Πρός:
Τόν Ἱερό Κλῆρο, τίς Μοναστικές Ἀδελφότητες
καί τόν εὐσεβῆ καί φιλόθεο λαό
τῶν Ἐπαρχιῶν Κισάμου καί Σελίνου.
«…Μέρα εἶναι Ἀγάπης• Ἅδης ἐνικήθη•
[….]Ὅταν ἡ Πύλη ἀκούστηκε νὰ σπάει,
τί χλαλοὴ στὸν κάτου κόσμο ἐγίνη!
Χαίρεται μέσα ἡ ἄβυσσο καὶ ἀσπρίζει•
ὁ περασμὸς τοῦ Λυτρωτῆ σφυρίζει».
(Διονύσιος Σολωμός)
Φωτόμορφα καί εὐλογημένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας μας,
Γεμίζει φῶς, γεμίζει ζωή ὁ κόσμος ὅλος, τήν λαμπροφόρο αὐτή ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως καθώς, «ὁ Ἅδης ἐπικράνθη. Χριστός Ἀνέστη», ὅπως διαλαλεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν Κατηχητικό του λόγο. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας δέν εἶναι μόνον τό πιό μεγάλο, τό κορυφαῖο γεγονός τῆς χριστιανοσύνης, εἶναι ἡ βάση τῆς πίστεώς μας• ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος της, τό ἀταλάντευτο θεμέλιο τῆς ζωῆς μας• θεμέλιο τῆς χριστιανοσύνης καί κάθε χριστιανοῦ. Καί τοῦτο συμβαίνει γιατί Χριστιανισμός χωρίς πίστη στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί χωρίς προσδοκία τῆς κοινῆς Ἀνάστασης δέν ὑπάρχει. «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν» τό θεμέλιο τῆς πίστεώς μας. Ὁ δέ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει «Εἰ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται ματαία ἡ πίστις ὑμῶν ἔτι ἔστε» (Κορ. Α΄, 18), πού σημαίνει: «Ἄν ὁ Χριστός δέν ἀναστηνόταν, ἡ πίστη μας θά ἦταν μάταιη». Τήν ἀναστάσιμη αὐτή ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μαρτυρεῖ καί ὁ Ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης: «Ἐγώ, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ “βλέπω” ἀνθρώπους κεκοιμημένους νά ζοῦν καί νά χαίρονται μέσα στό φῶς. Εἶναι πολύ ὄμορφη ἡ ἄλλη ζωή», βεβαιώνει μέσα ἀπό τήν ἁγιοπνευματική του ἐμπειρία καί κατάσταση. Πίστη στήν Ἀνάσταση πού, εἶναι ἀλήθεια, δέν εἶναι εὔκολη, οὔτε εὔκολο νά κατανοηθεῖ μέ τήν λογική τοῦ κόσμου ἐτούτου.
Ὅμως, ἀγαπημένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας μας, καλούμαστε νά ζήσουμε, νά ζοῦμε καί νά τρεφόμαστε ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σέ ἕναν κόσμο πληγωμένο, καταρρακωμένο, κατακερματισμένο. Ἕναν κόσμο ὅπου κυριαρχεῖ ἡ δύναμη τοῦ ἰσχυροῦ, ἡ ἀδικία τῆς καταδυνάστευσης• ἕναν κόσμο ὅπου τό δίκαιο θυσιάζεται στά συμφέροντα τῶν ὀλίγων, ἡ ἀλήθεια παραμορφώνεται, ἡ ζωή εὐτελίζεται, ἡ βία, σέ πολλές μορφές της, προβάλλεται ὡς τρόπος ζωῆς• οἱ ἀξίες, τά ἰδανικά καί τά πιστεύω στά ἱερά καί τά ὅσια τοῦ Γένους καί τῆς Φυλῆς χλευάζονται, ἐμπαίζονται, λοιδοροῦνται. Σέ ἕναν κόσμο ὅπου χάνουμε τό θάρρος μας, ἡ χαρά μᾶς διαφεύγει, στερεύει ἡ ἐλπίδα μας• ἕναν κόσμο ὅπου προσποιούμαστε ὅτι ζοῦμε ζωές πού δέν ὑπάρχουν, πολλά σβησμένα φῶτα μέσα μας, βαθύ τό σκοτάδι τῆς καρδιᾶς μας. Ἕναν κόσμο, δηλαδή, ὅπου σφραγίζουμε τόν Χριστό στό μνῆμα τῆς ψυχῆς μας, χωρίς νά θέλουμε νά κυλήσουμε τόν λίθο, καθώς Τόν προτιμοῦμε νεκρό. Ὑπάρχουν πολλά πού μᾶς κάνουν νά φοβόμαστε, πού μᾶς τρομάζουν. Πολλά πού μᾶς κάνουν νά ἀπελπιζόμαστε, νά ἀπογοητευόμαστε.
Μέσα σέ αὐτή τήν ζοφερή πραγματικότητα πού μᾶς περιβάλλει, μέσα στό πηχτό σκοτάδι πού στοιχειώνει τίς ζωές καί τόν κόσμο, «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός» ἡ βεβαιότητα τῆς Ἀνάστασης, ἡ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων, ἡ ἀλήθεια τῆς ἱστορίας καί τῶν αἰώνων. Τό φῶς τοῦ Πάσχα διαπερνᾶ, νικᾶ τό σκοτάδι. Ἐπειδή τοῦ Χριστοῦ ὁ τάφος εἶναι ἄδειος, οἱ καρδιές μας εἶναι γεμάτες. Γεμίζουν μέ φῶς, ἐλπίδα, χαρά καί ζωή. Ὄχι πρόσκαιρα καί συναισθηματικά, ἀλλά αἰώνια, ἀτελεύτητα, πού σημαίνει ζωή μέ ἀξία, ζωή μέ ἀντίκρισμα στήν αἰωνιότητα. Καί τοῦτο συμβαίνει γιατί ὅλα ὅσα προσπαθοῦν νά ἀρνηθοῦν τόν Θεό δέν ἔχουν μέλλον. Ὅλα ὅμως ὅσα μετέχουν τῆς Ἀναστημένης ζωῆς τοῦ Χριστοῦ εἶναι αἰώνια. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ἐκκλησία. «Ἀσταμάτητη καί ἀτέρμονη ἐπέκταση ἑνός γεγονότος, ἑνός δεδομένου, τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ», σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος συμπληρώνει: «Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀνατροπή, ἡ πρώτη ριζοσπαστική ἐπανάσταση στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτή ξεχώρισε τήν ἱστορία σέ δύο μέρη• στό πρῶτο μέρος κυριαρχοῦσε τό σύνθημα: Ὁ θάνατος εἶναι ἀναγκαιότητα. Στό δεύτερο μέρος ἀρχίζει νά κυριαρχεῖ τό σύνθημα: Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἀναγκαιότητα, ἡ ἀθανασία εἶναι ἀναγκαιότητα. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἡ νεροδεσιά τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Μέχρις Αὐτόν, (τόν Χριστό) ἡ ἀληθινή πρόοδος ἦταν ἀδύνατη, μετά Αὐτόν γίνεται δυνατή». Ἡ Ἀνάσταση, συνεπῶς, γεμίζει τίς ἄδειες ἀπό δύναμη καί πίστη ψυχές. Πίστη καί δύναμη ἀνέσπερη, ἀληθινή, πραγματική, ἄληκτη. Πίστη καί δύναμη πού νικᾶ τόν θάνατο καί ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο.
Μέ αὐτή τήν δύναμη καί αὐτή τήν πίστη τῆς Ἀνάστασης, ἄς γεμίσουμε τίς ψυχές καί τίς καρδιές μας ὅλοι: μικροί, μεγάλοι. Γιά νά ἀναστηθοῦν οἱ ἀγαθοί πόθοι μας, οἱ ἱερές ἐπιθυμίες μας καί οἱ ἅγιες προσδοκίες μας. Τό ἄγγελμα τοῦ Πάσχα ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας καί ἀφορᾶ ὅλους μας. «Μή φοβᾶσαι, Ἀνέστη ὁ Κύριος!».
Ἀναστημένη καί ἀναστάσιμη πάντοτε ἡ ζωή μας,
λουσμένη ἀπό τό ἀνέσπερο Φῶς τοῦ Κενοῦ Μνημείου.
Μέ ἀναστάσιμους ἀσπασμούς ἀγάπης πολλῆς,
Ὁ Ἐπίσκοπός σας καί πνευματικός σας πατέρας,
† Ὁ Κισάμου & Σελίνου
ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ
Τόν Ἱερό Κλῆρο, τίς Μοναστικές Ἀδελφότητες
καί τόν εὐσεβῆ καί φιλόθεο λαό
τῶν Ἐπαρχιῶν Κισάμου καί Σελίνου.
«…Μέρα εἶναι Ἀγάπης• Ἅδης ἐνικήθη•
[….]Ὅταν ἡ Πύλη ἀκούστηκε νὰ σπάει,
τί χλαλοὴ στὸν κάτου κόσμο ἐγίνη!
Χαίρεται μέσα ἡ ἄβυσσο καὶ ἀσπρίζει•
ὁ περασμὸς τοῦ Λυτρωτῆ σφυρίζει».
(Διονύσιος Σολωμός)
Φωτόμορφα καί εὐλογημένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας μας,
Γεμίζει φῶς, γεμίζει ζωή ὁ κόσμος ὅλος, τήν λαμπροφόρο αὐτή ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως καθώς, «ὁ Ἅδης ἐπικράνθη. Χριστός Ἀνέστη», ὅπως διαλαλεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν Κατηχητικό του λόγο. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας δέν εἶναι μόνον τό πιό μεγάλο, τό κορυφαῖο γεγονός τῆς χριστιανοσύνης, εἶναι ἡ βάση τῆς πίστεώς μας• ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος της, τό ἀταλάντευτο θεμέλιο τῆς ζωῆς μας• θεμέλιο τῆς χριστιανοσύνης καί κάθε χριστιανοῦ. Καί τοῦτο συμβαίνει γιατί Χριστιανισμός χωρίς πίστη στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί χωρίς προσδοκία τῆς κοινῆς Ἀνάστασης δέν ὑπάρχει. «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν» τό θεμέλιο τῆς πίστεώς μας. Ὁ δέ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύσσει «Εἰ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται ματαία ἡ πίστις ὑμῶν ἔτι ἔστε» (Κορ. Α΄, 18), πού σημαίνει: «Ἄν ὁ Χριστός δέν ἀναστηνόταν, ἡ πίστη μας θά ἦταν μάταιη». Τήν ἀναστάσιμη αὐτή ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μαρτυρεῖ καί ὁ Ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης: «Ἐγώ, μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ “βλέπω” ἀνθρώπους κεκοιμημένους νά ζοῦν καί νά χαίρονται μέσα στό φῶς. Εἶναι πολύ ὄμορφη ἡ ἄλλη ζωή», βεβαιώνει μέσα ἀπό τήν ἁγιοπνευματική του ἐμπειρία καί κατάσταση. Πίστη στήν Ἀνάσταση πού, εἶναι ἀλήθεια, δέν εἶναι εὔκολη, οὔτε εὔκολο νά κατανοηθεῖ μέ τήν λογική τοῦ κόσμου ἐτούτου.
Ὅμως, ἀγαπημένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας μας, καλούμαστε νά ζήσουμε, νά ζοῦμε καί νά τρεφόμαστε ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σέ ἕναν κόσμο πληγωμένο, καταρρακωμένο, κατακερματισμένο. Ἕναν κόσμο ὅπου κυριαρχεῖ ἡ δύναμη τοῦ ἰσχυροῦ, ἡ ἀδικία τῆς καταδυνάστευσης• ἕναν κόσμο ὅπου τό δίκαιο θυσιάζεται στά συμφέροντα τῶν ὀλίγων, ἡ ἀλήθεια παραμορφώνεται, ἡ ζωή εὐτελίζεται, ἡ βία, σέ πολλές μορφές της, προβάλλεται ὡς τρόπος ζωῆς• οἱ ἀξίες, τά ἰδανικά καί τά πιστεύω στά ἱερά καί τά ὅσια τοῦ Γένους καί τῆς Φυλῆς χλευάζονται, ἐμπαίζονται, λοιδοροῦνται. Σέ ἕναν κόσμο ὅπου χάνουμε τό θάρρος μας, ἡ χαρά μᾶς διαφεύγει, στερεύει ἡ ἐλπίδα μας• ἕναν κόσμο ὅπου προσποιούμαστε ὅτι ζοῦμε ζωές πού δέν ὑπάρχουν, πολλά σβησμένα φῶτα μέσα μας, βαθύ τό σκοτάδι τῆς καρδιᾶς μας. Ἕναν κόσμο, δηλαδή, ὅπου σφραγίζουμε τόν Χριστό στό μνῆμα τῆς ψυχῆς μας, χωρίς νά θέλουμε νά κυλήσουμε τόν λίθο, καθώς Τόν προτιμοῦμε νεκρό. Ὑπάρχουν πολλά πού μᾶς κάνουν νά φοβόμαστε, πού μᾶς τρομάζουν. Πολλά πού μᾶς κάνουν νά ἀπελπιζόμαστε, νά ἀπογοητευόμαστε.
Μέσα σέ αὐτή τήν ζοφερή πραγματικότητα πού μᾶς περιβάλλει, μέσα στό πηχτό σκοτάδι πού στοιχειώνει τίς ζωές καί τόν κόσμο, «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός» ἡ βεβαιότητα τῆς Ἀνάστασης, ἡ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων, ἡ ἀλήθεια τῆς ἱστορίας καί τῶν αἰώνων. Τό φῶς τοῦ Πάσχα διαπερνᾶ, νικᾶ τό σκοτάδι. Ἐπειδή τοῦ Χριστοῦ ὁ τάφος εἶναι ἄδειος, οἱ καρδιές μας εἶναι γεμάτες. Γεμίζουν μέ φῶς, ἐλπίδα, χαρά καί ζωή. Ὄχι πρόσκαιρα καί συναισθηματικά, ἀλλά αἰώνια, ἀτελεύτητα, πού σημαίνει ζωή μέ ἀξία, ζωή μέ ἀντίκρισμα στήν αἰωνιότητα. Καί τοῦτο συμβαίνει γιατί ὅλα ὅσα προσπαθοῦν νά ἀρνηθοῦν τόν Θεό δέν ἔχουν μέλλον. Ὅλα ὅμως ὅσα μετέχουν τῆς Ἀναστημένης ζωῆς τοῦ Χριστοῦ εἶναι αἰώνια. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ἐκκλησία. «Ἀσταμάτητη καί ἀτέρμονη ἐπέκταση ἑνός γεγονότος, ἑνός δεδομένου, τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ», σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος συμπληρώνει: «Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀνατροπή, ἡ πρώτη ριζοσπαστική ἐπανάσταση στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτή ξεχώρισε τήν ἱστορία σέ δύο μέρη• στό πρῶτο μέρος κυριαρχοῦσε τό σύνθημα: Ὁ θάνατος εἶναι ἀναγκαιότητα. Στό δεύτερο μέρος ἀρχίζει νά κυριαρχεῖ τό σύνθημα: Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἀναγκαιότητα, ἡ ἀθανασία εἶναι ἀναγκαιότητα. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἡ νεροδεσιά τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Μέχρις Αὐτόν, (τόν Χριστό) ἡ ἀληθινή πρόοδος ἦταν ἀδύνατη, μετά Αὐτόν γίνεται δυνατή». Ἡ Ἀνάσταση, συνεπῶς, γεμίζει τίς ἄδειες ἀπό δύναμη καί πίστη ψυχές. Πίστη καί δύναμη ἀνέσπερη, ἀληθινή, πραγματική, ἄληκτη. Πίστη καί δύναμη πού νικᾶ τόν θάνατο καί ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο.
Μέ αὐτή τήν δύναμη καί αὐτή τήν πίστη τῆς Ἀνάστασης, ἄς γεμίσουμε τίς ψυχές καί τίς καρδιές μας ὅλοι: μικροί, μεγάλοι. Γιά νά ἀναστηθοῦν οἱ ἀγαθοί πόθοι μας, οἱ ἱερές ἐπιθυμίες μας καί οἱ ἅγιες προσδοκίες μας. Τό ἄγγελμα τοῦ Πάσχα ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας καί ἀφορᾶ ὅλους μας. «Μή φοβᾶσαι, Ἀνέστη ὁ Κύριος!».
Ἀναστημένη καί ἀναστάσιμη πάντοτε ἡ ζωή μας,
λουσμένη ἀπό τό ἀνέσπερο Φῶς τοῦ Κενοῦ Μνημείου.
Μέ ἀναστάσιμους ἀσπασμούς ἀγάπης πολλῆς,
Ὁ Ἐπίσκοπός σας καί πνευματικός σας πατέρας,
† Ὁ Κισάμου & Σελίνου
ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου