Έπεσαν στα χέρια μου δυο βιβλία που γράφτηκαν με διαφορά κοντά στους 2 αιώνες, το ένα το 1811 και ο άλλο το 2008. Το πρώτο γράφτηκε από τον Γάλλο περιηγητή J.M. Tancoigne και δημοσιεύτηκε το 1817 στο Παρίσι και αποσπάσματα δημοσιεύονται στο βιβλίο "Βιώματα από την Κρήτη του 1811-1814" (μετάφραση Μ. Εκκεκάκη 2008 ) αλλά και το βιβλίο της Τουρκάλας Σαμπά Αλτίνσαϊ, με τίτλο "Κρήτη μου". Σας παραθέτω μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο του Γάλλου σχετικά με τους Τουρκοκρητικούς. - "Ο Τουρκοκρητικός δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στην υπόλοιπη αυτοκρατορία. Η προκατάληψη εναντίον του είναι καθολική. Οι μεν Μουσουλμάνοι του καταλογίζουν μειωμένη επιμέλεια στην τήρηση των προσταγών του κορανιού, οι δε Χριστιανοί τον κατηγορούν για υπέρμετρη αγριότητα και αφόρητη καταπίεση εις βάρος των Ελλήνων Εντούτοις παντρεύονται συχνά με Χριστιανές ....αλλά αντί να μαλακώσει ο χαρακτήρας των, έχει ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα.- Που να οφείλεται άραγε αυτό; Ποια μπορεί να είναι η αιτία; Μου φαίνεται ότι αυτό θα πρέπει να το χρεώσουμε στις προδιαθέσεις με τις οποίες γεννιούνται οι κρητικοί και των δύο θρησκευμάτων. Οι απόγονοι συνδυάζουν κατά τρόπο εκπληκτικό όλα τα έμφυτα ελαττώματα των Ελλήνων, όπως πονηριά, δολιότητα και το ψέμα, με το επίκτητο ύφος και την υπεροψία των Μουσουλμάνων. Από την φυσιογνωμία τους και μόνο, τους αναγνωρίζει κανείς με την πρώτη ματιά. Η ομιλία αλλά και η ιδιάζουσα προφορά τους δεν διαφέρει καθόλου από την ομιλία και την προφορά των γηγενών Ελλήνων. Για ένα παρατηρητή που έχει δει αληθινούς Οσμανλίδες της Κωνσταντινούπολης, ο Τουρκοκρητικός μοιάζει περισσότερο με μεταμφιεσμένο Έλληνα. Η λαιμαργία του και η κατανάλωση κρεάτων (χοιρινό) απαγορευμένων από το νόμο του Μωάμεθ τον κάνουν να ξεπέφτει στα μάτια αυτών που τηρούν με αυστηρότητα το κοράνι."
Στο άλλο η Τουρκάλα συγγραφέας Σαμπά Αλτίνσαϊ, από το Τσανάκαλε, στο βιβλίο της "Κρήτη μου" που είναι μυθιστόρημα, μιας και τα περισσότερα τα άκουσε από τον παππού της, τον Ιμπραήμ Γιαρμακαμάκη, Τουρκοκρητικό γεννημένος στα Χανιά, χρυσοχόο με μαγαζί στην οδό Κανεβάρο των Χανίων. Είναι αναπαράσταση μιας ολόκληρης εποχής με κεντρικό ήρωα τον Ιμπραήμ Γιαρμακαμάκη, όταν τον Νοέμβριο του 1923, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, τον έστειλαν με όλη την οικογένειά του στο Κιουτσούκ-κουγιού, απέναντι από τη Λέσβο. Μιας εποχή που διακρίθηκε για τη σκληρότητά της και για τα έντονα συναισθήματα που βίωσαν οι πρωταγωνιστές της σε όλη την κλίμακα της αγάπης, του μίσους, της ελπίδας, της προδοσίας. Από την κριτική των ΝΕΩΝ παίρνω το σχόλιο για το βιβλίο ..... είναι ένα βιβλίο που συγκινεί και προβληματίζει, σε ένα βαθμό, για τα ζητήματα της συνύπαρξης και των πολυπολιτισμικών κοινωνιών. Η Κρήτη ως νησί ικανό να παράξει δικό του, ώς ένα βαθμό αυτόνομο, πολιτισμό, θα έπρεπε να είναι το ιδανικό χωνευτήρι. Κι όμως, όπως καλά τα περιγράφει η Αλτίνσαϊ, δεν συνέβη κάτι τέτοιο.
Στο άλλο η Τουρκάλα συγγραφέας Σαμπά Αλτίνσαϊ, από το Τσανάκαλε, στο βιβλίο της "Κρήτη μου" που είναι μυθιστόρημα, μιας και τα περισσότερα τα άκουσε από τον παππού της, τον Ιμπραήμ Γιαρμακαμάκη, Τουρκοκρητικό γεννημένος στα Χανιά, χρυσοχόο με μαγαζί στην οδό Κανεβάρο των Χανίων. Είναι αναπαράσταση μιας ολόκληρης εποχής με κεντρικό ήρωα τον Ιμπραήμ Γιαρμακαμάκη, όταν τον Νοέμβριο του 1923, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, τον έστειλαν με όλη την οικογένειά του στο Κιουτσούκ-κουγιού, απέναντι από τη Λέσβο. Μιας εποχή που διακρίθηκε για τη σκληρότητά της και για τα έντονα συναισθήματα που βίωσαν οι πρωταγωνιστές της σε όλη την κλίμακα της αγάπης, του μίσους, της ελπίδας, της προδοσίας. Από την κριτική των ΝΕΩΝ παίρνω το σχόλιο για το βιβλίο ..... είναι ένα βιβλίο που συγκινεί και προβληματίζει, σε ένα βαθμό, για τα ζητήματα της συνύπαρξης και των πολυπολιτισμικών κοινωνιών. Η Κρήτη ως νησί ικανό να παράξει δικό του, ώς ένα βαθμό αυτόνομο, πολιτισμό, θα έπρεπε να είναι το ιδανικό χωνευτήρι. Κι όμως, όπως καλά τα περιγράφει η Αλτίνσαϊ, δεν συνέβη κάτι τέτοιο.
Ιστορικά τώρα στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν οι κάτοικοι της Κρήτης ανέρχονταν περίπου σε 260.000, οι περισσότεροι ήταν μουσουλμάνοι, ενώ, στο τέλος του 18ου αι, χάρη στις βελτιωμένες συνθήκες ζωής των χριστιανών, η αναλογία ήταν σχεδόν ένα προς ένα, σύμφωνα με τον Olivier ( G. A. Olivier, Voyage dans l' Empire Ottoman, 6 τόμοι, Παρίσι 1801-1807 ). Μετά το 1821 στη διάρκεια της μάλλον ήπιας αιγυπτιακής κατοχής, οι χριστιανοί αυξήθηκαν- σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Pashley το 1834 (Robert Pashley, Travels in Crete, 2 τόμοι, Λονδίνο 1837 ) και αποτέλεσαν την πλειονότητα το 1858, όταν 60.000 μουσουλμάνοι αντιστοιχούσαν σε 220.000 χριστιανούς και 907 Εβραίους. Αυτή η υπεροχή των χριστιανών αυξήθηκε κι άλλο στις αρχές του 20ου αιώνα: 303.000 χριστιανοί έναντι 34.000 μουσουλμάνων, που με τη σειρά τους υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το νησί το 1923, όταν άρχισε να ισχύει το πρόγραμμα ανταλλαγής πληθυσμών της συνθήκης της Λωζάννης.
Καλό είναι να τα διαβάσετε και τα δυο.
Καλό είναι να τα διαβάσετε και τα δυο.