Ο Εμμανουήλ Δεικτάκης καταγόταν από την Καλυβιανή Μεσογείων και ήταν ένας απο του ήρωες της Επανάστασης του 1821 στην Κρήτη.
Να τι αναφέρει ο Μιχάλης Αναστασάκης στην ιστορία του για αυτόν τον γενναίο Κισαμίτη. (Διατηρώ την γραφή)
Να τι αναφέρει ο Μιχάλης Αναστασάκης στην ιστορία του για αυτόν τον γενναίο Κισαμίτη. (Διατηρώ την γραφή)
Νέος είχεν μεταβεί εις Ρουμανίαν μετ’ άλλων προς εύρεσιν τύχης. Προσκληθείς πλησίον ομογενών εκεί και αναμιχθείς εις την προμήθειαν σιτηρών εις τα Σπετσουδραιικά ιστιοφόρα, απέκτησε μερικά χρήματα. Μυηθείς εις την παρασκευαζομένην Ελληνική Επανάστασιν του 1821 κατήλθεν εις Μεσόγεια διαφωτίζων τους Κισσαμίτας. Ευρών εις τα πρόσωπα Αρετά, Χαραλάμπη, Μακρομούρη και Μαυράκη, κατανόησιν και πατριωτικόν ενθουσιασμόν συνειργάσθη μετ’ αυτών δια την εξέγερσιν.
Ο Εμμ. Δεικτάκης φρόνιμος, συνετός και ολιγόλογος (είχε λίγα λόγια) ως τον παρίστανον οι γεροντότεροι εκ των γνωρισάντων αυτόν, γρήγορα απέκτησε την εκτίμησιν των συνεπαρχιωτών του, και εις αυτόν ως και τον Χρυσαφόπουλον άπετείνοντο έπί δυσκόλων γεγονότων και περιστατικών ανυπερβλήτων. Ενωρίς κατανοήσας την χρησιμότητα του φρουρίου Γραμβούσης, εξέθετε τας σκέψεις του εις τούς γεν. αρχηγούς Γεώρ. Δρακονιανόν Κισάμου και Ιωαν. Κουμήν Σέλινου. Οι ανωτέρω συμφωνήσαντες έστελνον υπομνήματα εις την Ελληνική κυβέρνησιν της έπαναστάσεως ζητούντες να πείσωσι ταύτην εις την αποστολήν των αναγκαιουσών βοηθειών. Ολιγοψυχήσαντες προ της αναβλητικότητος των εν Ελλάδι, προέβησαν εις την ατυχήν απόπειραν ταύτης κατά τον Δεκέμβριον 1823, οπότε εξ απροβλεψίας των ανελθόντων και εισελθόντων εις το φρούριον, εξεγερθέντες οι φύλακες κατεκρήμνισαν και εφόνευσαν τους εκπηδήσαντας και άλλους πολλούς, αποτυχούσης ούτω της απόπειρας.
Ο Δεικτάκης αισιόδοξος αφού ανέθηκεν εις ανθρώπους έμπιστους του και ικανούς, ως τον Αρετάν, Μαυρομούρην, Χαραλάμπην, Μαυράκην και άλλους, την παρακολούθησιν και κίνησιν της φρουράς αυτός μετά του Δρακονιανού, Κουμή, Χάλη, Παναγιωτάκη, Αντωνιάδου, και Οικονόμου, εκθέσαντες τας σκέψεις και σχέδια των, εις τον κυβερνώντα Κωλέτην εις Μονεμβασίαν και δεχθέντα οργάνωσεν, αρκούσας στρατιωτικάς και ναυτικάς δυνάμεις και απεστείλας τόν Έμμανουήλ Τομπάζη εκ Μονεμβασίας μετά 17 πλοίων και υπερεπτακοσίων ανδρών προς την Γραμβούσαν. Ούτω ηλώθη η νήσος αυτή ήτις τόσον ιστορικόν ρόλον ανέπτυξεν, και άνευ των ενεργειών του Δεικτάκη ασψαλώς δεν θα επεχειρείτο ούτε θα επετύγχανεν.
Μετά την άλωσιν Γραμβούσης ο Δεικτάκης απολαμβάνων μεγάλης υπολήψεως, έμενε μεν εις Μεσόγεια και όπου συνεσκέπτετο η πολιτική Διοίκησις τής Επαναστάσεως, αλλά συχνότατα μεταβαίνων εις Γραμβούσαν συνειργάζετο μετά των Γραμβουσιανών.
Τα τουρκικά στρατεύματα μετά την άλωσιν της Γραμβούσης υπό των χριστιανών μένεα πνέοντα επήλθον κατά της Κισάμου, καίοντα, αρπάζοντα και φονεύοντα πάντα συλλαμβανόμενον, κυριεύσαντα τό πολυορκούμενον Καστέλλι υπό των χριστιανών, και προχωρούντα δια Τραχήλου των Μεσογείων εισήλθον εις αυτά καύσαντα τα πλείστα χωριά, και καταδιώκοντα τους επαναστάτας Τηγανιού και ελαφρονησιών (Οκτωβριο 1825) εισήλθον εις το χερσονησίδιον αυτού δια αβαθούς τίνος μέρους. Γενομένης μάχης έκεϊ έφονεύθησαν πλείσιοι ημέτεροι και ηχμαλωτίσθησαν υπέρ τους 600, τα γυναικόπαιδα πωληθέντα εις Αλεξάνδειαν και Σμύρνην, ανάμεσα σε αυτούς ο Ιωάννης Δεικτάκης εξάδελφος του Εμμ. Δεικτάκη, ο ιερομόναχος Γωνίας Δωρόθεος Περάκης, ο εξ Ελλάδος κατελθών Γεωρ. Αντωνιάδης, Διαμαντάκης και πολλοί άλλοι αρκετοί δε ήχμαλωτίσθησαν.
Ο αξιωματικός Λαζόπουλος μετά σώματος εθελοντών όστις είχε σταλεί υπό της Έλλ. Κυβερνήσεως, καταφθάσας και εισελθών εις τον αγώνα διέσωσε πλείστους ανακόψας την προέλασιν των Τούρκων.
Και κατά την επανάστασιν των Μουρνιδών 1833 ο Έμ. Δεικτάκης πρωταγωνιστών εκ Κισάμου μετά Χρυσαφοπούλου, Παπαγιαννάκη, I. Αναστασάκη, Καρεκλά, Μαρτιμιανού και άλλων έλαβε μέρος εις αυτήν μεταβάς εις συνάθροισιν του χωρίου Μουρνιών.
Οι χριστιανοί ζητοΰντες τήν έφαρμογήν τοΰ Πρωτοκόλου τής 3 Φεβρ. 1830 δι’ ού θά εφηρμόζοντο μέτρα Διοικητικά, πλέον φιλελεύθερα, τη συνεννοήσει του Άγγλου Προξένου, αφού οι χριστιανοί δεν εζήτησαν την Αγγλίαν, ο Μουσταφά Πασάς προέβη εις καταδιώξεις, σφαγάς καί απαγχονισμών πολλών εκατοντάδων Κρητών.
Μεταξύ των απαγχονισθέντων ήσαν εκ Κισάμου, οι Σγουρομάλλης εκ Καλαθηνών, Κατσικούλης εκ Καμισιανών καί έτεροι δύο εκ Προδρόμου και Π. Ρούματων.
Ο Εμμ. Δεικτάκης διαφυγών τον κίνδυνον της κατηδιώξεως ως και άλλοι εκ των μεταβάντων εις την συνάθροισην των Μουρνιών κατέφυγεν μετά του Χρυσαφοπούλου, Δρακονιανού, Καρεκλά, Μαρτιμιανού και των λοιπών εκ των εκδηλωσάντων ζωηρός επαναστατικάς ιδέας Κισαμιτών, εις την ελευθέραν Ελλάδα, ευρίσκετο εις συχνήν επαφήν μετά του Κωλέτη και άλλων ισχυόντων, ως και αυτού του Βασιλέως Όθωνος, οστις ητο αληθής πατριώτης επιδιώκων πάντοτε τήν δργάνωσιν, πρόοδον έκπολιτισμόν της κατεστραμένης εκ του επταετούς πολέμου Ελλάδος ως και της άπελευθερώσεως και τής λοιπής υποδούλου.
Ο Χαιρέτης Άριστ. πολυμαθής και μορφωμένος εξ Ηρακλείου πρωταγωνίστησε κατά την επανάστασιν του 1841 λαβούσα και το όνομά του. Υπό τούς Η. Ρενιέρην, Μισαήλ, Αποστολίδην, Μητροπολίτην Αθηνών, εκ Μελισσουργού Κισάμου καταγόμενον, τους Σπύρ. και Εμμ. Αντωνιάδηδες, Αριστ. Χαιρέτην και Αυγερινόν αφού κατηρτίσθη Επιτροπή Απελευθερωτικού Αγώνος Κρήτης, συνέλεξεν αρκετούς εράνους, επρομηθεύθη αρκετά πολεμοφόδια (του Όθωνος χορηγήσαντος πλειότερα) απέστειλεν επαναστάτας εις την νήσον, και πρώτους εις Εννέα Χωριά, τους Εμμ. Δεικτάκην και Χρυσαφόπουλον, γνωστούς δια την έξοχον και λαμπρόν δράσιν των εις τους προηγουμένους αγώνος και την κατάληψιν Γραμβούσης με Αρχηγούς Χάλην, Μπενήν, Κ. Ζυμβρακάκην εις Λουτρόν Σφακίων τους τελευταίους με άφθονα πολεμοφόδια. Έτερον σώμα εστάλη εις τ’ Ανατ. Κρήτης υπό τους Νιώτην, Ξετρύπην, Σγουρόν και έτερον μετά Λακώνων υπό τόν Αλεξ. Κουμουνδούρον, ύστερον Πρωθυπουργόν της Ελλάδος. Τελευταίον πλοιάριον υπό την ηγεσίαν του πολεμάρχου οπλαρχηγοΰ Μιχ. Καρεκλά αποβίβασαν, πολεμοφόδια εις ’Ακτήν Κισάμου, ενέπεσεν εις παγίδα τουρκικήν και μετά δυσκολίας διεσώθησαν άνδρες και τινα πολεμικά είδη, τη επισπεύσει του Καπετάν Γεωργιλά.
Οι Δεικτάκης καί Χρυσαφόπουλος ως μετριοπαθείς, εστάλησαν εις Σφακιά, όπως πείσωσι τους Σφακιανούς να λάβωσι μέρος εις τον αγώνα, όπερ και το κατόρθωσαν, διότι εκ των διαφωνιών της Γραμβούσης διαφωνήσαντες οι Σφακιανοί είχον απομακρυνθεί.
Ο Εμμ. Δεικτάκης φρόνιμος, συνετός και ολιγόλογος (είχε λίγα λόγια) ως τον παρίστανον οι γεροντότεροι εκ των γνωρισάντων αυτόν, γρήγορα απέκτησε την εκτίμησιν των συνεπαρχιωτών του, και εις αυτόν ως και τον Χρυσαφόπουλον άπετείνοντο έπί δυσκόλων γεγονότων και περιστατικών ανυπερβλήτων. Ενωρίς κατανοήσας την χρησιμότητα του φρουρίου Γραμβούσης, εξέθετε τας σκέψεις του εις τούς γεν. αρχηγούς Γεώρ. Δρακονιανόν Κισάμου και Ιωαν. Κουμήν Σέλινου. Οι ανωτέρω συμφωνήσαντες έστελνον υπομνήματα εις την Ελληνική κυβέρνησιν της έπαναστάσεως ζητούντες να πείσωσι ταύτην εις την αποστολήν των αναγκαιουσών βοηθειών. Ολιγοψυχήσαντες προ της αναβλητικότητος των εν Ελλάδι, προέβησαν εις την ατυχήν απόπειραν ταύτης κατά τον Δεκέμβριον 1823, οπότε εξ απροβλεψίας των ανελθόντων και εισελθόντων εις το φρούριον, εξεγερθέντες οι φύλακες κατεκρήμνισαν και εφόνευσαν τους εκπηδήσαντας και άλλους πολλούς, αποτυχούσης ούτω της απόπειρας.
Ο Δεικτάκης αισιόδοξος αφού ανέθηκεν εις ανθρώπους έμπιστους του και ικανούς, ως τον Αρετάν, Μαυρομούρην, Χαραλάμπην, Μαυράκην και άλλους, την παρακολούθησιν και κίνησιν της φρουράς αυτός μετά του Δρακονιανού, Κουμή, Χάλη, Παναγιωτάκη, Αντωνιάδου, και Οικονόμου, εκθέσαντες τας σκέψεις και σχέδια των, εις τον κυβερνώντα Κωλέτην εις Μονεμβασίαν και δεχθέντα οργάνωσεν, αρκούσας στρατιωτικάς και ναυτικάς δυνάμεις και απεστείλας τόν Έμμανουήλ Τομπάζη εκ Μονεμβασίας μετά 17 πλοίων και υπερεπτακοσίων ανδρών προς την Γραμβούσαν. Ούτω ηλώθη η νήσος αυτή ήτις τόσον ιστορικόν ρόλον ανέπτυξεν, και άνευ των ενεργειών του Δεικτάκη ασψαλώς δεν θα επεχειρείτο ούτε θα επετύγχανεν.
Μετά την άλωσιν Γραμβούσης ο Δεικτάκης απολαμβάνων μεγάλης υπολήψεως, έμενε μεν εις Μεσόγεια και όπου συνεσκέπτετο η πολιτική Διοίκησις τής Επαναστάσεως, αλλά συχνότατα μεταβαίνων εις Γραμβούσαν συνειργάζετο μετά των Γραμβουσιανών.
Τα τουρκικά στρατεύματα μετά την άλωσιν της Γραμβούσης υπό των χριστιανών μένεα πνέοντα επήλθον κατά της Κισάμου, καίοντα, αρπάζοντα και φονεύοντα πάντα συλλαμβανόμενον, κυριεύσαντα τό πολυορκούμενον Καστέλλι υπό των χριστιανών, και προχωρούντα δια Τραχήλου των Μεσογείων εισήλθον εις αυτά καύσαντα τα πλείστα χωριά, και καταδιώκοντα τους επαναστάτας Τηγανιού και ελαφρονησιών (Οκτωβριο 1825) εισήλθον εις το χερσονησίδιον αυτού δια αβαθούς τίνος μέρους. Γενομένης μάχης έκεϊ έφονεύθησαν πλείσιοι ημέτεροι και ηχμαλωτίσθησαν υπέρ τους 600, τα γυναικόπαιδα πωληθέντα εις Αλεξάνδειαν και Σμύρνην, ανάμεσα σε αυτούς ο Ιωάννης Δεικτάκης εξάδελφος του Εμμ. Δεικτάκη, ο ιερομόναχος Γωνίας Δωρόθεος Περάκης, ο εξ Ελλάδος κατελθών Γεωρ. Αντωνιάδης, Διαμαντάκης και πολλοί άλλοι αρκετοί δε ήχμαλωτίσθησαν.
Ο αξιωματικός Λαζόπουλος μετά σώματος εθελοντών όστις είχε σταλεί υπό της Έλλ. Κυβερνήσεως, καταφθάσας και εισελθών εις τον αγώνα διέσωσε πλείστους ανακόψας την προέλασιν των Τούρκων.
Και κατά την επανάστασιν των Μουρνιδών 1833 ο Έμ. Δεικτάκης πρωταγωνιστών εκ Κισάμου μετά Χρυσαφοπούλου, Παπαγιαννάκη, I. Αναστασάκη, Καρεκλά, Μαρτιμιανού και άλλων έλαβε μέρος εις αυτήν μεταβάς εις συνάθροισιν του χωρίου Μουρνιών.
Οι χριστιανοί ζητοΰντες τήν έφαρμογήν τοΰ Πρωτοκόλου τής 3 Φεβρ. 1830 δι’ ού θά εφηρμόζοντο μέτρα Διοικητικά, πλέον φιλελεύθερα, τη συνεννοήσει του Άγγλου Προξένου, αφού οι χριστιανοί δεν εζήτησαν την Αγγλίαν, ο Μουσταφά Πασάς προέβη εις καταδιώξεις, σφαγάς καί απαγχονισμών πολλών εκατοντάδων Κρητών.
Μεταξύ των απαγχονισθέντων ήσαν εκ Κισάμου, οι Σγουρομάλλης εκ Καλαθηνών, Κατσικούλης εκ Καμισιανών καί έτεροι δύο εκ Προδρόμου και Π. Ρούματων.
Ο Εμμ. Δεικτάκης διαφυγών τον κίνδυνον της κατηδιώξεως ως και άλλοι εκ των μεταβάντων εις την συνάθροισην των Μουρνιών κατέφυγεν μετά του Χρυσαφοπούλου, Δρακονιανού, Καρεκλά, Μαρτιμιανού και των λοιπών εκ των εκδηλωσάντων ζωηρός επαναστατικάς ιδέας Κισαμιτών, εις την ελευθέραν Ελλάδα, ευρίσκετο εις συχνήν επαφήν μετά του Κωλέτη και άλλων ισχυόντων, ως και αυτού του Βασιλέως Όθωνος, οστις ητο αληθής πατριώτης επιδιώκων πάντοτε τήν δργάνωσιν, πρόοδον έκπολιτισμόν της κατεστραμένης εκ του επταετούς πολέμου Ελλάδος ως και της άπελευθερώσεως και τής λοιπής υποδούλου.
Ο Χαιρέτης Άριστ. πολυμαθής και μορφωμένος εξ Ηρακλείου πρωταγωνίστησε κατά την επανάστασιν του 1841 λαβούσα και το όνομά του. Υπό τούς Η. Ρενιέρην, Μισαήλ, Αποστολίδην, Μητροπολίτην Αθηνών, εκ Μελισσουργού Κισάμου καταγόμενον, τους Σπύρ. και Εμμ. Αντωνιάδηδες, Αριστ. Χαιρέτην και Αυγερινόν αφού κατηρτίσθη Επιτροπή Απελευθερωτικού Αγώνος Κρήτης, συνέλεξεν αρκετούς εράνους, επρομηθεύθη αρκετά πολεμοφόδια (του Όθωνος χορηγήσαντος πλειότερα) απέστειλεν επαναστάτας εις την νήσον, και πρώτους εις Εννέα Χωριά, τους Εμμ. Δεικτάκην και Χρυσαφόπουλον, γνωστούς δια την έξοχον και λαμπρόν δράσιν των εις τους προηγουμένους αγώνος και την κατάληψιν Γραμβούσης με Αρχηγούς Χάλην, Μπενήν, Κ. Ζυμβρακάκην εις Λουτρόν Σφακίων τους τελευταίους με άφθονα πολεμοφόδια. Έτερον σώμα εστάλη εις τ’ Ανατ. Κρήτης υπό τους Νιώτην, Ξετρύπην, Σγουρόν και έτερον μετά Λακώνων υπό τόν Αλεξ. Κουμουνδούρον, ύστερον Πρωθυπουργόν της Ελλάδος. Τελευταίον πλοιάριον υπό την ηγεσίαν του πολεμάρχου οπλαρχηγοΰ Μιχ. Καρεκλά αποβίβασαν, πολεμοφόδια εις ’Ακτήν Κισάμου, ενέπεσεν εις παγίδα τουρκικήν και μετά δυσκολίας διεσώθησαν άνδρες και τινα πολεμικά είδη, τη επισπεύσει του Καπετάν Γεωργιλά.
Οι Δεικτάκης καί Χρυσαφόπουλος ως μετριοπαθείς, εστάλησαν εις Σφακιά, όπως πείσωσι τους Σφακιανούς να λάβωσι μέρος εις τον αγώνα, όπερ και το κατόρθωσαν, διότι εκ των διαφωνιών της Γραμβούσης διαφωνήσαντες οι Σφακιανοί είχον απομακρυνθεί.
Επιτροπή της Επαναστατικής Συνελεύσεως συναντηθείσα εις Βάφε τον Ιούνιον 1841 μετά του Μουσταφά Πασσά παρόντος και του Άγγλου Προξένου προς συζήτησιν, δεν επέτυχεν αποδοχήν της αιτουμένης Ενώσεως και μόνον. Τότε ο Άγγλος πρόξενος έδωκε πλήρη ελευθερίαν καταδιώξεως των επαναστατών διότι δεν εδέχθησαν Αγγλικήν ηγεμονίαν. Ο Μουσταφάς καταδιώξας τους Κρήτας τους ενίκησεν, πολλών φονευθέντων και ο Εμμ. Δεικτάκης μετά 10 Κισαμιτών, ον εθρήνησαν πάντες και δη οι Κισαμίται δια τα έξοχα προτερήματά του, ο Πατερόπουλος, Λαμπρινίδης, Έμμ. Άντωνιάδης και 30 άλλοι Κρήτες.