Η ιστορία της Φαλάσαρνας ξεκινά πριν 5.500 χρόνια δηλαδή στην ύστερη Νεολιθική και Πρωτο-Μινωϊκή ΙΙ Περίοδο (3.500-2.300 π.Χ.). Στην κορυφή της χερσονήσου Καστρί αλλά και σε διάφορα σημεία του κάμπου εντοπίστηκαν ίχνη κατοίκησης όπου οι τοίχοι διατηρούνται σε σημεία μέχρι και 17 μ. μήκος. Η παρουσία άφθονης κεραμικής και οψιανού δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης ότι η Φαλάσαρνα συγκαταλέγεται μεταξύ των πόλεων, όπου γεννήθηκε ο Μινωικός πολιτισμός.
Ωστόσο, επειδή δεν έχουν πραγματοποιηθεί ανασκαφές στις περιοχές αυτές, τα λεπτομερή στοιχεία του πολιτισμού και τα αίτια καταστροφής του αναμένουν τη σειρά τους να ερευνηθούν. Αυτό που συμπεραίνεται στην παρούσα φάση είναι ότι γύρω στο 2300 π.Χ., το Καστρί εγκαταλείπεται για 1500 χρόνια. Πιθανά κάποια τεκτονική ρήξη γκρέμισε τον οικισμό στη θάλασσα, ενώ οι εναπομείναντες κάτοικοι τρομοκρατημένοι στράφηκαν σε ασφαλέστερες τοποθεσίες προς την ενδοχώρα.
Το Καστρί φαίνεται να επανακατοικείται γύρω στον 8ο π.Χ. αι. Άπλετη κεραμική φαίνεται διάσπαρτη στις παρειές της χερσονήσου, ως ένδειξη ενός πολιτισμού με υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και τεχνοτροπία επηρεασμένη από την πολιτιστική ανταλλαγή με τους Ασσύριους και τους Φοίνικες.
Η εγκατάσταση στη Φαλάσαρνα οργανώθηκε νωρίς με νομικό καθεστώς και πολιτικό σύστημα. Φαίνεται ότι οι νέοι κάτοικοι της περιοχής που τώρα ήταν οι Δωριείς αποτέλεσαν την αριστοκρατική τάξη και περιόρισαν τους ηττημένους αυτόχθονες Κρήτες σε μια δευτερεύουσα κοινωνική τάξη ελεύθερων πολιτών οι ονομαζόμενοι περίοικοι με δικαίωμα αγοράς και ιδιοκτησίας γης και συμμετοχής στα κοινά. Είναι η ίδια πολιτεία, η οποία με αυτή την υποδομή αναδείχτηκε γρήγορα σε ναυτική δύναμη και προσέφερε στην κοινωνία της νομική κάλυψη, οικονομική στήριξη, πολιτιστική ανάπτυξη και στρατιωτική προστασία.
Η γεωγραφική θέση της χερσονήσου Καστρί που βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο, καθώς ελέγχει τις θαλάσσιους δρόμους των δυτικών παραλίων από την Πελοπόννησο προς Κρήτη και βόρεια Αφρική είναι το μυστικό της επιτυχίας της, ενώ το λιμάνι της ήταν δώρο της φύσης που οι κάτοικοι τελειοποίησαν μηχανολογικά και αρχιτεκτονικά καθιστώντας το λειτουργικό για 3 αιώνες.
Η άνθηση της Φαλάσαρνας στον 4ο- 3ο - 2οπ.Χ. αιώνα.
Ο στόλος της ενισχυμένος με σύγχρονες λιμενικές εγκαταστάσεις και οχυρωματικά έργα ξαπλώθηκε στο Δυτικό Κρητικό Πέλαγος οχυρώνοντας στρατηγικά σημεία με δίκτυο παρατηρητρίων και βάσεων κατά μήκος των παραλίων της κυριαρχίας τους, όπως τον λόφο Καστρί Λυγιά του Όρμου Σφηναρίου, στην χερσόνησο της Γραμβούσας, στα Αντικύθηρα και πιθανά σε άλλες παράλιες θέσεις, που δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί.
Γύρω στο 330 π.Χ. άρχισε η κοπή των πρώτων ασημένιων στατήρων ως αυτόνομη πόλη-κράτος, απεικονίζοντας την Νύμφη Φαλασάρνη στολισμένη με σκουλαρίκια και στο οπισθότυπο την τρίαινα με τα αρχικά της πόλης Φ Α.
Στην κορυφή της βραχώδους χερσονήσου χτίστηκε η ακρόπολη με οχυρά, δημόσια κτήρια και σημαντικό ναό αφιερωμένο στη θεά Αρτέμιδα-Δίκτυννα.
Ως ναυτεμπορική πόλη διέρυνε τις διεθνείς σχέσεις της με τις όλες τις παράλιες χώρες της Μεσογείου. Κατά τη διάρκεια του 3ου & 2ου αι. π.Χ. ανέπτυξε σχέσεις με τους Πτολεμαίους της Αιγύπτου, όπου οι άνδρες της υπηρετούσαν ως μισθοφόροι και υψηλοί στρατιωτικοί σύμβουλοι.
Τα μέχρι σήμερα ανασκαφικά δεδομένα συνθέτουν μια πολιτεία με υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και διεθνείς σχέσεις.
Η Κρητική πειρατεία και η Φαλάσαρνα
Η πειρατεία και το δουλεμπόριο στην Ελληνιστική Κρήτη αποτελούσε ένα σύνηθες γεγονός υπό την προστασία και την άδεια της ελληνικής πολιτείας.
Οι μισθοφόροι ήταν πολίτες κάποιας οικονομικής επιφάνειας και κατείχαν τα δικά τους όπλα, εφόσον επρόκειτο για γιους αριστοκρατικών γαιοκτημόνων εκπαιδευμένων στα όπλα, αλλά χωρίς δικαίωμα στην πατρογονική γη.
Το κείμενο της στήλης της Τυλίφου που αναφέρεται στη συμμαχία της Φαλάσαρνας με την Πολυρρήνεια αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η Πολυρρήνεια ανέλαβε την αρχηγεία του στρατού και η Φαλάσαρνα την αρχηγία του στόλου, προκειμένου να εκστρατεύουν εντός του νησιού, αλλά και σε ξένες χώρες και θάλασσες εκτός Κρήτης.
Η συμφωνία διαπραγματεύεται την κατανομή των λαφύρων και των χρημάτων που θα αποκτήσουν από τους εχθρούς, ενώ κατοχυρώνεται νομικά παρουσία εκπροσώπων του βασιλιά της Σπάρτης και των αρχών εκάστης πόλης-κράτους.
Προς τα μέσα του 1ου π.Χ. αι. η πειρατεία είχε λάβει τέτοιες διαστάσεις που είχε σχεδόν παραλύσει το εμπόριο της Ρώμης. Καράβια της είχαν βυθιστεί, πολίτες της είχαν πωληθεί ως δούλοι, ανώτατοι στρατιωτικοί είχαν ηττηθεί σε ναυμαχίες με τους πειρατές, ανάμεσά τους και ο πατέρας του γνωστού Μάρκου Αντώνιου.
Το 68 π.Χ. η Ρωμαϊκή Γερουσία απέστειλε τους στρατηγούς Πομπήιο και Μέτελλο προκειμένου να διευθετήσουν δια παντός το θέμα των πειρατών της ανατολικής Μεσογείου. Ο Πομπήιος είχε στη διάθεσή του 500 πλοία και 120.000 στρατό με 5000 έφιππους. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι «... ο Μέτελλος...απεστάλει ως στρατηγός στην Κρήτη διότι ήταν πράγματι η δεύτερη πηγή πειρατικών ορμητηρίων μετά την Κιλικία. Και αφού συνέλαβε πολλούς τους αιχμαλώτισε και τους σκότωσε...»
Ο Μέτελλος πρέπει να αποβιβάστηκε κάπου στην Κίσαμο, όπου ξεκίνησε την επίθεση πρώτα από την Φαλάσαρνα επικεντρώνοντας στην ολοκληρωτική καταστροφή του λιμανιού της. Τα ανασκαφικά δεδομένα δεικνύουν ότι χτύπησε με καταπέλτες τους πύργους και τα τείχη της εισόδου του λιμανιού, καθιστώντας τον διάπλου του καναλιού αδύνατο. Κατόπιν, στράφηκε ανατολικά κατά της Κυδωνίας.
Έτσι καταστράφηκε η πόλη της Φαλάσαρνας και το περίτεχνο λιμάνι της, το οποίο μέσα στα επόμενα 100 χρόνια επιχωματώθηκε εντελώς.
Τέλος, την 21η Ιουλίου του 365 μ.Χ. ένας τεκτονικός παροξυσμός υπολογιζόμενου μεγέθους 8, 9 Ρίχτερ προκάλεσε τις μεγαλύτερες καταστροφές που έγιναν ποτέ στη Μεσόγειο. Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα τα επιχωματωμένα κτίρια και το λιμάνι της Φαλάσαρνας αναδύθηκαν απότομα τοπικά κατά 6.6 μ και νότια κατά 9 μ. Ολόκληρο το νησί της Κρήτης πήρε πλάγια κλίση και η ανατολική Κρήτη βυθίστηκε κατά 2-4 μ. Το τσουνάμι υπολογιζόμενου ύψους 10 μ. εισήλθε με μανία και παρέσυρε ότι βρήκε μπροστά του.
Με τον τρόπο αυτό ή φύση, η οποία είχε δώσει προνομιακή θέση στη Φαλάσαρνα, η ίδια την ξαναπήρε πίσω.
Ωστόσο, επειδή δεν έχουν πραγματοποιηθεί ανασκαφές στις περιοχές αυτές, τα λεπτομερή στοιχεία του πολιτισμού και τα αίτια καταστροφής του αναμένουν τη σειρά τους να ερευνηθούν. Αυτό που συμπεραίνεται στην παρούσα φάση είναι ότι γύρω στο 2300 π.Χ., το Καστρί εγκαταλείπεται για 1500 χρόνια. Πιθανά κάποια τεκτονική ρήξη γκρέμισε τον οικισμό στη θάλασσα, ενώ οι εναπομείναντες κάτοικοι τρομοκρατημένοι στράφηκαν σε ασφαλέστερες τοποθεσίες προς την ενδοχώρα.
Το Καστρί φαίνεται να επανακατοικείται γύρω στον 8ο π.Χ. αι. Άπλετη κεραμική φαίνεται διάσπαρτη στις παρειές της χερσονήσου, ως ένδειξη ενός πολιτισμού με υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και τεχνοτροπία επηρεασμένη από την πολιτιστική ανταλλαγή με τους Ασσύριους και τους Φοίνικες.
Η εγκατάσταση στη Φαλάσαρνα οργανώθηκε νωρίς με νομικό καθεστώς και πολιτικό σύστημα. Φαίνεται ότι οι νέοι κάτοικοι της περιοχής που τώρα ήταν οι Δωριείς αποτέλεσαν την αριστοκρατική τάξη και περιόρισαν τους ηττημένους αυτόχθονες Κρήτες σε μια δευτερεύουσα κοινωνική τάξη ελεύθερων πολιτών οι ονομαζόμενοι περίοικοι με δικαίωμα αγοράς και ιδιοκτησίας γης και συμμετοχής στα κοινά. Είναι η ίδια πολιτεία, η οποία με αυτή την υποδομή αναδείχτηκε γρήγορα σε ναυτική δύναμη και προσέφερε στην κοινωνία της νομική κάλυψη, οικονομική στήριξη, πολιτιστική ανάπτυξη και στρατιωτική προστασία.
Η γεωγραφική θέση της χερσονήσου Καστρί που βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο, καθώς ελέγχει τις θαλάσσιους δρόμους των δυτικών παραλίων από την Πελοπόννησο προς Κρήτη και βόρεια Αφρική είναι το μυστικό της επιτυχίας της, ενώ το λιμάνι της ήταν δώρο της φύσης που οι κάτοικοι τελειοποίησαν μηχανολογικά και αρχιτεκτονικά καθιστώντας το λειτουργικό για 3 αιώνες.
Η άνθηση της Φαλάσαρνας στον 4ο- 3ο - 2οπ.Χ. αιώνα.
Ο στόλος της ενισχυμένος με σύγχρονες λιμενικές εγκαταστάσεις και οχυρωματικά έργα ξαπλώθηκε στο Δυτικό Κρητικό Πέλαγος οχυρώνοντας στρατηγικά σημεία με δίκτυο παρατηρητρίων και βάσεων κατά μήκος των παραλίων της κυριαρχίας τους, όπως τον λόφο Καστρί Λυγιά του Όρμου Σφηναρίου, στην χερσόνησο της Γραμβούσας, στα Αντικύθηρα και πιθανά σε άλλες παράλιες θέσεις, που δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί.
Γύρω στο 330 π.Χ. άρχισε η κοπή των πρώτων ασημένιων στατήρων ως αυτόνομη πόλη-κράτος, απεικονίζοντας την Νύμφη Φαλασάρνη στολισμένη με σκουλαρίκια και στο οπισθότυπο την τρίαινα με τα αρχικά της πόλης Φ Α.
Στην κορυφή της βραχώδους χερσονήσου χτίστηκε η ακρόπολη με οχυρά, δημόσια κτήρια και σημαντικό ναό αφιερωμένο στη θεά Αρτέμιδα-Δίκτυννα.
Ως ναυτεμπορική πόλη διέρυνε τις διεθνείς σχέσεις της με τις όλες τις παράλιες χώρες της Μεσογείου. Κατά τη διάρκεια του 3ου & 2ου αι. π.Χ. ανέπτυξε σχέσεις με τους Πτολεμαίους της Αιγύπτου, όπου οι άνδρες της υπηρετούσαν ως μισθοφόροι και υψηλοί στρατιωτικοί σύμβουλοι.
Τα μέχρι σήμερα ανασκαφικά δεδομένα συνθέτουν μια πολιτεία με υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και διεθνείς σχέσεις.
Η Κρητική πειρατεία και η Φαλάσαρνα
Η πειρατεία και το δουλεμπόριο στην Ελληνιστική Κρήτη αποτελούσε ένα σύνηθες γεγονός υπό την προστασία και την άδεια της ελληνικής πολιτείας.
Οι μισθοφόροι ήταν πολίτες κάποιας οικονομικής επιφάνειας και κατείχαν τα δικά τους όπλα, εφόσον επρόκειτο για γιους αριστοκρατικών γαιοκτημόνων εκπαιδευμένων στα όπλα, αλλά χωρίς δικαίωμα στην πατρογονική γη.
Το κείμενο της στήλης της Τυλίφου που αναφέρεται στη συμμαχία της Φαλάσαρνας με την Πολυρρήνεια αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η Πολυρρήνεια ανέλαβε την αρχηγεία του στρατού και η Φαλάσαρνα την αρχηγία του στόλου, προκειμένου να εκστρατεύουν εντός του νησιού, αλλά και σε ξένες χώρες και θάλασσες εκτός Κρήτης.
Η συμφωνία διαπραγματεύεται την κατανομή των λαφύρων και των χρημάτων που θα αποκτήσουν από τους εχθρούς, ενώ κατοχυρώνεται νομικά παρουσία εκπροσώπων του βασιλιά της Σπάρτης και των αρχών εκάστης πόλης-κράτους.
Προς τα μέσα του 1ου π.Χ. αι. η πειρατεία είχε λάβει τέτοιες διαστάσεις που είχε σχεδόν παραλύσει το εμπόριο της Ρώμης. Καράβια της είχαν βυθιστεί, πολίτες της είχαν πωληθεί ως δούλοι, ανώτατοι στρατιωτικοί είχαν ηττηθεί σε ναυμαχίες με τους πειρατές, ανάμεσά τους και ο πατέρας του γνωστού Μάρκου Αντώνιου.
Το 68 π.Χ. η Ρωμαϊκή Γερουσία απέστειλε τους στρατηγούς Πομπήιο και Μέτελλο προκειμένου να διευθετήσουν δια παντός το θέμα των πειρατών της ανατολικής Μεσογείου. Ο Πομπήιος είχε στη διάθεσή του 500 πλοία και 120.000 στρατό με 5000 έφιππους. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι «... ο Μέτελλος...απεστάλει ως στρατηγός στην Κρήτη διότι ήταν πράγματι η δεύτερη πηγή πειρατικών ορμητηρίων μετά την Κιλικία. Και αφού συνέλαβε πολλούς τους αιχμαλώτισε και τους σκότωσε...»
Ο Μέτελλος πρέπει να αποβιβάστηκε κάπου στην Κίσαμο, όπου ξεκίνησε την επίθεση πρώτα από την Φαλάσαρνα επικεντρώνοντας στην ολοκληρωτική καταστροφή του λιμανιού της. Τα ανασκαφικά δεδομένα δεικνύουν ότι χτύπησε με καταπέλτες τους πύργους και τα τείχη της εισόδου του λιμανιού, καθιστώντας τον διάπλου του καναλιού αδύνατο. Κατόπιν, στράφηκε ανατολικά κατά της Κυδωνίας.
Έτσι καταστράφηκε η πόλη της Φαλάσαρνας και το περίτεχνο λιμάνι της, το οποίο μέσα στα επόμενα 100 χρόνια επιχωματώθηκε εντελώς.
Τέλος, την 21η Ιουλίου του 365 μ.Χ. ένας τεκτονικός παροξυσμός υπολογιζόμενου μεγέθους 8, 9 Ρίχτερ προκάλεσε τις μεγαλύτερες καταστροφές που έγιναν ποτέ στη Μεσόγειο. Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα τα επιχωματωμένα κτίρια και το λιμάνι της Φαλάσαρνας αναδύθηκαν απότομα τοπικά κατά 6.6 μ και νότια κατά 9 μ. Ολόκληρο το νησί της Κρήτης πήρε πλάγια κλίση και η ανατολική Κρήτη βυθίστηκε κατά 2-4 μ. Το τσουνάμι υπολογιζόμενου ύψους 10 μ. εισήλθε με μανία και παρέσυρε ότι βρήκε μπροστά του.
Με τον τρόπο αυτό ή φύση, η οποία είχε δώσει προνομιακή θέση στη Φαλάσαρνα, η ίδια την ξαναπήρε πίσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου