Ένα από τα πλέον σπάνια αρπακτικά που φιλοξενεί η χώρα μας είναι και ο Γυπαετός, ένα πουλί των ορεινών οικοσυστημάτων. Το επιστημονικό του όνομα είναι Gypaetus barbatus, όπου barbatus σημαίνει μουστακαλής και το πήρε από το μουστάκι που εύκολα διακρίνεται στις δύο πλευρές του ράμφους του. Είναι ένα είδος γύπα με μία μεγάλη ρομβοειδή ουρά, δυναμικό πέταγμα, σχετικά γρήγορο, γεμάτο από ελιγμούς που πιο πολύ θυμίζουν ένα μεγάλο γεράκι, παρά ένα
πουλί με άνοιγμα φτερών που φτάνει τα 2,80 μέτρα και βάρος 5-7 κιλά. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι μπορεί να πετάξει πολύ νωρίς το πρωί ή αργά το απόγευμα ή ακόμη και μέσα στα σύννεφα και στο ψιλοβρόχι. Επιπλέον, μπορεί εύκολα να απογειωθεί μετά από ένα μεγάλο γεύμα, σε αντίθεση με τα Όρνια που πρέπει πρώτα να χωνέψουν την τροφή. Ο αρσενικός και ο θηλυκός Γυπαετός οι οποίοι ζευγαρώνουν για μια ζωή αρχίζουν τις ερωτοτροπίες τους νωρίς τον Οκτώβριο εώς και τον Ιανουάριο, πετώντας πλάι-πλάι, κυνηγώντας ο ένας τον άλλο, ακροβατώντας με πλεγμένα τα νύχια τους και βουτώντας στο κενό. Διατηρούν μια επικράτεια, μέσης επιφάνειας 350 τετραγωνικών χιλιομέτρων, την οποία υπερασπίζονται ενάντια σε άλλα άτομα του ίδιου είδους. Φωλιάζουν μέσα σε μικρές σπηλιές ή σε προφυλαγμένες προεξοχές ψηλών ορθοπλαγιών. Για την επισκευή και το χτίσιμο της φωλιάς, που αρχίζει το Νοέμβριο, χρησιμοποιούν κλαδιά, μαλλί από πρόβατο και ότι άλλο είναι πρόσφορο. Συνήθως χτίζουν δύο και τρεις μεγάλες φωλιές ενώ γεννούν σε μία από αυτές ένα με δύο αυγά μέσα στο καταχείμωνο, Δεκέμβριο -Ιανουάριο. Η εκκόλαψη των αυγών, που γίνεται και από τους δύο γονείς διαρκεί κάτι λιγότερο από δύο μήνες. Τελικά τον Ιούνιο πετάει από τη φωλιά, σχεδόν πάντα, ένα μόνο μικρό με σκούρο καφέ κεφάλι και ουρά. Ο Γυπαετός είναι το μοναδικό πλάσμα στον κόσμο που τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά (70-90%) με κόκαλα. Στην Κρήτη οι βοσκοί δικαίως το έχουν ονομάσει Κοκάλα, καθώς γνωρίζουν τη συνήθειά του να σπάει τα μεγαλύτερα κόκαλα σε βραχώδεις πλαγιές τι "σπάστρες", με μία χαρακτηριστική τεχνική. Τα πετάει από μεγάλο ύψος σε βραχώδεις απότομες πλαγιές, ακολουθώντας τα από πίσω με μία σπειροειδή κάθοδο, διαδικασία την οποία επαναλαμβάνει ώσπου τελικά να σπάσουν τα κόκαλα. Στη συνέχεια τρώει τα κομμάτια ξεκινώντας από το μεδούλι. Τα μικρότερα κόκαλα τα καταπίνει ολόκληρα και το στομάχι του με τα πανίσχυρα γαστρικά υγρά, τα χωνεύει με ευκολία. Πολλές φορές, όταν καταπίνει ένα μακρύ κόκαλο, ενώ η μία άκρη του βρίσκεται έξω από το στόμα του, έχει αρχίσει η πέψη της άλλης άκρης που βρίσκεται στο στο
μάχι του. Αυτή η διατροφική του συνήθεια φαντάζει περίεργη αλλά, από τη στιγμή που έχει λυθεί το πρόβλημα της πέψης των κοκάλων, αυτά αποτελούν μια πολύ θρεπτική τροφή, εύκολα αποθηκεύσιμη, για την οποία το πουλί δεν έχει ανταγωνιστές. Άλλη μια ιδιαιτερότητα του είδους είναι το "μακιγιάρισμα" των φτερών του με οξείδια του σιδήρου, τα οποία βρίσκει σε θέσεις με κόκκινο χρώμα ή στα τοιχώματα των σπηλιών όπου φωλιάζει, με αποτέλεσμα τα φύσει λευκά φτερά του κεφαλιού και του στήθους να χρωματίζονται πορτοκαλί. Οι λόγοι καθώς και τα οφέλη που οδηγούν σε αυτή τη συμπεριφορά του "μακιγιαρίσματος" μας είναι ακόμη άγνωστα. Σήμερα η χώρα μας φιλοξενεί στην Κρήτη και παρά τη μείωση, τον μεγαλύτερο νησιώτικό πληθυσμό του κόσμου με 12 επικράτειες, 10 εκ των οποίων διατηρούν ζευγάρια. Όμως, στην ηπειρωτική Ελλάδα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Το είδος έχει γνωρίσει μια πρωτοφανή μείωση του πληθυσμού του, με αποτέλεσμα από κοινό είδος των βουνών μας, τη δεκαετία του '80 να υπάρχουν μόνο 5-11 ζευγάρια, για να φτάσουμε σήμερα να απαριθμούμε μία επικράτεια στο Όρος Τζένα και ενδεχομένως άλλη μία στη νότια Πίνδο. Με λίγα λόγια έχουμε φτάσει στο σημείο να ομολογούμε ότι το είδος δεν έχει ελπίδες να συνεχίσει να πετάει στο μέλλον στα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Το πρόγραμμα Life είναι σε εξέλιξη, αλλά είναι λίγα αυτά που μπορούν να γίνουν για το Γυπαετό στην ηπειρωτική Ελλάδα. Ίσως η μόνη λύση να είναι, μετά από πολύ σοβαρή μελέτη και οργάνωση και αφού καταφέρουμε να εκλείψουν οι αιτίες της εξαφάνισης, η επανεισαγωγή του. Τουλάχιστον, κάτι μπορεί να γίνει για το είδος στην Κρήτη.
Και στην Κρήτη ο γυπαετός βρίσκεται δίπλα μας:
Η περιοχή του Αγίου Δίκαιου (Έλος – Τοπόλια) βρίσκεται στο δυτικό άκρο της Κρήτης και περιλαμβάνει την Περιοχή Κοινοτικού Ενδιαφέροντος (pSCI) του Ευρωπαϊκού Δικτύου Natura 2000 Έλος, Τοπόλια, Σάσαλος, Άγιος Δίκαιος: GR 4340004, καθώς και τη Ζώνη ειδικής Προστασίας (SPA) Μ
ετερίζια - Άγιος Δίκαιος - Τσουνάρα - Βιτσιλιά Λευκών Ορέων GR 4340016 η οποία επεκτείνεται και στα δυτικά Λευκά Όρη. Επίσης, σημαντικό μέρος της ανακηρύχθηκε Καταφύγιο Άγριας ζωής στα πλαίσια του προγράμματος LIFE – NATURE 1998: «
Διατήρηση – Προστασία του Γυπαετού στην Ελλάδα». Πρόκειται για μια ευνοημένη κλιματολογικά ημιορεινή έως ορεινή περιοχή, καθώς δέχεται τις περισσότερες βροχοπτώσεις από όλο το νησί, ενώ οι θερμοκρασίες είναι σχετικά ήπιες. Η περιοχή αυτή υλοποίησης του προγράμματος υπάγεται διοικητικά σε οκτώ κοινότητες (πριν την εφαρμογή του σχεδίου Καποδίστριας) που ανήκουν σε δύο δήμους: τις κοινότητες Βλάτους, Έλους, Κάμπου, Κεφαλίου, Περιβολίων και Στροβλών που ανήκουν στο δήμο Ινναχωρίου και τις κοινότητες Σασάλου και Τοπολίων που ανήκουν στο δήμο Μυθήμνης, ενώ τμήμα της βρίσκεται στα Λευκά Όρη.