Εμμανουήλ Θεοδοσάκις Εποιεί
Γράφει ο Νικος Γιαννακάκης
Tέλη του 19ου αρχές του 20 αιώνα και η χωρα μας έχει επηρεαστεί έντονα στο χωρο της εικαστικής δημιουργίας από το καλλιτεχνικό ρεύμα της Ιταλικής Αναγέννησης. Εγκαταλείφθηκε το πατροπαράδοτο και τη θέση του παίρνει το Δυτικό εικονογραφικό θεματολόγιο στον εκκλησιαστικό χώρο, επηρεασμένο έντονα από την αντιμεταρρύθμιση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κι έτσι ανατράπηκε εντελώς η τεχνοτροπική παράδοση της Βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής. Ένα φαινόμενο σχέσεων της Ορθόδοξης Ανατολής και της Λατινικής Δύσης στην εικονογραφία, μια επαφή με την Δυτική τέχνη που επιτρέπει στο ζωγράφο να πλησιάζει το θρησκευτικό θέμα με σκηνές από την κοσμική ζωή. Ο συνδυασμός του θρησκευτικού και του κοσμικού περιεχομένου του θεάματος εντάσσει τις εικόνες στην κατηγορία των έργων της εκκοσμίκευσης της εκκλησιαστικής ζωγραφικής.
Μέσα σ' αυτό το κλίμα βρίσκουμε το Μανώλη Θεοδοσάκη, μαθητή του Δημοτικού Σχολείου να παλεύει με τις εικαστικές του ανησυχίες. Ο χώρος που ζούσε, που μεγάλωνε με τις εναλλασσόμενες φυσικές ομορφιές, τα απομεινάρια της ιστορίας των θρύλων και των παραδόσεων του τόπου,τα έντονα ερεθίσματα και οι προβληματισμοί που γοητεύουν και διεγείρουν την παιδική του φαντασία, που καταγράφει με την ματιά και τα περνά στο κατάστιχο του μυαλού για να 'ναι δικά του.
|
ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΟ ΡΑΦΙΟΛΙ |
Όμως πόσο κρατά η θύμηση και μάλιστα όταν συνοδεύεται από τη φαντασία. Έπρεπε να τα καταγράψει, να τα κάμει κτήμα του, να τα χαίρεται στο δικό του χώρο, στο κρεβάτι του πριν σβύσει το λύχνο για να κοιμηθεί. Έτσι αρχίζει ο αγώνας της απεικόνισης με τα πρωτόγονα υλικά. Με μια μικρή πετρούλα χαράζει πάνω σε μια μεγαλύτερη επίπεδη, παραστατικά αυτό που τον συγκινούσε οπτικά είτε αυτό ήταν ένα λουλούδι, ένα βουνό, η θάλασσα, ένα δένδρο. Αργότερα τη θέση της πέτρας πήρε η πλάκα με το κοντύλι. Όταν ο δάσκαλος στην τάξη μιλούσε για τον Τρωικό Πόλεμο, σήκωσε στο μάθημα το μικρό μαθητή.- «Πες μας Μανώλη για τον Οδυσσέα».
Κι ο Μανώλης σηκώνεται και δείχνει με ικανοποίηση στο δάσκαλο την πλάκα που 'χε σχεδιάσει, μ' όλη εκείνη την παιδική αφέλεια, τον Οδυσσέα μ' ένα τεράστιο ξύλο να τυφλώνει τον μονόφθαλμο Πολύφημο.
Μπορεί όλα αυτά να μοιάζουν με φαντασία, μπορεί να βρίσκονται μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, όμως το ίδιο το έργο του το μαρτυρεί με τον παραστατικό φυσικό τρόπο της απεικόνισης στην εικαστική του απόδοση. Τα μαθήματα που πήρε σε δάσκαλο αγιογράφο στο Καστέλλι και στην Αθήνα αργότερα, του επιτρέπουν να γίνει καλός γνώστης του Ακαδημαϊκού σχεδίου και της τεχνικής στο χρώμα, πράγμα που τον βοηθά στην σωστή τοποθέτηση από τη μια και από την άλλη στην τέλεια χρωματική απόδοση των θεμάτων του στο χώρο που επιθυμεί.
Όμως ο Θεοδοσάκης υπηρέτησε με θρησκευτικό φανατισμό την τεχνική της απεικόνισης και παραστατικότητας η οποία διέπει το έργο του σε όλο του το φάσμα. Ορθολογιστής, φίλος της γνώσης, της τάξης και της μάθησης, λάτρεψε τη ζωγραφική χαϊδεύοντας την με τους πιο θερμούς γλυκασμούς και τις πιο έντονες χρωματικές ισορροπίες σ' ένα αριστοτεχνικό παίξιμο του φωτός, σ' ένα δέσιμο της σύνθεσης που στο σύνολό της θυμίζει συναυλία Αγγέλων.
Γοητεύεται από την Ιταλική Αναγέννηση και προσεγγίζει τους μεγάλους δασκάλους. Παρατηρώντας κανείς το έργο του και την καλλιτεχνική του πορεία, είναι δύσκολο να ξεχωρίσει στάδια μάθησης και ώριμης περιόδου. Αυτό δείχνει άνθρωπο ταλαντούχο, χαρισματικό, υπεύθυνο, συνεπή στην ίδια την ζωγραφική του. Στο στάδιο της μάθησης τα έργα του είναι σπουδές, δοκίμια. Τα κρατά για τον εαυτό του. Τα έργα που βγαίνουν προς τα έξω διακρίνονται από μια ωριμότητα παρ' όλο το νεαρό της ηλικίας του. Όλο του το έργο απαρτίζεται από θρησκευτικά θέματα σε φορητές εικόνες. Έργα με ελεύθερα θέματα συναντούμε πολύ λιγότερα. Θα 'λεγε κανείς ότι τα εκτελούσε για δική του ευχαρίστηση, για ξεκούραση. Γιατί όλα χαρακτηρίζονται εκτός από τη Νατουραλίστικη απόδοσή τους και από μια ρομαντική διάθεση.
Η τέλεια ανατομία του σχεδίου, η ισορροπία της σύνθεσης, τα θερμά χρώματα οι απαλοί τόνοι και οι διάφανοι γλυκασμοί, χαρακτηρίζουν το έργο του Θεοδοσάκη αναδεικνύοντάς τον σε μια δυνατή προσωπικότητα και ισχυρό γνώστη του χρωστήρα. Γοητεύεται από την φυσική πραγματικότητα, απολαμβάνει τη χαρά της ζωής και την μεταφέρει στην τέχνη του. Η εικαστική απόδοση του χώρου που περιβάλλει τις μορφές των Αγίων είναι συμβατική, σε μια φυσιοκρατική διάθεση των αντικειμένων, ανάλογα με το θέμα που περιβάλλουν.
Βλέποντας το έργο φαντάζεσαι τον δημιουργό. Τον συνταυτίζεις μ' αυτό. Ανάλογα μ' εκείνο που σ' αγγίζει, που σε εκφράζει, δημιουργείς τα ανάλογα συναισθήματα για τον ίδιο τον δημιουργό. Μαθητής του Γυμνασίου αποφάσισα να τον επισκεφτώ στο εργαστήρι του. Με δέχτηκε καλωσυνάτα. Την γαλήνη, την ηρεμία, την αισιοδοξία που αναδύει το έργο του την είδα στα μάτια του. Κι όταν του 'πα πως μ' αρέσει η ζωγραφική και θέλω να ασχοληθώ με το αντικείμενο, άφησε το πινέλλο που κρατούσε με τα μακρυά του δάκτυλα, με κύτταξε στα μάτια και μου 'πε:
«Μπράβο, να μάθεις να ζευγραφίζεις. Ο ζωγράφος είναι ανώτερος άνθρωπος. Έχει ένα ιδιαίτερο τρόπο να προσεγγίζει τα πράγματα, τον άνθρωπο, τη φύση, τον ίδιο τον Θεό. Μπορεί να αποτυπώνει με το χρώμα κάθετί το όμορφο και να το κάνει δικό του, να το διατηρεί μ' αυτή του την ομορφιά για πάντα ως την αιωνιότητα».
|
ΑΓ. ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΛΟΥΣΑΚΙΕΣ |
Λάτρης του φυσικού κάλλους ο Θεοδοσάκης συνεχίζει με το ίδιο πάθος, με την ίδια δύναμη, με την ίδια αγάπη αλλά και την ίδια χρωματική γκάμα και τεχνική επεξεργασία, την καλλιτεχνική του πορεία. Το ένα έργο διαδέχεται το άλλο σ' ένα οργασμό πνευματικής δημιουργίας. Η παρουσία του αυστηρού Ακαδημαϊκού σχεδίου, η χρωματική απόδοση του έργου με τους απαλούς τόνους, η έλλειψη συγκεκριμένης και χαρακτηρισμένης φόρμας με τα χαλαρά αχνά ή και καθόλου περιγράμματα, ένδειξη της Αναγεννησιακής Ζωγραφικής, χαρακτηρίζει για δεκαετίες το έργο του Θεοδοσάκη.Τα θερμά χρώματα με τους απαλούς και ευαίσθητους γλυκασμούς στην ενδυματολογία, η λεπτομεριακή Μανιερίστικη απόδοση των οργάνων στα σαρκώματα, σε απόλυτη φυσιοκρατική διάσταση - προσωπική έκφραση και χαρακτήρας του Θεοδοσάκη - τον χαρακτηρίζουν μέσω των έργων του αυτής της γόνιμης περιόδου, ως ένα καταπληκτικό δεξιοτέχνη και Μανιερίστα. Όταν κάποια στιγμή που τον είχα επισκεφτεί ξανά στο εργαστήρι του και βλέποντας στα έργα του το περιβάλλον - τα φόντα, την φύση με τα αχνά περιγράμματα, τον ορίζοντα με τα βιολέ και ροζέ χρώματα που θυμίζει γλυκοχάραμα, τόλμησα να ρωτήσω.
Γιατί;
«Ναι, μου λέει, είναι γλυκοχάραμα. Μια καινούρια μέρα αρχίζει, μια ζωή αρχίζει, κάτι νέο γεννιέται. Κάποιο μήνυμα θα φέρει η καινούρια μέρα».
Λόγια σοφά - προφητικά. Αυτό ήταν. Αντλούσε χαρά και αισιοδοξία μέσα από τα έργα που αυτός δημιούργησε, αντλούσε δύναμη για ζωή, για δράση, για δημιουργία. Λάτρεψε τα έργα του. Στη δεκαετία του '50 διαπιστώνουμε στο έργο του μια στροφή, μια προσπάθεια προσέγγισης στο έργο του Θεοτοκόπουλου. Αρκετά έργα αυτής της περιόδου έχουν δεχτεί επιρροές από τον τεχνοτροπικό χαρακτήρα του EL GRECO. Η αφαίρεση της σάρκας, η επιμήκυνση της φιγούρας, η εξαΐλωση της μορφής, τα αδρά περιγράμματα, η έντονη χρωματική γκάμα, η απότομη μετάβαση από τόνο σε τόνο, χαρακτηριστικά γνωρίσματα του θεοτοκόπουλου, τα συναντούμε διάσπαρτα στα έργα του Θεοδοσάκη εκείνης της περιόδου.
Δεκαετία του '60 και η χώρα μας αναζητά στο παρελθόν τον χαμένο πολιτισμό της, την πολιτισμική της ταυτότητα, την Ελληνορθόδοξη παράδοσή της, που δεν είναι άλλη από την Βυζαντινή Τέχνη. Την Τέχνη - και συγκεκριμένα την ζωγραφική - που για αιώνες κράτησε αναλλοίωτο το Ελληνικό πνεύμα. Μια προσπάθεια επαναφοράς της Βυζαντινής τέχνης στον εκκλησιαστικό χώρο, (εικόνες και ξυλόγλυπτα τέμπλα).
Όλη αυτή η κατάσταση δεν άφησε ασυγκίνητο τον Θεοδοσάκη. Διαπιστώνουμε στο έργο του, μια τάση προσέγγισης στη Βυζαντινή Ζωγραφική. Όμως σύντομα οπισθοχωρεί και επανέρχεται στον κλασικό χαρακτήρα, χωρίς όμως αυτό να αφήσει ανεπηρέαστο το μετέπειτα έργο του.
Δεν μπορούσε να δεχτεί, όπως απάντησε σε πρόταση εργοδότη του, που ζητούσε η εικόνα να εκτελεσθεί σύμφωνα με τα Βυζαντινά πρότυπα, «ότι η Παναγία με την μακριά μύτη, το θλιμμένο βλέμμα και τα κοκαλιάρικα χέρια, γέννησε έναν Χριστό. Η Παναγία που γέννησε τον Χριστό πρέπει να ήταν όμορφη. Δεν έχεις ακούσει όταν εξυμνούν τα κάλλη μιας κοπέλας, λένε πως είναι όμορφη σαν την Παναγία».
Από 'δω μπαίνουμε στην τελευταία περίοδο της καλλιτεχνικής δημιουργίας του θεοδοσάκη και που στο έργο του διακρίνουμε καθαρά πια τον προσωπικό του χαρακτήρα σε ύφος, σύνθεση και χρώμα. Είναι δύσκολο να χαρακτηριστεί τεχνοτροπικά το έργο αυτής της περιόδου. Είναι μια μίξη επιρροών από το καλλιτεχνικό ρεύμα της Αναγέννησης και της Βυζαντινής Ζωγραφικής.
Τα έντονα περιγράμματα, είτε αυτά ανάγονται στις πτυχολογίες των ενδυμάτων, είτε στα χαρακτηριστικά των σαρκωμάτων, μας μιλούν καθαρά, ότι ο θεοδοσάκης αρχίζει να βρίσκει το προσωπικό του στυλ. Το χρώμα υποχωρεί αισθητά στην φωτεινή του διάθεση, η φόρμα γίνεται συγκεκριμένη, λίγο γεωμετρική και κάνει έντονη την παρουσία της στην εκτέλεση της ενδυματολογίας. Τα έντονα περιγράμματα στα χαρακτηριστικά του προσώπου και των γυμνών μελών του σώματος, τα εκφραστικά και μεγάλα μάτια με την διάχυτη πνευματικότητα, φέρνουν τον παρατηρητή σε μια διαρκή αμεσότητα. Το περιβάλλον γίνεται πιο διακριτικό χωρίς την έντονη παρουσία του, αλλά ως καθαρά συμβατικό και συμπληρωματικό στοιχείο που εξυπηρετεί τις ανάλογες ανάγκες του θέματος. |
ΝΙΚΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗΣ |
Προβάλλεται έντονα η παρουσία του εικονιζομένου ή των εικονιζομένων μορφών, ενώ υποχωρούν διακριτικά το φυσικό ή το αρχιτεκτονικό περιβάλλον. Τονίζεται έντονα η εκφραστικότητα της μορφής του προσώπου, ως κέντρο του πνεύματος και γίνεται έντονη η χειρονομία των άκρων ανάλογα με τις ανάγκες του θέματος. Τα μάτια, το έντονο χαρακτηριστικό του προσωπικού στυλ του Θεοδοσάκη της τελευταίας περιόδου, γίνονται μεγαλύτερα, εκφραστικότερα, έντονα χαρακτηρισμένα στην φυσιοκρατική τους απόδοση, αλλά χωρίς τη Νατουραλίστικη ευαίσθητη αισθητική διάθεση, σε μια ρεαλιστική αμεσότητα κρίσης ή συγχώρεσης του εικονιζομένου με το κοινό.
Αυτή η αμεσότητα που τον καθιερώνει και τον κατατάσσει στους Ζωγράφους εκείνους με την προσωπική έκφραση, στυλ και χαρακτήρα θα τον συνοδεύει ως ένα δειλινό της Άνοιξης του 1984 που άφηνε ήσυχα τη φθορά της ζωής κι έμπαινε στο άφθαρτο της αθανασίας.
Ο θεός του 'δώσε την ζωή, η φύση του χάρισε το ταλέντο, η ιστορία και η παράδοση τη δύναμη και η Άνοιξη που την ύμνησε και την λάτρεψε στα έργα του, τον συνόδεψε στην αιωνιότητα.