«...Σε κάθε καβαλάρη, που θα βγει από τη δυτική πύλη των Χανιών, δίνεται η αφορμή να θυμηθεί (αν βέβαια το έχει υπόψη του) το ποίημα του Lowell. Περιγράφεται εκεί το ξάφνιασμα του Sir Launfal όταν, βγαίνοντας από την πύλη του κάστρου του ένα πρωί - καλή ώρα σαν κι αυτό, σαν όλα δηλαδή τα καλοκαιρινά πρωινά στην Κρήτη:
«Η σάρκα, ζάρωσε κι ανατρίχιασε κάτω απ’ την πανοπλία
«Η σάρκα, ζάρωσε κι ανατρίχιασε κάτω απ’ την πανοπλία
κι ο παλμός της καρδιάς σταμάτησε στη μέση
σαν καταρράκτης που παγώνει».
σαν καταρράκτης που παγώνει».
Κι αυτό γιατί, όχι μόνο ένας, αλλά καμιά εικοσαριά λεπροί περιστοίχιζαν την άκρη του δρόμου, άλλοι καθισμένοι στο χώμα, που ήταν σαν σκόνη, άλλοι στις πόρτες του χωριού, που οι ίδιοι είχαν κτίσει έξω ακριβώς από τα τείχη.
Όπως στο παραπάνω ποίημα, που λέει πως:
... με απλωμένο το χέρι ζητιάνευε βογκώντας καθισμένος.
Το ίδιο κι αυτοί εδώ αποκάλυπταν τα παραμορφωμένα χέρια τους ως απόδειξη της αρρώστιας τους, για να δείξουν πως δικαιούνται ελεημοσύνης, ενώ έβγαζαν άναρθρα βογκητά, μερικοί τόσο αδύναμα, ώστε ακούγονταν σαν ψίθυρος, που δεν έμοιαζε να βγαίνει από άνθρωπο. Ζωντανή απόδειξη του γεγονότος ότι η λέπρα δεν μεταδίδεται, ήταν μια γυναίκα χωρίς κανένα σημάδι της αρρώστιας, η οποία στεκόταν στο άνοιγμα μιας πόρτας κι έδειχνε μέσα στους περαστικούς τον κατάκοιτο άνδρα της, καθώς ο ίδιος ήταν πολύ άρρωστος για να εκτελέσει αυτό το καθήκον έξω.
Όπως στο παραπάνω ποίημα, που λέει πως:
... με απλωμένο το χέρι ζητιάνευε βογκώντας καθισμένος.
Το ίδιο κι αυτοί εδώ αποκάλυπταν τα παραμορφωμένα χέρια τους ως απόδειξη της αρρώστιας τους, για να δείξουν πως δικαιούνται ελεημοσύνης, ενώ έβγαζαν άναρθρα βογκητά, μερικοί τόσο αδύναμα, ώστε ακούγονταν σαν ψίθυρος, που δεν έμοιαζε να βγαίνει από άνθρωπο. Ζωντανή απόδειξη του γεγονότος ότι η λέπρα δεν μεταδίδεται, ήταν μια γυναίκα χωρίς κανένα σημάδι της αρρώστιας, η οποία στεκόταν στο άνοιγμα μιας πόρτας κι έδειχνε μέσα στους περαστικούς τον κατάκοιτο άνδρα της, καθώς ο ίδιος ήταν πολύ άρρωστος για να εκτελέσει αυτό το καθήκον έξω.
Τα σπίτια που αποτελούν τον οικισμό, μπορεί να φτάνουν και τα είκοσι. Ανάμεσα στην κοινωνία ανθρώπων που ζει μέσα σ’ αυτά, και στον υπόλοιπο κόσμο δεν υπάρχει καμιά επικοινωνία, εκτός από την προσφορά ελεημοσύνης.
Όμως, οι λεπροί εδώ παντρεύονται και παντρεύουν και κάνουν παιδιά λεπρά για να τους διαδεχτούν στις θέσεις τους και να διαιωνίζουν την κερδοφόρα αποκρουστικότητα τους. Έχω δει ομάδες λεπρών να μετρούν όταν βραδιάζει και να μοιράζονται μεταξύ τους τις ελεημοσύνες της ημέρας πριν γυρίσουν στο σπίτι τους και να δείχνουν με καμάρι ένα έσοδο κατά πολύ υψηλότερο από το μέσο ημερομίσθιο των εργαζομένων. Η σύγχρονη ιατρική επιστήμη έχει ανασκευάσει εξ ολοκλήρου την αντίληψη για τη μεταδοτικότητα της λέπρας, αλλά θα περάσουν πολλές γενιές πριν κάποιος Ανατολίτης που δεν πάσχει, δώσει το χέρι του σ’ ένα πάσχοντα από λέπρα συγγενή του ή αγγίξει οτιδήποτε δικό του. Κι αυτό, παρ’ ότι τα νομίσματα από τις ελεημοσύνες προς τους λεπρούς επιστρέφουν στην κυκλοφορία χωρίς τη βεβαίωση ότι πέρασαν από καραντίνα. Το χρήμα, όπως αντιλαμβάνομαι, δεν είναι ποτέ μολυσμένο...» (STILLMAN 2002, 28-29).
Ένα μικρό απόσπασμα απο το βιβλίο του Χαρίδημου Παπαδάκη
"Οι λεπροί στην Κρήτη"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου