Της Ροδάνθη Κουμή
Κάποτε συνάντησα ένα γέρο βοσκό σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης.
Την περισσότερη ζωή του την είχε περάσει στα βουνά μακριά από τους ανθρώπους.
Καθότανε σε ένα πεζούλι του χωριού κάτω από ένα σκιερό πλάτανο και με ένα μικρό αγκυλωτό μαχαιράκι, καθάριζε ένα αχλάδι.
Μου έκανε φοβερή εντύπωση που ενώ ήταν Αύγουστος, η ζεστή ήταν ανυπόφορη εκείνος φορούσε μια κάπα επάνω του.
-Ώρα καλή παππού.
-Ώρα καλή κοπελιά μου.
-Δεν ζεσταίνεσαι με αυτή την κάπα που φοράς;
-Ζεσταίνομαι. Μα τι να κάμω; Ετούτο εδώ που βλέπεις (εννοούσε την κάπα) τo φοράω εξήντα χρόνια.Ένα έγινε με το κορμί μου. Με αυτό κοιμάμαι, με αυτό ξυπνώ, με αυτό πολέμησα τον Γερμανό,με αυτό σκεπάστηκα τις κρύες νύκτες. Με αυτή αναθράφηκα. Βλέπεις εδώ μια τρύπα; Είναι από μια σφαίρα γερμανική που διαπέρασε την κάπα και βρήκε το μπράτσο μου. Ευτυχώς για εμένα, ήμουν νέος και άντεξα το βόλι.
-Παππού είσαι συναισθηματικά δεμένος με την κάπα;
-Είμαι συναισθηματικά δεμένος με τον αγώνα! Είμαι συναισθηματικά δεμένος με ετούτη την τρύπα στο μανίκι που βλέπεις. Ετούτη η τρύπα είναι η γεύση της Ελευθερίας ....
..της δικής σου.
-Έχεις πολεμήσει Παππού;
-Ναι κόρη μου. Ο θεός με αγαπούσε και με έκανε δυνατό.Έτσι πολέμησα τον άγριο Γερμανό που ήρθε να πάρει την πατρίδα μου.Εμείς τότε δεν είχαμε όπλα, μάχες στήθος με στήθος δίναμε. Είχαμε άλλα όπλα όμως πιο ισχυρά και δυνατά.Είχαμε ψυχή. Ξέρεις τι θα πει ψυχή φαντάζομαι;
-Ξέρω Παππού μου. Ξέρω. Μια φλόγα είναι η ψυχή που καίει τα σωθικά του ανθρώπου.
-Εκείνη η φλόγα έτρωγε και εμάς με τον εχθρό. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τα σπίτια μας και τους κόπους μας δικά τους.Τους παλέψαμε. Μας νίκησαν. Μας σκότωσαν. Μα έμεινε ένα αθάνατο! Η ψυχή μας.
Τώρα βλέπω την δική σας γενιά και σκοντάφτει λέει στην παγκοσμιοποίηση.
Τι είναι μαθές εκείνη η παγκοσμιοποίηση;
-Tα λεφτά Παππού τα λεφτά…Εκείνα κάνουν κουμάντο τον άνθρωπο.
-Τέλεψε μωρέ ποια η ψυχή;
-Τέλεψε ο αγώνας Παππού. Κανείς δεν αγωνίζεται .Όλοι τώρα είναι μουδιασμένοι.
– Και τι περιμένουν;
-Τον Γερμανό Παππού να αποφασίσει.
-Ποιο Γερμανό;
– Τον Σόιμπλε. Τον υπουργό οικονομικών της Γερμανίας.
-Μα αυτός δεν είναι που πολεμήσαμε εμείς κάποτε; Απόγονος του Χίτλερ δεν είναι; Τι θέλουμε εμείς με αυτόν; Τι θέλουμε εμείς με αυτούς; Δεν το γνωρίζεις κοπελιά μου πως εκείνος ο λαός ποτέ δεν μας συμπάθησε;
-Το γνωρίζω Παππού μα είναι μια ισχυρή χώρα και εμείς ανίσχυροι μπροστά της.
Από την Γερμάνια περιμένουμε το μεγάλο δάνειο για να ορθοποδήσουμε.
-Δάνειο ; Μα εμάς μας χρωστάνε δεν τους χρωστάμε. Πάρε την κάπα μου.
-Τι να την κάνω Παππού;
-Πάρτην να του την στείλεις. Και να του πεις πως ο γέρος βοσκός της Κρήτης του στέλνει ένα μαντάτο:
Ο τόπος εδώ είναι δικός μας και ότι θέμε τον κάνουμε εμείς οι ίδιοι. Ο αγώνας της ελευθερίας είναι δικός μας και ότι θέμε πάλι εμείς οι ίδιοι τον κάνουμε.
Αν θέλει ήλιο και θάλασσα ή αν κρυώνει να πάρει την κάπα μου να σκεπαστεί.
Εμείς δεν προσκυνούμε. Θυμάσαι τα λόγια του Κολοκοτρώνη;
-Τα θυμάμαι παππού.
-Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους. Άμε κοπελιά μου στο καλό. Ότι ήταν να πω το είπα. Καιρός να πάρω τον δρόμο μου για το βουνό. Το ξέρεις πως τούτο το βουνό είναι δικό μας;
-Το ξέρω Παππού. Ε …Παππού… την κάπα σου!
-Στείλε την είπαμε στο Σόιμπλε να σκεπάζεται. Γιατί όσο είμαι εγώ ζωντανός την Κρήτη δεν την παίρνει.
Επίλογος : H κάπα αυτή είναι βαμμένη με το αίμα ενός Κρητικού που πάλεψε για την δική μας ελευθερία. Η κάπα αυτή έχει την ιστορία που της αξίζει.
Μένει να βρούμε οι επόμενες γενιές τις δικές μας κάπες. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να την στείλω στην Γερμανία.
Πηγή
Κάποτε συνάντησα ένα γέρο βοσκό σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης.
Την περισσότερη ζωή του την είχε περάσει στα βουνά μακριά από τους ανθρώπους.
Καθότανε σε ένα πεζούλι του χωριού κάτω από ένα σκιερό πλάτανο και με ένα μικρό αγκυλωτό μαχαιράκι, καθάριζε ένα αχλάδι.
Μου έκανε φοβερή εντύπωση που ενώ ήταν Αύγουστος, η ζεστή ήταν ανυπόφορη εκείνος φορούσε μια κάπα επάνω του.
-Ώρα καλή παππού.
-Ώρα καλή κοπελιά μου.
-Δεν ζεσταίνεσαι με αυτή την κάπα που φοράς;
-Ζεσταίνομαι. Μα τι να κάμω; Ετούτο εδώ που βλέπεις (εννοούσε την κάπα) τo φοράω εξήντα χρόνια.Ένα έγινε με το κορμί μου. Με αυτό κοιμάμαι, με αυτό ξυπνώ, με αυτό πολέμησα τον Γερμανό,με αυτό σκεπάστηκα τις κρύες νύκτες. Με αυτή αναθράφηκα. Βλέπεις εδώ μια τρύπα; Είναι από μια σφαίρα γερμανική που διαπέρασε την κάπα και βρήκε το μπράτσο μου. Ευτυχώς για εμένα, ήμουν νέος και άντεξα το βόλι.
-Παππού είσαι συναισθηματικά δεμένος με την κάπα;
-Είμαι συναισθηματικά δεμένος με τον αγώνα! Είμαι συναισθηματικά δεμένος με ετούτη την τρύπα στο μανίκι που βλέπεις. Ετούτη η τρύπα είναι η γεύση της Ελευθερίας ....
..της δικής σου.
-Έχεις πολεμήσει Παππού;
-Ναι κόρη μου. Ο θεός με αγαπούσε και με έκανε δυνατό.Έτσι πολέμησα τον άγριο Γερμανό που ήρθε να πάρει την πατρίδα μου.Εμείς τότε δεν είχαμε όπλα, μάχες στήθος με στήθος δίναμε. Είχαμε άλλα όπλα όμως πιο ισχυρά και δυνατά.Είχαμε ψυχή. Ξέρεις τι θα πει ψυχή φαντάζομαι;
-Ξέρω Παππού μου. Ξέρω. Μια φλόγα είναι η ψυχή που καίει τα σωθικά του ανθρώπου.
-Εκείνη η φλόγα έτρωγε και εμάς με τον εχθρό. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τα σπίτια μας και τους κόπους μας δικά τους.Τους παλέψαμε. Μας νίκησαν. Μας σκότωσαν. Μα έμεινε ένα αθάνατο! Η ψυχή μας.
Τώρα βλέπω την δική σας γενιά και σκοντάφτει λέει στην παγκοσμιοποίηση.
Τι είναι μαθές εκείνη η παγκοσμιοποίηση;
-Tα λεφτά Παππού τα λεφτά…Εκείνα κάνουν κουμάντο τον άνθρωπο.
-Τέλεψε μωρέ ποια η ψυχή;
-Τέλεψε ο αγώνας Παππού. Κανείς δεν αγωνίζεται .Όλοι τώρα είναι μουδιασμένοι.
– Και τι περιμένουν;
-Τον Γερμανό Παππού να αποφασίσει.
-Ποιο Γερμανό;
– Τον Σόιμπλε. Τον υπουργό οικονομικών της Γερμανίας.
-Μα αυτός δεν είναι που πολεμήσαμε εμείς κάποτε; Απόγονος του Χίτλερ δεν είναι; Τι θέλουμε εμείς με αυτόν; Τι θέλουμε εμείς με αυτούς; Δεν το γνωρίζεις κοπελιά μου πως εκείνος ο λαός ποτέ δεν μας συμπάθησε;
-Το γνωρίζω Παππού μα είναι μια ισχυρή χώρα και εμείς ανίσχυροι μπροστά της.
Από την Γερμάνια περιμένουμε το μεγάλο δάνειο για να ορθοποδήσουμε.
-Δάνειο ; Μα εμάς μας χρωστάνε δεν τους χρωστάμε. Πάρε την κάπα μου.
-Τι να την κάνω Παππού;
-Πάρτην να του την στείλεις. Και να του πεις πως ο γέρος βοσκός της Κρήτης του στέλνει ένα μαντάτο:
Ο τόπος εδώ είναι δικός μας και ότι θέμε τον κάνουμε εμείς οι ίδιοι. Ο αγώνας της ελευθερίας είναι δικός μας και ότι θέμε πάλι εμείς οι ίδιοι τον κάνουμε.
Αν θέλει ήλιο και θάλασσα ή αν κρυώνει να πάρει την κάπα μου να σκεπαστεί.
Εμείς δεν προσκυνούμε. Θυμάσαι τα λόγια του Κολοκοτρώνη;
-Τα θυμάμαι παππού.
-Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους. Άμε κοπελιά μου στο καλό. Ότι ήταν να πω το είπα. Καιρός να πάρω τον δρόμο μου για το βουνό. Το ξέρεις πως τούτο το βουνό είναι δικό μας;
-Το ξέρω Παππού. Ε …Παππού… την κάπα σου!
-Στείλε την είπαμε στο Σόιμπλε να σκεπάζεται. Γιατί όσο είμαι εγώ ζωντανός την Κρήτη δεν την παίρνει.
Επίλογος : H κάπα αυτή είναι βαμμένη με το αίμα ενός Κρητικού που πάλεψε για την δική μας ελευθερία. Η κάπα αυτή έχει την ιστορία που της αξίζει.
Μένει να βρούμε οι επόμενες γενιές τις δικές μας κάπες. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να την στείλω στην Γερμανία.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου