Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.





Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Μαρτίου 2024

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΜΗΘΥΜΝΑ

Μήθυμνα
Υπάρχει ή όχι ;
Αρχαία παραθαλάσσια κωμόπολη της Κρήτης αναφέρει στο έργο του "Περί ζώων ιδιότητας" ο Αιλιανός την οποία την τοποθετεί κοντά στο ιερό της αρχαίας Ροκκαίας Αρτέμιδος. Είναι η πρώτη και αναφορά της αρχαίας αυτής πόλης που εμείς έχουμε υιοθετήσει μετά και τις ανασκαφές που έγιναν εκεί κοντά στην γέφυρα των Νοπηγείων το 1983 μετά και την ανεύρεση προϊστορικού οικισμού λόγω της χάραξης της νέας εθνικής οδού. 
Το 1834 υπάρχει η δεύτερη αναφορά για την αρχαία αυτή πόλη από το Pashley που στο βιβλίο του "Περιηγήσεις στην Κρήτη" που εκδόθηκε το 1837 και ταύτισε τα ερείπια τότε της σημερινής εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου με την Αρχαία Μήθυμνα.
Ακολούθησε ο Spratt το 1865, ο Pendlebury το 1936 που και αυτοί με την σειρά τους τοποθέτησαν την Μήθυμνα σε αυτό το κομμάτι της Κρήτης και του κόλπου της Κισάμου ανάμεσα σε Νοπηγεια και Δραπανιάς ( Από το Κολένι περίπου ως και το νεκροταφείο του Δραπανιάς) με λιμάνι το Κολένι.
Φυσικά για την ιστορία και μόνο για αυτό υπάρχουν και αρκετοί που δεν πιστεύουν ότι υπήρχε αρχαία πόλη με την ονομασία Μήθυμνα αλλά ότι ήταν μια παραφθορά της λέξης Ρίθυμνα. (Guarducci 1939 και P. Faure 1959)
Η αρχαιολογική υπηρεσία πάντως είναι πεπεισμένη και μετά της έρευνες της Μαρίας Ανδρεαδάκης Βλαζάκης από το 1983 ως και 1987, αλλά και πρόσφατα από την κ. Σκόρδου, ότι στην περιοχή υπήρχε προϊστορικός οικισμός με ίδρυση του τα πρωτομινωικά χρόνια.
Τα ευρήματα της ανασκαφής αυτής (μερικά στις φωτο) βρίσκονται στην πρώτη αίθουσα του ισογείου του Μουσείου Κισάμου.




 

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2022

ΡΟΚΚΑ - ΤΡΙΑ ΑΛΩΝΙΑ - ΤΡΙΛΙΡΟΣ

 Την άνοιξη του 1851 φτάνει στην Κρήτη ένας δραστήριος Εγγλέζος χαρτογράφος, ο Thomas Abel Brimage Spratt.... Γύρισε όλο το νησί και πέρασε και απο τα μέρη μας. Μια αφήγηση του η πρώτη απο την Κίσαμο ειναι η παρακάτω. Την συμπλήρωσα εγώ με (κόκκινο) αυτά που υποθέτω.

- Οι κάτοικοι (Ρόκκας) έχουν πολλές ιστορίες για τον χρυσό και άλλους θησαυρούς που έχουν βρεθεί σε διάφορες εποχές ανάμεσα σε αυτά τα υπολείμματα νότια της Ρόκκας. και μου έδειξαν ένα σημείο, σε μια μικρή προεξοχή κάτω από το χωράφι με την εξέδρα στη θέση Τρία-Αλώνια, όπου είχαν γίνει πρόσφατες ανασκαφές, και όπου, μου είπαν, είχε βρει ένα μικρό μαρμάρινο άγαλμα από τον ιδιοκτήτη του χωραφιού, με καταγωγή από το χωριό των Αρμένων (Θα εννοεί το Άρμενο χωριό). Λέγεται επίσης ότι μια μικρή χρυσή φιγούρα είχε βρεθεί πριν από πολύ καιρό σε ένα παρακείμενο χωράφι από τον ιδιοκτήτη της, έναν συγγενή της, ο οποίος του εμπιστεύτηκε τη φιγούρα να τη διαθέσει στα Χανιά. αλλά καθώς δεν θα έκανε ποτέ λογαριασμό των εσόδων, αρνούμενος το γεγονός, ο ευρέτης και νόμιμος ιδιοκτήτης τον κατηγόρησε για την κλοπή ενώπιον των αρχών στα Χανιά και φυλακίστηκε για δύο μήνες. Όλες αυτές οι ανακαλύψεις και οι παραδόσεις δείχνουν ότι ήταν αναμφίβολα ένα σημείο με κάτι περισσότερο από κοινό ενδιαφέρον. Και καθώς, προφανώς, δεν ήταν η τοποθεσία μιας πόλης, θα μπορούσε να είναι μόνο ένας τόπος ιερότητας, όπως ένας ναός ή το ιερό κάποιας θεότητας. Επομένως, πιστεύω ότι αυτός είναι ο αληθινός χώρος του ναού της Ροκκαίας Αρτέμιδος, (ως και σήμερα υποστηρίζεται οτι το μοναδικό ιερό της Ροκκαίας Αρτέμιδος υπάρχει στην φορτέτσα του Ρεθύμνου. Βέβαια εκεί κοντά δεν υπάρχει Ρόκκα και ενδεχομένως οι παλιοί περιηγητές να έχουν μπερδέψει το Μήθυμνα με το Ρίθυμνα. Ρόκκα βέβαια υπάρχει σαν ονομασία σε όρος που βρίσκεται ανάμεσα σε Αρχάνες και Αγία Βαρβάρα όπου υπήρχε η αρχαία πόλη Λύκαστος κατά Όμηρο) σε αντίθεση με την υιοθέτηση της Μήθυμνας από τον Pashley.
Υ.Σ Για την αρχαία πόλη τώρα που δεν πιστεύει οτι υπήρχε στα Τρία Αλώνια ο Thomas Spratt, αλλά μόνο ιερό, μάλλον έκανε λάθος μιας και υπάρχει έχει ήδη καταγραφεί και εν μέρη οροθετηθεί και πρόκειται μάλλον για την αρχαία Τρίλιρος. ΕΔΩ έχει γραφτεί για τους θρύλους της περιοχής.
ΠΗΓΗ SADENTREPESE-TRAVELS AND RESEARCHES IN CRETE

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

ΑΓΝΕΙΟΝ ΣΤΟ ΑΚΡΩΤΗΡΙ ΤΗΣ ΓΡΑΜΒΟΥΣΑΣ

Ανατολικά από τον Μπάλο με το μονοπάτι να ξεκινάει λίγο πριν την καντίνα του Δήμου Κισάμου και στην ανατολική πλευρά του Ακρωτηρίου Γραμβούσας σώζονται ελάχιστα ερείπια της ρωμαϊκής πόλης του Αγνείου. Η περιοχή είναι δύσβατη σήμερα, το μονοπάτι σε κακή κατάσταση και οι περισσότεροι που επισκέπτονται την περιοχή (βοσκοί-κυνηγοί) πάνε με καραβάκι και μόνο κατά την γιορτή της μικρής εκκλησία που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Σώζων (Αι Σώστης) στις 7 του Σεπτέμβρη. Η παλιά εκκλησία που σίγουρα χρειάζεται μια προσπάθεια καθαρισμού, δηλώνει τι πέρασε στα χρόνια που ο χριστιανισμός δεν ήταν στα πάνω του... ανατολικά της δε έχει κτιστεί νέος ναός αφιερωμένος στον ίδιο Άγιο.
Στην περιοχή που τα διάσπαρτα αρχαία λείψανα δηλώνουν μικρή κατοίκηση απο τους Μινωικούς χρόνους ως και την Βενετοκρατία υπήρχε ιερό του Θεού Απόλλωνα που αναφέρεται στους Σταδιασμούς. (δεν έχει βρεθεί)
 Λόγω της ανύψωσης απο την μεριά αυτή της Κρήτης, λόγω του σεισμού του 365 μ.Χ κατά 6-9 μέτρα, σε πολλά σημεία φαίνονται οι αρχαίες δέστρες των πλοίων που άραζαν είτε για να προσφέρουν θυσία στο ναό ή για να αποφύγουν την κακοκαιρία. Η εκκλησία ήταν αγιογραφημένη αλλά δυστυχώς δεν έχει μείνει ούτε ίχνος και τα χαράγματα πάνω στις πέτρες είναι συγχρονα.
Παρά της κακής κατάστασης του μονοπατιού η θέα είναι μοναδική και κάνει την διαδρομή της μιας ώρας ευχάριστη. 

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ...ΒΥΘΙΣΜΕΝΕΣ

Του Μάριου Μαμανέα
Η αντίληψη που επικρατεί στο ευρύ κοινό σχετικά με την υποβρύχια αρχαιολογία είναι σε μεγάλο βαθμό εσφαλμένη, καθώς το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στην ανακάλυψη και μελέτη των ναυαγίων και των περιεχομένων τους. Ωστόσο το ενδιαφέρον της εναλίας αρχαιολογίας δεν περιορίζεται μόνο στα ναυάγια, αλλά επεκτείνεται και στην έρευνα αγνώστων πολλές φορές οικισμών και βυθισμένων λιμανιών. Τα βυθισμένα οικιστικά συγκροτήματα του ελλαδικού χώρου δεν περιβάλλονται βεβαίως από το μυστήριο που γοητεύει πολλούς, όπως η υπόθεση της χαμένης Ατλαντίδος, αλλά συμπληρώνουν καίρια τον αρχαιολογικό ιστό της χώρας και παρέχουν πολύτιμα πληροφοριακά στοιχεία για την ιστορία, το εμπόριο, τις πληθυσμιακές μετακινήσεις, τη γεωλογία και το κλίμα του Αιγαιακού περιβάλλοντος, στο οποίο κυρίως έχουν εντοπιστεί. Οι ήδη γνωστές υποβρύχιες αρχαιολογικές θέσεις κατά μήκος των ακτογραμμών της Ελλαδικής επικρατείας καλύπτουν το χρονολογικό πεδίο από την προϊστορική εποχή μέχρι και την πρώιμη βυζαντινή. Συνοπτικά είναι οι παρακάτω:
Σαλάντι Αργολίδας.
Ο προϊστορικός οικισμός βρίσκεται στο μέσο του όρμου των Διδύμων, λίγο βορειότερα του γνωστού σπηλαίου Φράγχθι. Εκτείνεται με κατεύθυνση βορειοδυτικά-νοτιοανατολικά σε μια ζώνη μήκους 400 και πλάτους 30 μ. περίπου κατά μήκος της παραλίας και μέχρι την ισοβαθή των 4 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Λόγω των αλουβιακών αποθέσεων στο μυχό του όρμου και της ανόδου του επιπέδου της στάθμης του ύδατος η συνολική έκταση του οικισμού δεν είναι δυνατόν προς το παρόν να προσδιοριστεί Η επιφανειακή έρευνα, που έγινε το 1998 από τους αρχαιολόγους της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Δ. Χανιώτη και Α. Τεγονίδου, και Χ. Αγουρίδη το 2000, έδειξε ότι ο οικισμός θα πρέπει να καταλάμβανε μια έκταση 20 στρεμμάτων περίπου και να βρισκόταν κατά την πρώιμη Εποχή του Χαλκού σε χαμηλή κοιλάδα και σε αρκετή απόσταση από τη θάλασσα, αν κρίνουμε από την ελαφρά κλίση του βυθού. Οι τοίχοι θεμελιώσεως των κτηρίων του οικισμού, που είναι ορατοί σήμερα στην επιφάνεια του βυθού, είναι κατασκευασμένοι από αργούς λίθους και είναι κυρίως δύο τύπων: διπλοί πάχους 50-60 εκατοστών με ενδιάμεσο γέμισμα και μονοί πάχους 30 εκ. Στο δεύτερο τύπο ανήκει και ημικυκλικό κτίσμα διαμέτρου 4 μ. Αμφότεροι οι παραπάνω τύποι συναντώνται συχνά σε οικισμούς της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδος κατά την πρώιμη Χαλκοκρατία. Από την κεραμική που ανεβρέθει, όπου κυριαρχούν οι ραμφόστομες φιάλες, τα χονδροειδή αγγεία οικιακής χρήσεως, τα ανοικτά αγγεία με ανάγλυφες ταινίες στο άνω μέρος τους καθώς και μυλόλιθοι και τρυπητήρια από ηφαιστειακό υλικό του Σαρωνικού, ο οικισμός χρονολογείται στην πρώιμη Εποχή του Χαλκού και μάλιστα στην δεύτερη και πιο ώριμη φάση της.
Πλατυγιάλι Αστακού.
Ο χώρος αυτός, σε οδική απόσταση 12 χλμ. νότια του Αστακού Αιτωλοακαρνανίας, εντοπίζεται μεταξύ των ακρωτηρίων Κάρλο Γλώσσα και Στενή Γωνιά. Το πλάτος του όρμου είναι 1 χλμ., ενώ η θάλασσα εισδύει σ’ αυτόν περίπου 2 χλμ. Η είσοδός του προστατεύεται από τις νησίδες του συμπλέγματος των Εχινάδων. Τόσο μέσα στη θάλασσα όσο και στην παραλία υπάρχουν πηγές γλυκού νερού. Η υποθαλάσσια έρευνα στην περοχή είχε ξεκινήσει με αφορμή τον προγραμματισμό κατασκευής στον ομώνυμο όρμο διαλυτηρίου πλοίων από την ΕΤΒΑ και διήρκεσε από τον Ιούλιο έως το Δεκέμβριο του 1986. Αξιοπρόσεκτο εύρημα είναι ο ταφικός εγχυτρισμός ενός βρέφους. Ο προϊστορικός οικισμός βρισκόταν στο μυχό του κόλπου, σε σημείο που και προ της βύθισής του πρέπει να ήταν χαμηλή κοιλάδα. Οι λόγοι της καταβύθισης παραμένουν ουσιαστικά άγνωστοι, αφού η εξακρίβωσή τους προϋποθέτει γεωλογική μελέτη. Τοίχοι κτισμάτων διακρίνονται σε μια ζώνη 400 μ. παράλληλα προς την ακτογραμμή και σε απόσταση 130 μ. απ’ αυτήν, τουλάχιστον ως την ισοβαθή των 5 μ. Μερικοί απ’ αυτούς συνεχίζονταν και στην παραλία σε αρκετό βάθος κάτω από το έδαφος. Το τμήμα του οικισμού που καλύπτεται απο τη θάλασσα έχει έκταση περίπου 50 στρεμμάτων και καταποντίστηκε πριν από 4.500 χρόνια. Η οριστική του εξαφάνιση ωστόσο επήλθε με την εγκατάσταση του διαλυτηρίου πλοίων, που συντελέστηκε εξαιτίας της αβελτηρίας αλλά και με τις «ευλογίες» της θανούσας υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη.
Πουνταζέζα Λαυρίου.
Πρόκειται για παραθαλάσσιο οικισμό του αρχαίου δήμου Σουνίου της Λαυρεωτικής και ταυτίζεται με τον «Πορθμόν των Σαλαμινίων», που αναφέρεται σε επιγρφές του 363 π.Χ. από την αρχαία Αγορά Αθηνών. Ο οικισμός φαίνεται να εκτεινόταν στην ευρύτερη περιοχή του λόφου της Πουνταζέζας, καταλήγοντας ομαλά προς τη θάλασσα. Στον πορθμό οι εύποροι δημότες, που ανήκαν στο γένος των Σαλαμινίων, φαίνεται να είχαν στη κατοχή τους καλλιεργήσιμη γη, αλώνι, πηγάδι, δύο οικίες, τέμενος άγνωστης θεότητας καθώς και τέμενος του Ηρακλέους. Οι πρόσφατες έρευνες απέδειξαν ότι στην περιοχή υπήρξε έντονη γεωργοκτηνοτροφική αλλά και μεταλλευτική δραστηριότητα. Σήμερα ένα μέρος του παραθαλασσίου τμήματος του οικισμού είναι καταποντισμένο λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Τα κυριότερα λείψανα εντοπίζονται στη βορειοανατολική πλευρά και καταλαμβάνουν μια έκταση 110χ35 μ. Εκεί παρατηρούνται τοίχοι κτισμάτων από πωρόλιθο εγκάρσιοι αλλά και παράλληλοι προς την ακτογραμμή. Το ύψος τους είναι περίπου 40 εκ. Επίσης σε απόσταση 25 μ. από την ακτή σε βάθος 1,85 μ. εντοπίζονται απομεινάρια τετραγώνου λίθινου οικοδομήματος (προφανώς δημοσίου κτηρίου) διαστάσεων 9,65χ9,65 μ. Η ακμή του οικισμού ανάγεται στους κλασικούς χρόνους.
Λιμάνι Αβδήρων.
Μέσα στο σύγχρονο λιμενίσκο της κοινότητας των Αβδήρων πραγματοποιήθηκε το 1992 η υποβρύχια έρευνα του αρχαίου λιμενοβραχίονα, που, αν και αρκετά φθαρμένος, σώζει σε μεγάλο βαθμό το αρχικό σχήμα και μέγεθός του. Έχει μήκος περίπου 170 μ. και κατεύθυνση από ανατολών προς δυσμάς. Κατά την πρώτη ανασκαφική περίοδο διαπιστώθηκε κατ’ αρχήν η ύπαρξη δύο τουλάχιστον οικοδομικών φάσεων. Στην πρώτη φαίνεται να ανήκει ένας λιμενοβραχίονας πλάτους 8 μέτρων δομημένος με λιθοπλίνθους από γρανίτη και ελαφρά κλίση προς το βορρά. Εξωτερικά του σημείου που γωνιάζει εντοπίστηκαν δύο ημικυκλικοί πύργοι διαμέτρου 10 και 13 μ. Στην νεότερη φάση του λιμανιού ανήκει η προς τη λιμενολεκάνη επέκτασή του πλάτους 3-3,5 μ., που εφάπτεται στην εσωτερική πορεία της αρχαιότερης φάσης και είναι κατασκευασμένη επίσης από μεγάλες γρανιτένιες λιθοπλίνθους.
Μεθώνη (Οικισμός Εποχής του Χαλκού).
Περί τα μέσα της δεκαετίας του 80 στον κόλπο της Μεθώνης, σε απόσταση 300 μ. από το δημοτικό κάμπινγκ και σε βάθος 3,5 έως 5,5 μ. εντοπίστηκαν εκτεταμένα οικοδομικά λείψανα και συστάδες. Οι τοίχοι σώζονται σε ορισμένες περιπτώσεις σε ύψος τεσσάρων δόμων, αποτελούνται δε κατά κανόνα από πλακερές πέτρες. Η τοιχοδομία αυτή συγκροτείται κυρίως από διπλές σειρές λίθων. Σε λίγες περιπτώσεις εμφανίζεται μόνο μία σειρά, αποτελούμενη από ακατέργαστους ογκόλιθους. Σημαντικό στοιχείο για τη προϊστορική χρονολόγηση του ευρήματος υπήρξε τοίχος σε διάταξη «ιχθυόκανθου», που «πορεύεται» δυτικά από μεγάλο κυκλικό οικοδόμημα. Η γενική εικόνα των λειψάνων συνηγορεί υπέρ της πιθανότητας καταβύθισης λόγω σεισμού. Από το 1990 διεξάγεται συστηματική έρευνα στον εν λόγω χώρο, όπου αξίζει να σημειωθεί ότι έχει βρεθεί μια λίθινη προϊστορική άγκυρα ενσωματωμένη σε τοίχο καθώς και υπολείμματα ταφικού εγχυτρισμού δύο νηπίων. Οι υπάρχουσες ιστορικές πληροφορίες για τη περιοχή είναι αξιολογότατες. Κατά την εποχή των Τρωικών ωνομαζόταν Πήδασος. Ο Στράβων την αναφέρει ως Πήδασον αμπελόεσσαν. Τα δύο σπουδαιότερα ιερά της πόλης ήταν ο ναός της Ανεμώτιδος Αθηνάς, όπου υπήρχε και ανδριάντας του Διομήδους και ναός της Αρτέμιδος, όπου και το υπό του Αναχάρσιδος αναφερόμενο φρέαρ, από το οποίο αντλούσαν νερό αναμεμιγμένο με πίσσα. Ίσως να πρόκειται για την πρώτη άντληση πετρελαίου στον ελλαδικό χώρο.
Πλύτρα Λακωνίας.
Βρίσκονται στη δυτική πλευρά της χερσονήσου Επιδαύρου Λιμηράς μεταξύ των όρμων Σκοτεινός και Άρασμα στο Λακωνικό Κόλπο και ταυτίζεται με την αρχαία πολίχνη Ασωπός των Ελευθερολακώνων. Η περιοχή, που κατά την αρχαιότητα πρέπει να βρισκόταν περίπου 3 μέτρα ψηλότερα από τη σημερινή στάθμη της θάλασσας, είναι διάσπαρτη με αρχαία κτήρια. Είναι τυπικό παράδειγμα αρχαιολογικού χώρου, που έχει διαταραχθεί λόγω τεκτονικών φαινομένων και που σήμερα βρίσκεται βυθισμένος μέχρι και το βάθος των 7 μέτρων. Κατά μήκος του πρανούς της ανατολικής ακτής είναι ορατά τα σημεία όπου έχει αποκοπεί από τη στεριά. Έχουν βρεθεί ανθρώπινα οστά αναμειγμένα με κεραμικά, που ενδεικνύουν το αιφνίδιον της καταστροφής που είχε επέλθει. Η συνεχής διάβρωση της παράκτιας περιοχής αποκαλύπτει οικοδομήματα με εντυπωσιακά ψηφιδωτά δάπεδα καθώς και αρχαίους τοίχους, που συνεχίζουν κάτω από τη θάλασσα. Τα πλείστα των οικοδομικών λειψάνων, που υφίστανται στον πυθμένα του κόλπου, χρονολογούνται από την ελληνιστική έως την παλαιοχριστιανική περίοδο. Απ’ αυτά ξεχωρίζουν ένα πηγάδι δομημένο με λίθους και υδραυλικό κονίαμα, ο αρχαίος λιμενοβραχίονας και ο επ’ αυτού οχυρωματικός πύργος ή φάρος. Τα βυθισμένα κτήρια είναι κατασκευασμένα από ορθογώνιους λιθοπλίνθους, που προέρχονται από τα παρακείμενα επίσης βυθισμένα λατομεία της αρχαιότητας.
Φαλάσαρνα.
Βρίσκεται στον αυχένα της χερσονήσου της Γραμβούσας στην δυτική Κρήτη. Λόγω θέσης υπήρξε το πλέον στρατηγικό σημείο ελέγχου των θαλασσίων οδών μεταξύ του Αιγαίου πελάγους και της Ιταλίας. Ο αρχαίος λιμένας της πόλης βρίσκεται σε απόσταση 100 μ. από την παραλία, θαμμένος κάτω από τόνους προσχώσεων και θαλασσίων αποθέσεων. Αυτό οφείλεται στο γεωλογικό φαινόμενο της προς βορράν κίνησης της λιθοσφαιρικής πλάκας της Αφρικής και της συνακόλουθης σύγκρουσής της με αυτή του Αιγαίου. Στοιχεία από τον χώρο της Φαλάσαρνας, που χρονολογήθηκαν με «άνθρακα 14», απέδειξαν ότι το δυτικό τμήμα της Κρήτης πρέπει να «υψώθηκε» περί το 365 π.Χ. μέσα σε διάστημα λίγων ημερών.
Ελίκη Αχαϊας.
Βρίσκεται μεταξύ των ποταμών Σελινούντα και Κερυνίτη. Ο Παυσανίας στα «Αχαϊκά» του (VΙΙ, 24,5 και 25, 5) αφιερώνει μεγάλο μέρος της διήγησής του σ’ αυτήν. Η συγκεκριμένη πόλη, κέντρο λατρείας του Ελικωνίου Ποσειδώνος, μπορεί χωρίς υπερβολή να χαρακτηριστεί ως καταποντισμένο μυστήριο. Από τα υφιστάμενα ιστορικά στοιχεία γνωρίζουμε ότι συνεπεία σεισμικής έξαρσης κατά τον χειμώνα του 373 π.Χ. καταβυθίστηκε στο σύνολό της, ενώ οι κάτοικοί της μετανάστευσαν στην κυρίως Ελλάδα και τη Μικρά Ασία. Ουδέν άλλο είναι επισήμως γνωστό γι’ αυτήν σήμερα πέρα από τις σποραδικές και ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αλιέων του Κορινθιακού κόλπου, που κάνουν λόγο για ύπαρξη υποβρυχίων ερειπίων. Πριν από λίγα χρόνια συντελέστηκε η πρώτη υποθαλάσσια μαγνητοσκόπηση της περιοχής από ιδιωτικό συνεργείο δυτών.
Άντισσα.
Εντοπίζεται στη βορειοδυτική Λέσβο και σύμφωνα με τις υπάρχουσες μαρτυρίες Ρωμαίων ιστορικών καταβυθίστηκε το 358 π.Χ.
Πύρρα.
Βρίσκεται επίσης στη Λέσβο, στον κόλπο της Καλλονής. Πρόκειται για αρχαιότατη πόλη, της οποίας τα βυθισμένα απομεινάρια είναι δυνατό να γίνουγ διακριτά σε βάθος λιγότερο των 8 μ., όποτε οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν.
Ανθηδών.
Στο παραλιακό τμήμα της κωμόπολης αυτής της κεντρικής Ευβοίας (άλλοτε ανήκε στη Βοιωτία) σώζονται ακόμη θεμέλια δημοσίων οικοδομημάτων, αρχαίος μόλος, λιμενοβραχίονες και κρηπιδώματα κατασκευασμένα από μεγάλους ορθογώνιους λίθους. Χρονολογούνται από την Αρχαϊκή έως την Ελληνιστική περίοδο.
Παυλοπέτρι Λακωνίας.
Βρίσκεται κοντά στην Ελαφόνησο. Στον υποθαλάσσιο χώρο του έχει ανακαλυφθεί ευρέως εμβαδού οικισμός της Πρωτοελλαδικής περιόδου, του οποίου η εξέλιξη χρονολογείται μέχρι την Υστεροελλαδική.
Και άλλοι είκοσι ένας πανάρχαιοι και νεώτεροι οικισμοί εκτός από τους προαναφερθέντες
Υπάρχουν ακόμη τα λείψανα 21 βυθισμένων οικισμων στις ακτές της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδος, τους οποίους σε μια απλή κατηγοριοποίηση με κριτήριο την αρχαιότητά τους δυνάμεθα να τους κατατάξουμε ως εξής:
Πρωτοελλαδικοί: Μανίκια Ευβοίας (οικισμός και νεκροταφείο).
Κλασικοί: Τορώνη Καβάλας, Ερέτρια Ευβοίας, Κεγχρεαί Κορίνθου, Γύθειο Λακωνίας και Φεία Ηλείας.
Ελληνιστικοί: Κίρρα Φωκίδος, Δόμβραινα Βοιωτίας, Διβάρι Γιάλοβας Μεσσηνίας, Παλαιά Επίδαυρος Αργολίδος, Ελούντα Κρήτης, Ψείρα Κρήτης, Χερσόνησος Κρήτης, Ίτανος Κρήτης.
Βυζαντινοί: Παροικία Πάρου, Δρέπανο Αργολίδος.
Εύλογα παρατηρούμε ότι η ύπαρξη βυθισμένων οικισμών, που χρονολογούνται μέχρι και τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες – ενώ έκτοτε λόγω της εμφανίσεως της πειρατείας ατονεί η συγκρότηση παρακτίων πόλεων -, είναι δηλωτική της συνεχούς παρουσίας ενός συνδυασμού γεωλογικών φαινομένων, που εξακολουθεί να βρίσκεται σε αδιάκοπη εξέλιξη επί σειρά χιλιετιών. Η καταβύθιση της Αιγηίδος προ 10-12.000 ετών οφείλεται στην εκδήλωση των ιδίων ακριβώς φαινομένων (άνοδος στάθμης υδάτων, σεισμοί, ηφαιστειακές εκρήξεις), με τη μόνη διαφορά ότι τότε η ένταση και η χρονική διάρκεια τους ήταν σαφώς πολλαπλάσιες σε σύγκριση με τις μεταγενέστερες ιστορικές περιόδους.Αναφορικά με το ερευνητικό μέρος τα κριτήρια της επιλογής ενός υποθαλασσίου χώρου για μελέτη δεν είναι σταθερά, ενώ το λιγοστό προσωπικό της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων (μόλις τριάντα πρόσωπα, δέκα από τα οποία είναι αρχαιολόγοι) σαφώς δεν επαρκεί, για να καλύψει μια επικράτεια με συνολικό μήκος ακτών μεγαλύτερο από ολόκληρης της Αφρικής και θαλάσσιο χώρο σχεδόν διπλάσιο από την ξηρά της. Ευχής έργον θα ήταν η πλήρωση περισσοτέρων θέσεων με ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό στον τομέα της εναλίου αρχαιολογίας καθώς και η μελλοντική εντατικοποίησης των ερευνών με τη χρήση βαθυσκαφών, αφού είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι τα μεγαλύτερα αρχαιολογικά μυστικά βρίσκονται ακόμη κρυμμένα στα μεγαλύτερα βάθη κάτω από το γαλανό πέπλο των ελληνικών πελαγών.

Πηγές – βοηθήματα: Ξέρξη Λίβα, Η Αιγηίς κοιτίς των Αρίων και του Ελληνισμού, Αθήνα 1956.Ηλία Τσατσόμοιρου, Αιγαίο Βουνό, Αθήνα 1981.Ιωάννου Πασσά, Η αληθινή Προϊστορία, Αθήνα 1985.Αλεξάνδρου Καλέμη, Η αποκάλυψη των φυσικών και ιστορικών θησαυρών της Ευβοίας, Αθήνα 2000.Στράβωνος, Γεωγραφικά. Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις (Αττικά - Αχαϊκά).Υπουργείο Πολιτισμού – Εφορεία Εναλίων Αρχαιοατήτων, Αναφορές των αρχαιολόγων Χρήστου Αγουρίδη, Αικατερίνης Δελλαπόρτα, Παναγιώτας Τίτσα-Μελά, Χρυσηίδας Σαμίου, Ηλία Σπονδύλη, Ελπίδας Χατζηδάκη.

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΚΙΣΑΜΟΥ

Οι αρχαίες πόλεις της Κισάμου κατά αλφαβητική σειρά είναι οι :
1. Αγνείον (E) στον Άγιο Σώστη στο ακρωτήριο της Γραμβούσας, πόλης και ιερό του Απόλλωνα. (λιμήν εστίν έχων ιερό…εσώτερος κόλπος και καλείται Μυρτίλος και ύδωρ έχει) Στασιασμοί
ΣΩΖΟΝΤΑΙ ΕΡΕΙΠΙΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ.
2. Ιναχώριον (E) κάπου στα Εννιά χωριά μεταξύ των χωριών Κούνενι και Περιβολίων. Ίναχος :ονομασία από την Μυθολογία , είναι ο γιος του Ωκεανού και της Τηθύος . Αναφέρεται στα γεωγραφικά του Πτολεμαίου σελ 3,15
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
3. Κίσαμος (Ε-Ρ) στο σημερινό Καστέλι. Ο Ντάπερ αναφέρει στην σελίδα 34 των «Κρητικών βιβλίων» τόμος Α΄. Η Κίσσαμος ή Κύσαμος ήτον εις τον καιρόν των Χριστιανών πόλις επισκοπική, και ο ΙΒ΄θρόνος. Κατά το παρόν ονομάζεται ωσαύτως Κίσαμος. (θα γίνει μια ποιο εμπεριστατωμένη ανάλυση αργότερα για την Ρωμαϊκή Κίσαμο)
ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΣΩΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
4. Μήθυμνα (Μ-Ε-Ρ) νότια του χωριού Νοπήγεια. Κατά την τελευταία δεκαετία εξ αιτίας της διάνοιξης του νέου εθνικού δρόμου έγιναν ανασκαφές Ν. της περιοχή των Νοπηγείων από την αρχαιολόγο και διευθύντρια της ΚΕ΄ εφορίας προι/κων και κλασικών αρχ. κ Μ.Βλαζάκη, ανακαλύφτηκε οικισμός μινωικός καθώς και λείψανα κλασσικής –ελληνιστικής αλλά και ρωμαϊκής περιόδου, που συνηγορούν ότι ίσως υπήρχε τελικά η αρχαία πόλη Μήθυμνα στην περιοχή αυτή. ( Αρχαιολογικό δελτίο 46 σελ. 412 του 1991).
ΕΡΕΙΠΙΑ ΣΕ ΜΙΚΡΗ ΕΚΤΑΣΗ ΣΩΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
5. Πολυρρήνια (Π-Ε-Ρ), ή Πολύρην (Στ.Βυζάντιος), ή Πολύρρηνα (Πτολεμαίος) στο χωριό Πάνω Παλαιόκαστρο. Ο Στράβων αναφέρει στο κεφάλαιο Χ σελ 479. Απέχουσι δε θαλάττης ως τριάκοντα σταδίους, Φαλασάρνης δε εξήκοντα. Κωμηδόν δ’ ώκουν πρότερον. Ειτ΄ Αχαιοί και Λάκωνες συνώκησαν τειχίσαντες ερυμνόν χωρίον βλέπον προς Μεσημβρίαν. Ο Ντάπερ στα Κρητικά βιβλία Α΄ αρ. 426 σελ. 65 αναφέρει ότι
Από Κύσαμον έως έν τέταρτο της λεύγας, ευρίσκονται εις ένα λόφον τα ερείπια μιας παλαιάς πόλεως, ….Αυτή η πόλις καλείται σήμερον από τους κατοίκους του τόπου Παλαιόν Ελληνικόν Κάστρον.
ΕΡΕΙΠΙΑ ΣΕ ΜΕΓΑΛΗ ΕΚΤΑΣΗ ΣΩΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
6. Φαλάσαρνα (Ε-P) στο ακρωτήριο Κούτρι . Ο Σκύλαξ, στον περίπλους του σελ.47 αναφέρει (πόλις προς τον ήλιο δυόμενον η προειρημένη Φαλάσαρνα και λιμήν κλειστός). Φαίνεται ότι μαζί με την Κυδωνία αποτελούσαν τα μοναδικά «κλειστά λιμάνια» στην Κρήτη. Στις ερευνητικές ανασκαφές του 1986-87 που τα συμπεράσματα δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό AJA 92,4 σελ 463-479 φαίνεται ότι οι λιμενικές εγκαταστάσεις αποτελούν ενιαίο σύνολο με τις οχυρώσεις της αρχαίας πόλης, αλλά η λιμενολεκάνη και το κανάλι είναι εξ ολοκλήρου τεχνητά. Είναι πιθανόν η πόλη να ζούσε κυρίως από την πειρατεία και το δουλεμπόριο με μέγιστη ακμή την ελληνιστική περίοδο.(αρχ. δελ 42 σελ 567 Ελπίδα Χατζηδάκη)
ΤΜΗΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΕΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
Υπάρχουν και άλλες πόλεις που οι ιστορικοί, αρχαίοι και νεώτεροι τις τοποθετούν σε περιοχές χωρίς να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Όπως αναφέρει ο Πολ Φόρ πόλεις ψευδείς ή κατά φαντασία. Μερικές είναι ιερά, και άλλες κρατούν τα μυστικά τους καλά κρυμμένα στη γη. Όπως :
Β) Πόλεις ή ιερά ή περιοχές προς αναζήτηση.
1. Αχαία (Π) χώρα Πολυρρηνίων ; ο κ. Ναναδάκης την τοποθετεί κοντά στο χωριό Αζωγυρές βασίλειο του Κέκρωπα, βασιλεύς κατόπιν των Αθηνών 15 π.χ αιώνα. Ίσως όμως να λεγόταν όλη η επικράτεια των Πολυρρηνίων με αυτό το όνομα.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
2. Βίεννος (E-Ρ) κάπου μεταξύ Κριού Μετώπου και Φαλασάρνας , μια ώρα δρόμο ΝΑ της Σκλαβοπούλας (Σταδιασμοί 335 Από Κριού Μετώπου( στάδια 12) περίπλους εις Βίεννος σταβ. ιβ. Λιμάνι έχει και ύδωρ). Ο Κορνήλιος γράφει για τους κατοίκους της πόλεως αυτής ."Ότε κάποτε ξηρασία όλην την Κρήτην ελυμαίνετο, αποικίας σε άλλους τόπους εξέπεμψαν. Οι κάτοικοι της έλαβον χρησμόν να εγκατασταθούν σε τόπο τελματώδη. Ήρθον εις την κοιλάδα του Ροδανού ποταμού της Γαλλίας και εκεί εγκαταστάθηκαν και εις την νέα πόλιν έδωσαν το όνομα της μητροπόλεως και την ονόμασαν Βίεννος σημερινή Βιέν."
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
3. Δίκτυννα (Μ-E-Ρ) ιερό της Βριτομάρτις Αρτέμιδος στο ακρωτήριο Ειρήνης (κοινώς Ροδοπού). Ο Σράβων αναφέρει : (Της Μέντοι Κυδωνίας όρος Τίτυρος, εν ώ ιερόν εστι, ού Δικταίον, αλλά Δικτύνναιον.) Ο κ. Ναναδάκης την ορίζει σαν πόλη –ιερό.
ΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΩΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
4. Ελαία (E) κάπου δυτικά του Καστελιού ή στο ακρωτήριο Γραμβούσας (Πλίνιος IV 59) Αρκετοί ιστορικοί την τοποθετούν στην Καλυβιανή Κισάμου και με τα ονόματα Ελέα- Ετέα.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
5. Κεραία (E) πόλης αυτόνομος σύμμαχος της Πολυρρήνιας και μάλλον με κοινά σύνορα μιας και το νόμισμα της ήταν σχεδόν το ίδιο με αυτήν με παραστάσεις του Απόλλωνα και της Άρτεμις. Ο Πολύβιος ονομάζει τους κατοίκους Κερέτας. Σε επιγραφή που έχει βρεθεί αναφέρονται μεταξύ των άλλων ότι συμμάχησαν με τον Ευμένη τον Β΄. Λέγεται ακόμα ότι ο σπουδαιότερος Κρητικός ποιητής καταγόταν από την Κεραία και ονομαζόταν Ριανός. Την τοποθετούν στο χωριό Ρόκκα και αυτά τα ερείπια έψαξε ο Βursian.
ΜΙΚΡΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΣΤΗΝ ΡΟΚΚΑ ΣΩΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
6. Κώρυκος (E) κάπου στο ακρωτήριο Γραμβούσας ; (Πτολεμαίος ΙΙΙ 15,2 Κώρυκος άκρα και πόλις γεωγρ..πλατ. 34ο 40΄) ο δε Μελέτιος στην γεωγραφία του αναφέρει (Κώρυκος Άκρα, κοινώς Κόρνικο, και πόλις ποτέ κατά το δυτικόν μέρος της νήσου, όπου παράκεινται αι Κώρυκαι νήσοι και αι Μύλαι νήσοι) Ακόμα υπάρχει νόμισμα στο βιβλίο του Golzius III 221 (Insularum Nomismata) των Κωρυκίων που φέρει τα γνωστά κρητικά σύμβολα (Πάσλευ ΙΙ 61,47)
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
7. Πέργαμος (Ε) αρχαία πόλη; Αναφέρεται ότι οι Αχαιοί έκτισαν κάστρο στην πόλη αυτή . Ίσως όμως είναι και ονομασία περιοχής Ν.Α των Γρυμπιλιανών .(Σκύλαξ περίπλους 47),αναφέρεται και από τον (Spratt, Travels..1865 ΙΙ, 206) σαν η Περγαμιαία χώρα. Σήμερα η θέση Τρουλλί ΝΔ των Γριμπιλλιανών έχει πολλές πιθανότητες.
ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΣΩΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΣΤΑ ΓΡΥΜΠΙΛΙΑΝΑ
8. Ραμνούς (E) μάλλον στο Στόμιο αν και αναφέρεται και σαν λιμάνι της Γραμβούσας. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος το αναφέρει σαν λιμάνι. Αντίθετα ο Πλίνιος την αναφέρει και την τοποθετεί στο εσωτερικό του νησιού με το όνομα Ράμνον Το λιμάνι Ραμνούς πρώτος το αναφέρει ο Μπουολτεμόντι το 1415 κατά την περιήγηση του στην Κρήτη ,και το τοποθετεί καλώς η κακώς στο σημερινό λιμάνι της Γραμβούσας. Ο Sieber στον χάρτη του το σημειώνει στον Αποκόρωνα και συγκεκριμένα στο χωριό Ράμνη.
Ο γυμνασιάρχης Λυκούργος Βιδαλάκης προσπάθησε να
ετυμολογήσει την λέξη με το Ράμα= Ύψιστος + Ινούς= Ινώ η
προστάτιδα της ναυτιλίας
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
9. Μυκήναι (Π) Πελασγική πόλη πλησίον της Κισάμου . Ίσως το σημερινό Σελί, 3 χιλιόμετρα δυτικά, ο λόφος πάνω από το λιμάνι. Στον Φόρ αναφέρεται αλλά έχει την τοποθεσία με ερωτηματικό.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
10. Μωδαίοι (E) κάπου κοντά στην Πολυρρήνια ; Ίσως όμως και το σημερινό χωρίο Μόδι Κ (Ο Ν. Πλάτων το 1953 ήταν σίγουρος ότι η περιοχή των ΜΩΔΑΙΩΝ ήταν το σημερινό Μάλεμε. Τελευταία από αυτοψίες σε περιοχές ανατολικά του κόλπου της Κισάμου υπάρχει η εντύπωση ότι το κοινό των Μοδαίων ίσως ήταν η περιοχή κάπου στα Λυριδιανά Κισάμου. Η άποψη άλλων είναι ότι λίγο πιο νότια της Πολυρρήνιας στο οροπέδιο Μώδια, (Λουσακιές) ακούγεται σαν μια καλή πιθανότητα.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
11. Τεγέα (Ε) ανατολικά της Πολυρρήνιας ; Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την πόλη αυτή, μόνο ότι οι Αχαιοί κατά την δεύτερη εκστρατεία κατά της Κρήτης έκτισαν και εδώ κάστρο. Κατά τον πρόεδρο της αρχαιολογικής εταιρίας Χανίων κ. Ναναδάκη είναι μαζί με την Μυκήνα οι δύο άγνωστες πόλεις στον Νομό Χανίων.(από την μελέτη του : Αι τεσσαράκοντα μια πόλεις του νομού Χανίων. σελ 213)
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
12. Φάρος (;) πόλης της Δυτικής Κρήτης ; Τοποθεσία μάλλον !!! Ίσως όμως και ψαροχώρι στην περιοχή του Σφηναρίου.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
13. Χερσόνησος (E-Ρ) μάλλον στο ακρωτήριο του Σφιναριού. Ο Πτολεμαίος μάλιστα στο βιβλίο Γεωγραφική υφήγησις ΙΙΙ 15,2 δίνει γεωγρ. πλάτος 34ο 35΄ και ότι μαζί με τα Φαλάσαρνα ήταν τα λιμάνια της Πολυρρήνιας. Ακόμα αναφέρει ότι η Ραμνούς απέχει 10 μίλια νότια από τα Φαλάσαρνα και το Ιναχώριον 16 μίλια νότια από την Χερσόνησο, βάση αυτών οι αρχαίες πόλεις (ΦΑΛΑΣΑΡΝΑ- ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ- ΡΑΜΝΟΥΣ-ΙΝΑΧΩΡΙΟΝ ) θα βρίσκονται στο κάθετο άξονα Φαλάσαρνα –Ελαφονήσι. Την αναφέρει ακόμα και ο γεωγράφος Μελέτιος μεταξύ Φαλασάρνων και Ραμνούς.
ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ
14. ;;;;;;;;; Ιερό δυτικά της Κισάμου στα Βιγλιά Μινωικής εποχής, αγνώστου ονόματος, αλλά και άγνωστο σε ποιο θεό ήταν αφιερωμένο, πιθανώς υστερομινωικό συνδεδεμένο στενά με την Αίγυπτο, λόγω του τύπου των αγγείων που βρέθηκαν. Η ανασκαφές συνεχίζονται !
Π= Πελασγική εποχή 1500 π.χ-1350 π.χ
Μ= Μινωική εποχή 1350 π.χ- 650 π.χ
Ε= Ελληνική εποχή 500 π.χ- 69 π.χ
Ρ= Ρωμαϊκή εποχή 69 π.χ- 330 μ.χ

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

ΑΡΧΑΙΟ ΛΙΜΑΝΙ ΦΑΛΑΣΑΡΝΩΝ

Η μελέτη ιστορικών και επιγραφικών μαρτυριών σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες ερευνητικές ανασκαφές στην περιοχή του αρχαίου λιμανιού της Φαλασάρνας, έχουν μέχρι σήμερα αποδώσει ικανά στοιχεία για την μερική αναπαράσταση της ιστορίας της ισχυρότερης, μετά την Κυδωνία, ναυτικής πόλης της δυτικής πλευράς του νησιού. Οι αρχαίοι γεωγράφοι την περιγράφουν ως μια πόλη με οχυρωμένο τεχνικό λιμένα και ναό αφιερωμένο στη Θεά Αρτέμιδα (Σκύλαξ περίπλους 47-Διον. Καλλιφώντις 118), ενώ το όνομα της αναφέρεται σ4 όλες τις γεωγραφικές πραγματείες της αρχαιότητας (Στράβων 474- Πτολεμαίος ΙΙΙ 15,2 –Σταδιασμός 336). Στην Κρήτη μόνο δυο πόλεις διέθεταν δαπανηρές λιμενικές εγκαταστάσεις, η Κυδωνία και η Φαλάσαρνα. Το λιμάνι της Κυδωνίας έχει καταστραφεί.
Η προελληνική ονομασία τη θέσης, καθώς και τα διάσπαρτα προϊστορικά κατάλοιπα στη γύρω περιοχή, ενισχύουν την ‘αποψη ότι κατοικήθηκε ήδη από την μινωική περίοδο. Η πόλη αισθάνθηκε την ανάγκη να ισχυροποιηθεί, κατασκευάζοντας περίτεχνα αρχιτεκτονικά έργα εντυπωσιακού μεγέθους, πιθανόν κατά το 335-325 π.Χ, όταν ο Μ. Αλέξανδρος εξαπλωνόταν στα εδάφη της Περσικής αυτοκρατορίας. Μνημειακές κατασκευές υψώθηκαν στην ακρόπολη της Φαλασάρνας πάνω στο φυσικά οχυρωμενο ακρωτήριο Κουτρί, όπως ο ναός της Αρτέμιδος- Δίκτυννας, δημόσια κτήρια, αμυντικά τείχη, πύργοι.
Η βάση του ακρωτηρίου ενισχύθηκε από μακρά οχυρωματικά τείχη μήκους 550 μέτρων κατά τόπους διπλά. Τα τείχη προεκτάθηκαν προς νότο περικλείοντας πιθανά μια προϋπάρχουσα λιμνοθάλασσα και δημιουργώντας ένα οχυρωμένο λιμάνι, που θεωρείτε αριστούργημα της αρχαίας ακτομηχανικής.
Δυο υποθαλάσσια ρήγματα τα οποία συγκλίνουν μεταξύ τους, δημιούργησαν την είσοδο του λιμανιού. Το σημείο της συμβολής των ρηγμάτων αποκόπηκε και λαξεύτηκε σχηματίζοντας τεχνικό κανάλι, δια μέσου του οποίου εισχώρησε η θάλασσα. Το άλλο τμήμα του, που βρισκόταν σε υψηλότερο επίπεδο, χρησιμοποιήθηκε ως τεχνητή δίαυλος γα την ανανέωση των υδάτων της λιμενολεκάνης και ως προστατευτική τάφρος των μακρών τειχών της πόλης.
Στα βόρεια του κυρίως λιμένα εντοπίστηκε δεύτερη τεχνική λεκάνη και θα πρέπει να σχετίζεται με τα ναυπηγεία της Φαλασάρνας, τα οποία όμως δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί.
Η προκυμαία αποτελείτο από μεγάλους παραλληλόγραμμους δόμους και ενδιάμεσους προβόλους, η απόληψη των οποίων κατέληγε σε κυκλικές δέστρες πλοίων. Κοντά στα λατομεία της ακτής υπάρχει λαξευμένη στο βράχο ιχθυοδεξαμενή διαστάσεων 5Χ5 μ ενώ στο εσωτερικό της οδηγούμαστε με λαξευτές σκάλες.
Συμπερασματικά οι καλοδουλεμένες οχυρώσεις της Φαλασάρνας μετέτρεψαν την πόλη σε μια κυρίαρχη ναυτική δύναμη στο δυτικό Αιγαίο για 3 αιώνες και ην κατέστησαν το μοναδικό ασφαλές λιμάνι προσέγγισης κατά μήκος θαλασσίου δρόμου 500 μιλίων μεταξύ Πελοποννήσου και βόρειας Αφρικής. Η μεγαλύτερη πηγή εφημερίας υπήρξε η ισχύς του στόλου της, η δεινή γνώση των ναυτικών θεμάτων και η δραστηριότητα των εμπόρων της, που συναλλάσσονταν με όλα τα βασίλεια του Ελληνιστικού κόσμου. Η επιδεξιότητα των ανδρών της κυρίως σε στρατιωτικά θέματα τους κάνει να υπηρετούν σαν σύμβουλοι (μισθοφόροι) σε ανώτερα κλιμάκια των μεγάλων ελληνιστικών βασιλείων.
Παράλληλα ασκούσαν και πειρατεία αλλά και δουλεμπόριο. Αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Πολύβιος (4.8-6.46-8.21), ο Στράβων (10.4- 19.9- 9.10) εξιστορούν τις κρητικές πειρατικές επιδρομές οι οποίες ήταν πολύ αποδοτικές κατά την διάρκεια του 3ου και 2ου αιώνα π.Χ. Ενεπίγραφη στήλη με ανάγλυφη παράσταση πλώρης πολεμικού πλοίου, παρουσιάζει την νύμφη Φαλασάρνη να συνοδεύεται από πλοίο, σύμβολο ισχύος της Φαλασάρνας.
Η πόλης και τι λιμάνι πρέπει να καταστράφηκαν από τους Ρωμαίους το 67 π.Χ κατά την διάρκεια της γνωστής εκστρατείας τους για την εκκαθάριση των πειρατών της μεσογείου. Η θέση εγκαταλείφτηκε και τα κτήρια κατέρρευσαν από τον καταστρεπτικό σεισμό που συνοδευόταν με τσουνάμι το 365 μ.Χ. Το λιμάνι σήμερα βρίσκεται 6,6 μέτρα πάνω από τη επιφάνεια της θάλασσας και το λιμάνι 100 μέτρα μέσα σε τόνους προσχώσεων που προκλήθηκαν από το τσουνάμι.

ΕΛΠΙΔΑ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008

ΑΡΧΑΙΑ ΡΟΚΚΑΙΑ;


Η Ρόκκα είναι ένα ημιορεινό χωριό της επαρχίας μας χτισμένο εν μέρει πάνω στα λείψανα αρχαίας πόλης, στη νότια πλαγιά ενός εντυπωσιακού ψηλού βράχου που δεσπόζεις το γύρω τοπίο. Στις παρυφές του βράχου διακρίνονται τα οικιστικά λείψανα της αρχαίας θέσης, λαξευτές οικίες στο ασβεστολιθικό πέτρωμα, λαξευτές δεξαμενές, κλίμακες, δρόμοι, πλατεία και αγωγοί για την συλλογή των όμβριων υδάτων. Στην κορυφή του λόφου που ονομάζεται «Τρουλλί» και είναι φυσική ακρόπολη, σώζονται κτιστοί αναληματικοί τοίχοι και ατραποί της ρωμαϊκής περιόδου που βοηθούν στην ανάβαση, επίσης δεξαμενές, μια λαξευτή και τρεις τουλάχιστον κτιστές.
Το πρόβλημα της ταύτισης της αρχαίας αυτής θέσης με μια από τις επώνυμες πόλεις της Κρήτης, του κοινού των Μοδαίων, της Κεραίας ή της Ρόκκας απασχόλησε πολλούς μελετητές και περιηγητές.
Ο Gerola στο βιβλίο του Monumenti Veneti nell isola di Creta I (1905-1906) αποτύπωσε τα ίχνη που είδε και περιέγραψε ορισμένες κατασκευές μεταξύ των οποίων και τη μεσαιωνική οχύρωση η οποία πάντως δεν αναγνωρίζεται σήμερα, ίσως έχει κατακρημνιστεί σε φαράγγι που διέρχεται ανατολικά της πόλης και πολλά αρχιτεκτονικά μέλη βρίσκονται εντός αυτού.
Η άποψη ότι το όνομα Ρόκκα είναι βενετσιάνικο και σημαίνει φρούριο δεν φαίνεται να ευσταθεί δεδομένου ότι δεν αναφέρεται σε καμιά βενετσιάνικη πηγή.
Η πιο ισχυρή άποψη είναι η ονομασία της πόλης να προέρχεται από την Ροκκαία Αρτέμιδα (αναφέρεται από τον Αιλιανό), που σε συνδυασμό με το τοπωνύμιο, οδηγεί στην ταύτιση του ελληνιστικού αρχαίου οικισμού στο «Τρουλλί» με την αρχαία Ρόκκα.
Η Ρόκκα δεν συγκαταλέγεται στις αυτόνομες κρητικές πόλεις αλλά πιθανότητα ήταν οικισμός εξαρτημένος διοικητικά από την ισχυρή γειτονική Πολυρρήνια.
Ευρήματα από την περιοχή έχουμε μόνο από ανασκαφικές τομές σε ισόπεδα κάτω από την αρχαία πόλη, όπου εντοπίζεται το νεκροταφείο.
Τα ευρήματα χρονολογούνται από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ έως το πρώτο ήμισυ του 2ου αι. π.Χ . Πολλά δε από αυτά εκθέτονται στο νέο αρχαιολογικό μας Μουσείο.

Παρασκευή Δροσινού.
Αρχαιολόγος

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008

ΑΡΧΑΙΑ ΜΗΘΥΜΝΑ

Με ευκαιρία την διάνοιξη του εθνικού δρόμου Κολυμβάρι- Καστέλι και κοντά στην περιοχή των Νοπηγείων βρέθηκε εκτεταμένος οικισμός προϊστορικών και ιστορικών χρόνων, πιθανότητα η αρχαία κρητική πόλη Μήθυμνα. Στο 6ο Διεθνές συνέδριο προϊστορικού Αιγαίου η αρχαιολόγος και διευθύντρια της ΚΕ΄ αρχαιολογικής εφορίας Χανίων υποστήριξε την άποψη αυτή, καταθέτοντας στοιχεία από την ανασκαφική έρευνα που διενεργήθηκε στην περιοχή το 1983 -84 αλλά και το 1990-91.

Α) Από τις ως και σήμερα ενδείξεις στο νότιο άκρο της οδού και ΒΑ του λόφου «Τρουλιά» , ήρθε στο φως τμήμα αρχαίου ισχυρού παραλιακού τοίχου. Το εύρημα αυτό έδωσε το έναυσμα για την διεξαγωγή ανασκαφής πολύ περιορισμένης έκτασης, που έφερε στο φως μόνο ισχυρούς τοίχους.
Β) Νότια σε απόσταση 300 μέτρων από την εθνική οδό, στην περιοχή του νεκροταφείου του Αγίου Δημητρίου Δραπανιά, με αφορμή την κατασκευή αρδευτικού δικτύου το 1983 είχαν επισημανθεί αρχαιότητες που ανήκουν στην Μινωική περίοδο και εντάσσονται στις δραστηριότητες του αρχαίου οικισμού των Νοπηγείων.
Στην θέση «Σκούντενας» και μεταξύ των περιουσιών Ν. Κορακάκη και Γ. Λυγιδάκη το 1984 έγινε δοκιμαστική ανασκαφή και βρέθηκαν 73 ακέραια αγγεία – βρίσκονται στην πρώτη αίθουσα του νέου μας Μουσείου- στοιχεία που δείχνουν ότι υπάρχει εκεί τελετουργικός αποθέτης και κάπου ναός ή ιερό.
Το 1991 στην ίδια περιοχή και στην ίδια ανασκαφή βρέθηκαν άλλα 107 αγγεία, όλα άωτα κωνικά κύπελλα, εκτός από 6 κωδωνόσχημα (bell cups). Νότια της ανασκαφής έγινε άλλη τομή που έφερε στο φως άλλα 78 αγγεία ίδια με της άλλης τομής. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος έγινε και τρίτη τομή λίγο ποιο μακριά που έφερε στο φως άλλα 80 αγγεία τα περισσότερα άωτα κωνικά.
Κάπου υπάρχει λοιπόν ναός!!
Περισσότερα στοιχεία για την αρχαία Μήθυμνα δεν υπάρχουν ως και σήμερα, εκτός αν φέρει και άλλα στοιχεία στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη .

Φυσικά δεν μπορεί να μην αναφέρουμε και τον μεγάλο περιηγητή Robert Pashley (Ταξίδια στην Κρήτη 1834) που φτάνοντας στην περιοχή μας το 1834 αναφέρει στο βιβλίο του «Travels» :
«Θα προσθέσω ότι, στη νοτιοανατολική γωνία της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου υπάρχει τμήμα κυκλικού τοίχου. Έμαθα από τον Αντώνιο (Χαραδάκη) ότι την εποχή της επανάστασης οι Έλληνες έσκαψαν εδώ «και βρήκαν μια γυναίκα και ένα παιδί από μάρμαρο και τα έστειλαν στο Ανάπλι». Ήταν είκοσι πέντε αυτοί που έσκαψαν και ο καθένας έλαβε αργότερα εννέα δολάρια από την πώληση των αγαλμάτων. Εξάλλου αργότερα ήρθε εδώ ένας Μήλιος, ο Ιωάννης, ο επονομαζόμενος Αντίκα-Γιάννης, επειδή ήταν έμπορος αρχαιοτήτων. Μου λένε μάλιστα διάφορες καταπληκτικές ιστορίες σχετικά με την εμφάνιση ενός υπερφυσικού νέγρου ο οποίος, όταν οι ανασκαφές ανακάλυψαν κάποια είσοδο, στάθηκε μπροστά με το σπαθί του απαγορεύοντας τους να δουλέψουν και τους εμπόδισε να συνεχίσουν.»
και παρακάτω γράφει:
…Αφού ολοκλήρωσα την έρευνα των ερειπίων στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ανέβηκα σε ένα μικρό λόφο που βρίσκεται ένα τέταρτο του μιλίου Ν.-Ν.Α. της εκκλησίας και νότια της Νόπιας. Στην νοτιοδυτική πλαγιά του λόφου υπάρχουν δύο τετράγωνοι πύργοι οι οποίοι ενώνονται με τοίχο μήκους τριάντα βημάτων …Πρόκειται μάλλον για φρούριο, ενώ από την τοιχοδομία φαίνεται ότι πρέπει να ήταν έργο Ελλήνων ή των Σαρακηνών του ενάτου αιώνα ή της τελευταίας βυζαντινής περιόδου.. Τα κατάλοιπα στην εκκλησία, αν και ισχνά, αρκούν για να υποδηλώσουν ότι κάποτε υπήρχε εδώ μια αρχαία πόλη. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι βρισκόμαστε στη θέση της Μήθυμνας".
Ο Βασιλάκης στο βιβλίο του «Οι 147 πόλεις της αρχαίας Κρήτης» δεν την αναφέρει, ούτε και ο Δετοράκης την αναφέρει στις 66 ως και σήμερα σωζόμενες από τις 100 αρχαίες πόλεις της Κρήτης, αλλά ούτε την καταγράφει σαν πιθανώς βρισκόμενη στα Νοπήγεια στο βιβλίο του «Ιστορία της Κρήτης». Ο δε Σπανάκης στο Β΄ τόμο του θαυμάσιου οδηγού του αναφέρει στην σελίδα 282 …μάλλον δεν υπάρχει πόλης με το όνομα Μήθυμνα αλλά πρόκειται για λανθασμένη γραφή του Ρίθυμνα (Ρέθεμνος). Αντλεί δε την πληροφορία αυτή από τον Svorono.

ΠΗΓΗ: ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ 1989-91, ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ, ΔΕΤΟΡΑΚΗΣ, ΣΠΑΝΑΚΗΣ, ROBERT PASHLEY

ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΥΡΡΗΝΙΑ

Η αρχαία Πολυρρήνια βρίσκεται στη θέση του ομώνυμου παραδοσιακού οικισμού, παλαιότερα Πάνω Παλαιόκαστρο και εκτείνεται στο ύψωμα βόρεια και ανατολικά του. Σύμφωνα με την παράδοση που διασώζει ο Στράβωνας Αχαιοί και Λάκωνες μέτοικοι οργάνωσαν το ντόπιο πληθυσμό, που κατοικούσε σε σκόρπιους οικισμούς (κωμηδόν ωκούν), σε μια πόλη.
Το όνομα της πόλης σημαίνει έναν τόπο με πολλά πρόβατα, όπως μαρτυρείτε από τον Στέφανο Βυζάντιο και το λεξικό Σούδα. Το δεύτερο συνθετικό Fρην απαντάται ήδη στις μυκηναϊκές πινακίδες σε λίστες δέρματος προβάτων. Η μυκηναϊκή καταγωγή του ονόματος συνδυάζεται με την παράδοση ότι ο Αγαμέμνονας κατά το ταξίδι της επιστροφής από την Τροία πέρασε από την Πολυρρήνια και με σποραδικές επιφανειακές ενδείξεις Υστερομινωικής ΙΙΙ κατοίκησης, που αντιστοιχεί σε αυτήν την περίοδο. Στην κλασική και ελληνιστική περίοδο η πόλη υπήρξε δύναμη στην δυτική Κρήτη, μια πόλη δυνατών ορεσίβιων πολεμιστών, κυνηγών και κτηνοτρόφων.
Χρησιμοποιούσε ως επίνειο το λιμάνι της Κισάμου, 7-8 χιλιόμετρα ΒΔ της, η οποία ήταν μια μικρή πολίχνη εξαρτημένη διοικητικά από την Πολυρρήνια. Οι αρχαίες ιστορικές πηγές (κυρίως ο Πολύβιος) και οι πολλές επιγραφές που διασώθηκαν στο χώρο, παρέχουν πολλές πληροφορίες για τα ιστορικά γεγονότα της ελληνιστικής περιόδου στα οποία η Πολυρρήνια διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο. Παρέμεινε όλη την ιστορική διαδρομή στην πλευρά της Σπάρτης και ανέπτυξε από πολύ νωρίς (2ον αιώνα π.Χ) φιλική πολιτική προς τους Ρωμαίους. Υποστήριξε επομένως τη ρωμαϊκή κατάκτηση και ανταμείφθηκε γι΄αυτό : συνέχισε να κόβει δικά της νομίσματα και ανέλαβε τον έλεγχο του Δικτυνναίου ιερού.
Η νομισματοποιία της πόλης ξεκινά τον 4ον αιώνα π.Χ και διαρκεί μέχρι και κατά την Ρωμαιοκρατία. Το ποιο χαρακτηριστικό σύμβολο των νομισμάτων της είναι το βουκράνιο, από το σύμβολο της πόλης, τον Ταύρο, ο οποίος κοσμούσε, εκτός των άλλων, την κύρια είσοδο της Ακρόπολης.
Η διοικητική επικράτεια της Πολυρρήνιας εκτεινόταν σύμφωνα με τον Σκύλακα από την βόρεια ως τη νότια ακτή του νησιού. Η πόλη εκτείνεται σε μια φυσικά οχυρωμένη θέση, στη μεσημβρινή πλευρά ενός κωνικού λόφου που περιβάλλεται από φαράγγια και δεσπόζει της πεδιάδας της Κισάμου. Στην κορυφή του λόφου (418μ) υπάρχει οχυρωμένη ακρόπολη. Η ελληνιστική οχύρωση της ακρόπολης σώζεται αρκετά καλά και σε κάποια σημεία συγχωνεύεται με την μεσαιωνική οχύρωση της ίδιας κορυφής, η οποία επεκτάθηκε και προς την βόρεια πλευρά.
Η ίδια η πόλη επίσης ήταν τειχισμένη με ημικυκλικούς και πολυγωνικούς πύργους κατά διαστήματα, λίγοι από τους οποίους σώζονται κατά μήκος της Βόρειας πλευράς και ένας μέσα στο σημερινό χωριό. Τα σπίτια της Πολυρρήνιας φαίνεται ότι ήταν στην πλειονότητα τους λαξευτά στο φυσικό βράχο και συμπληρωμένα με κτιστές τοιχοποιίες που δημιουργούσαν ωραίες προσόψεις σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής. Πολλά απ΄αυτά τα σπίτια διασώζουν το λαξευτό τμήμα τους σήμερα, που θυμίζει σπηλιά, είναι ορατά σε διάφορα επίπεδα και ανηφορίζουν από το σημερινό χωρίο στα υψίπεδα του αρχαιολογικού χώρου. Η τροφοδοσία τους με νερό, λόγω έλλειψης φυσικών πηγών, εξασφαλιζόταν με λαξευτές υπόγειες δεξαμενές.
Λείψανα ναών και ιερών εντοπίζονται μέσα στο σημερινό χωριό, στο λόφο της ακρόπολης, ακριβώς βόρεια της ελληνιστικής οχύρωσης όπου αργότερα κτίστηκε μια παλαιοχριστιανική εκκλησία, ερειπωμένη σήμερα, αλλά και εκτός των τειχών της πόλης, μέσα στο φαράγγι που διέρχεται από τα ανατολικά της, όπου βρέθηκαν επιγραφές του 3ου αιώνα π.Χ. Το μεγαλύτερο ωστόσο θρησκευτικό κέντρο, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, φαίνεται ότι εντοπίζεται στο μεγάλο ισόπεδο κάτω από την ακρόπολη, στην σημερινή θέση των 99 Πατέρων. Η ανασκαφή που έκανε εκεί ο Θεοφανίδης το 1938 ανακάλυψε ένα κτίριο καλής κατασκευής των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων (60,60 Χ 6.73 μ), μια στοά ή ένα μνημειώδη βωμό που άνηκε προφανώς σ΄ένα ναό που δεν έχει ακόμα αποκαλυφθεί αλλά που έχει σηματοδοτηθεί από πλήθος επιγραφών σε γωνιόλιθους που χρησιμοποιήθηκαν στο κτίσιμο της εκκλησίας του 19ου αιώνα μ.Χ. Οι επιγραφές αυτές είναι τιμητικές αλλά και ονόματα πολιτών που επισκέπτονταν το ιερό και χάραξαν τα ονόματα τους από τον 3ο αιώνα π.Χ και εξής.
Η αρχαία νεκρόπολη εκτός των τειχών (extra muros) βρίσκετα στα χαμηλά πρανή, δυτικά της πόλης και περιλαμβάνει συστάδες νεκροταφείων με λαξευτούς στους βράχους θαλαμοειδείς τάφους ή απλούστερους αλλά και χτιστά ταφικά μνημεία που έχουν δώσει καταπληκτικά έμμετρα επιτύμβια επιγράμματα.

Σταυρούλα Μαρκουλάκη
Αρχαιολόγος ΚΕ΄Εφορείας Αρχαιοτήτων