Ο Ταμερλάνος το 1402 κυρίευσε και έκαψε την Σμύρνη, έσφαξε τους κατοίκους της, ενώ στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός που ταξίδεψε στη Δύση για να συνάψει συμμαχίες, γύρισε δυσαρεστημένος από τη στάση των Βενετών.
Στην Τραπεζούντα του Πόντου, τα μηνύματα που κατέφθαναν προκαλούσαν φόβο και πανικό. Αν και ο εχθρός βρισκόταν μακριά, αρκετοί ανησυχούντες και φοβούμενοι τους διωγμούς των Τούρκων, ζήτησαν την άδεια από τη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου να τους επιτρέψουν να εγκατασταθούν σε ενετοκρατούμενα εδάφη.
Η κυβέρνηση των Ενετών, που γνώριζε τις πολύ καλές παλιές εμπορικές σχέσεις που είχαν οι Τραπεζούντιοι μαζί τους, έδωσαν την άδειά τους για εγκατάσταση. Και όπως μαρτυρεί έγγραφο της 9ης Δεκεμβρίου 1395 (σ. 72 του έργου του Hippolyte Noiret υπό τον τίτλο Documents inédits pour servir à l’histoire de la domination Vénitienne en Crète de 1380 à 1485, Παρίσι 1892) τους δόθηκε η άδεια εγκατάστασης με τη σημείωση ότι «ήσαν ικανοί να ζήσωσιν ειρηνικώς, δικαίως και ιδίω ιδρώτι» και ως κατάλληλους τόπους όρισαν την Εύβοια και την Κρήτη.
Μετά την άδεια που δόθηκε, όπως μας πληροφορεί ο Νουαρέ (στο ίδιο έργο, σ. 225), στις 10 Φεβρουαρίου του 1414 οκτακόσιες οικογένειες Ελλήνων από την Τραπεζούντα και τις γύρω περιοχές έφτασαν στην ανατολική πλευρά της Κρήτης και ίδρυσαν νοτιοανατολικά της πόλης της Σητείας, πάνω σε λοφοπέδιο, μεταξύ των οικισμών Πέτρα (αρχαίας Σητείας) και Ζαχαρίνος, πόλη την οποία ονόμασαν «Τραπεζόνδαν». Και την ονομασία αυτήν, «Trapezonte», την επέβαλαν οι Ενετοί, οι οποίοι ήθελαν να διακρίνουν την παλιά από τη νέα Τραπεζούντα. Κατ’ άλλους συγγραφείς την ονομασία την έδωσαν οι Τραπεζούντιοι, για να ευχαριστήσουν τους προστάτες τους που τους έδωσαν άσυλο.
Η πόλη που έχτισαν οι Πόντιοι -και όπου πολύ αργότερα γεννήθηκε ο Βιτσέντσος Κορνάρος- δυστυχώς δεν άντεξε στις πολλές επιδρομές (Μπαρμπαρόσα, Σαρακηνοί…), καταστράφηκε και πυρπολήθηκε, και τα ίχνη της χάθηκαν. Η ιστορία αναφέρει ότι ενώ οι Πόντιοι με τη μετοικεσία ήθελαν να αναζητήσουν την ελευθερία, την ησυχία και τη σωτηρία τους, εντούτοις δεν απέφυγαν το πεπρωμένο τους. Στις επιδρομές που αναφέραμε, των ετών 1538 και 1648, άλλοι εσφάγησαν, άλλοι αιχμαλωτίσθηκαν και άλλοι, διασκορπισθέντες, ζήτησαν αλλού άσυλο…
ΠΗΓΗ
Στην Τραπεζούντα του Πόντου, τα μηνύματα που κατέφθαναν προκαλούσαν φόβο και πανικό. Αν και ο εχθρός βρισκόταν μακριά, αρκετοί ανησυχούντες και φοβούμενοι τους διωγμούς των Τούρκων, ζήτησαν την άδεια από τη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου να τους επιτρέψουν να εγκατασταθούν σε ενετοκρατούμενα εδάφη.
Η κυβέρνηση των Ενετών, που γνώριζε τις πολύ καλές παλιές εμπορικές σχέσεις που είχαν οι Τραπεζούντιοι μαζί τους, έδωσαν την άδειά τους για εγκατάσταση. Και όπως μαρτυρεί έγγραφο της 9ης Δεκεμβρίου 1395 (σ. 72 του έργου του Hippolyte Noiret υπό τον τίτλο Documents inédits pour servir à l’histoire de la domination Vénitienne en Crète de 1380 à 1485, Παρίσι 1892) τους δόθηκε η άδεια εγκατάστασης με τη σημείωση ότι «ήσαν ικανοί να ζήσωσιν ειρηνικώς, δικαίως και ιδίω ιδρώτι» και ως κατάλληλους τόπους όρισαν την Εύβοια και την Κρήτη.
Μετά την άδεια που δόθηκε, όπως μας πληροφορεί ο Νουαρέ (στο ίδιο έργο, σ. 225), στις 10 Φεβρουαρίου του 1414 οκτακόσιες οικογένειες Ελλήνων από την Τραπεζούντα και τις γύρω περιοχές έφτασαν στην ανατολική πλευρά της Κρήτης και ίδρυσαν νοτιοανατολικά της πόλης της Σητείας, πάνω σε λοφοπέδιο, μεταξύ των οικισμών Πέτρα (αρχαίας Σητείας) και Ζαχαρίνος, πόλη την οποία ονόμασαν «Τραπεζόνδαν». Και την ονομασία αυτήν, «Trapezonte», την επέβαλαν οι Ενετοί, οι οποίοι ήθελαν να διακρίνουν την παλιά από τη νέα Τραπεζούντα. Κατ’ άλλους συγγραφείς την ονομασία την έδωσαν οι Τραπεζούντιοι, για να ευχαριστήσουν τους προστάτες τους που τους έδωσαν άσυλο.
Η πόλη που έχτισαν οι Πόντιοι -και όπου πολύ αργότερα γεννήθηκε ο Βιτσέντσος Κορνάρος- δυστυχώς δεν άντεξε στις πολλές επιδρομές (Μπαρμπαρόσα, Σαρακηνοί…), καταστράφηκε και πυρπολήθηκε, και τα ίχνη της χάθηκαν. Η ιστορία αναφέρει ότι ενώ οι Πόντιοι με τη μετοικεσία ήθελαν να αναζητήσουν την ελευθερία, την ησυχία και τη σωτηρία τους, εντούτοις δεν απέφυγαν το πεπρωμένο τους. Στις επιδρομές που αναφέραμε, των ετών 1538 και 1648, άλλοι εσφάγησαν, άλλοι αιχμαλωτίσθηκαν και άλλοι, διασκορπισθέντες, ζήτησαν αλλού άσυλο…
ΠΗΓΗ