«Η καραντίνα άλλοτε και τώρα». 2η συνέχεια: Εδώ το 1ο μέρος
Η περίπτωση της βενετοκρατούμενης Κρήτης, με βάση την αναφορά του προβλεπτή Filippo Pasqualigo (1594).
Του Δρ Εμμανουήλ Μαρινάκη
Ιστορικού – Αρχαιολόγου
Η επιδημία πανώλης (παν + όλλυμι) εμφανίστηκε για άλλη μια φορά στην Κρήτη τον Ιανουάριο του 1592 και πιστεύεται ότι μεταδόθηκε από ένα εμπορικό πλοίο που έφθασε στο λιμάνι του Μεγάλου Κάστρου προερχόμενο από την Κωνσταντινούπολη. Η ασθένεια εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα και σύμφωνα με ιστορικές πηγές της εποχής πέθαναν «δεκατέσσερις χιλιάδες άνθρωποι, δηλαδή το έν δέκατον πέμπτον του όλου πληθυσμού της νήσου ταύτης…» (Σπανάκης Στ., Μνημεία Κρητικής Ιστορίας, τόμ. ΙΙΙ, σελ. 103-104).
Οι Βενετικές αρχές, φοβούμενες τα χειρότερα, έσπευσαν να πάρουν μέτρα σε μια προσπάθεια περιορισμού της νόσου. Σε ένα έγγραφο της περιόδου εκείνης, που βρέθηκε στην Ι. Μονή Απεζανών, αναφέρονται τα εξής:
«…Εις τους αφηβ’ (1592) χρόνος καταραμένος, εγένετο μεγάλο θανατικόν από πανούκλα και από καρμπά (Άνθρακα), πράγμα όπου δεν εφάνη ποτέ εις την Κρήτη (εν τη ώα (οικόσιτα ζώα;) απέθανεν πλήθος πολύ). Η συμφορά αύτη γέγονε εις το Κάστρον και τα καμπήσια χωριά. Τα Χανιά και το Ρέθεμνος έμειναν άγευστα του κακού τούτου. Εκράτει ο θάνατος ούτος από ταις κ’ του Μαρτίου, όπου ήτον τότε η λαμπροφόρος Ανάστασις του Χριστού εις τας κστ’ του Μαρτίου, και έστρεψεν η χαρά μας εις μέγα πένθος… Εποθάνασι την ημέραν περισσότεροι των διακοσίων… και στα χωριά θάνατος πολύς… Εις τόσον φοβούμενοι οι αφέντες μήπως ανάψει πιο πολύ το κακόν, έκλεισαν ταις πόρταις της Χώρας και απόξω δεν έμβαινεν τινάς μέσα, μηδέ τινάς να έβγη όξω… εγένετω το σφάλισμα τούτο από Νοέμβριον μήνα αφηβ’ έως ταις ιε’ Αυγούστου αφηγ’… επροστάξασιν οι αφέντες όλοι οι άνθρωποι να είναι σεράδοι (κλεισμένοι) μέσα στα σπίτια τως, να μην σμίγει γείτονας τον γείτονα έως ιβ’ ημέραις, να βάνουσι τα ρούχα τως απάνω εις τα δώματα να ξεσπουράρουν (να απολυμανθούν)… και μέχρι τον Νοέμβριον μήνα, και όλοι κεκλεισμένοι τότε, και εις την εορτήν της Αγίας Αικατερίνης δεν ήρθεν τινάς. Μα την αλήθεια μεγάλο θανατικόν. Και μέγας θόρυβος εις τον λαόν τον κεκλεισμένον δέκα μήνας….». (Σημείωση: Επιλέχθηκαν κάποια χαρακτηριστικά σημεία του κειμένου. Ολόκληρο το έγγραφο της Ι. Μονής Απεζανών δημοσίευσε ο Σπ. Λάμπρος στα «Βραχέα Χρονικά», βλ. Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τομ. Α’, Αθήνα 1932. Αναδημοσίευση παρατίθεται και στο εμπεριστατωμένο άρθρο του καθηγητή Θ. Δετοράκη, «Η πανώλης εν Κρήτη. Συμβολή εις την ιστορίαν των επιδημιών της νήσου»).
Η πρακτική της τήρησης «καραντίνας» λοιπόν, ως μέσο περιορισμού της εξάπλωσης επιδημιών εφαρμοζόταν από αιώνων, λόγω της αποτελεσματικότητάς της, παρά τις αρνητικές ψυχολογικές και οικονομικές επιπτώσεις της. Αυτό συνέβη και στην Κρήτη κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, συγκεκριμένα κατά τα έτη 1592-’94, που εξετάζουμε.
Χαρακτηριστική είναι η «Έκθεσις του 1594 του Filippo Pasqualigo, Προβλεπτού των Χανίων, προς την Ενετικήν Γερουσίαν». Ο Pasqualigo είχε τον τίτλο: “Capitano di Candia e provveditor della Canea”. Κινδύνευσε μάλιστα και ο ίδιος από την ασθένεια, μέσω των υπηρετών του που είχαν νοσήσει.
Η έκθεση αυτή (στα ιταλικά: Relazione 1594 Letta nell’ eccelentissimo senato) συμπεριλαμβάνεται στη σειρά «Μνημεία Κρητικής Ιστορίας, τόμ. ΙΙΙ», που εκδόθηκε το 1953, σε μετάφραση από το ιταλικό πρωτότυπο και επεξηγηματικά σχόλια του Στέργιου Σπανάκη, διευθυντή τότε της Βικελαίας Βιβλιοθήκης Ηρακλείου. Από τη μετάφραση αυτή αντλήθηκαν κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
Στην Έκθεση του ο Pasqualigo, ανάμεσα στα διάφορα προβλήματα διοικητικής φύσεως που αναφέρει (συντήρηση τειχών των πόλεων του νησιού, τροφοδοσία και εξοπλισμό στρατευμάτων, επάρκεια σιτηρών, ύδρευση, έσοδα-έξοδα κ.ά.), καταγράφει και τα κοινωνικά ζητήματα που αφορούσαν το «Βασίλειο της Κρήτης – “Regno di Candia”, κάνοντας απολογισμό. Δεν παραλείπει να ενημερώσει εκτενώς και για την εξέλιξη της επιδημίας «της πανούκλας που ο θεός θέλησε να στείλει εις την πόλιν ταύτην…», όπως χαρακτηριστικά γράφει. Λόγω της επιδημίας έμειναν στάσιμα ακόμα και τα οχυρωματικά έργα.
Στη συνέχεια διηγείται διάφορα περιστατικά προς ενημέρωση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, τονίζοντας: «πόσο πολύν καιρόν υπέφερε ο ατυχέστατος αυτός λαός, άξιος, κατά την γνώμην μου, μεγαλυτέρας προσοχής…». Ακολούθως έχουν επιλεγεί κάποια χαρακτηριστικά σημεία της Έκθεσης, τα οποία αναφέρονται στα μέτρα προστασίας και μας θυμίζουν εν μέρει σημερινές καταστάσεις:
«Προς τούτο διατάξαμε όπως συγκεντρωθούν όλοι οι γιατροί σε συμβούλιο για να συζητήσουν ώριμα πάνω στο είδος του κακού… και μπήκαν μπροστά μας τα πλέον επείγοντα και σπουδαία μέτρα πρόνοιας, που μπορούσαν να ληφθούν… γι’ αυτό διορίσαμε στις ενορίες ευγενείς και άλλους, για να φροντίζουν για τις ανάγκες των κατοίκων και να τους ενθαρρύνουν από τον τρόμο και τον πανικό που έχουν πάθει… έκρινα ως το καλύτερο μέτρο να απομονώσω τον στρατό στους στρατώνες του και έδωσα διαταγή να μοιραστούν στους στρατιώτες όλα τα απαραίτητα τρόφιμα, αφού μάλιστα εκείνες τις ημέρες απέθαναν μερικοί στο στρατόπεδο του Δερματά. Οι θάνατοι αυτοί μου προξένησαν απεριόριστη θλίψη… το θανατικό αυτό ξέσπασε στην πόλη ορμητικά, ώστε να ακούονται δέκα και δώδεκα θάνατοι κάθε μέρα, εκτός από τα πολλά νέα κρούσματα…. Και τους θανάτους αρκετών χωρικών σε τρία χωριά….. η πρόοδος του κακού από μέρα σε μέρα μεγάλωνε…. Μεγάλωνε και ο φόβος γιατί αν προσβαλλόταν ένας, αναγκαστικά και άλλοι θεωρούνταν χαμένοι… Όλοι οι ιππότες και πολλοί άλλοι πολίτες, μόλις παρουσιάστηκε αυτή η επιδημία, φύγαν για τις επαρχίες…. Και δεν επιτρεπόταν να δεχτούν κανένα από την πόλη, μα απαγορευόταν ακόμη και η αποστολή τροφίμων στην πόλη… διακόπηκαν οι εργασίες των δημοσίων υπηρεσιών μας… πέθαναν σχεδόν όλοι οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί μας…. Οι άρρωστοι έμειναν χωρίς περίθαλψη… και η αδυναμία να βάλουμε σε εκτέλεση όσα μέτρα πήραμε, μας τρόμαζε πολύ περισσότερο από το ίδιο το θανατικό, που όσο φαινόταν πως λιγόστευε μερικές μέρες το κακό του, ξανακαινούργιωνε με άλλη τόση ένταση σε ανθρώπους κάθε κατηγορίας….. Σ’ αυτά όλα προστέθηκε και η έλλειψη ψωμιού, που μας έφερε πολλές φορές σε δυσκολότατη θέση, γιατί πέθαιναν οι φουρνάρηδες, οι γειτονικές πολιτείες και τα χωριά ήταν αποκλεισμένα και έτσι δεν ήταν δυνατόν να σταλεί στάρι στους μύλους… Στην ύπαιθρο τα χωριά είχαν τρομερά δοκιμαστεί και επειδή οι σχέσεις μεταξύ τους και με την πόλη δημιουργούσαν πολλές ανωμαλίες, εκρίναμε πως θα ήταν πολύ καλύτερο να απαγορευτεί η επικοινωνία μεταξύ τους. Για τούτο διατάξαμε λοιπόν να εφοδιαστεί ο καθένας απ’ όλα τα απαραίτητα πράγματα για σαράντα ημέρες…. Απομονώσαμε επίσης όλο τον λαό στις κατοικίες του και τον στρατό στους στρατώνες του… Αλλά παρ’ όλα αυτά τα μέτρα βλέπαμε να παρουσιάζονται κάθε μέρα νέα κρούσματα στους ανθρώπους εκείνους που οι ίδιοι πάλι διέδιδαν το θανατικό, γιατί παρόλο που ξέραν πως είχαν προσβληθεί το έκρυβαν επειδή φοβόταν να πάνε στο λοιμοκαθαρτήριο και κυκλοφορούσαν χωρίς καμία προφύλαξη…».
Στη νησίδα Lazzaretto των Χανίων, στην περιοχή της Νέας Χώρας, λειτούργησε λοιμοκαθαρτήριο. Ενώ στον Χάνδακα το κυριότερο λοιμοκαθαρτήριο βρισκόταν στην Μονή Αγίου Γεωργίου στη θέση Μαντράκι Αλικαρνασσού και ήταν προσβάσιμο μέσω της Πύλης Αγίου Γεωργίου ή Λαζαρέτου. Ένα μικρότερο λειτουργούσε έξω από την Πύλη του Παντοκράτορα (Χανιώπορτα) στη Μονή του Αγίου Λαζάρου. Ο προβλεπόμενος χώρος καραντίνας των πλοίων βρισκόταν στη νήσο Ντία. Ελέγχους διενεργούσαν οι λεγόμενοι «Προβλεπτές Υγείας».
Η αναλυτική αναφορά του Capitano Filippo Pasqualigo προς τη Γερουσία και τον Δόγη της Βενετίας (Pasquale Cicogna) για το ζήτημα της επιδημίας κλείνει ως ακολούθως:
«Με το δίκιο μας λοιπόν μπορούσαμε να πιστεύομε ότι τα μέτρα αυτά που πήραμε θα μας εξασφάλιζαν μέχρι του σημείου εκείνου, όπως ακριβώς έγινε. Σε λίγες μέρες τα λοιμοκαθαρτήρια έμειναν αδειανά από αρρώστους και υπόπτους. Η ύπαιθρος βάδιζε με μεγάλα βήματα προς την υγεία, και στις 3 του Μάρτη του 1593 ευδόκησε ο θεός να απλώσει πάνω μας το σπλαχνικό του χέρι και να μας παρηγορήσει ύστερα από τόσες δυστυχίες και λύπες… Από την ημέρα εκείνη και έπειτα μέχρι τις 16 του επομένου Απρίλη, δεύτερη μέρα της Ανάστασης του Κυρίου ημών, πέρασαν σαραντατέσσερις μέρες χωρίς να παρουσιαστεί κανένα κρούσμα, προς μεγάλη ευχαρίστηση όλων. Και διατάξαμε να εορταστεί η απελευθέρωση της πολιτείας με πάνδημες λιτανείες και να αναπέμψουμε ταπεινότατες ευχαριστίες στην Αγία Μεγαλειότητα Του, για δώρο τόσο μεγάλο..».
Πράγματι οι λιτανείες και οι εκδηλώσεις χαράς κράτησαν πολλές ημέρες στο Μεγάλο Κάστρο και στις άλλες πόλεις της Κρήτης, με τον λαό να πανηγυρίζει για την απαλλαγή του νησιού από το μεγάλο αυτό θανατικό (το οποίο δυστυχώς επανεμφανίστηκε και άλλες φορές, συγκεκριμένα κατά τα έτη 1611, 1630, 1646, καθώς και κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Χάνδακα μεταξύ 1655-1661). Παρατηρούμε λοιπόν ότι σε στιγμές μεγάλης δυσκολίας οι άνθρωποι ανέκαθεν στρέφονταν στην επίκληση του θεού για να πάρουν δύναμη και αισιοδοξία.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι παρόλο που υπήρχε μεγάλη ανέχεια και φτώχεια, όπως ήταν άλλωστε φυσικό, ο λαός της Κρήτης, από τα πενιχρά οικονομικά του αποθέματα, έδωσε ό,τι μπορούσε στον έρανο που διεξήχθη στο νησί για να κτιστούν οι ναοί του Αγίου Ρόκκου. Ο Άγιος αυτός, που ήταν Γάλλος ευγενής, κατά την παραμονή του στην Ιταλία (1295-1327 μ.Χ.) επέδειξε πολύ μεγάλη φιλανθρωπική δραστηριότητα και αυταπάρνηση προς τους αρρώστους με πανώλη. Αργότερα η Καθολική Εκκλησία τον αγιοποίησε ως τον κατεξοχήν προστάτη της υγείας. Στη μητρόπολη Βενετία γίνονταν επίσης συχνά ικεσίες και προσευχές για την εξάλειψη των επιδημιών στον ναό της Santa Maria della Salute. Ως προστάτης από τους λοιμούς θεωρείτο επίσης για τους Καθολικούς ο Άγιος Σεβαστιανός. Στην ορθόδοξη εκκλησία αποδίδεται η σωτήρια αυτή ιδιότητα κυρίως στον Άγιο Χαράλαμπο.
Του Δρ Εμμανουήλ Μαρινάκη
Ιστορικού – Αρχαιολόγου
Η επιδημία πανώλης (παν + όλλυμι) εμφανίστηκε για άλλη μια φορά στην Κρήτη τον Ιανουάριο του 1592 και πιστεύεται ότι μεταδόθηκε από ένα εμπορικό πλοίο που έφθασε στο λιμάνι του Μεγάλου Κάστρου προερχόμενο από την Κωνσταντινούπολη. Η ασθένεια εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα και σύμφωνα με ιστορικές πηγές της εποχής πέθαναν «δεκατέσσερις χιλιάδες άνθρωποι, δηλαδή το έν δέκατον πέμπτον του όλου πληθυσμού της νήσου ταύτης…» (Σπανάκης Στ., Μνημεία Κρητικής Ιστορίας, τόμ. ΙΙΙ, σελ. 103-104).
Οι Βενετικές αρχές, φοβούμενες τα χειρότερα, έσπευσαν να πάρουν μέτρα σε μια προσπάθεια περιορισμού της νόσου. Σε ένα έγγραφο της περιόδου εκείνης, που βρέθηκε στην Ι. Μονή Απεζανών, αναφέρονται τα εξής:
«…Εις τους αφηβ’ (1592) χρόνος καταραμένος, εγένετο μεγάλο θανατικόν από πανούκλα και από καρμπά (Άνθρακα), πράγμα όπου δεν εφάνη ποτέ εις την Κρήτη (εν τη ώα (οικόσιτα ζώα;) απέθανεν πλήθος πολύ). Η συμφορά αύτη γέγονε εις το Κάστρον και τα καμπήσια χωριά. Τα Χανιά και το Ρέθεμνος έμειναν άγευστα του κακού τούτου. Εκράτει ο θάνατος ούτος από ταις κ’ του Μαρτίου, όπου ήτον τότε η λαμπροφόρος Ανάστασις του Χριστού εις τας κστ’ του Μαρτίου, και έστρεψεν η χαρά μας εις μέγα πένθος… Εποθάνασι την ημέραν περισσότεροι των διακοσίων… και στα χωριά θάνατος πολύς… Εις τόσον φοβούμενοι οι αφέντες μήπως ανάψει πιο πολύ το κακόν, έκλεισαν ταις πόρταις της Χώρας και απόξω δεν έμβαινεν τινάς μέσα, μηδέ τινάς να έβγη όξω… εγένετω το σφάλισμα τούτο από Νοέμβριον μήνα αφηβ’ έως ταις ιε’ Αυγούστου αφηγ’… επροστάξασιν οι αφέντες όλοι οι άνθρωποι να είναι σεράδοι (κλεισμένοι) μέσα στα σπίτια τως, να μην σμίγει γείτονας τον γείτονα έως ιβ’ ημέραις, να βάνουσι τα ρούχα τως απάνω εις τα δώματα να ξεσπουράρουν (να απολυμανθούν)… και μέχρι τον Νοέμβριον μήνα, και όλοι κεκλεισμένοι τότε, και εις την εορτήν της Αγίας Αικατερίνης δεν ήρθεν τινάς. Μα την αλήθεια μεγάλο θανατικόν. Και μέγας θόρυβος εις τον λαόν τον κεκλεισμένον δέκα μήνας….». (Σημείωση: Επιλέχθηκαν κάποια χαρακτηριστικά σημεία του κειμένου. Ολόκληρο το έγγραφο της Ι. Μονής Απεζανών δημοσίευσε ο Σπ. Λάμπρος στα «Βραχέα Χρονικά», βλ. Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τομ. Α’, Αθήνα 1932. Αναδημοσίευση παρατίθεται και στο εμπεριστατωμένο άρθρο του καθηγητή Θ. Δετοράκη, «Η πανώλης εν Κρήτη. Συμβολή εις την ιστορίαν των επιδημιών της νήσου»).
Η πρακτική της τήρησης «καραντίνας» λοιπόν, ως μέσο περιορισμού της εξάπλωσης επιδημιών εφαρμοζόταν από αιώνων, λόγω της αποτελεσματικότητάς της, παρά τις αρνητικές ψυχολογικές και οικονομικές επιπτώσεις της. Αυτό συνέβη και στην Κρήτη κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, συγκεκριμένα κατά τα έτη 1592-’94, που εξετάζουμε.
Χαρακτηριστική είναι η «Έκθεσις του 1594 του Filippo Pasqualigo, Προβλεπτού των Χανίων, προς την Ενετικήν Γερουσίαν». Ο Pasqualigo είχε τον τίτλο: “Capitano di Candia e provveditor della Canea”. Κινδύνευσε μάλιστα και ο ίδιος από την ασθένεια, μέσω των υπηρετών του που είχαν νοσήσει.
Η έκθεση αυτή (στα ιταλικά: Relazione 1594 Letta nell’ eccelentissimo senato) συμπεριλαμβάνεται στη σειρά «Μνημεία Κρητικής Ιστορίας, τόμ. ΙΙΙ», που εκδόθηκε το 1953, σε μετάφραση από το ιταλικό πρωτότυπο και επεξηγηματικά σχόλια του Στέργιου Σπανάκη, διευθυντή τότε της Βικελαίας Βιβλιοθήκης Ηρακλείου. Από τη μετάφραση αυτή αντλήθηκαν κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
Στην Έκθεση του ο Pasqualigo, ανάμεσα στα διάφορα προβλήματα διοικητικής φύσεως που αναφέρει (συντήρηση τειχών των πόλεων του νησιού, τροφοδοσία και εξοπλισμό στρατευμάτων, επάρκεια σιτηρών, ύδρευση, έσοδα-έξοδα κ.ά.), καταγράφει και τα κοινωνικά ζητήματα που αφορούσαν το «Βασίλειο της Κρήτης – “Regno di Candia”, κάνοντας απολογισμό. Δεν παραλείπει να ενημερώσει εκτενώς και για την εξέλιξη της επιδημίας «της πανούκλας που ο θεός θέλησε να στείλει εις την πόλιν ταύτην…», όπως χαρακτηριστικά γράφει. Λόγω της επιδημίας έμειναν στάσιμα ακόμα και τα οχυρωματικά έργα.
Στη συνέχεια διηγείται διάφορα περιστατικά προς ενημέρωση της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, τονίζοντας: «πόσο πολύν καιρόν υπέφερε ο ατυχέστατος αυτός λαός, άξιος, κατά την γνώμην μου, μεγαλυτέρας προσοχής…». Ακολούθως έχουν επιλεγεί κάποια χαρακτηριστικά σημεία της Έκθεσης, τα οποία αναφέρονται στα μέτρα προστασίας και μας θυμίζουν εν μέρει σημερινές καταστάσεις:
«Προς τούτο διατάξαμε όπως συγκεντρωθούν όλοι οι γιατροί σε συμβούλιο για να συζητήσουν ώριμα πάνω στο είδος του κακού… και μπήκαν μπροστά μας τα πλέον επείγοντα και σπουδαία μέτρα πρόνοιας, που μπορούσαν να ληφθούν… γι’ αυτό διορίσαμε στις ενορίες ευγενείς και άλλους, για να φροντίζουν για τις ανάγκες των κατοίκων και να τους ενθαρρύνουν από τον τρόμο και τον πανικό που έχουν πάθει… έκρινα ως το καλύτερο μέτρο να απομονώσω τον στρατό στους στρατώνες του και έδωσα διαταγή να μοιραστούν στους στρατιώτες όλα τα απαραίτητα τρόφιμα, αφού μάλιστα εκείνες τις ημέρες απέθαναν μερικοί στο στρατόπεδο του Δερματά. Οι θάνατοι αυτοί μου προξένησαν απεριόριστη θλίψη… το θανατικό αυτό ξέσπασε στην πόλη ορμητικά, ώστε να ακούονται δέκα και δώδεκα θάνατοι κάθε μέρα, εκτός από τα πολλά νέα κρούσματα…. Και τους θανάτους αρκετών χωρικών σε τρία χωριά….. η πρόοδος του κακού από μέρα σε μέρα μεγάλωνε…. Μεγάλωνε και ο φόβος γιατί αν προσβαλλόταν ένας, αναγκαστικά και άλλοι θεωρούνταν χαμένοι… Όλοι οι ιππότες και πολλοί άλλοι πολίτες, μόλις παρουσιάστηκε αυτή η επιδημία, φύγαν για τις επαρχίες…. Και δεν επιτρεπόταν να δεχτούν κανένα από την πόλη, μα απαγορευόταν ακόμη και η αποστολή τροφίμων στην πόλη… διακόπηκαν οι εργασίες των δημοσίων υπηρεσιών μας… πέθαναν σχεδόν όλοι οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί μας…. Οι άρρωστοι έμειναν χωρίς περίθαλψη… και η αδυναμία να βάλουμε σε εκτέλεση όσα μέτρα πήραμε, μας τρόμαζε πολύ περισσότερο από το ίδιο το θανατικό, που όσο φαινόταν πως λιγόστευε μερικές μέρες το κακό του, ξανακαινούργιωνε με άλλη τόση ένταση σε ανθρώπους κάθε κατηγορίας….. Σ’ αυτά όλα προστέθηκε και η έλλειψη ψωμιού, που μας έφερε πολλές φορές σε δυσκολότατη θέση, γιατί πέθαιναν οι φουρνάρηδες, οι γειτονικές πολιτείες και τα χωριά ήταν αποκλεισμένα και έτσι δεν ήταν δυνατόν να σταλεί στάρι στους μύλους… Στην ύπαιθρο τα χωριά είχαν τρομερά δοκιμαστεί και επειδή οι σχέσεις μεταξύ τους και με την πόλη δημιουργούσαν πολλές ανωμαλίες, εκρίναμε πως θα ήταν πολύ καλύτερο να απαγορευτεί η επικοινωνία μεταξύ τους. Για τούτο διατάξαμε λοιπόν να εφοδιαστεί ο καθένας απ’ όλα τα απαραίτητα πράγματα για σαράντα ημέρες…. Απομονώσαμε επίσης όλο τον λαό στις κατοικίες του και τον στρατό στους στρατώνες του… Αλλά παρ’ όλα αυτά τα μέτρα βλέπαμε να παρουσιάζονται κάθε μέρα νέα κρούσματα στους ανθρώπους εκείνους που οι ίδιοι πάλι διέδιδαν το θανατικό, γιατί παρόλο που ξέραν πως είχαν προσβληθεί το έκρυβαν επειδή φοβόταν να πάνε στο λοιμοκαθαρτήριο και κυκλοφορούσαν χωρίς καμία προφύλαξη…».
Στη νησίδα Lazzaretto των Χανίων, στην περιοχή της Νέας Χώρας, λειτούργησε λοιμοκαθαρτήριο. Ενώ στον Χάνδακα το κυριότερο λοιμοκαθαρτήριο βρισκόταν στην Μονή Αγίου Γεωργίου στη θέση Μαντράκι Αλικαρνασσού και ήταν προσβάσιμο μέσω της Πύλης Αγίου Γεωργίου ή Λαζαρέτου. Ένα μικρότερο λειτουργούσε έξω από την Πύλη του Παντοκράτορα (Χανιώπορτα) στη Μονή του Αγίου Λαζάρου. Ο προβλεπόμενος χώρος καραντίνας των πλοίων βρισκόταν στη νήσο Ντία. Ελέγχους διενεργούσαν οι λεγόμενοι «Προβλεπτές Υγείας».
Η αναλυτική αναφορά του Capitano Filippo Pasqualigo προς τη Γερουσία και τον Δόγη της Βενετίας (Pasquale Cicogna) για το ζήτημα της επιδημίας κλείνει ως ακολούθως:
«Με το δίκιο μας λοιπόν μπορούσαμε να πιστεύομε ότι τα μέτρα αυτά που πήραμε θα μας εξασφάλιζαν μέχρι του σημείου εκείνου, όπως ακριβώς έγινε. Σε λίγες μέρες τα λοιμοκαθαρτήρια έμειναν αδειανά από αρρώστους και υπόπτους. Η ύπαιθρος βάδιζε με μεγάλα βήματα προς την υγεία, και στις 3 του Μάρτη του 1593 ευδόκησε ο θεός να απλώσει πάνω μας το σπλαχνικό του χέρι και να μας παρηγορήσει ύστερα από τόσες δυστυχίες και λύπες… Από την ημέρα εκείνη και έπειτα μέχρι τις 16 του επομένου Απρίλη, δεύτερη μέρα της Ανάστασης του Κυρίου ημών, πέρασαν σαραντατέσσερις μέρες χωρίς να παρουσιαστεί κανένα κρούσμα, προς μεγάλη ευχαρίστηση όλων. Και διατάξαμε να εορταστεί η απελευθέρωση της πολιτείας με πάνδημες λιτανείες και να αναπέμψουμε ταπεινότατες ευχαριστίες στην Αγία Μεγαλειότητα Του, για δώρο τόσο μεγάλο..».
Πράγματι οι λιτανείες και οι εκδηλώσεις χαράς κράτησαν πολλές ημέρες στο Μεγάλο Κάστρο και στις άλλες πόλεις της Κρήτης, με τον λαό να πανηγυρίζει για την απαλλαγή του νησιού από το μεγάλο αυτό θανατικό (το οποίο δυστυχώς επανεμφανίστηκε και άλλες φορές, συγκεκριμένα κατά τα έτη 1611, 1630, 1646, καθώς και κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Χάνδακα μεταξύ 1655-1661). Παρατηρούμε λοιπόν ότι σε στιγμές μεγάλης δυσκολίας οι άνθρωποι ανέκαθεν στρέφονταν στην επίκληση του θεού για να πάρουν δύναμη και αισιοδοξία.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι παρόλο που υπήρχε μεγάλη ανέχεια και φτώχεια, όπως ήταν άλλωστε φυσικό, ο λαός της Κρήτης, από τα πενιχρά οικονομικά του αποθέματα, έδωσε ό,τι μπορούσε στον έρανο που διεξήχθη στο νησί για να κτιστούν οι ναοί του Αγίου Ρόκκου. Ο Άγιος αυτός, που ήταν Γάλλος ευγενής, κατά την παραμονή του στην Ιταλία (1295-1327 μ.Χ.) επέδειξε πολύ μεγάλη φιλανθρωπική δραστηριότητα και αυταπάρνηση προς τους αρρώστους με πανώλη. Αργότερα η Καθολική Εκκλησία τον αγιοποίησε ως τον κατεξοχήν προστάτη της υγείας. Στη μητρόπολη Βενετία γίνονταν επίσης συχνά ικεσίες και προσευχές για την εξάλειψη των επιδημιών στον ναό της Santa Maria della Salute. Ως προστάτης από τους λοιμούς θεωρείτο επίσης για τους Καθολικούς ο Άγιος Σεβαστιανός. Στην ορθόδοξη εκκλησία αποδίδεται η σωτήρια αυτή ιδιότητα κυρίως στον Άγιο Χαράλαμπο.
ΑΓΙΟΣ ΡΟΚΚΟΣ ΣΠΛΑΝΤΖΙΑ ΧΑΝΙΑ |
* Ο ναός του Αγίου Ρόκκου στα Χανιά κτίστηκε λίγο αργότερα, το 1630, στην πλατεία της Σπλάτζιας. Σε αντίθεση με τον ναό του Χάνδακα, ο Άγιος Ρόκκος των Χανίων διασώθηκε και διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση. Εργασίες συντήρησης έχουν πραγματοποιηθεί από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων (Σημείωση: Πρόσφατα μάλιστα ξεκίνησαν οι εργασίες αναστύλωσης και αποκατάστασης του εφαπτόμενου παρεκκλησίου, το οποίο είναι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη και είχε μετατραπεί σε κατοικία).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου