Από τις πρώτες μέρες του Αυγούστου, για πρώτη φορά μετά την εμφάνιση της πανδημίας, βρέθηκα στην πόλη των εφηβικών μου χρόνων, την Κίσαμο. Συναντήσεις και επανασυνδέσεις με παλιούς φίλους και συμμαθητές γινόταν σε καθημερινή βάση και σε λίγο έπαψα να αισθάνομαι επισκέπτης κι «αφομοιώθηκα» με τους ντόπιους κι άρχισα να συμπεριφέρομαι σαν τέτοιος. Ελπίζοντας πάντα σε μια συνάντηση που θα αναβίωνε μνήμες του παρελθόντος!
Οι επισκέψεις στις αγαπημένες παραλίες της νιότης μου γινόταν μετά από επιλογή με μοναδικό κριτήριο την «πολυκοσμία». Έτσι σταδιακά διέγραφα απ' τις επιλογές μου κάθε «κοσμοπολίτικη» παραλία κι έψαχνα όλο και πιο απομονωμένες περιοχές χωρίς οργανωμένο «σέρβις» ή έστω με υποτυπώδεις ανέσεις. Ευτυχώς υπάρχουν ακόμη τέτοια μέρη που δεν τα μόλυνε ακόμη η «πανδημία» του τουρισμού και του αλόγιστου κέρδους. Συνήθως βρίσκονται σε σημεία που δεν είναι δυνατή η πρόσβαση με αυτοκίνητο. Εμένα πάντα με γοήτευαν τέτοιες ερημικές τοποθεσίες. Το κυριότερο ήταν ότι, εκτός απ' τον παφλασμό του κύματος και το ελαφρύ θρόισμα του ανέμου, άλλος θόρυβος δεν αποσπούσε την προσοχή μου.
Μια απ' τις τοποθεσίες που είχαν πάντα την προτίμηση μου ήταν στ' αριστερά αμέσως μετά τον Μαύρο Μώλο. Η περιοχή έχει πολλά βράχια και δεν είναι προσβάσιμη απ' τον κεντρικό δρόμο. Τα βράχια και οι πέτρες δεν επιτρέπουν στους κολυμβητές να πλησιάσουν και σχεδόν είναι χωρίς κόσμο. Μια πιθανή δίοδος προς αυτό το σημείο είναι να περάσεις πάνω απ' τα βράχια του Μαύρου Μώλου. Η διάταξη των βράχων θυμίζει παλιά προβλήτα και δεν συχνάζουν εκεί λουόμενοι λόγω του κακοτράχαλου εδάφους. Σ' αυτό το σημείο κολυμπούσα τις τελευταίες μέρες και απολάμβανα μια «θαλάσσια» μοναξιά σ' όλο της το μεγαλείο, όταν πληροφορήθηκα απ' τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι η υπερπανσέληνος του οξύρρυγχου ήταν προ των πυλών. Το όνομα που έδωσαν στη πανσέληνο οι ιθαγενείς της Β. Αμερικής με ξένισε και προκάλεσε την ειδητική ικανότητά μου κι ανακάλεσε την αλγεινή εντύπωση που είχα βιώσει σαν παιδί πίνοντας το αλήστου μνήμης μουρουνέλαιο. Και μόνο που άκουγα τ' όνομα του «οξύρρυγχου», η γεύση της αηδιαστικής υπερτροφής πλημμύριζε τα γευστικά μου όργανα. Για πρώτη φορά ένιωθα απέχθεια για το εκλαϊκευμένο όνομα μιας πανσελήνου. Συνήθως τα προηγούμενα ονόματα με γοήτευαν και μου δημιουργούσαν ανάλογους με τ' όνομα συνειρμούς. Έτσι μετά την πανσέληνο του «χιονιού». της «αρκούδας», της «φράουλας» ήρθε η σειρά του «οξύρρυγχου».
Στην Κίσαμο υπήρχαν πολλές εκδηλώσεις με κύριο θέμα την εν λόγω πανσέληνο. Όμως η συγκέντρωση μεγάλου πλήθους μού προκαλούσε απογοήτευση για τη συμμετοχή μου στις διάφορες δράσεις. Ποτέ, μα ποτέ, δεν συμπαθούσα τη συνάθροιση πολλών ατόμων, ακόμα κι αν γινόταν για ένα θέμα που μ' ενδιέφερε. Τελείως αυθόρμητα και χωρίς κανένα προγραμματισμό αργά το βράδυ πέρασα ( με κάποια δυσκολία τ' ομολογώ ) από τα βράχια του Μαύρου Μώλου στην πίσω πλευρά του βραχίονα και βολεύτηκα σχετικά άνετα σ' ένα μικρό σχηματισμό από πέτρες και άμμο! Είχα μαζί μου ένα σακίδιο πλάτης με νερό, λίγο αλκοόλ και τον τουρκικό καπνό που έφερα απ' την Πόλη. Η νύχτα δεν ήταν ιδιαίτερα ζεστή κι ένα ελαφρύ αεράκι με χάιδευε δημιουργώντας μια ευχάριστη αίσθηση. Βολεύτηκα σ' ένα κοίλωμα ανάμεσα σε δυο πέτρες που είχε μπόλικη άμμο στη βάση του κι έβγαλα το περιεχόμενο του σακιδίου και τ' αράδιασα δίπλα μου. Τον άδειο πλέον σάκκο τον χρησιμοποίησα σαν μαξιλάρι ανάμεσα στην πλάτη μου και στην κάθετη πέτρα, έτσι ώστε να είμαι σε όσο το δυνατόν αναπαυτική στάση. Ικανοποιημένος πήρα στα χέρια μου τη σκαλιστή πίπα κι άρχισα να τη γεμίζω μηχανικά με καπνό. Όταν την άναψα, το σκοτάδι με ειχε κυκλώσει και τα μόνα φώτα που έβλεπα ήταν από ένα πλοίο που διέσχιζε το πέλαγος στ' ανοιχτά του κόλπου. Το φεγγάρι «άναψε» ξαφνικά κι από γκρίζος κύκλος έγινε μια έντονα φωτεινή πηγή. Ένας τεράστιος δίσκος που σκορπούσε διακριτικά το κίτρινο-ασημί φως και νικούσε την κυριαρχία της νύχτας. Ένας ελαφρύς κυματισμός ανάγκαζε τη θάλασσα ν' απλώνει περιοδικά ένα δαντελένιο αφρό μ' ένα ελαφρύ, υπόκωφο θρόισμα που ακουγόταν όλο και πιο ευχάριστα. Έτριψα το σπίρτο και για μια στιγμή η φλόγα με θάμπωσε. Άναψα τον καπνό της πίπας και μια βαριά, γλυκερή μυρωδιά με τύλιξε μέσα από ένα αχνογάλαζο σύννεφο. Με δυο γουλιές αλκοόλ τα πάντα έγιναν πιο απλά. Χαλάρωσα τόσο σωματικά, όσο και πνευματικά. Βολεύτηκα όσο πιο αναπαυτικά μπορούσα έχοντας στην πλάτη μου τους βραχώδεις λόφους της Κισάμου και μπροστά μου τον ομώνυμο κόλπο, που τα νερά του χάνονταν στο Κρητικό πέλαγος. Μια βαθιά ρουφηξιά απ' τον καπνό και μια γερή γουλιά απ' το μπουκάλι έκαναν την κατάσταση πολύ καλύτερη. Το μουρμουρητό της θάλασσας σε συνδυασμό με το αεράκι ανάγκασαν τα μάτια μου να κλείσουν και να παραδοθώ στον Μορφέα. Δεν ξέρω για πόση ώρα ήμουν σ' αυτή την κατάσταση, όταν ξαφνικά άνοιξα τα μάτια μου και για λίγες στιγμές προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω που βρισκόμουν. Ο άνεμος είχε περισσότερη ένταση και ο παφλασμός της θάλασσας ήταν λίγο πιο δυνατός. Τέντωσα τα άκρα μου σε μια προσπάθεια να ξεμουδιάσω, πνίγοντας ένα χασμουρητό που αβίαστα προσπαθούσε να μου υπενθυμίσει ότι μάλλον χρειαζόμουν περισσότερο ύπνο. Η ματιά μου σάρωσε τον ορίζοντα κι έμεινα κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό, χωρίς να μπορώ ν' αρθρώσω την παραμικρή λέξη. Απέναντι μου ο τεράστιος δίσκος της Σελήνης λαμπερός, με έντονη κιτρινωπή ανταύγεια «φιλούσε» τα νερά του κόλπου της Κισάμου! Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό και στα μάτια μου φάνταζε σαν να ερωτοτροπούσε το φεγγάρι με τη θάλασσα! Η αντανάκλαση που δημιουργούσε το χλωμό φως του δορυφόρου της γης πάνω στην επιφάνεια του νερού είχε το σχήμα ενός μονοπατιού. Ένα ασημένιο μονοπάτι που έφθανε μέχρι την ακτή! Κοίταζα το θέαμα μαγεμένος με συνειρμούς απ' την εφηβεία να δίνουν άλλη διάσταση στο αγαπημένο μου φυσικό θέαμα. Για μια στιγμή ένιωσα ένα μικρό τσίμπημα ζήλειας, μη μπορώντας να αντέξω την αρμονία της Σελήνης και του πελάγου. Η αίσθηση που είχα εκείνη τη στιγμή ήταν ότι το φεγγάρι «φιλούσε» τη θάλασσα.
-«Ήμουν σίγουρη ότι θα σ' έβρισκα εδώ», άκουσα μια γνώριμη φωνή που με έκανε να πιάσω ασυναίσθητα την πλατινένια αλυσίδα του αριστερού μου χεριού «Είδα το τζιπ παρκαρισμένο μπροστά απ' τους βράχους και σκέφτηκα πως θα σε εύρισκα εδώ »!
Οι επισκέψεις στις αγαπημένες παραλίες της νιότης μου γινόταν μετά από επιλογή με μοναδικό κριτήριο την «πολυκοσμία». Έτσι σταδιακά διέγραφα απ' τις επιλογές μου κάθε «κοσμοπολίτικη» παραλία κι έψαχνα όλο και πιο απομονωμένες περιοχές χωρίς οργανωμένο «σέρβις» ή έστω με υποτυπώδεις ανέσεις. Ευτυχώς υπάρχουν ακόμη τέτοια μέρη που δεν τα μόλυνε ακόμη η «πανδημία» του τουρισμού και του αλόγιστου κέρδους. Συνήθως βρίσκονται σε σημεία που δεν είναι δυνατή η πρόσβαση με αυτοκίνητο. Εμένα πάντα με γοήτευαν τέτοιες ερημικές τοποθεσίες. Το κυριότερο ήταν ότι, εκτός απ' τον παφλασμό του κύματος και το ελαφρύ θρόισμα του ανέμου, άλλος θόρυβος δεν αποσπούσε την προσοχή μου.
Μια απ' τις τοποθεσίες που είχαν πάντα την προτίμηση μου ήταν στ' αριστερά αμέσως μετά τον Μαύρο Μώλο. Η περιοχή έχει πολλά βράχια και δεν είναι προσβάσιμη απ' τον κεντρικό δρόμο. Τα βράχια και οι πέτρες δεν επιτρέπουν στους κολυμβητές να πλησιάσουν και σχεδόν είναι χωρίς κόσμο. Μια πιθανή δίοδος προς αυτό το σημείο είναι να περάσεις πάνω απ' τα βράχια του Μαύρου Μώλου. Η διάταξη των βράχων θυμίζει παλιά προβλήτα και δεν συχνάζουν εκεί λουόμενοι λόγω του κακοτράχαλου εδάφους. Σ' αυτό το σημείο κολυμπούσα τις τελευταίες μέρες και απολάμβανα μια «θαλάσσια» μοναξιά σ' όλο της το μεγαλείο, όταν πληροφορήθηκα απ' τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι η υπερπανσέληνος του οξύρρυγχου ήταν προ των πυλών. Το όνομα που έδωσαν στη πανσέληνο οι ιθαγενείς της Β. Αμερικής με ξένισε και προκάλεσε την ειδητική ικανότητά μου κι ανακάλεσε την αλγεινή εντύπωση που είχα βιώσει σαν παιδί πίνοντας το αλήστου μνήμης μουρουνέλαιο. Και μόνο που άκουγα τ' όνομα του «οξύρρυγχου», η γεύση της αηδιαστικής υπερτροφής πλημμύριζε τα γευστικά μου όργανα. Για πρώτη φορά ένιωθα απέχθεια για το εκλαϊκευμένο όνομα μιας πανσελήνου. Συνήθως τα προηγούμενα ονόματα με γοήτευαν και μου δημιουργούσαν ανάλογους με τ' όνομα συνειρμούς. Έτσι μετά την πανσέληνο του «χιονιού». της «αρκούδας», της «φράουλας» ήρθε η σειρά του «οξύρρυγχου».
Στην Κίσαμο υπήρχαν πολλές εκδηλώσεις με κύριο θέμα την εν λόγω πανσέληνο. Όμως η συγκέντρωση μεγάλου πλήθους μού προκαλούσε απογοήτευση για τη συμμετοχή μου στις διάφορες δράσεις. Ποτέ, μα ποτέ, δεν συμπαθούσα τη συνάθροιση πολλών ατόμων, ακόμα κι αν γινόταν για ένα θέμα που μ' ενδιέφερε. Τελείως αυθόρμητα και χωρίς κανένα προγραμματισμό αργά το βράδυ πέρασα ( με κάποια δυσκολία τ' ομολογώ ) από τα βράχια του Μαύρου Μώλου στην πίσω πλευρά του βραχίονα και βολεύτηκα σχετικά άνετα σ' ένα μικρό σχηματισμό από πέτρες και άμμο! Είχα μαζί μου ένα σακίδιο πλάτης με νερό, λίγο αλκοόλ και τον τουρκικό καπνό που έφερα απ' την Πόλη. Η νύχτα δεν ήταν ιδιαίτερα ζεστή κι ένα ελαφρύ αεράκι με χάιδευε δημιουργώντας μια ευχάριστη αίσθηση. Βολεύτηκα σ' ένα κοίλωμα ανάμεσα σε δυο πέτρες που είχε μπόλικη άμμο στη βάση του κι έβγαλα το περιεχόμενο του σακιδίου και τ' αράδιασα δίπλα μου. Τον άδειο πλέον σάκκο τον χρησιμοποίησα σαν μαξιλάρι ανάμεσα στην πλάτη μου και στην κάθετη πέτρα, έτσι ώστε να είμαι σε όσο το δυνατόν αναπαυτική στάση. Ικανοποιημένος πήρα στα χέρια μου τη σκαλιστή πίπα κι άρχισα να τη γεμίζω μηχανικά με καπνό. Όταν την άναψα, το σκοτάδι με ειχε κυκλώσει και τα μόνα φώτα που έβλεπα ήταν από ένα πλοίο που διέσχιζε το πέλαγος στ' ανοιχτά του κόλπου. Το φεγγάρι «άναψε» ξαφνικά κι από γκρίζος κύκλος έγινε μια έντονα φωτεινή πηγή. Ένας τεράστιος δίσκος που σκορπούσε διακριτικά το κίτρινο-ασημί φως και νικούσε την κυριαρχία της νύχτας. Ένας ελαφρύς κυματισμός ανάγκαζε τη θάλασσα ν' απλώνει περιοδικά ένα δαντελένιο αφρό μ' ένα ελαφρύ, υπόκωφο θρόισμα που ακουγόταν όλο και πιο ευχάριστα. Έτριψα το σπίρτο και για μια στιγμή η φλόγα με θάμπωσε. Άναψα τον καπνό της πίπας και μια βαριά, γλυκερή μυρωδιά με τύλιξε μέσα από ένα αχνογάλαζο σύννεφο. Με δυο γουλιές αλκοόλ τα πάντα έγιναν πιο απλά. Χαλάρωσα τόσο σωματικά, όσο και πνευματικά. Βολεύτηκα όσο πιο αναπαυτικά μπορούσα έχοντας στην πλάτη μου τους βραχώδεις λόφους της Κισάμου και μπροστά μου τον ομώνυμο κόλπο, που τα νερά του χάνονταν στο Κρητικό πέλαγος. Μια βαθιά ρουφηξιά απ' τον καπνό και μια γερή γουλιά απ' το μπουκάλι έκαναν την κατάσταση πολύ καλύτερη. Το μουρμουρητό της θάλασσας σε συνδυασμό με το αεράκι ανάγκασαν τα μάτια μου να κλείσουν και να παραδοθώ στον Μορφέα. Δεν ξέρω για πόση ώρα ήμουν σ' αυτή την κατάσταση, όταν ξαφνικά άνοιξα τα μάτια μου και για λίγες στιγμές προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω που βρισκόμουν. Ο άνεμος είχε περισσότερη ένταση και ο παφλασμός της θάλασσας ήταν λίγο πιο δυνατός. Τέντωσα τα άκρα μου σε μια προσπάθεια να ξεμουδιάσω, πνίγοντας ένα χασμουρητό που αβίαστα προσπαθούσε να μου υπενθυμίσει ότι μάλλον χρειαζόμουν περισσότερο ύπνο. Η ματιά μου σάρωσε τον ορίζοντα κι έμεινα κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό, χωρίς να μπορώ ν' αρθρώσω την παραμικρή λέξη. Απέναντι μου ο τεράστιος δίσκος της Σελήνης λαμπερός, με έντονη κιτρινωπή ανταύγεια «φιλούσε» τα νερά του κόλπου της Κισάμου! Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό και στα μάτια μου φάνταζε σαν να ερωτοτροπούσε το φεγγάρι με τη θάλασσα! Η αντανάκλαση που δημιουργούσε το χλωμό φως του δορυφόρου της γης πάνω στην επιφάνεια του νερού είχε το σχήμα ενός μονοπατιού. Ένα ασημένιο μονοπάτι που έφθανε μέχρι την ακτή! Κοίταζα το θέαμα μαγεμένος με συνειρμούς απ' την εφηβεία να δίνουν άλλη διάσταση στο αγαπημένο μου φυσικό θέαμα. Για μια στιγμή ένιωσα ένα μικρό τσίμπημα ζήλειας, μη μπορώντας να αντέξω την αρμονία της Σελήνης και του πελάγου. Η αίσθηση που είχα εκείνη τη στιγμή ήταν ότι το φεγγάρι «φιλούσε» τη θάλασσα.
-«Ήμουν σίγουρη ότι θα σ' έβρισκα εδώ», άκουσα μια γνώριμη φωνή που με έκανε να πιάσω ασυναίσθητα την πλατινένια αλυσίδα του αριστερού μου χεριού «Είδα το τζιπ παρκαρισμένο μπροστά απ' τους βράχους και σκέφτηκα πως θα σε εύρισκα εδώ »!
Ανδρέας Μαρολαχάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου