Τον Σεπτέμβριο του 2020 ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ειρηναίος νόσησε σοβαρά και νοσηλεύτηκε στην εντατική με συμπτώματα αναπνευστικής ανεπάρκειας. Οι γιατροί διαπίστωσαν ότι πάσχει από τη νόσο του κινητικού νευρώνα και υπεβλήθη σε τραχειοστομία.
Στις 18 Οκτωβρίου 2021, η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης, αφού έλαβε και την συγκατάθεση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, αποφάσισε ομόφωνα να ορίσει τριμελή επιτροπή ιατρών, οι οποίοι εξέτασαν την κατάσταση της υγείας του και κατέθεσαν το πόρισμά τους στον Πρόεδρο Πρωτοδικών Ηρακλείου. Βάσει αυτού, στις 24 Νοεμβρίου 2021 η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης εισηγήθηκε ομόφωνα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο την απαλλαγή του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου από τα καθήκοντά του «ἐξ αἰτίας τῶν χρονίων καί μή ἀναστρέψιμων προβλημάτων τῆς ὑγείας του». Η επικύρωση της απαλλαγής του έγινε στις 2 Δεκεμβρίου 2021, από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Στις 18 Οκτωβρίου 2021, η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης, αφού έλαβε και την συγκατάθεση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, αποφάσισε ομόφωνα να ορίσει τριμελή επιτροπή ιατρών, οι οποίοι εξέτασαν την κατάσταση της υγείας του και κατέθεσαν το πόρισμά τους στον Πρόεδρο Πρωτοδικών Ηρακλείου. Βάσει αυτού, στις 24 Νοεμβρίου 2021 η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης εισηγήθηκε ομόφωνα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο την απαλλαγή του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου από τα καθήκοντά του «ἐξ αἰτίας τῶν χρονίων καί μή ἀναστρέψιμων προβλημάτων τῆς ὑγείας του». Η επικύρωση της απαλλαγής του έγινε στις 2 Δεκεμβρίου 2021, από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η αντίδραση του Αρχιεπισκόπου για την απαλλαγή από τα καθήκοντά του
«Έκανε το σταυρό του και είπε δόξα τω Θεώ για όλα».
Με αυτόν τον τρόπο έκανε δεκτή την ανακοίνωση της Πέμπτης 2 Δεκεμβρίου της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με την οποία εντάχθηκε στους εφησυχάζοντες Αρχιερείς, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος, πρώην πλέον, Κρήτης κ. Ειρηναίος.
Έτσι έδειξε για μία ακόμη φορά τους λόγους για τους οποίους είναι τόσο αγαπητός μεταξύ ιερέων και πιστών.
Ο βοηθός Επίσκοπος, Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Κνωσού κ. Πρόδρομος, ήταν εκείνος που διάβασε την ιστορική απόφαση στον Σεβασμιώτατο. Ο σεβάσμιος Ιεράρχης όπως δήλωσε ο Επίκοπος Κνωσού «αποδέχθηκε και αποδέχεται με σεβασμό τις αποφάσεις της Εκκλησίας χωρίς καμία κατ’ άνθρωπον θλίψη, αλλά με δοξολογία του ονόματος του Θεού».
Έτσι ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης μένει πια στο σπίτι του αφήνοντας σίγουρα ένα μεγάλο κενό στην ηγεσία της Εκκλησίας της Κρήτης αφήνοντας μια βαριά παρακαταθήκη για τον επόμενο.
Το έργο του δεν ήταν μικρό ούτε σύντομο γι αυτό και η καταγραφή των όσων δημιούργησε σίγουρα είναι δύσκολη και πρέπει να την κάνει κανείς με μεγάλη ευθύνη. Ο Ειρηναίος στεκόταν δίπλα στον πολίτη με την παραμικρή αιτία και γι αυτό ο λαός τον αγάπησε και τον εμπιστεύθηκε σε όλα τα ζητήματα που δεν αφορούσαν μόνο την εκκλησία.
Δεν ήταν τυχαίο μάλιστα όπως θα διαβάσετε παρακάτω ότι σε κάθε κοινωνική εκδήλωση, πορεία, διαμαρτυρία ο λαός έδιωχνε τους πολιτικούς και ζητούσε τον Αρχιεπίσκοπο στο πλάι του.
«Έκανε το σταυρό του και είπε δόξα τω Θεώ για όλα».
Με αυτόν τον τρόπο έκανε δεκτή την ανακοίνωση της Πέμπτης 2 Δεκεμβρίου της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με την οποία εντάχθηκε στους εφησυχάζοντες Αρχιερείς, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος, πρώην πλέον, Κρήτης κ. Ειρηναίος.
Έτσι έδειξε για μία ακόμη φορά τους λόγους για τους οποίους είναι τόσο αγαπητός μεταξύ ιερέων και πιστών.
Ο βοηθός Επίσκοπος, Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Κνωσού κ. Πρόδρομος, ήταν εκείνος που διάβασε την ιστορική απόφαση στον Σεβασμιώτατο. Ο σεβάσμιος Ιεράρχης όπως δήλωσε ο Επίκοπος Κνωσού «αποδέχθηκε και αποδέχεται με σεβασμό τις αποφάσεις της Εκκλησίας χωρίς καμία κατ’ άνθρωπον θλίψη, αλλά με δοξολογία του ονόματος του Θεού».
Έτσι ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης μένει πια στο σπίτι του αφήνοντας σίγουρα ένα μεγάλο κενό στην ηγεσία της Εκκλησίας της Κρήτης αφήνοντας μια βαριά παρακαταθήκη για τον επόμενο.
Το έργο του δεν ήταν μικρό ούτε σύντομο γι αυτό και η καταγραφή των όσων δημιούργησε σίγουρα είναι δύσκολη και πρέπει να την κάνει κανείς με μεγάλη ευθύνη. Ο Ειρηναίος στεκόταν δίπλα στον πολίτη με την παραμικρή αιτία και γι αυτό ο λαός τον αγάπησε και τον εμπιστεύθηκε σε όλα τα ζητήματα που δεν αφορούσαν μόνο την εκκλησία.
Δεν ήταν τυχαίο μάλιστα όπως θα διαβάσετε παρακάτω ότι σε κάθε κοινωνική εκδήλωση, πορεία, διαμαρτυρία ο λαός έδιωχνε τους πολιτικούς και ζητούσε τον Αρχιεπίσκοπο στο πλάι του.
Η πορεία του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου
Ο Ειρηναίος (κατά κόσμον Νικόλαος Αθανασιάδης) υπήρξε ο 3ος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης και πρώην μέλος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Πριν την εκλογή του στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κρήτης διετέλεσε Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου.
Γεννήθηκε στις 9 Αυγούστου 1933 στα Μιξόρρουμα Ρεθύμνης. Τις εγκύκλιες σπουδές του πραγματοποίησε αρχικά στο Γυμνάσιο Αρρένων Ρεθύμνης και στη συνέχεια φοίτησε στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης. Σπούδασε στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1957, αφού υπέβαλε διατριβή με τίτλο «Ο Ιωάννης Χρυσόστομος και το κοινωνικόν πρόβλημα». Χειροτονήθηκε διάκονος στις 22 Νοεμβρίου 1956, λαμβάνοντας το όνομα Ειρηναίος.
Κατόπιν σπούδασε με υποτροφία του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Κολλέγιο του Αγίου Βονιφατίου στο Warminster της Αγγλίας. Εκεί, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στις 22 Δεκεμβρίου 1957 από τον Αρχιεπίσκοπο Μεγάλης Βρετανίας Αθηναγόρα, ο οποίος του ανέθεσε όλη την περιοχή της Νοτίου Αγγλίας. Διετέλεσε εφημέριος στον Ιερό Ναό Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στο Μπρίστολ ως το 1960 που επέστρεψε στην Κρήτη, και κατόπιν Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου και Σχολάρχης της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης.
Τον Φεβρουάριο του 1975 εξελέγη από την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας Κρήτης παμψηφεί Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου και από τις 23 Φεβρουαρίου 1975, οπότε χειροτονήθηκε επίσκοπος, αποτελούσε μέλος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ο Ειρηναίος (κατά κόσμον Νικόλαος Αθανασιάδης) υπήρξε ο 3ος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης και πρώην μέλος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Πριν την εκλογή του στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κρήτης διετέλεσε Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου.
Γεννήθηκε στις 9 Αυγούστου 1933 στα Μιξόρρουμα Ρεθύμνης. Τις εγκύκλιες σπουδές του πραγματοποίησε αρχικά στο Γυμνάσιο Αρρένων Ρεθύμνης και στη συνέχεια φοίτησε στην Εκκλησιαστική Σχολή Κρήτης. Σπούδασε στην Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1957, αφού υπέβαλε διατριβή με τίτλο «Ο Ιωάννης Χρυσόστομος και το κοινωνικόν πρόβλημα». Χειροτονήθηκε διάκονος στις 22 Νοεμβρίου 1956, λαμβάνοντας το όνομα Ειρηναίος.
Κατόπιν σπούδασε με υποτροφία του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Κολλέγιο του Αγίου Βονιφατίου στο Warminster της Αγγλίας. Εκεί, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στις 22 Δεκεμβρίου 1957 από τον Αρχιεπίσκοπο Μεγάλης Βρετανίας Αθηναγόρα, ο οποίος του ανέθεσε όλη την περιοχή της Νοτίου Αγγλίας. Διετέλεσε εφημέριος στον Ιερό Ναό Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στο Μπρίστολ ως το 1960 που επέστρεψε στην Κρήτη, και κατόπιν Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου και Σχολάρχης της Εκκλησιαστικής Σχολής Κρήτης.
Τον Φεβρουάριο του 1975 εξελέγη από την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας Κρήτης παμψηφεί Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου και από τις 23 Φεβρουαρίου 1975, οπότε χειροτονήθηκε επίσκοπος, αποτελούσε μέλος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου
To έργο του στην Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου ήταν τεράστιο. Διοργάνωσε ιερατικά συνέδρια και ιερατικές συνάξεις για την επιμόρφωση του κλήρου σε όλα τα σύγχρονα κοινωνικά, θεολογικά και επιστημονικά ζητήματα.
Ίδρυσε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής για την εκμάθηση της εκκλησιαστικής και παραδοσιακής μουσικής αλλά και για την θεραπεία του προβλήματος της ελλείψεως ψαλτών από τις ενορίες της υπαίθρου, ενώ παράλληλα δημιούργησε τις κατασκηνώσεις της Ιεράς Μητροπόλεως με την ονομασία «Απόστολος Παύλος». Θεμελίωσε και ανακαίνισε εκ βάθρων δεκάδες Ιερών Ναών που σήμερα κοσμούν όλη την Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου. Μεταξύ αυτών τον Ιερό Ναό Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στα Χανιά, τον Ιερό Ναό Αγίου Νεκταρίου Σούδας, Αγίου Στεφάνου Χανίων, Αγίου Χριστοφόρου Χανίων, Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, Αγίου Νεκταρίου Χανίων, Αγίου Στυλιανού, Αγίας Σοφίας και πολλών άλλων. Ανακαίνισε το Επισκοπείο, το οποίο παρέλαβε ερειπωμένο και σχεδόν γκρεμισμένο, όπως ακριβώς ήταν μετά από τον βομβαρδισμό των Γερμανών στα Χανιά. Παράλληλα ίδρυσε και έκτισε το Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως με πολυσχιδή δραστηριότητα σε πολλούς τομείς, μεταξύ των οποίων και ο Ραδιοφωνικός Σταθμός «Ορδόδοξη Μαρτυρία», τον οποίο εμπνεύστηκε και ίδρυσε το 1992 με εικοσιτετράωρο πρόγραμμα. Τρέφοντας ιδιαίτερη αγάπη προς την νεότητα, έδινε το παρόν ετησίως στα συνέδρια του Νεανικού Επιμορφωτικού Ομίλου Σύρου από το 1985.
To έργο του στην Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου ήταν τεράστιο. Διοργάνωσε ιερατικά συνέδρια και ιερατικές συνάξεις για την επιμόρφωση του κλήρου σε όλα τα σύγχρονα κοινωνικά, θεολογικά και επιστημονικά ζητήματα.
Ίδρυσε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής για την εκμάθηση της εκκλησιαστικής και παραδοσιακής μουσικής αλλά και για την θεραπεία του προβλήματος της ελλείψεως ψαλτών από τις ενορίες της υπαίθρου, ενώ παράλληλα δημιούργησε τις κατασκηνώσεις της Ιεράς Μητροπόλεως με την ονομασία «Απόστολος Παύλος». Θεμελίωσε και ανακαίνισε εκ βάθρων δεκάδες Ιερών Ναών που σήμερα κοσμούν όλη την Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου. Μεταξύ αυτών τον Ιερό Ναό Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στα Χανιά, τον Ιερό Ναό Αγίου Νεκταρίου Σούδας, Αγίου Στεφάνου Χανίων, Αγίου Χριστοφόρου Χανίων, Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, Αγίου Νεκταρίου Χανίων, Αγίου Στυλιανού, Αγίας Σοφίας και πολλών άλλων. Ανακαίνισε το Επισκοπείο, το οποίο παρέλαβε ερειπωμένο και σχεδόν γκρεμισμένο, όπως ακριβώς ήταν μετά από τον βομβαρδισμό των Γερμανών στα Χανιά. Παράλληλα ίδρυσε και έκτισε το Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως με πολυσχιδή δραστηριότητα σε πολλούς τομείς, μεταξύ των οποίων και ο Ραδιοφωνικός Σταθμός «Ορδόδοξη Μαρτυρία», τον οποίο εμπνεύστηκε και ίδρυσε το 1992 με εικοσιτετράωρο πρόγραμμα. Τρέφοντας ιδιαίτερη αγάπη προς την νεότητα, έδινε το παρόν ετησίως στα συνέδρια του Νεανικού Επιμορφωτικού Ομίλου Σύρου από το 1985.
Θεωρείται φιλομόναχος Αρχιερέας, καθώς ο ίδιος ζει λιτά, ασκητικά και μοναχικά, ως απλός καλόγερος.
Με γνώμονα αυτή του την αγάπη προς τον Μοναχισμό εγκαθίδρυσε μοναχικές αδελφότητες στα εγκαταλελειμμένα μοναστήρια της Επαρχίας του, όπως η αδελφότητα της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής Χρυσοπηγής Χανίων. Παράλληλα ανακαίνισε τις ιστορικές Ιερές Μονές Αγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων, Αγίου Γεωργίου Καρυδίου και Αγίου Γεωργίου Χαρωδιάς, ενώ εγκαθίδρυσε αδελφότητα αγιορείτων πατέρων στην ιστορική Ιερά Μονή Κυρίας των Αγγέλων Γουβερνέτου.
Από τo 2005, οπότε και επαναλειτούργησε ο Συνοδικός θεσμός της ενδημούσης Συνόδου του Oικουμενικού Πατριαρχείου, κλήθηκε επανειλημμένως ως συνοδικό μέλος της. Διετέλεσε Τοποτηρητής των Ιερών Μητροπόλεων Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, Κισάμου και Σελίνου και Πέτρας και Χερρονήσου.
Αρχιεπίσκοπος Κρήτης
Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε παμψηφεί Αρχιεπίσκοπο της Εκκλησίας της Κρήτης στις 30 Αυγούστου 2006 στο Φανάρι. Το Μεγάλο Μήνυμα εδόθη στον Ιερό Πατριαρχικό Ναό Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, και η ενθρόνισή του πραγματοποιήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2006. Διαδέχθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Τιμόθεο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος ως Πρόεδρος της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης ίδρυσε πέντε Ειδικές Συνοδικές Επιτροπές για ένα φάσμα θεμάτων και προβλημάτων της σύγχρονης ζωής: Επιτροπή επί των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, Επιτροπή επί του Θρησκευτικού Τουρισμού, Επιτροπή επί της Εκκλησιαστικής Φιλανθρωπίας, Επιτροπή επί των Ιερών Ακολουθιών και Επιτροπή επί της Εξωτερικής Ιεραποστολής. Επίσης με πρωτοβουλία του έχει συσταθεί η Μη Κυβερνητική Οργάνωση της Εκκλησίας Κρήτης (Μ.Κ.Ο.) «Φιλοξενία».
To έργο του στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης ήταν τεράστιο.
Διοργάνωσε ιερατικά συνέδρια και ιερατικές συνάξεις για την επιμόρφωση του κλήρου σε όλα τα σύγχρονα κοινωνικά και θεολογικά ζητήματα. Ενίσχυσε, στήριξε και αναβάθμισε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής για την εκμάθηση της εκκλησιαστικής και παραδοσιακής μουσικής, δημιούργησε τις κατασκηνώσεις της Ιεράς Αρχιεπισκοπής «Άνω Πόλις» στην Ανώπολη Πεδιάδος, την Ομάδα Μοναχικών Ατόμων, εβδομαδιαίες Συνάξεις Νέων, το Γραφείο επί των Αιρέσεων καθώς και το Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας της Αρχιεπισκοπή Κρήτης.
Επίσης αναστηλώθηκαν και συντηρήθηκαν πολλά σημαντικά εκκλησιαστικά μνημεία της Αρχιεπισκοπής.
Από τα πρώτα χρόνια της διακονίας στην Ιερά Αρχιεπισκοπή απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα λόγω του ανοίγματος της Εκκλησίας προς την κοινωνία. Πολύ γνωστό είναι ότι είχε προσέλθει στις συγκεντρώσεις του Κινήματος των Αγανακτισμένων του Ηρακλείου μιλώντας στους πολίτες, καθώς επίσης και ότι την Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011 στην παρέλαση του Ηράκλειου πολίτες απαίτησαν να αποχωρήσουν οι εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου και να παραμείνει στην εξέδρα των επισήμων μόνο ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Επίσης παρέστη σε συγκεντρώσεις ανέργων στο Εργατικό Κέντρο Ηρακλείου μιλώντας με τους πολίτες και συνεργάστηκε με τον Δήμο Ηρακλείου σε κοινωνικά θέματα.
Με γνώμονα αυτή του την αγάπη προς τον Μοναχισμό εγκαθίδρυσε μοναχικές αδελφότητες στα εγκαταλελειμμένα μοναστήρια της Επαρχίας του, όπως η αδελφότητα της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής Χρυσοπηγής Χανίων. Παράλληλα ανακαίνισε τις ιστορικές Ιερές Μονές Αγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων, Αγίου Γεωργίου Καρυδίου και Αγίου Γεωργίου Χαρωδιάς, ενώ εγκαθίδρυσε αδελφότητα αγιορείτων πατέρων στην ιστορική Ιερά Μονή Κυρίας των Αγγέλων Γουβερνέτου.
Από τo 2005, οπότε και επαναλειτούργησε ο Συνοδικός θεσμός της ενδημούσης Συνόδου του Oικουμενικού Πατριαρχείου, κλήθηκε επανειλημμένως ως συνοδικό μέλος της. Διετέλεσε Τοποτηρητής των Ιερών Μητροπόλεων Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων, Κισάμου και Σελίνου και Πέτρας και Χερρονήσου.
Αρχιεπίσκοπος Κρήτης
Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε παμψηφεί Αρχιεπίσκοπο της Εκκλησίας της Κρήτης στις 30 Αυγούστου 2006 στο Φανάρι. Το Μεγάλο Μήνυμα εδόθη στον Ιερό Πατριαρχικό Ναό Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, και η ενθρόνισή του πραγματοποιήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2006. Διαδέχθηκε τον Αρχιεπίσκοπο Τιμόθεο.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος ως Πρόεδρος της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης ίδρυσε πέντε Ειδικές Συνοδικές Επιτροπές για ένα φάσμα θεμάτων και προβλημάτων της σύγχρονης ζωής: Επιτροπή επί των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, Επιτροπή επί του Θρησκευτικού Τουρισμού, Επιτροπή επί της Εκκλησιαστικής Φιλανθρωπίας, Επιτροπή επί των Ιερών Ακολουθιών και Επιτροπή επί της Εξωτερικής Ιεραποστολής. Επίσης με πρωτοβουλία του έχει συσταθεί η Μη Κυβερνητική Οργάνωση της Εκκλησίας Κρήτης (Μ.Κ.Ο.) «Φιλοξενία».
To έργο του στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης ήταν τεράστιο.
Διοργάνωσε ιερατικά συνέδρια και ιερατικές συνάξεις για την επιμόρφωση του κλήρου σε όλα τα σύγχρονα κοινωνικά και θεολογικά ζητήματα. Ενίσχυσε, στήριξε και αναβάθμισε τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής για την εκμάθηση της εκκλησιαστικής και παραδοσιακής μουσικής, δημιούργησε τις κατασκηνώσεις της Ιεράς Αρχιεπισκοπής «Άνω Πόλις» στην Ανώπολη Πεδιάδος, την Ομάδα Μοναχικών Ατόμων, εβδομαδιαίες Συνάξεις Νέων, το Γραφείο επί των Αιρέσεων καθώς και το Γραφείου Ευρέσεως Εργασίας της Αρχιεπισκοπή Κρήτης.
Επίσης αναστηλώθηκαν και συντηρήθηκαν πολλά σημαντικά εκκλησιαστικά μνημεία της Αρχιεπισκοπής.
Από τα πρώτα χρόνια της διακονίας στην Ιερά Αρχιεπισκοπή απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα λόγω του ανοίγματος της Εκκλησίας προς την κοινωνία. Πολύ γνωστό είναι ότι είχε προσέλθει στις συγκεντρώσεις του Κινήματος των Αγανακτισμένων του Ηρακλείου μιλώντας στους πολίτες, καθώς επίσης και ότι την Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011 στην παρέλαση του Ηράκλειου πολίτες απαίτησαν να αποχωρήσουν οι εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου και να παραμείνει στην εξέδρα των επισήμων μόνο ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Επίσης παρέστη σε συγκεντρώσεις ανέργων στο Εργατικό Κέντρο Ηρακλείου μιλώντας με τους πολίτες και συνεργάστηκε με τον Δήμο Ηρακλείου σε κοινωνικά θέματα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Μακάριος είχε γράψει σε ένα εκτενές βιογραφικό για τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης την εποχή που ήταν Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου:
“Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, καθώς μαρτυρεί η μέχρι τώρα βιωτή του, δεν προσφέρει στην Εκκλησία μονάχα τις γνώσεις του, τις διοικητικές του ικανότητες, τον πολύτιμο χρόνο του, την αναγκαία ανάπαυσή του, το πενιχρό βαλάντιό του μαζί με τα πολλά, πνευματικά θεοδώρητα τάλαντα της ψυχής του, αλλά πρωτίστως προσφέρει τον εαυτό του ολόκληρο προκειμένου να δώσει την καλή μαρτυρία Χριστού και Εκκλησίας. Αναλώνει τον εαυτό του με τρόπο θεάρεστο και θεοφιλή υπέρ της «Αγιωτάτης του Σωτήρος ημών Χριστού Εκκλησίας”.
Έρχεται στη σκέψη μας ο λόγος του Ιερού Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τον οποίο απηύθυνε προς την μακαρία μορφή του Αρχιεπισκόπου Αντιοχείας Μελετίου «Ου γαρ διδάσκων μόνον, ουδέ φθεγγόμενος, αλλά και ορώμενος απλώς, ικανός εστί άπασαν αρετής διδασκαλίαν εις την των ορώντων ψυχήν εισαγαγείν.
“Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, καθώς μαρτυρεί η μέχρι τώρα βιωτή του, δεν προσφέρει στην Εκκλησία μονάχα τις γνώσεις του, τις διοικητικές του ικανότητες, τον πολύτιμο χρόνο του, την αναγκαία ανάπαυσή του, το πενιχρό βαλάντιό του μαζί με τα πολλά, πνευματικά θεοδώρητα τάλαντα της ψυχής του, αλλά πρωτίστως προσφέρει τον εαυτό του ολόκληρο προκειμένου να δώσει την καλή μαρτυρία Χριστού και Εκκλησίας. Αναλώνει τον εαυτό του με τρόπο θεάρεστο και θεοφιλή υπέρ της «Αγιωτάτης του Σωτήρος ημών Χριστού Εκκλησίας”.
Έρχεται στη σκέψη μας ο λόγος του Ιερού Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τον οποίο απηύθυνε προς την μακαρία μορφή του Αρχιεπισκόπου Αντιοχείας Μελετίου «Ου γαρ διδάσκων μόνον, ουδέ φθεγγόμενος, αλλά και ορώμενος απλώς, ικανός εστί άπασαν αρετής διδασκαλίαν εις την των ορώντων ψυχήν εισαγαγείν.
Φωτογραφίες πλην της πρώτης απο το προσωπικό μου αρχείο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου