«Η Επανάσταση στην Κρήτη και τα πρώτα γεγονότα μέσα από επιλεγμένη επιστολογραφία του Αγώνα».
Γράφει η Στέλλα Μαρινάκη
Ιστοριοδίφης.
Η έκρηξη της Κρητικής επανάστασης κατά το 1821, λίγο μετά την έναρξη των επαναστατικών ενεργειών στην Πελοπόννησο, έμοιαζε παντελώς αδύνατη, αφ’ ενός λόγω της μεγάλης διαφοράς στην πληθυσμιακή αναλογία μεταξύ του Τουρκικού στοιχείου και του Κρητικού πληθυσμού και αφ’ ετέρου λόγω της έλλειψης πολεμικών κ.ά. εφοδίων, σε συνδυασμό με την θηριωδία των κατακτητών κατά των Χριστιανών του νησιού. Πραγματικά λοιπόν φαινόταν παράλογη η ενέργεια του ξεσηκωμού των Κρητικών, αφού:
«Απροετοίμαστοι και εγκαταλελειμμένοι εις μόνους εαυτούς κατήλθον εις τον αγώνα..», όπως χαρακτηριστικά γράφει στα Απομνημονεύματά του ο Καλλίνικος Κριτοβουλίδης, ένας από τους εγκυρότερους ιστοριογράφους του Κρητικού αγώνα.
Οι επαναστατικές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν την άνοιξη του 1821 με την συνέλευση των καπεταναίων στην Παναγία Θυμιανή (14 Απριλίου) και ως έναρξη του αγώνα θεωρείται η πρώτη νικηφόρος μάχη στον Λούλο Χανίων στις 14 Ιουνίου 1821. Είχε προηγηθεί βέβαια η ανύψωση της επαναστατικής σημαίας από τον ηγούμενο του Πρέβελη, Μελχισεδέκ Τσουδερό, ήδη από τον Μάρτιο του 1821.
Απερίγραπτες ήταν οι θηριωδίες που διέπραξαν οι Τούρκοι σε μια προσπάθεια να τρομοκρατήσουν τον λαό και να καταπνίξουν την Επανάσταση εν τη γενέσει της. Χαρακτηριστική είναι μία αναφορά σε έγγραφο της περιοχής Σφακίων:
«..μας ήρθαν τόσα κακά και δυστυχίαι από τους αθέους και απίστους εις όλον το γένος μας, εις την αθλίαν Κρήτη όμως εγίνη μεγάλον κακόν εις τους Χριστιανούς…. Βάνοντας αρχή από τους αρχιερείς και ιερείς, μοναχούς και λαϊκούς, τους αφάνισαν όλους…, άλλους εδιχοτόμησαν, άλλους από φούρκα, σπαθί και μπάλα επέρασαν, άλλους από δύσβατους τόπους κατεκρήμνησαν…, τα βρέφη εδιχοτόμουν·….. τα από έξη-επτά χρόνων παιδιά τα ετούρκιζαν οι επάρατοι, τας γυναίκας εκράτουν διά κακήν των επιθυμίαν, φωτιά εις τας εκκλησίας και άλλα τινά έπραττον οι ανοσιούργοι βάρβαροι…» (βλ. Θ. Δετοράκη, Ιστορία της Κρήτης, 1990, σελ. 324).
Οι θηριωδίες αυτές προκάλεσαν μεγάλο προβληματισμό στην Ευρώπη της μετα-Ναπολεόντιας περιόδου και έντονο κύμα φιλελληνισμού, παρ’ όλο που στην Ευρωπαϊκή διπλωματία τότε κυριαρχούσε ο ανθέλληνας και φιλότουρκος Αυστριακός καγκελάριος Κλέμενς φον Μέτερνιχ. Και πραγματικά είναι απορίας άξιον, πώς κάτω από αυτές τις δυσμενείς συνθήκες άναψε η επαναστατική φλόγα και μπόρεσε να κρατηθεί άσβηστη για δέκα ολόκληρα χρόνια (1821-1830).
Γράφει η Στέλλα Μαρινάκη
Ιστοριοδίφης.
Η έκρηξη της Κρητικής επανάστασης κατά το 1821, λίγο μετά την έναρξη των επαναστατικών ενεργειών στην Πελοπόννησο, έμοιαζε παντελώς αδύνατη, αφ’ ενός λόγω της μεγάλης διαφοράς στην πληθυσμιακή αναλογία μεταξύ του Τουρκικού στοιχείου και του Κρητικού πληθυσμού και αφ’ ετέρου λόγω της έλλειψης πολεμικών κ.ά. εφοδίων, σε συνδυασμό με την θηριωδία των κατακτητών κατά των Χριστιανών του νησιού. Πραγματικά λοιπόν φαινόταν παράλογη η ενέργεια του ξεσηκωμού των Κρητικών, αφού:
«Απροετοίμαστοι και εγκαταλελειμμένοι εις μόνους εαυτούς κατήλθον εις τον αγώνα..», όπως χαρακτηριστικά γράφει στα Απομνημονεύματά του ο Καλλίνικος Κριτοβουλίδης, ένας από τους εγκυρότερους ιστοριογράφους του Κρητικού αγώνα.
Οι επαναστατικές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν την άνοιξη του 1821 με την συνέλευση των καπεταναίων στην Παναγία Θυμιανή (14 Απριλίου) και ως έναρξη του αγώνα θεωρείται η πρώτη νικηφόρος μάχη στον Λούλο Χανίων στις 14 Ιουνίου 1821. Είχε προηγηθεί βέβαια η ανύψωση της επαναστατικής σημαίας από τον ηγούμενο του Πρέβελη, Μελχισεδέκ Τσουδερό, ήδη από τον Μάρτιο του 1821.
Απερίγραπτες ήταν οι θηριωδίες που διέπραξαν οι Τούρκοι σε μια προσπάθεια να τρομοκρατήσουν τον λαό και να καταπνίξουν την Επανάσταση εν τη γενέσει της. Χαρακτηριστική είναι μία αναφορά σε έγγραφο της περιοχής Σφακίων:
«..μας ήρθαν τόσα κακά και δυστυχίαι από τους αθέους και απίστους εις όλον το γένος μας, εις την αθλίαν Κρήτη όμως εγίνη μεγάλον κακόν εις τους Χριστιανούς…. Βάνοντας αρχή από τους αρχιερείς και ιερείς, μοναχούς και λαϊκούς, τους αφάνισαν όλους…, άλλους εδιχοτόμησαν, άλλους από φούρκα, σπαθί και μπάλα επέρασαν, άλλους από δύσβατους τόπους κατεκρήμνησαν…, τα βρέφη εδιχοτόμουν·….. τα από έξη-επτά χρόνων παιδιά τα ετούρκιζαν οι επάρατοι, τας γυναίκας εκράτουν διά κακήν των επιθυμίαν, φωτιά εις τας εκκλησίας και άλλα τινά έπραττον οι ανοσιούργοι βάρβαροι…» (βλ. Θ. Δετοράκη, Ιστορία της Κρήτης, 1990, σελ. 324).
Οι θηριωδίες αυτές προκάλεσαν μεγάλο προβληματισμό στην Ευρώπη της μετα-Ναπολεόντιας περιόδου και έντονο κύμα φιλελληνισμού, παρ’ όλο που στην Ευρωπαϊκή διπλωματία τότε κυριαρχούσε ο ανθέλληνας και φιλότουρκος Αυστριακός καγκελάριος Κλέμενς φον Μέτερνιχ. Και πραγματικά είναι απορίας άξιον, πώς κάτω από αυτές τις δυσμενείς συνθήκες άναψε η επαναστατική φλόγα και μπόρεσε να κρατηθεί άσβηστη για δέκα ολόκληρα χρόνια (1821-1830).
Τα τραγικά λοιπόν αυτά γεγονότα που ακολούθησαν, με τις τουρκικές ωμότητες εναντίον του πληθυσμού, των ιερωμένων (στα Χανιά απαγχόνισαν τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ Δεσποτάκη στις 19 Μαΐου 1821, ενώ στο Ηράκλειο, στις 24 Ιουνίου 1821, σφαγίασαν τον μητροπολίτη Κρήτης Γεράσιμο Παρδάλη μαζί με άλλους επισκόπους), των προκρίτων, με τις λεηλασίες και τις πυρπολήσεις των πόλεων και των χωριών, είναι λίγο πολύ γνωστά σε όλους. Μία λιγότερο γνωστή πτυχή της Επαναστατικής περιόδου είναι οι επιστολές που αντηλλάγησαν ανάμεσα σε Κρήτες αγωνιστές και ηγετικά στελέχη της Ελληνικής Επανάστασης της κεντρικής Ελλάδας και των νησιών του Αιγαίου.
Να σημειωθεί εδώ ότι:
Α) Οι επιστολές που σταχυολογήθηκαν παρατίθενται αποσπασματικά, νοουμένου ότι είναι μακροσκελείς και λεπτομερειακές στο περιεχόμενο και στην αφήγησή τους.
Β) Οι επιστολές αυτές, μαζί με Εγκυκλίους κ.ά. πληροφοριακά έγγραφα φυλάσσονται στα Γ.Α.Κ. (Γενικά Αρχεία του Κράτους) στο ΙΑΚ (Ιστορικό Αρχείο Κρήτης) και άλλου.
Γ) Έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς από σπουδαίους και έγκριτους ιστορικούς μελετητές, όπως στην Ε.Ε.Κ.Σ. (Επετηρίδα Εταιρείας Κρητικών Σπουδών) και σε άλλες ιστορικές εκδόσεις.
Δ) Οι επιστολές που παρουσιάζονται στο άρθρο αυτό σταχυολογήθηκαν από την έκδοση με τίτλο: «Μνημεία Κρητικών Επαναστάσεων», τομ. Α’, του Εθνικού Τυπογραφείου, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της ΙΛΑΕΚ (Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Κρήτης) το 1977, με ενέργειες του τότε Επταμελούς Δ.Σ. της και με την Επιστημονική επιμέλεια του Δρ. Εμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτη, τότε καθηγητή νεότερης ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Επιστολή των Σφακιανών προς τους Υδραίους:
«Τοις φιλογενεστάτοις αδελφοίς προκρίτοις
Της θεοσώστου νήσου Ύδρας πανευτυχώς
Εις την Ύδραν.
Φιλογενέστατοι αδελφοί, ήρωες και ελευθερωταί του Γένους,
Απόγονοι των αρχαίων εκείνων Ελλήνων, κάτοικοι των
θεοσώστων νήσων του Αιγαίου Πελάγους.
Τη 15η Ιουνίου 1821, Σφακιά.
Μετά τας αδελφικάς ημών προσρήσεις δηλοποιούμεν εγκαρδίω πόθω τη φιλογενεία υμών με συντομίαν όσην, ότι με το να εξύπνησεν και να εξήψεν επί πλέον ο πικρός της πατρίδος ημών τυραννικός ζυγός τας καρδίας ημών, απεφασίσαμεν και ημείς να προστρέξωμεν εις τους αδελφούς ημών δια να ζητήσωμεν βοήθειαν από την ημετέραν αγάπην, μη όντες ικανοί μόνοι μας να εξακολουθήσωμεν τον τοιούτον φιλόθεον σκοπόν. Λοιπόν προστρέχωμεν εις υμάς ζητούντες ενκαρδίω πόθω να μας βοηθήσετε εις τούτον τον επικίνδυνον καιρόν, και δη αποστέλλομεν τον καπετάν Παύλον Χατζιδάκη και τον πανοσιολογιότατον άγιον Οικονόμον κύριον Νεόφυτον Σιναϊτη (ακολουθούν τα ονόματα των υπολοίπων μελών της αποστολής..), δια να παρακαλέσωσι μετά δακρύων τας ηρωϊκάς υμών ψυχάς να ζητήσωσι κάθε είδους πολεμικής εις άκραν αναγακαιότητος ον, δηλαδή τουφέκια, μπαρούτι, μολύβι, ανθρώπους και λοιπά χρειώδη…, επειδή άλλην βοήθειαν δεν έχομεν κατά το παρόν, ειμή μόνον τους φιλογενείς και φιλοθέους ημών αδελφούς… Δεν είναι καιρός να εκτραγωδώμεν, αδελφοί, την αθλίαν κατάστασιν της δυστυχούς ημών πατρίδας, καθότι είναι απερίγραπτος, οι αποστελλόμενοι δε, θέλει πληροφορήσουν υμάς δια ζώσης φωνής και οι πλείονες εξ υμών έχετε την ιδέαν της δυστυχίας εν η ευρισκόμεθα. Διό και μένομεν, μη συγχωρούντος ημίν του παρόντος καιρού να εκτεινόμεθα επί πλέον.
Της υμετέρας φιλογενεστάτης ευγενείας
Αδελφοί εν Χριστώ αγαπητοί,
Οι κάτοικοι των Σφακίων
Και όλοι οι παρεβρεθέντες εδώ εκ των τριών Κάστρων»
ΑΥ (=Αρχείον κοινότητας Ύδρας), τομ. 7. σελ. 229-230.
Να σημειωθεί εδώ ότι παρόμοιες επιστολές απέστειλε η επαναστατική επιτροπή των Σφακίων και σε άλλες περιοχές (Σπέτσες, Κάσο, Κόρινθο κ.ά.).
Λίγους μήνες αργότερα ο Δημήτριος Υψηλάντης στέλνει μακροσκελή και παραινετική επιστολή προς τους κατοίκους των Σφακίων, δια της οποίας τους εκθέτει τις συμβουλές και τις προθέσεις του στο φλέγον θέμα της επαναστατημένης Κρήτης, ζητώντας ενότητα και ομοψυχία.
Αναμφισβήτητα η επιστολή αυτή αποτελεί πηγή σημαντικότατων πληροφοριών για τους ιστορικούς – μελετητές σχετικά με το ξεκίνημα της επανάστασης στην Κρήτη (Πηγή: Ιωάννη Φιλήμονος, τ. Δ’ σ. 495-497, βλ. Μνημεία Κρητικών Επαναστάσεων, αρ. 42, σ. 41-42).
Να σημειωθεί εδώ ότι:
Α) Οι επιστολές που σταχυολογήθηκαν παρατίθενται αποσπασματικά, νοουμένου ότι είναι μακροσκελείς και λεπτομερειακές στο περιεχόμενο και στην αφήγησή τους.
Β) Οι επιστολές αυτές, μαζί με Εγκυκλίους κ.ά. πληροφοριακά έγγραφα φυλάσσονται στα Γ.Α.Κ. (Γενικά Αρχεία του Κράτους) στο ΙΑΚ (Ιστορικό Αρχείο Κρήτης) και άλλου.
Γ) Έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς από σπουδαίους και έγκριτους ιστορικούς μελετητές, όπως στην Ε.Ε.Κ.Σ. (Επετηρίδα Εταιρείας Κρητικών Σπουδών) και σε άλλες ιστορικές εκδόσεις.
Δ) Οι επιστολές που παρουσιάζονται στο άρθρο αυτό σταχυολογήθηκαν από την έκδοση με τίτλο: «Μνημεία Κρητικών Επαναστάσεων», τομ. Α’, του Εθνικού Τυπογραφείου, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της ΙΛΑΕΚ (Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Κρήτης) το 1977, με ενέργειες του τότε Επταμελούς Δ.Σ. της και με την Επιστημονική επιμέλεια του Δρ. Εμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτη, τότε καθηγητή νεότερης ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Επιστολή των Σφακιανών προς τους Υδραίους:
«Τοις φιλογενεστάτοις αδελφοίς προκρίτοις
Της θεοσώστου νήσου Ύδρας πανευτυχώς
Εις την Ύδραν.
Φιλογενέστατοι αδελφοί, ήρωες και ελευθερωταί του Γένους,
Απόγονοι των αρχαίων εκείνων Ελλήνων, κάτοικοι των
θεοσώστων νήσων του Αιγαίου Πελάγους.
Τη 15η Ιουνίου 1821, Σφακιά.
Μετά τας αδελφικάς ημών προσρήσεις δηλοποιούμεν εγκαρδίω πόθω τη φιλογενεία υμών με συντομίαν όσην, ότι με το να εξύπνησεν και να εξήψεν επί πλέον ο πικρός της πατρίδος ημών τυραννικός ζυγός τας καρδίας ημών, απεφασίσαμεν και ημείς να προστρέξωμεν εις τους αδελφούς ημών δια να ζητήσωμεν βοήθειαν από την ημετέραν αγάπην, μη όντες ικανοί μόνοι μας να εξακολουθήσωμεν τον τοιούτον φιλόθεον σκοπόν. Λοιπόν προστρέχωμεν εις υμάς ζητούντες ενκαρδίω πόθω να μας βοηθήσετε εις τούτον τον επικίνδυνον καιρόν, και δη αποστέλλομεν τον καπετάν Παύλον Χατζιδάκη και τον πανοσιολογιότατον άγιον Οικονόμον κύριον Νεόφυτον Σιναϊτη (ακολουθούν τα ονόματα των υπολοίπων μελών της αποστολής..), δια να παρακαλέσωσι μετά δακρύων τας ηρωϊκάς υμών ψυχάς να ζητήσωσι κάθε είδους πολεμικής εις άκραν αναγακαιότητος ον, δηλαδή τουφέκια, μπαρούτι, μολύβι, ανθρώπους και λοιπά χρειώδη…, επειδή άλλην βοήθειαν δεν έχομεν κατά το παρόν, ειμή μόνον τους φιλογενείς και φιλοθέους ημών αδελφούς… Δεν είναι καιρός να εκτραγωδώμεν, αδελφοί, την αθλίαν κατάστασιν της δυστυχούς ημών πατρίδας, καθότι είναι απερίγραπτος, οι αποστελλόμενοι δε, θέλει πληροφορήσουν υμάς δια ζώσης φωνής και οι πλείονες εξ υμών έχετε την ιδέαν της δυστυχίας εν η ευρισκόμεθα. Διό και μένομεν, μη συγχωρούντος ημίν του παρόντος καιρού να εκτεινόμεθα επί πλέον.
Της υμετέρας φιλογενεστάτης ευγενείας
Αδελφοί εν Χριστώ αγαπητοί,
Οι κάτοικοι των Σφακίων
Και όλοι οι παρεβρεθέντες εδώ εκ των τριών Κάστρων»
ΑΥ (=Αρχείον κοινότητας Ύδρας), τομ. 7. σελ. 229-230.
Να σημειωθεί εδώ ότι παρόμοιες επιστολές απέστειλε η επαναστατική επιτροπή των Σφακίων και σε άλλες περιοχές (Σπέτσες, Κάσο, Κόρινθο κ.ά.).
Λίγους μήνες αργότερα ο Δημήτριος Υψηλάντης στέλνει μακροσκελή και παραινετική επιστολή προς τους κατοίκους των Σφακίων, δια της οποίας τους εκθέτει τις συμβουλές και τις προθέσεις του στο φλέγον θέμα της επαναστατημένης Κρήτης, ζητώντας ενότητα και ομοψυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου