτιων οχυρώσεων, των ορμητηρίων του στόλου με επίκεντρο τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Βασικός στόχος της αυτοκρατορικής νεορωμαϊκής διπλωματικής πολιτικής ήταν να αποδείξει τάχα την «μυστική» ελληνοβρετανική στρατιωτική συνεργασία.
Η αεροπορική επιδρομή
Η πρώτη πραγματικά θερμή πρόκληση εκδηλώθηκε στις 12 Ιουλίου 1940 και αφορούσε στην επίθεση ιταλικών αεροσκαφών κατά .....
.....του βοηθητικού πλοίου φαρικών απόστολων «Ωρίων», το οποίο ανεφοδίαζε το φάρο της Γραμβούσας. Η Ιταλία θα συνεχίσει με μία σειρά σοβαρών προκλήσεων κατά της Ελλάδας, οι οποίες ήσαν κανονικές επιθέσεις κατά των πλοίων του τότε Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού (ΒΝ) και αποκορύφωμα υπήρξε ο τορπιλισμός του πλοίου «Έλλη» στην Τήνο στις 15 Αυγούστου 1940.
Στη Γραμβούσα, τις πρωινές ώρες εκείνης της ημέρας, σμήνος τριών αεροσκαφών προσέβαλλε ανεπιτυχώς με βόμβες την περιοχή που βρισκόταν το πλοίο «Ωρίων», χωρίς ευτυχώς να προκληθούν άλλες ζημιές ή θύματα. Η επίθεση γνωστοποιήθηκε μέσω ραδιογραφήματος, με συνέπεια να διαταχθεί ο απόπλους του αντιτορπιλικού κλάσης Dardo «Ύδρα» (D97), το οποίο εκτελούσε χρέη πλοίου σκοπούντος, προς τη Γραμβούσα. Όταν το πλοίο έφθασε στην περιοχή (στις 10:00 το πρωί), δέχθηκε επίθεση από σμήνος ιταλικών αεροσκαφών, τα οποία πραγματοποίησαν δύο διελεύσεις ρίχνοντας βόμβες με στόχο τη βύθιση του «Ύδρα». Ο κυβερνήτης του αντιτορπιλικού αντιπλοίαρχος Πεζόπουλος αντιλήφθηκε εγκαίρως τις προθέσεις των αεροσκαφών και διέταξε βολή των αντιαεροπορικών, ενώ το πλοίο εκτέλεσε ελιγμούς αποφυγής βομβών. Τα ιταλικά αεροσκάφη δεν πέτυχαν το στόχο τους, ενώ κατά τη δεύτερη διέλευση το ελληνικό αντιτορπιλικό ήταν καλύτερα προετοιμασμένο, εκτελώντας εύστοχα αντιαεροπορικά πυρά, αναγκάζοντας έτσι τους Ιταλούς να σπάσουν τον σχηματισμό τους ενώ πετούσαν σε ύψος 500 μέτρων σύμφωνα με την αναφορά του κυβερνήτη του «Ύδρα». Το γεγονός αμφισβητήθηκε από το Αρχηγείο Στόλου καθώς οι Έλληνες επιτελείς θεώρησαν ότι τα ιταλικά αεροσκάφη θα έπρεπε να πετούσαν σε μεγαλύτερο ύψος, συνεκτιμώντας ότι το πλήρωμα του πλοίου δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει με σαφήνεια τον τύπο τους, καθώς και ότι οι βόμβες που ρίφθηκαν αστόχησαν.
Για να συμβάλλει στην αποκλιμάκωση της έντασης η ελληνική κυβέρνηση διέταξε την ανάκληση του «Ύδρα» και του «Ωρίων» τοποθετώντας μάλιστα στη θέση του κυβερνήτη μάχιμο αξιωματικό του ΒΝ. Ωστόσο, η κυβέρνηση ζήτησε από τον Α/ΓΕΝ να καλέσει τους ναυτικούς ακολούθους για να τους ενημερώσει για το συμβάν. Ο Ιταλός ακόλουθος αρνήθηκε βέβαια ότι η χώρα του είχε οποιαδήποτε σχέση με την επίθεση, ανέφερε όμως ότι, σε αντίθεση με τη διεθνή νομιμότητα, ένα βρετανικό πετρελαιοφόρο ανεφοδιαζόταν στη Γραμβούσα (!). Με τη συγκεκριμένη στάσης της η Ιταλία συντηρούσε τη φημολογία περί παραβίασης της ουδετερότητας μας προς όφελος της Βρετανίας.
Δημοσιευμένη στα Ρεθυμνιώτικα Νέα
Κατασκευάστηκε το 1874, την περίοδο της Τουρκοκρατίας, επί μιας νησίδας με έκταση μόλις 0,825 τ.χιλ. της Άγριας Γραμβούσας. Το ύψος του πύργου ήταν 8 μέτρα και το εστιακό του ύψος 96 μέτρα, το δε στίγμα του 35ο 38' 27''Ν και 23ο 35' 07'' Ε, και ήταν στελεχωμένος με φαροφύλακα. Το 1915 μετά τους βαλκανικούς πολέμους, την απελευθέρωση των νέων χωρών και την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ο φάρος της Γραμβούσας προστέθηκε στο ελληνικό φαρικό δίκτυο μαζί με άλλους 34 φάρους και φανούς. Οι φάροι αυτοί είχαν κατασκευαστεί και συντηρούνταν, σε συμφωνία με την οθωμανική κυβέρνηση, από την Γαλλική Εταιρεία Εκμετάλλευσης Οθωμανικών Φάρων (Administration Générale des Phares de l'Empire Ottoman). Η ελληνική κυβέρνηση, ύστερα από διαπραγματεύσεις δύο ετών περίπου, κατέβαλε στη γαλλική εταιρεία αποζημίωση για τον προσεταιρισμό αυτών των φάρων.
Ο φάρος της Γραμβούσας καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής με την αιτιολογία ότι εκεί είχε εγκατασταθεί και λειτουργούσε ασύρματος που έδινε πληροφορίες στους Συμμάχους. Παρόμοια ήταν και η τύχη πολλών άλλων φάρων. Η απελευθέρωση βρήκε το ελληνικό φαρικό δίκτυο τελείως κατεστραμμένο και στο τέλος του 1944 λειτουργούσαν μόνο 28 φάροι και φανοί, οι 19 επιτηρούμενοι από φαροφύλακες.
Είναι γνωστό ότι οι πέτρινοι φάροι αποτελούν παραδοσιακά βιομηχανικά μνημεία με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική κατασκευή, εξακολουθούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, είναι συνδεδεμένοι με τη ναυτική παράδοση της Ελλάδος και αποτελούν σημείο αναφοράς για τους ναυτικούς. Ωστόσο ανάμεσα σε αυτούς που επισκευάστηκαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν συμπεριελήφθητε και ο φάρος της Γραμβούσας. Έτσι μας έχουν απομείνει λίγες προπολεμικές φωτογραφίες να μας θυμίζουν αυτόν τον φάρο που υπήρχε στο βορειοδυτικότερο άκρο της Κρήτης.
Στα λίγα, μόλις 70 χρόνια ζωής, ο φάρος της Γραμβούσας (φωτο ασπρόμαυρη) θα είχε πολλές ναυτικές ιστορίες να μας «πει», αλλά πρόλαβε και να μείνει στην Ιστορία καθώς στα «πόδια» του, εκεί στα ριζά του βράχου, συνέβη προπολεμικά ένα από τα πιο θερμά επεισόδια μεταξύ της φασιστικής Ιταλίας και της Ελλάδος.
Από το 1938 η στάση της Ρώμης ήταν πια απειλητική προς την χώρα μας, ενώ οι ιταλικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποιούσαν μικρές αρχικά προκλήσεις, στις οποίες περιλαμβανόταν η πτήση αεροσκαφών από ελληνικά εδάφη σε συνδυασμό με την ανίχνευση και κατασκόπευση των παράκτιων οχυρώσεων, των ορμητηρίων του στόλου με επίκεντρο τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Βασικός στόχος της αυτοκρατορικής νεορωμαϊκής διπλωματικής πολιτικής ήταν να αποδείξει τάχα την «μυστική» ελληνοβρετανική στρατιωτική συνεργασία.
Η αεροπορική επιδρομή
Η πρώτη πραγματικά θερμή πρόκληση εκδηλώθηκε στις 12 Ιουλίου 1940 και αφορούσε στην επίθεση ιταλικών αεροσκαφών κατά .....
.....του βοηθητικού πλοίου φαρικών απόστολων «Ωρίων», το οποίο ανεφοδίαζε το φάρο της Γραμβούσας. Η Ιταλία θα συνεχίσει με μία σειρά σοβαρών προκλήσεων κατά της Ελλάδας, οι οποίες ήσαν κανονικές επιθέσεις κατά των πλοίων του τότε Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού (ΒΝ) και αποκορύφωμα υπήρξε ο τορπιλισμός του πλοίου «Έλλη» στην Τήνο στις 15 Αυγούστου 1940.
Στη Γραμβούσα, τις πρωινές ώρες εκείνης της ημέρας, σμήνος τριών αεροσκαφών προσέβαλλε ανεπιτυχώς με βόμβες την περιοχή που βρισκόταν το πλοίο «Ωρίων», χωρίς ευτυχώς να προκληθούν άλλες ζημιές ή θύματα. Η επίθεση γνωστοποιήθηκε μέσω ραδιογραφήματος, με συνέπεια να διαταχθεί ο απόπλους του αντιτορπιλικού κλάσης Dardo «Ύδρα» (D97), το οποίο εκτελούσε χρέη πλοίου σκοπούντος, προς τη Γραμβούσα. Όταν το πλοίο έφθασε στην περιοχή (στις 10:00 το πρωί), δέχθηκε επίθεση από σμήνος ιταλικών αεροσκαφών, τα οποία πραγματοποίησαν δύο διελεύσεις ρίχνοντας βόμβες με στόχο τη βύθιση του «Ύδρα». Ο κυβερνήτης του αντιτορπιλικού αντιπλοίαρχος Πεζόπουλος αντιλήφθηκε εγκαίρως τις προθέσεις των αεροσκαφών και διέταξε βολή των αντιαεροπορικών, ενώ το πλοίο εκτέλεσε ελιγμούς αποφυγής βομβών. Τα ιταλικά αεροσκάφη δεν πέτυχαν το στόχο τους, ενώ κατά τη δεύτερη διέλευση το ελληνικό αντιτορπιλικό ήταν καλύτερα προετοιμασμένο, εκτελώντας εύστοχα αντιαεροπορικά πυρά, αναγκάζοντας έτσι τους Ιταλούς να σπάσουν τον σχηματισμό τους ενώ πετούσαν σε ύψος 500 μέτρων σύμφωνα με την αναφορά του κυβερνήτη του «Ύδρα». Το γεγονός αμφισβητήθηκε από το Αρχηγείο Στόλου καθώς οι Έλληνες επιτελείς θεώρησαν ότι τα ιταλικά αεροσκάφη θα έπρεπε να πετούσαν σε μεγαλύτερο ύψος, συνεκτιμώντας ότι το πλήρωμα του πλοίου δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει με σαφήνεια τον τύπο τους, καθώς και ότι οι βόμβες που ρίφθηκαν αστόχησαν.
Για να συμβάλλει στην αποκλιμάκωση της έντασης η ελληνική κυβέρνηση διέταξε την ανάκληση του «Ύδρα» και του «Ωρίων» τοποθετώντας μάλιστα στη θέση του κυβερνήτη μάχιμο αξιωματικό του ΒΝ. Ωστόσο, η κυβέρνηση ζήτησε από τον Α/ΓΕΝ να καλέσει τους ναυτικούς ακολούθους για να τους ενημερώσει για το συμβάν. Ο Ιταλός ακόλουθος αρνήθηκε βέβαια ότι η χώρα του είχε οποιαδήποτε σχέση με την επίθεση, ανέφερε όμως ότι, σε αντίθεση με τη διεθνή νομιμότητα, ένα βρετανικό πετρελαιοφόρο ανεφοδιαζόταν στη Γραμβούσα (!). Με τη συγκεκριμένη στάσης της η Ιταλία συντηρούσε τη φημολογία περί παραβίασης της ουδετερότητας μας προς όφελος της Βρετανίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου