Η γραφή του χρόνου.
Γράφει η Ευτυχία Δεσποτάκη
Γραφή 2
Το τελευταίο βιβλίο του πολυγραφότατου κ. Νίκου Βαβουλέ είναι μια άλλη γραφή χρόνου. Ένα βιβλίο γραμμένο με πολύ ευαισθησία και πόνο ψυχής, αφιέρωμα σε κείνους που χάθηκαν, Χανιώτες και μη σε μια ορισμένη χρονική περίοδο, που ένα μεγάλο ιστορικό γεγονός διαδραματίστηκε στην Κρήτη. Στην πιο παράξενη μάχη, όπως χαρακτήριστηκε η «Μάχη της Κρήτης». Το βιβλίο δεν είναι ιστορία, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας του αναφέρει.
Είναι απλά ένας μνημόσυνος λόγος για όλους αυτούς, που από το 1941- 1945 χάθηκαν και δε στάθηκαν τυχεροί να χαρούν τον κόσμο για τον οποίο αγωνίστηκαν. Προερχόμενος από τις τάξεις του στρατού, ανώτατος αξιωματικός, ο μηχανικός κ. Βαβουλές και έχοντας άμεση σχέση με το πολεμικό γεγονός, αλλά και επίγνωση για το θάνατο που παραμονεύει σε κάθε μάχη δίκαιη ή άδικη, εκφράζει το παράπονο γιατί για τους χιλιάδες αυτούς νεκρούς δεν υπήρξε ένα επίσημο μνημείο αντίστοιχο εκείνου του γερμανικού νεκροταφείου του Μάλεμε, ή του συμμαχικού νεκροταφείου στη Σούδα.
Έτσι νιώθοντας επιτακτική την ανάγκη ...
..να καταγραφούν τα ονόματα όλων των νεκρών της Μάχης της Κρήτης και της μετέπειτα κατοχής, ώστε να γίνει υπόμνηση στους νεώτερους, μπαίνει σε αυτό τον αγώνα της συγκέντρωσης πληροφοριών.
Με πολύ δυσκολία υπογραμμίζει λόγω της ασυμφωνίας των πηγών κατάφερε να συγκεντρώσει περίπου 2500 χιλιάδες ονόματα Χανιωτών και ξένων πολιτών και Χανιωτών εκτός νομού νεκρών.
Αυτά τα ονόματα, συντεταγμένα σε καταλόγους, κατά κατηγορία, αποτελούν και το κύριο περιεχόμενο του βιβλίου το οποίο τιτλοφορεί «Εις μνημόσυνον αιώνιον» και σε μια καλαίσθητη έκδοση εξέδωσαν οι εκδόσεις «Έρεισμα». Κατατοπιστικές εισαγωγές για τα ιστορικά γεγονότα διευκολύνουν τον αναγνώστη, τον εισάγουν στη φρίκη της εποχής και στον προβληματισμό του γιατί. .Εκατόμβες οι νεκροί: Πεσόντες στις μάχες, εκτελεσθέντες ,θανόντες στην ομηρία, εκπαιδευτικοί κληρικοί, πρόεδροι κοινοτήτων, άνδρες γυναίκες, έλληνες στρατιωτικοί, Βρετανοί, Γερμανοί, Ιταλοί, Σοβιετικοί, οι Εβραίοι του Τάναϊς που τους έπνιξαν στα ανοιχτά. Θάνατος παντού.
Μια σειρά από φωτογραφίες ταπεινών μνημείων που η ευγνωμοσύνη των κατοίκων για τους πεσόντες ή συλλόγων κάθε κοινότητος ανήγειρε παρατίθεται και εμπλουτίζει τις σελίδες του βιβλίου.
Η καταχώριση των ονομάτων αυτών αποσκοπεί στην ανάκληση στη μνήμη των βία θανόντων στην τότε Μάχη, γιατί με πάθος υπερασπίστηκαν τη γη που αγαπούσαν,τις ελιές και τα αμπέλια τους, τις πατρογονικές κληρονομιές τους ,αγνοώντας νόμους και συμβάσεις ,κάνοντας υποσυνείδητα πράξη την άποψη του Θουκυδίδη: «Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δε ελεύθερον, το εύψυχον»,που σημαίνει: Η ευτυχία είναι ελευθερία, η δε ελευθερία είναι γενναιότητα.
Και μη μας διαφεύγει ότι η τιμή στους νεκρούς και η μνήμη είναι χρέος και πολιτισμός, γιατί και όταν φεύγουν δεν παύουν να έχουν θέση στην ψυχή και το νού μας και να μας οδηγούν ανεπαισθήτως πως…όπως διατυπώνει και ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος σε ένα από τα Λινοτράγουδα της πικρής πατρίδας
Το σπίτι αυτό πως θα κτιστεί
Τις πόρτες ποιος θα βάλει;
Πούναι τα χέρια λιγοστά
Κι ασήκωτες οι πέτρες;
Σώπα ,τα χέρια στη δουλειά
Τρανεύουν κι αυγαταίνουν
Και μην ξεχνάς ολονυχτίς
βοηθάν κι οι αποθαμένοι….
Γράφει η Ευτυχία Δεσποτάκη
Γραφή 2
Το τελευταίο βιβλίο του πολυγραφότατου κ. Νίκου Βαβουλέ είναι μια άλλη γραφή χρόνου. Ένα βιβλίο γραμμένο με πολύ ευαισθησία και πόνο ψυχής, αφιέρωμα σε κείνους που χάθηκαν, Χανιώτες και μη σε μια ορισμένη χρονική περίοδο, που ένα μεγάλο ιστορικό γεγονός διαδραματίστηκε στην Κρήτη. Στην πιο παράξενη μάχη, όπως χαρακτήριστηκε η «Μάχη της Κρήτης». Το βιβλίο δεν είναι ιστορία, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας του αναφέρει.
Είναι απλά ένας μνημόσυνος λόγος για όλους αυτούς, που από το 1941- 1945 χάθηκαν και δε στάθηκαν τυχεροί να χαρούν τον κόσμο για τον οποίο αγωνίστηκαν. Προερχόμενος από τις τάξεις του στρατού, ανώτατος αξιωματικός, ο μηχανικός κ. Βαβουλές και έχοντας άμεση σχέση με το πολεμικό γεγονός, αλλά και επίγνωση για το θάνατο που παραμονεύει σε κάθε μάχη δίκαιη ή άδικη, εκφράζει το παράπονο γιατί για τους χιλιάδες αυτούς νεκρούς δεν υπήρξε ένα επίσημο μνημείο αντίστοιχο εκείνου του γερμανικού νεκροταφείου του Μάλεμε, ή του συμμαχικού νεκροταφείου στη Σούδα.
Έτσι νιώθοντας επιτακτική την ανάγκη ...
..να καταγραφούν τα ονόματα όλων των νεκρών της Μάχης της Κρήτης και της μετέπειτα κατοχής, ώστε να γίνει υπόμνηση στους νεώτερους, μπαίνει σε αυτό τον αγώνα της συγκέντρωσης πληροφοριών.
Με πολύ δυσκολία υπογραμμίζει λόγω της ασυμφωνίας των πηγών κατάφερε να συγκεντρώσει περίπου 2500 χιλιάδες ονόματα Χανιωτών και ξένων πολιτών και Χανιωτών εκτός νομού νεκρών.
Αυτά τα ονόματα, συντεταγμένα σε καταλόγους, κατά κατηγορία, αποτελούν και το κύριο περιεχόμενο του βιβλίου το οποίο τιτλοφορεί «Εις μνημόσυνον αιώνιον» και σε μια καλαίσθητη έκδοση εξέδωσαν οι εκδόσεις «Έρεισμα». Κατατοπιστικές εισαγωγές για τα ιστορικά γεγονότα διευκολύνουν τον αναγνώστη, τον εισάγουν στη φρίκη της εποχής και στον προβληματισμό του γιατί. .Εκατόμβες οι νεκροί: Πεσόντες στις μάχες, εκτελεσθέντες ,θανόντες στην ομηρία, εκπαιδευτικοί κληρικοί, πρόεδροι κοινοτήτων, άνδρες γυναίκες, έλληνες στρατιωτικοί, Βρετανοί, Γερμανοί, Ιταλοί, Σοβιετικοί, οι Εβραίοι του Τάναϊς που τους έπνιξαν στα ανοιχτά. Θάνατος παντού.
Μια σειρά από φωτογραφίες ταπεινών μνημείων που η ευγνωμοσύνη των κατοίκων για τους πεσόντες ή συλλόγων κάθε κοινότητος ανήγειρε παρατίθεται και εμπλουτίζει τις σελίδες του βιβλίου.
Η καταχώριση των ονομάτων αυτών αποσκοπεί στην ανάκληση στη μνήμη των βία θανόντων στην τότε Μάχη, γιατί με πάθος υπερασπίστηκαν τη γη που αγαπούσαν,τις ελιές και τα αμπέλια τους, τις πατρογονικές κληρονομιές τους ,αγνοώντας νόμους και συμβάσεις ,κάνοντας υποσυνείδητα πράξη την άποψη του Θουκυδίδη: «Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δε ελεύθερον, το εύψυχον»,που σημαίνει: Η ευτυχία είναι ελευθερία, η δε ελευθερία είναι γενναιότητα.
Και μη μας διαφεύγει ότι η τιμή στους νεκρούς και η μνήμη είναι χρέος και πολιτισμός, γιατί και όταν φεύγουν δεν παύουν να έχουν θέση στην ψυχή και το νού μας και να μας οδηγούν ανεπαισθήτως πως…όπως διατυπώνει και ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος σε ένα από τα Λινοτράγουδα της πικρής πατρίδας
Το σπίτι αυτό πως θα κτιστεί
Τις πόρτες ποιος θα βάλει;
Πούναι τα χέρια λιγοστά
Κι ασήκωτες οι πέτρες;
Σώπα ,τα χέρια στη δουλειά
Τρανεύουν κι αυγαταίνουν
Και μην ξεχνάς ολονυχτίς
βοηθάν κι οι αποθαμένοι….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου