Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθ. 44 παρ. 2 εδ. β'), δημοψήφισμα δεν μπορεί να προκηρυχθεί, με απόφαση των τριών πέμπτων του συνόλου των βουλευτών, για "ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα" εφόσον αυτά είναι "δημοσιονομικά". Ο λόγος είναι προφανής: σε δημοσιονομικά θέματα, ο συνταγματικός νομοθέτης θέλησε να είναι κυρίαρχη η Βουλή και να μην μπορεί αυτή να αποπέμψει την πολιτική ευθύνη από πάνω της μεταθέτοντας τις αποφάσεις στο εκλογικό σώμα. Ωστόσο, δημοψήφισμα μπορεί να προκηρυχθεί "για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου" (άρθ. 44 παρ. 2 εδ. α'), δηλαδή όταν δεν έχει μεσολαβήσει ψήφιση νομοσχεδίου απ' την Βουλή.
Όμως, η νομολογιακή ερμηνεία των συγκεκριμένων διατάξεων δεν υπάρχει, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει γίνει ποτέ δημοψήφισμα στην Γ' Ελληνική Δημοκρατία, ενώ, δεδομένης της ελλείψεως Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Ελλάδα, η πλήρωση ή όχι των ανωτέρω προϋποθέσεων για την προκήρυξη δημοψηφίσματος παραμένει νομικά (όχι πολιτικά) ανέλεγκτη στην ελληνική έννομη τάξη.
Τέλος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί πια, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, να αρνηθεί να υπογράψει προεδρικό διάταγμα προκήρυξης δημοψηφίσματος διότι η πολιτική ευθύνη ανήκει στον προσυπογράφοντα το προεδρικό διάταγμα (στην περίπτωση δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο στον Πρόεδρο της Βουλής, σύμφωνα με το άρθ. 35 παρ. 3, ενώ στην περίπτωση δημοψηφίσματος για "κρίσιμο εθνικό θέμα", στον "αρμόδιο Υπουργό", ήτοι στους υπουργούς εσωτερικών και δικαιοσύνης, σύμφωνα με το άρθ. 35 παρ. 1 του Συντάγματος). Αυτή η αρμοδιότητα, η οποία αποψιλώθηκε με την αναθεώρηση του 1986, θα δινόταν στον ΠτΔ αν δεν απαιτείτο προσυπογραφή του προεδρικού διατάγματος.
Υ.Σ Τα άνωθι επισημαίνει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών.
από την σελίδα της Ιωάννας
Όμως, η νομολογιακή ερμηνεία των συγκεκριμένων διατάξεων δεν υπάρχει, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει γίνει ποτέ δημοψήφισμα στην Γ' Ελληνική Δημοκρατία, ενώ, δεδομένης της ελλείψεως Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Ελλάδα, η πλήρωση ή όχι των ανωτέρω προϋποθέσεων για την προκήρυξη δημοψηφίσματος παραμένει νομικά (όχι πολιτικά) ανέλεγκτη στην ελληνική έννομη τάξη.
Τέλος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί πια, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1986, να αρνηθεί να υπογράψει προεδρικό διάταγμα προκήρυξης δημοψηφίσματος διότι η πολιτική ευθύνη ανήκει στον προσυπογράφοντα το προεδρικό διάταγμα (στην περίπτωση δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο στον Πρόεδρο της Βουλής, σύμφωνα με το άρθ. 35 παρ. 3, ενώ στην περίπτωση δημοψηφίσματος για "κρίσιμο εθνικό θέμα", στον "αρμόδιο Υπουργό", ήτοι στους υπουργούς εσωτερικών και δικαιοσύνης, σύμφωνα με το άρθ. 35 παρ. 1 του Συντάγματος). Αυτή η αρμοδιότητα, η οποία αποψιλώθηκε με την αναθεώρηση του 1986, θα δινόταν στον ΠτΔ αν δεν απαιτείτο προσυπογραφή του προεδρικού διατάγματος.
Υ.Σ Τα άνωθι επισημαίνει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών.
από την σελίδα της Ιωάννας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου