Του Γιώργου Κορτσαλιουδάκη
Να ξεκινήσω από την ιδιαίτερα έξυπνη επιλογή του έργου από τους συντελεστές της «Πρόβας 4ώρου» μιας και το έργο «Ο Επιθεωρητής έρχεται» του Τζ. Πρίσλεϊ δεν «ανεβαίνει» συχνά στο θέατρο έτσι οι περισσότεροι από εμάς δύσκολα θα είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τον λόγο αυτού του «αιρετικού» μα συνάμα και προφητικού για την εποχή του (1894-1984) τόσο σημαντικού συγγραφέα.
Αν και γραμμένο το 1944 το έργο πραγματεύεται μία υπόθεση τραγικά επίκαιρη: Η αυτοκτονία μίας νεαρής κοπέλας και οι λόγοι που μπορεί να την οδήγησαν στο απονενοημένο της διάβημα φέρνουν έναν «εισβολέα» επιθεωρητή στην έπαυλη μίας εύπορης αγγλικής οικογένειας στην αγγλική επαρχία του 1912. Με την κλιμάκωση των ανακριτικών του ερωτημάτων ανασταίνει όλες τις επιμελώς ενταφιασμένες ενοχές της ομήγυρης και ανατρέπει συντριπτικά την ηρεμία της. Ο Πρίσλεϋ, πέραν της εκπληκτικής ιδέας του να υφάνει την πλοκή μιας αστυνομικής ιστορίας, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον, χρησιμοποιεί πανέξυπνα τον χρόνο, για να χαρακτηρίσει με εντονότερη αδρότητα τους ήρωες, την τάξη τους, την σκέψη τους το «είδος» τους, ώστε η γνώση του θεατή γι αυτούς, να τον κάνει πιο έξυπνο από τους ήρωες και πιο ικανό να τους καταλάβει.
Ο συγγραφέας όμως το κυριότερο παιχνίδι το παίζει με τους θεατές. Θα τους δημιουργήσει την εντύπωση ότι βλέπουν μια ίσια και καθαρή ιστορία, την οποία κατανοούν πλήρως, για να αρχίσει σε λίγο τις μεγάλες εκπλήξεις και τις ακόμα μεγαλύτερες ανατροπές, οι οποίες χρήσιμο είναι να μην αναφερθούν εδώ, ώστε να τις χαρούν οι μελλοντικοί θεατές χωρίς «προδοτικές» πληροφορίες.
Και πρέπει να υπάρξουν πολλοί θεατές που θα υποστηρίξουν την έντιμη και κοπιαστική δουλειά των συντελεστών της Ομάδας και του Φιλολογικού Συλλόγου Κισάμου που την στηρίζει, και έρθουν για πρώτη ίσως φορά σε επαφή με τον Πρίσλεϋ και το έργο του.
Η παράσταση που οργάνωσε ένας ικανός και έξυπνος σκηνοθέτης, ο Θανάσης Τριανταφύλλου, κρύβει τις δικές της εκπλήξεις, καθώς ο ίδιος λειτούργησε αφαιρετικά ώστε να μην πέσει στην παγίδα του διδακτισμού και του «ρεαλιστικού προσδιορισμού». Υπηρέτησε με σεβασμό το πρόταγμα του συγγραφέα τα ελαφρύνονται οι ρόλοι από το ψυχογραφικό βάρος και τα θεατρικά πρόσωπα να αποτελούν μάλλον κοινωνικά συμπτώματα παρά θεατρικές υπάρξεις.
Στην προσπάθειά του αυτή εύστοχα χρησιμοποίησε την μουσική που ο ίδιος επέλεξε, ενώ ευσταλείς σύμμαχοί του για να αναδειχθούν τα «εσωτερικά εφέ» της δραματουργίας του Πρίσλεϋ ήταν οι φωτισμοί που σχεδίασε η Μαρία Μπαλαντίνου και επιμελήθηκε μαζί με τον ήχο η Βίκυ Πέτσκου, καθώς και το σκηνικό που έστησε ο Θοδωρής Παρασκάκης, ο οποίος επιμελήθηκε και το πρόγραμμα.
Άψογα τα κοστούμια όλων των ρόλων με ιδιαίτερη αναφορά στις λεπτομέρειές τους και στην τέλεια εκτέλεσή τους και εξαιρετική (για μία ακόμη φορά) στην δουλειά της η κα Χρυσούλα Σαρτζετάκη- Περαθωράκη, όπως και οι κομμώσεις και βαφές (και όχι μόνο των γυναικείων ρόλων !!!) της κας Δέσποινας Καστανάκη, αλλά και το μακιγιάζ της Αφροδίτης Ράπτη.
Τα ατού της παράστασης ωστόσο ήταν οι ηθοποιοί της.
Ο Στάθης Παληάμπελος (Επιθεωρητής Γκουλ) ήταν ένας πολύ καλός επιθεωρητής και απέδωσε τον ρόλο με λιτότητα και στιβαρότητα σφραγισμένης εξωτερίκευσης, με ακρίβεια και φλέγμα και σχεδόν κέρδισε το στοίχημα του μεταφυσικού που αρχικά «ξενίζει» στην ερμηνεία του (όσοι δουν την παράσταση και το τέλος της θα με αντιληφθούν).
Ο Σπύρος Παππάς (Άρθουρ Μπέρλινγκ) έπαιζε τον πιο «δύσκολο» υποκριτικά- ρόλο του έργου και αντιμετώπισε με αυταπάρνηση τις ανισότητες του ρόλου, και πέρασε στο κοινό την ρητορική κενότητα και την ιλαρότητα του αγέρωχου πλουτοκράτη.
Δίπλα τους η Ινώ Γεωργακάκη (Σύμπιλ Μπέρλινγκ), έδειξε την ικανότητα και άνεσή της να συνθέτει αντίθετα στοιχεία σε έναν ρόλο, υπολογίζοντας με μέτρο τις δόσεις συναισθήματος και ωμού ρεαλισμού και απέδωσε με καθαρότητα και σκηνική έμφαση τον αριστοκρατικό καταρρέοντα καθωσπρεπισμό.
Από τις καλύτερες παρουσίες της παράστασης αυτή της Αφροδίτης Ράπτη (Σήλα Μπέρλινγκ), η οποία έδειξε φρεσκάδα, υποκριτικό ταλέντο και είχε δύναμη και ακρίβεια.
Ο Χάρης Κοκολάκης (Τζέραλντ Κροφτ) τόνισε με κομψότητα τον «αγγλισμό» του ρόλου και, χωρίς περιττές εξωτερικές πόζες, καταδύθηκε τολμηρά στην εσωτερικότητα και τις ασύμμετρες για την πλοκή του έργου λειτουργίες του ρόλου του.
Ο Θοδωρής Παρασχάκης (Έρικ Μπέρλινγκ) σε μία από τις ευτυχείς στιγμές του στην πορεία του στην Ομάδα, «κούμπωσε» με την ερμηνεία του στο καλούπι του ρόλου του και με θαρραλέες εξάρσεις αλλά και με σοβαρότητα και αξιοπρέπεια αποκάλυψε επί σκηνής τον ιδιαίτερο ψυχισμό του ήρωα που υποδύθηκε «καθάροντας» τον με μεστή ερμηνεία.
Η Αργυρώ Χαραλαμπάκη (Υπηρέτρια ) ήταν πολύ καλή και συνεπέστατη κινησιολογικά στις απαιτήσεις του ρόλου της .
Ανεπιφύλακτα αξίζει να τον δείτε τον «Επιθεωρητή» για να χαρείτε την εξυπνάδα του Πρίσλεϋ και τις υπέροχες θεατρικές ανατροπές του στην παράσταση που με πολύ μεράκι έστησαν τα μέλη της Πρόβας 4ώρου.
Να μην παραλείψω να αναφερθώ στο περιεκτικό και ενδιαφέρον κείμενο του προγράμματος που επιμελήθηκε η κα Ελένη Γεωργακάκη.
Και όπως εύστοχα σημειώνει (αναφερόμενος στο εν λόγω έργο) ο γνωστός για τους κινηματογραφικούς του ρόλους Νέστορας Μάτσας «Ίσως για μίαν ακόμη φορά κοιτάζοντας έντιμα τον βίο και την πολιτεία μας, να αισθανθούμε πραγματικά ότι είμαστε όλοι ένοχοι σε τούτον τον παράλογο κόσμο».
Σημ. Οι παραστάσεις συνεχίζονται στον κλιματιζόμενο χώρο εκδηλώσεων του Δημαρχείου Κισάμου στις 19,20,21 και 22 Ιουνίου και ώρα 21.00.
Να ξεκινήσω από την ιδιαίτερα έξυπνη επιλογή του έργου από τους συντελεστές της «Πρόβας 4ώρου» μιας και το έργο «Ο Επιθεωρητής έρχεται» του Τζ. Πρίσλεϊ δεν «ανεβαίνει» συχνά στο θέατρο έτσι οι περισσότεροι από εμάς δύσκολα θα είχαν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τον λόγο αυτού του «αιρετικού» μα συνάμα και προφητικού για την εποχή του (1894-1984) τόσο σημαντικού συγγραφέα.
Αν και γραμμένο το 1944 το έργο πραγματεύεται μία υπόθεση τραγικά επίκαιρη: Η αυτοκτονία μίας νεαρής κοπέλας και οι λόγοι που μπορεί να την οδήγησαν στο απονενοημένο της διάβημα φέρνουν έναν «εισβολέα» επιθεωρητή στην έπαυλη μίας εύπορης αγγλικής οικογένειας στην αγγλική επαρχία του 1912. Με την κλιμάκωση των ανακριτικών του ερωτημάτων ανασταίνει όλες τις επιμελώς ενταφιασμένες ενοχές της ομήγυρης και ανατρέπει συντριπτικά την ηρεμία της. Ο Πρίσλεϋ, πέραν της εκπληκτικής ιδέας του να υφάνει την πλοκή μιας αστυνομικής ιστορίας, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον, χρησιμοποιεί πανέξυπνα τον χρόνο, για να χαρακτηρίσει με εντονότερη αδρότητα τους ήρωες, την τάξη τους, την σκέψη τους το «είδος» τους, ώστε η γνώση του θεατή γι αυτούς, να τον κάνει πιο έξυπνο από τους ήρωες και πιο ικανό να τους καταλάβει.
Ο συγγραφέας όμως το κυριότερο παιχνίδι το παίζει με τους θεατές. Θα τους δημιουργήσει την εντύπωση ότι βλέπουν μια ίσια και καθαρή ιστορία, την οποία κατανοούν πλήρως, για να αρχίσει σε λίγο τις μεγάλες εκπλήξεις και τις ακόμα μεγαλύτερες ανατροπές, οι οποίες χρήσιμο είναι να μην αναφερθούν εδώ, ώστε να τις χαρούν οι μελλοντικοί θεατές χωρίς «προδοτικές» πληροφορίες.
Και πρέπει να υπάρξουν πολλοί θεατές που θα υποστηρίξουν την έντιμη και κοπιαστική δουλειά των συντελεστών της Ομάδας και του Φιλολογικού Συλλόγου Κισάμου που την στηρίζει, και έρθουν για πρώτη ίσως φορά σε επαφή με τον Πρίσλεϋ και το έργο του.
Η παράσταση που οργάνωσε ένας ικανός και έξυπνος σκηνοθέτης, ο Θανάσης Τριανταφύλλου, κρύβει τις δικές της εκπλήξεις, καθώς ο ίδιος λειτούργησε αφαιρετικά ώστε να μην πέσει στην παγίδα του διδακτισμού και του «ρεαλιστικού προσδιορισμού». Υπηρέτησε με σεβασμό το πρόταγμα του συγγραφέα τα ελαφρύνονται οι ρόλοι από το ψυχογραφικό βάρος και τα θεατρικά πρόσωπα να αποτελούν μάλλον κοινωνικά συμπτώματα παρά θεατρικές υπάρξεις.
Στην προσπάθειά του αυτή εύστοχα χρησιμοποίησε την μουσική που ο ίδιος επέλεξε, ενώ ευσταλείς σύμμαχοί του για να αναδειχθούν τα «εσωτερικά εφέ» της δραματουργίας του Πρίσλεϋ ήταν οι φωτισμοί που σχεδίασε η Μαρία Μπαλαντίνου και επιμελήθηκε μαζί με τον ήχο η Βίκυ Πέτσκου, καθώς και το σκηνικό που έστησε ο Θοδωρής Παρασκάκης, ο οποίος επιμελήθηκε και το πρόγραμμα.
Άψογα τα κοστούμια όλων των ρόλων με ιδιαίτερη αναφορά στις λεπτομέρειές τους και στην τέλεια εκτέλεσή τους και εξαιρετική (για μία ακόμη φορά) στην δουλειά της η κα Χρυσούλα Σαρτζετάκη- Περαθωράκη, όπως και οι κομμώσεις και βαφές (και όχι μόνο των γυναικείων ρόλων !!!) της κας Δέσποινας Καστανάκη, αλλά και το μακιγιάζ της Αφροδίτης Ράπτη.
Τα ατού της παράστασης ωστόσο ήταν οι ηθοποιοί της.
Ο Στάθης Παληάμπελος (Επιθεωρητής Γκουλ) ήταν ένας πολύ καλός επιθεωρητής και απέδωσε τον ρόλο με λιτότητα και στιβαρότητα σφραγισμένης εξωτερίκευσης, με ακρίβεια και φλέγμα και σχεδόν κέρδισε το στοίχημα του μεταφυσικού που αρχικά «ξενίζει» στην ερμηνεία του (όσοι δουν την παράσταση και το τέλος της θα με αντιληφθούν).
Ο Σπύρος Παππάς (Άρθουρ Μπέρλινγκ) έπαιζε τον πιο «δύσκολο» υποκριτικά- ρόλο του έργου και αντιμετώπισε με αυταπάρνηση τις ανισότητες του ρόλου, και πέρασε στο κοινό την ρητορική κενότητα και την ιλαρότητα του αγέρωχου πλουτοκράτη.
Δίπλα τους η Ινώ Γεωργακάκη (Σύμπιλ Μπέρλινγκ), έδειξε την ικανότητα και άνεσή της να συνθέτει αντίθετα στοιχεία σε έναν ρόλο, υπολογίζοντας με μέτρο τις δόσεις συναισθήματος και ωμού ρεαλισμού και απέδωσε με καθαρότητα και σκηνική έμφαση τον αριστοκρατικό καταρρέοντα καθωσπρεπισμό.
Από τις καλύτερες παρουσίες της παράστασης αυτή της Αφροδίτης Ράπτη (Σήλα Μπέρλινγκ), η οποία έδειξε φρεσκάδα, υποκριτικό ταλέντο και είχε δύναμη και ακρίβεια.
Ο Χάρης Κοκολάκης (Τζέραλντ Κροφτ) τόνισε με κομψότητα τον «αγγλισμό» του ρόλου και, χωρίς περιττές εξωτερικές πόζες, καταδύθηκε τολμηρά στην εσωτερικότητα και τις ασύμμετρες για την πλοκή του έργου λειτουργίες του ρόλου του.
Ο Θοδωρής Παρασχάκης (Έρικ Μπέρλινγκ) σε μία από τις ευτυχείς στιγμές του στην πορεία του στην Ομάδα, «κούμπωσε» με την ερμηνεία του στο καλούπι του ρόλου του και με θαρραλέες εξάρσεις αλλά και με σοβαρότητα και αξιοπρέπεια αποκάλυψε επί σκηνής τον ιδιαίτερο ψυχισμό του ήρωα που υποδύθηκε «καθάροντας» τον με μεστή ερμηνεία.
Η Αργυρώ Χαραλαμπάκη (Υπηρέτρια ) ήταν πολύ καλή και συνεπέστατη κινησιολογικά στις απαιτήσεις του ρόλου της .
Ανεπιφύλακτα αξίζει να τον δείτε τον «Επιθεωρητή» για να χαρείτε την εξυπνάδα του Πρίσλεϋ και τις υπέροχες θεατρικές ανατροπές του στην παράσταση που με πολύ μεράκι έστησαν τα μέλη της Πρόβας 4ώρου.
Να μην παραλείψω να αναφερθώ στο περιεκτικό και ενδιαφέρον κείμενο του προγράμματος που επιμελήθηκε η κα Ελένη Γεωργακάκη.
Και όπως εύστοχα σημειώνει (αναφερόμενος στο εν λόγω έργο) ο γνωστός για τους κινηματογραφικούς του ρόλους Νέστορας Μάτσας «Ίσως για μίαν ακόμη φορά κοιτάζοντας έντιμα τον βίο και την πολιτεία μας, να αισθανθούμε πραγματικά ότι είμαστε όλοι ένοχοι σε τούτον τον παράλογο κόσμο».
Σημ. Οι παραστάσεις συνεχίζονται στον κλιματιζόμενο χώρο εκδηλώσεων του Δημαρχείου Κισάμου στις 19,20,21 και 22 Ιουνίου και ώρα 21.00.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου