Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.







Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 200 ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 200 ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΩΤΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

ΚΑΠΕΤΑΝ ΣΗΦΑΚΑΣ, ΙΩΣΗΦ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΥΛΑΚΗΣ

200 χρόνια σύγχρονη Ελλάδα 1821-2021. Σεβόμαστε την Ιστορία μας. Τιμάμε τους ανθρώπους μας, τιμάμε τους ανθρώπους των Επαρχιών μας. 
Παιδιά κι’ είντα ‘χου (ν) τα πουλιά και κλαίσινε τση Κρήτης;
Γ-η τ’ άκουσαν πως πόθανε ο καπετάνιος Σήφης;
Κλαίει τον-ε η Κίσαμος κι οι γι-Αποκορωνιώτες
κι’ οι Σελινιώτες, Σφακιανοί, Χανιώτες, Ρεθεμνιώτες!
Κλαίει τον κι’ η γυναίκα –ν-του…

 Σφακιά – Αποκόρωνας – Κίσαμος, 18-3-1823
Το τραγούδι αυτό αναφέρεται στον Σήφακα, τον ηρωικό στρατηγό της Κρήτης του 1821. Το πλήρες ονοματεπώνυμό του ήταν Σήφης Κωνσταντουλάκης. Μα το μεγαλόπρεπο σώμα του, τον καθιέρωσε με την επωνυμία Σήφακας (δηλαδή, πελώριος Σήφης)
Γεννήθηκε το 1771 στο χωριό Μελιδόνι Αποκορώνου, όπου είχε εγκατασταθεί ο Σφακιανός πατέρας του – από τη Νίμπρο. Έτσι, ήταν καπετάνιος «κοινής αποδοχής» για τους κατοίκους και των δυό γειτονικών επαρχιών. Στις μάχες οδηγούσε τους Αποκορωνιώτες με τον τίτλο του «Αρχηγού της επαρχίας». Αλλά ταυτόχρονα κι’ οι Σφακιανοί τον λογάριαζαν «δικό» τους – γι’ αυτό έχει θέση το τραγούδι του στη συλλογή μας
 Ατρόμητος, ακούραστος, ριψοκίνδυνος, πατριώτης στο έπακρο και αφιλοκερδής, είχε μια χαρακτηριστική βροντερή φωνή – που έλεγαν, ότι «φωνάζει ο Σήφακας απ’ τη Μαλάξα κι’ ακούγεται στα Χανιά»! Ήταν η φωνή του «σάλπισμα εμψυχώσεως για τους δικούς μας, απογοήτευσις δε και τρόμος για τους εχθρούς».
 Οι ιστορικοί αναφέρονται σ’ αυτόν με ιδιαίτερη εκτίμηση. Κι’ οι σελίδες της Κρητικής ιστορίας κατ’ επανάληψη αναφέρονται στην ηρωική δράση του.
Τέτοια ήταν η προσωπικότητά του, ώστε αρκετά μέλη της οικογένειάς του εγκατέλειψαν το επώνυμο Κωνσταντουλάκης και πήραν σαν επίθετο το δικό του όνομα. Παράδειγμα, ο νεώτερος αδελφός του Αντώνης Κωνσταντουλάκης, καπετάνιος κι αυτός σε επόμενους χρόνους, ο οποίος αναφέρεται από τους ιστορικούς και τους ριμαδόρους της εποχής, ως Αντώνης Σήφακας. Αλλά έτσι υπέγραφε κι ο ίδιος ο αδελφός αυτός.
Μέλη της οικογένειας κατοίκησαν Σφακιά, Αποκόρωνα και Κίσσαμο, άλλοι ως Κωνσταντουλάκης και άλλοι ως Σήφακας. Μία οικογένεια ήταν.
 Πήρε μέρος και διέπρεψε σε αμέτρητες μάχες, σε διάφορα μέρη – με «βάση» του, όμως, το βουνό της Μαλάξας. Παρ’ όλα αυτά, ο μπαρουτοκαπνισμένος εκείνος πολέμαρχος είχε «γραφτό» να μην πεθάνει από σφαίρα.
Τον τρίτο χρόνο της επαναστάσεως, πολεμώντας του Τούρκους στην επαρχία Κισάμου, έπαθε πνευμονία. Τον μετέφεραν τα παλικάρια του στο χωριό Ρογδιά. Τον φρόντισαν όσο μπορούσαν. Μα ο ήρωας πέθανε (18.3.1823). Η κηδεία του έγινε στη Μονή Γωνιάς.
Κυριολεκτούν οι παραπάνω στίχοι, όταν λένε ότι το πένθος ήταν καθολικό. Ότι η απώλειά του έκαμε τον κόσμο ολόκληρο να κλάψει. Κι ακόμη όταν, στη συνέχειά τους, τονίζουν ότι οι συμπολεμιστές του (ούλο τ’ ασκέρι), ξέροντας τον να ρίχνεται πάντα ατρόμητος στις μάχες, διερωτώνταν: στον άλλο κόσμο για τον οποίο έφυγε, πού θα πάει άραγε να πολεμήσει;
Πηγή, Πάρι Κελαϊδή «Ριζίτικα για τα Σφακιά»

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2021

ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΙΣΑΜΟΥ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΔΕΣΠΟΤΑΚΗΣ

200 χρόνια σύγχρονη Ελλάδα 1821-2021. Σεβόμαστε την Ιστορία μας. Τιμάμε τους ανθρώπους μας, τιμάμε τους ανθρώπους των Επαρχιών μας.
Κατά τα μέσα περίπου του Μαΐου του 1821 οι Τούρκοι των Χανίων γνωρίζοντας ήδη τις κινήσεις του Επισκόπου στην επαρχία του Σελίνου μόλις αυτός επέστρεψε στην έδρα της Επισκοπής του που τα χρόνια εκείνα ήταν το χωριό Επισκοπή Κισσάμου με μητροπολιτικό ναό την αρχαία Εκκλησία της Ροτόντας (Μιχαήλ Αρχάγγελλος) παρουσιάστηκαν εις τον Τούρκο διοικητή των Χανίων τον Σερίφ Πασά και απαίτησαν την σύλληψη και την φυλάκιση του επισκόπου. Ο πασάς υπακούοντας στις απαιτήσεις του όχλου διέταξε να συλληφθεί ο επίσκοπος με την κατηγορία «ότι περιήρχετο την επαρχία του, κινών τον λαόν των Χριστιανών εις αποστασίαν». Στις φυλακές των Χανίων που τον οδήγησαν τον έκλεισαν στο φρούριο της Σπλάντζιας (Τουρκικής συνοικίας τότε) μαζί με τον Ιεροδιάκονο Καλλίνικο, Βεροιέα την καταγωγή, τον οποίον μισούσαν οι Τούρκοι δια τον νέο τρόπο διδασκαλίας που εφάρμοζε και εμπαικτικώς τον αποκαλούσαν (Νιζαμζετιτλήν). Αυτόν συνέλαβαν εις το χωριό Περιβόλια Κυδωνίας και εις την οικία του Κωνσταντίνου Γερακάκη.
Εις τους φυλακισμένους επίσκοπο και διάκονο οι Τούρκοι αποφάσισαν σε αυτούς πρώτα να δώσουν το πρώτο σημείο των μελετηθέντων κατά των Χριστιανών της Κρήτης σχεδίων τους. Έλπιζαν με τρομοκρατία και σφαγές αμάχων να καταπνίξουν το μελετώμενο επαναστατικό κίνημα. Ο τουρκικός όχλος με αλλαλαγμούς και οχλαγωγία απαίτησε από τον πασά την παράδοση στα χέρια τους του επισκόπου και του διακόνου. Ο πασάς έδωσε την άδεια και αφήνουμε σε αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων να μας δώσουν την συνέχεια του μαρτυρίου.
«Τον επίσκοπο αυτό μετά πικροτάτας κολάσεις απηγχόνισαν, αφού πρώτα τον περιτριγύρισαν εις τα σοκάκια της πόλεως (Χανίων) γυμνόν, τίλλοντες και ανασπώντες τας τρίχας των γενείων του και κατακτυπώντες τον κατά κεφαλής.... Τέλος κρεμάσαντες, εξόρυξαν και τους οφθαλμούς του, μεληδόν κατακόψαντες το μακάριον εκείνον σώμα του, καίτοι νεκρόν. Τα ίδια ταύτα κατεπράξαντο και εις τον μακαρίτην διδάσκαλον Καλλίνικον» έγραψαν οι Κρήτες Φιλικοί προς τους Υδραίους τη 25η Μαϊου1821.
Ο Γάλλος πρόξενος Χανίων αυτόπτης μάρτυρας του μαρτύριου μας διέσωσε στις σημειώσεις του αρχείου του Γαλλικού προξενείου Χανίων ότι ο Μελχισεδέκ τις τελευταίες στιγμές της ζωής του εφώναξε «Φάτε θεριά τις σάρκες μου μα τον πνεύμα μου που παραδίδω σήμερα στον πλάστη μου δεν μπορείτε να μου το βλάψετε. Έχω ελπίδα σταθερά πως ο Θεός θα τιμωρήσει την κακία σας πολύ γρήγορα γιατί χύνετε άδικα των Χριστιανών το αίμα. Ο περιηγητής Pashley αναφέρει πως «.........ο επίσκοπος Κισσάμου παρεδόθη εις την μήνιν του όχλου όστις άνευ διακρίσεως εις το αξίωμά του, τον έσυρεν από την γενειάδα ημίγυμνον δια μέσου όλης της πόλεως και τον απηγχόνισε θηριωδώς εις την οδόν προς την μητροπολίν του. Αδυνατώ να περιγράψω την αγρίαν χαρά του όχλου και ακόμα ολιγότερον την αγανάκτησιν των δημίων, οίτινες παρά τας θηριωδίας των δεν ηδυνήθησαν να κάμψουν το φρόνημα του δυστυχούς και άξιου καλυτέρας τύχης επισκόπου..».
Τον επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ και τον Ιεροδιάκονο Καλλίνικο κρέμασαν «με ανεκδιήγητον καταισχύνην » στον Πλάτανο της Πλατείας Σπλάντζιας στα Χανιά στις 19 Μαϊου 1821 ημέρα της εορτής της Αναλήψεως του Κυρίου. Εκεί πριν αρκετά χρόνια στήθηκε αναμνηστική πλάκα στην οποία αναγράφεται: «ΣΤΙΣ 19 ΜΑΪΟΥ ΤΟΥ 1821 ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΕΚΡΕΜΑΣΑΝ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΠΛΑΤΑΝΟ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΙΣΣΑΜΟΥ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟ ΙΕΡΟΔΙΑΚΟΝΟ ΕΚ ΒΕΡΟΙΑΣ.ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ.»
Στις 21 Σεπτεμβρίου 2000 το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο με Πατριαρχική και Συνοδική πράξη κατάταξε εις το Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας τον Ιερομάρτυρα και Εθνομάρτυρα Επίσκοπο Κισάμου Μελχισεδέκ καθώς και όλους τους Επισκόπους και των μετ’ αυτών μαρτυρησάντων κληρικών και λαϊκών που μαρτύρησαν από τους Τούρκους κατά τα έτη 1821 και 1822.

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2021

ΓΡΑΜΒΟΥΣΑ Η ΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΟΥ ΚΡΑΤΑΕΙ ΧΡΟΝΙΑ...

Γράφει ο Μιχάλης Αναστασάκης στην Ιστορία του για την κατάληψη της Γραμβούσας, σχετικά με τις ενέργειες που έγιναν τότε και ως και σήμερα κάθε μεριά των επαναστατών (Σφακιανοί-Σελινιώτες και Κισαμίτες) αμφισβητεί την μια την άλλη.
....... Η νήσος καταληφθεισα υπό των Τούρκων, οχυρώθη καλλίτερον, ετοποθέτησαν τηλεβόλα, έκτισαν αρκετά φυλάκια επί του φρουρίου και τοποθέτησαν αρκούσαν φρουράν.
Οι Κρήτες γνωρίζοντας την αξίαν του οχυρωτάτου αυτού φρουρίου κειμένου επί της κορυφής δυσβάτου, βραχώδους υψηλού λόφου, εσκέφθησαν τη παρακινήσει και των εκ Μεσογείων οπλαρχηγών Μαυράκη καί Δεικτάκη -και του ναυτικού Μαυρομούρη καλώς ειδότων τα της 
φρουρήσεως και τοποθεσιών του οχυρού, τη συγκαταθέσει και του Τομπάζη απεπειράθησαν όπως καταλάβωσι τούτην κατά την 11 προς την 12 Δεκεμβρίου 1823. Ομάς γενναίων και ριψοκίνδυνων Κισσαμιτών και άλλων κρατούντες κλίμακας, ανήλθον επί του φρουρίου εν ώρα νυκτός βροχερής, εφόνευσαν τους σκοπούς αλλά μία οθωμανή παρακαμωμένη σπεύσασα ειδοποίησεν την εντός των φυλακών φρουράν, ήτις δια πυροβολισμών και των μαχαιρών εφόνευσαν τους ανελθόντας και τούς ανερχομένους πόντος τουφεκίζοντες και κατακρημνίζοντες τούτους εκ του ύψους. Ματαίως ο παρευρισκόμενος κάτω εις την παραλίαν Τομπάζης, παρεκίνει καί εξώρκιζε ν’ ανέρχονται και άλλοι. Η επιχείρησις απέτυχε και τα θύματα ανήλθον εις πλέον των 80 ως μου διηγήθη ο γέρων οπλαρχηγός Νικ. Φανδρίδης, λαβών μέρος μετ’ άλλων αποθανών εις Χανιά το 1890 εις ηλικίαν 90 ετών τραυματίας της επαναστάσεως 1821—1830 Κρήτης.
Καίτοι απέτυχον κατά το 1823 να καταλαβωσι τήν Γραμβουσαν οι επαναστάται, πάντοτε είχον υπόψιν των τήν άλωσιν αυτής διά πάσης θυσίας.
Οι Κισσαμίται οπλαρχηγοί Εμμ. Δεικτάκης, Μιχ. Μαυράκης καί Μιχ. Αρετάς εκ Μεσογείων, ως προανέφερον, επισκεπτόμενοι συχνά την Γραμβουσαν και συναλασσόμενοι μετά των ανδρών και ιδία ’Αξιωματικών Τούρκων τής φρουράς, είχον αποκτήσει οικειότητα, εγνώριζον δ’ ως εκ τούτου τον αριθμόν ακριβώς της φρουράς της, καθώς και τας ημέρας τής αντικαταστάσεως των. Τη επιμονή τούτων και προπάντων του δεδοκιμασμένου πολεμιστού Μαυράκη, του επισκεπτομένου συχνότερον την νησίδα, ως μετερχομένους και τους μεταπράτας μεταξύ Αντικυθήρων Μεσογείων και προσεγγίζοντας ενίοτε και εις Γραμβούσαν, εγίνετο σοβαρά σκέψις περί απόπειρας δευτέρας προς άλωσιν του φρουρίου της Γραμβούσης. Ομοίως και ο Αρετάς, έχων πλοιάριον είχε σχετισθεί μετά του φρουράρχου. Ο Μαυράκης καί Αρετάς πληροφήσανες τους Γ. Δρακονιανόν, Παναγιωτάκην, I. Κουμήν και Χάλην αρχηγούς, και παρακινήσαντες τούτους αφού τους ανέπτυξαν τα τής αισιοδοξίας και μεγάλας επιτυχίας, τούς έπεισαν και υπέβαλαν υπόμνημα εις τον Κυβερνήτην Δημ. Κωλέτην, και σχέδιον καταλήψεως τής Γραμβούσης. Ο Κωλέτης συνεννοηθείς και τούς Έμμ. Άντωνιάδην καί Οικονόμου επεδοκίμασε πλήρως το σχέδιον, διατάξας άμέσως όπως προετοιμασθώσι πλοία τ'
άναγκαιούντα τρόφιμα και απαιτούμενα χρήματα. Άναχωρήσαντες μετά 17 πλοίων εκ Μονεμβασίας, οι ανωτέρω και οι έξης Τομπάζης, Οικονόμου, Κουμής καί Χρυσαφόπουλος, την 22 Ιουλίου μετά διακοσίων ανδρών και άλλων επικουρικών πεντακοσίων. Μετ’ αυτών ηνώθησαν και τινες Σφακιανοί και ό Παναγιωτάκης με τον Βρατσολήν με το πλοιάριον του. Κατερχόμενοι καί πλέοντες παρά το Ποντικονήσι εν συνοδεία συνήντησαν εκεί τρικυμίαν ήτις και διεσκόρπισε τα πλοιάρια, προς τα παράλια Κισσάμου.
Ενταύθα ισχυρίζονται πάντες ότι ο Βρατσόλης με τους Σφακιανούς του πλοιαρίου του ευνοηθέντες υπό του καιρού έφθασαν πρώτοι εις τα Μεσογειανά παράλια, βοηθούμενοι δε υπό ειδημόνων Μεσογειανών καί του Αρχοντάκη καί κωπηλατούντες, εξηπάτησαν τους Τούρκους δι’ απαγγελίας τουρκικού τροπαρίου Σαλαβάντι.
Οι Κισσαμίται όμως μετά Σεληνιωτών ισχυρίζονται ότι συγχρόνως έφθασαν και αυτοί και δι’ απάτης κατόπιν συνεννοήσεως εγένοντο κύριοι της Γραμβούσης την 1ην Αυγούστου 1825.
Πάντως τα σχέδια του Μαυράκη, Αρέτα, Δεικτάκη και καπετάν Χαραλαμπή όλων Μεσογειανών και η από πολλού προσπάθεια και επιμονή των περί τού δυνατού της αλώσεως του φρουρίου, συνετέλεσαν πρωτίστως εις την κατάληψιν τής Γραμβούσης.
Δεν αναφέρει η ιστορία ποιος λόχος ή τάγμα κατέλαβε την Θεσσαλονίκην κατά την 26 Οκτωβρίου 1912 αλλ’ ότι ο’Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος με τον Ελληνικόν στρατόν και τα πολεμικά σχέδια του Ελληνικού Επιτελείου την εκυρίευσαν.
Το αυτό ημπορούμε να είπωμεν και δια την κατάληψιν της Γραμβούσης. Ποιοι εμελέτησαν, ποιοι εσχεδίασαν, και ποιοι απέστειλαν τα πλοιάρια και τας στρατιωτικάς δυνάμεις μετά των οπλαρχηγών; Η έρις και διαμφισβητίσεις δια λόγους φιλοδοξίας, θεωρώ λογικόν οτι πρέπει να τερματιστούν εδώ.

*Με όσα διηγιέται στην Ιστορία του ο Μιχάλη Αναστασάκης φαίνεται καθαρά οτι ακόμα και το μακρινό 1890 υπήρχε η ίδια έριδα που συχνά υπάρχει και σήμερα για το ποιος κατάλαβε την νησίδα της Γραμβούσας πρώτος... όχι οτι παίζει μεγάλη σημασία αυτό σήμερα. Πάντως είναι χρήσιμες οι πληροφορίες του γιατρού μιας και όλες είναι απο πρώτο χέρι γραμμένες

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΣΚΑΛΙΔΗΣ

 
200 χρόνια σύγχρονη Ελλάδα 1821-2021. Σεβόμαστε την Ιστορία μας. Τιμάμε τους ανθρώπους μας, τιμάμε τους ανθρώπους των Επαρχιών μας.
O αρχηγός της Κισάμου, σε μια άγνωστη σε πολλούς βιογραφία του δασκάλου Παπαδάκη Λευτέρη που δημοσιεύθηκε στην Κρητική Εστία το 1962.
Ο Εμμανουήλ ή Αναγνώστης Σκαλίδης κατήγετο εκ του χωρίου Περβόλια των Εννιά Χωριών. Ο πατέρας του ωνομάζετο  Γεώργιος Σκυλούρης και η μητέρα του Ελένη Σκαλιδοπούλα, προήρχετο από τα Σκαλιδιανά Ελους. Δυο εκ των αδελφών του πατρός του ήσαν οι 1) Πολύχρονης Σκυλούρης και Παπά Γιάννης Σκυλούρης ούτος είναι και ο γενάρχης των Κισαμιτών Παπαγιαννάκηδων.
Ο Αναγνώστης Σκαλίδης εγεννήθη εις Κύθηρα μεταξύ του 1818-24 λόγω μετακινήσεως των οικογενειών και της έναρξις της  Κρήτης Επανάστασης του 1821. Είχε και ετέραν αδελφήν την Κυριακούλαν καί ετεροθαλή ίσως αδελφόν, τον Σκυλουρογιαννιό.
Μικρός ο ’Εμμανουήλ και μετά την επιστροφήν της οικογενείας του εκ του Τσιρίγο εμαθήτευσε πιθανώς εις την Μονή Γωνιάς όπου έμαθε τα ολίγα γράμματά του και εχειροτονήθη ασφαλεστατα και Αναγνώστης το έτος 1843. Διότι εις διατηρούμενα πωλητήρια εις Περβόλια εκ του έτους τούτου υπογράφεται ως Αναγνώστης. 
Το 1844 επρωτοστάτησεν εις την ανέγερσιν του τεραστίου δια την εποχήν Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου εις Περβόλια. Εχρημάτισε μετρητής κι ενοικιαστής διαφόρων φορολογιών (Μουκατάδων) εν τη περιφέρεια του. Απηλευθέρωσε φυλακισμένον συγγενή του χειροδικήσας κατά του Τούρκου αρχιφύλακος πήρε τα βουνά έγινε «Σεϊτάνης» ήτοι ασύλληπτος αντάρτης. Τα πρώτα μαθήματα της Κλέφτικης ζωής τα πήρε από τον θείον του Αναγ. Παπαγιαννάκην τον περίφημον και λησμονημένον Λουχιανόν, τον Καθεκλάν και τους άλλους Γραμπουσιανούς.
Κατά την επανάστιασιν του Αρ. Χαιρέτη (1841) ακολουθών τους ανωτέρω παρευρίσκεται νεώτατος και μάχεται εις Φρε, Στύλον και Πρόβαρμα πλάι στον Αλέξ. Κουμουνδουρον, στον X. Βουρδουμπάκη και πολλούς άλλους εθελοντάς. Η επανάστασις όμως σβύνει γρήγορα κι’ ο Κουμουνδούρος καταφεύγει και περιθάλπεται επί 3 μήνας εις τα ορεινά των Εννιά Χωριών όπου και σώζεται χάρις στον Παπαγιαννάκη και Σκαλίδη μέχρι που τον παρέλαβε ελληνικόν ατμόπλοιον.
Ο Σκαλίδης 25ετής περίπου υπανδρεύθη δια προξενειού μετά της ομοχωρίου του Μαρίας Μποτώνη, μετά της οποίας απέκτησε επτά (7) θυγατέρας και ένα (1) υιόν. (Ελένη, Αθήνα, Ειρήνη, Αργυρώ, Χρυσή, Αικατερίνην, και την ζώσαν είσέτι εις Νοχιά Κισάμου Μαρίαν,(1962) υιόν δε τον Γεώργιον ζήσαντα εις Κεφάλι.
Από του 1842 και εξης ο Σκαλίδης είναι τοπικός καπετάνιος με δικό του μπαϊράκι. Κατά την επανάστασιν του Μαυρογένη το 1858, συναντούμεν τον Σκαλίδην εις την μεγάλην αλλά ειρηνικήν συγκέντρωσιν των Ενόπλων εις Μπουτσουνάρια και μέλος της 7μελούς Επαναστατικής Επιτροπής του Αν. Παπαγιαννάκη.
Το 1861 ο Σκαλίδης βρίσκεται στην Αθήνα φίλος του Παλατιού κι’ αντιπολιτευόμενος τού I. Ζυμβρακάκη επί κυβερνήσεως Μιαούλη. Κατά την μεγάλην επανάστασιν του 66 ώριμος πλέον και έμπειρος εις τα πολιτικά και πολεμικά ζητήματα έδρασεν αρχικώς ως ’Οπλαρχηγός και ευθύς αμέσως ως Τμηματικός Αρχηγός Δυτικής Κισάμου μετά των: Γιαννουδοβαρδή, Καμπούρη και Άναστασάκη αρχηγών των άλλων τμημάτων της Κισάμου. Και έζησε την ατέλειωτον σειράν των συμπλοκών και των συγκρούσεων, των μαχών και των περιπετειών της τούς Επαναστάσεως από τα Μεσόγεια μέχρι τα Σφακιά κι’ από τον Αποκόρωνα μέχρι το Σέλινο.
Το 1876 μας λέγει ο Αναστασάκης, εξωρίσθη επί 6μηνον ο Σκαλίδης εις Κωνσταντινούπολιν απ’ όπου επανήλθεν εις Αθήνας και εκείθεν εις Κρήτην το 1878 κομίζων φορτίον φυσιγγίων εις Ακτήν Μεσογείων.
Ο Σκαλίδης μετέβη εκ νέου εις Κρήτην το 1878 και μετείχε ανά τας επαρχία, Κυδωνιάς Αποκορώνου επιχειρήσεων ως Αρχηγός Κισάμου. Το βέβαιον είναι ότι στις 15 Μαΐου 1878 ο Σκαλίδης εξελέγη εις Ροδοπού Γενικός Αρχηγός Κισάμου με σφραγίδα για την γνησιότητα του Αρ. Πρωτ 2592/7-7-1878.
Το 1882- μας λέγουν οι σύντομες βιογραφίες του Σκαλίδη- ελθών εις έριδα ούτος με τον Φωτιάδη Πασά συνελήφθη και απεστάλη δέσμιος(;) εις Κωνσταντινούπολιν όπου παρέμεινε φυλακισμένος επί 9 μήνας απεφυλακίσθη δε τη επεμβάσει του Έλληνος Προξένου. Άλλη εκδοχή λέγει ότι μετέβη εις την Πόλη δια να ενεργήση, παρά τω Ιωακείμ τω Γ’ τότε Πατριάρχη ώστε να χειροτονηθή ’Επίσκοπος Κισάμου ο Παρθένιος Περίδης, ανεγνωρίσθη και συλληφθείς εφυλακίσθη τότε. Ποιον το αληθές δεν γνωρίζω!
Κατά τας επάναστάσεις του 1896 καί 1897 ως Γενικός Αρχηγός τής Κισάμου εξετέλεσε το καθήκον του μετά φρονήσεως, ικανότητος, ανδρείας και γενναιότητος αξιοθαυμάστου. Έσπευδεν εγκαίρως εις όλας τας μάχας τας συναφθείσας εις Δρομόνερον, Βουκολιές - Καστέλλι- Κάνδανον κ.λ.π. και εξετέλη μετά θαυμασίας ταχύτητος και στραιωτικής ιδιοφυΐας τα καθήκοντά του.
Κατά τα έτη 1897-1900 φιλοξενεί εις την οικίαν του καταζητούμενους, ως τον Μπερντίον Κωνσταντή, αξιωματούχους της Κρητικής Χωροφυλακής, Ιταλούς οργανωτάς αυτής και άλλους. Είχε κατά διαφόρους περιόδους ως γραφείς του τον ανεψιόν του Παπά-Κωνσταντίνον Κουκουράκην εξ Έλους, τον Γεώργιον Κογχυλάκη εκ Κούνενι, τον Γεωργ. Αναστ. Παπαδάκην εκ Περβόλιαν, τον Τροχαλάκην Συμβολαιογράφον και γαμβρόν του μετέπειτα.
Ο Πρίγκηψ του επρότεινε να τον προσλάβη κατ’ εκλογήν βουλευτήν του, αλλ' ο Αρχηγός ηρνήθη και μόνον δια τής ψήφου του λαού εξελέγη βουλευτής το 1901. Η Κρητική Βουλή τον εξέλεξε, λόγω Πρεσβείων, προσωρινόν πρόεδρον της Συνελεύσεως και του απέδωκεν εξαιρετικας τιμάς. Ευρισκόμενος υπό την ιδιότητά του αυτήν εις’Αθήνας τον Νοέμβριον του 1901 απεβίωσεν εκ συμφορήσεως, ταφείς εκεί με τιμάς υποστρατήγου, αποκληθείς Καραϊσκάκης της Κρήτης.
Ο Δήμος Ινναχωρίων Κισάμου ετέλεσε την 4ην  Ιανουάριου 1902 τεσσαρακονθήμερον πάνδημον μνημόσυνον εις μνήμην του εις Περβόλια κατά σωζόμενον έγγραφον. Ανεψιός του δε Σκυλουράκης Έμμ. επιστρέφων εκ των Μακεδονικών ’Αγώνων το 1916 μετέφερε τα οστά του Αειμνήστου Αρχηγού εξ’ Αθηνών εις Περβόλια ένθα και ετάφησαν.
Την 1 Φεβρουσρίου 1959 επανελήφθη ή ιδέα τής κατασκευής ανταξίου τάφου η προτομής του ’Αρχηγού Σκαλίδη. 
Τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Σκαλίδη στην πόλη της 
Κισάμου
 Υ.Σ Και όσα έγιναν έκτοτε και κατά την τελετήν των αποκαλυπτηρίων τής προτομής του εις το Καστέλλι Κισάμου την Κυριακήν 27 Μαΐου είναι έργα του του Επισκόπου μας, εις αυτόν ανήκει και δια το έργον τούτο καθώς και δια τόσα άλλα μεγαλύτερα και ανεκτίμητα έργα η τιμή και κάθε δίκαιος έπαινος.
Ε. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
Δημοδιδάσκαλος Καστέλλι

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

ΚΡΙΑΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

 200 χρόνια σύγχρονη Ελλάδα 1821-2021. Σεβόμαστε την Ιστορία μας. Τιμάμε τους ανθρώπους μας, τιμάμε τους ανθρώπους των Επαρχιών μας.
Γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1797 στο χωριό Κουστογέρακο της επαρχίας Σελίνου της Κρήτης. Η καταγωγή του ήταν από την οικογένεια των Μπενήδων. Ο πατέρας του που παλιά τον αποκαλούσαν Μπενή μετονομάστηκε σε Κριάρης το 1769 επί Δασκαλογιάννη, λόγω του χειμαρρώδους χαρακτήρα του.
Ο Κωνσταντίνος μέχρι το 1821, ήταν τσοπάνος στον πλούσιο πατέρα του. Με την έναρξη της επανάστασης, αυτός και τα πέντε αδέλφια του άρπαξαν τα όπλα και τάχτηκαν υπό την σημαία του πατέρα τους. Μετά την μάχη της Μονής, ο Κωνσταντίνος ανέλαβε Καπετάνιος του Κουτσογεράκου, διότι ο πατέρας του ήταν πλέον προχωρημένης ηλικίας. Έκτοτε ακολούθησε παντού τον ήρωα Κουμή ως οπλαρχηγός και πρωτοπαλίκαρο αυτού.
Ο Κριάρης πρωταγωνίστησε και πάλι το 1841, όταν στην Κρήτη έγινε νέα εξέγερση. Συνενοούμενος με τον αρχηγό Χαιρέτη και με τους άλλους οπλαρχηγούς από το Ναύπλιο, ύψωσε πρώτος την σημαία της επανάστασης. Μαζί με τους άλλους αρχηγούς Χαιρέτη, Κουμή, Χάλη και Νιότη πολέμησε μαζί με τους Σελινιώτες ως αρχηγός πλέον της επαρχίας Σελίνου.
Ακολούθησε πολυτάραχη πολεμική ζωή και ξαναεμφανίστηκε στην επανάσταση του 1878 και πάλι ως εκλεγμένος αρχηγός των Σελινιωτών στην επανάσταση της Κρήτης.
Επέστρεψε στην Αθήνα, όπου και απεβίωσε το 1884.
Το ριζίτικο του Γενικού αρχηγού Κ. Κρίαρη που υπάρχει στον δεύτερο τόμο "Κρητικά Ριζίτικα Τραγούδια".
«ΓΕΡΩ ΚΡΙΑΡΗ»
Στα χίλια οχτακόσια στα εξήντα εννέα
πού η Κρήτη ε-προσκύνησε Σουλτάνου τη σημαία,
λίγοι Αρχηγοί απομείνανε με διαλεχτούς στραθιώτες
κι εμπήκανε στη Σαμαργιά ’π’ του φαραγγιού τσι πόρτες.
Κι εκάμανε συνέλεψι είντα ν’ άπογενούνε
γη να μουτίσουν στου πασά γη ούλοι να χαθούνε
πολλή Τουρκιά τσι κυνήγα στη Σαμαργιά τσι ζώνει
ζερβά δεξιά κι απο παντού το χιόνι τσι πετρώνει.
’Αντάρα, χιόνια έπεφταν δώδεκα μερονύχθια
Κι οι γι' αρχηγοί κρατούσανε τσι σπήλιους αντίς σπίθια.
Κι απόφασι εκάμανε μπλειό αίμα να μη χύσουν
γιατ' η Φραγκιά τσι δίκασε να παν να προσκυνήσουν,
Καθίζουν κάνουν γράμματα του δούδουνε μαντάτο
πως παραδίδουν τ' άρματα ούλον των το φουσάτο.
Κριγιάρης απαρνήθηκε δε θέλει να μουτίση
αλλάργ’ απού τον τόπο του θέλει να πα να ζήση.
Κι υπογραφή δεν έβαλε εις του πασά το γράμμα
το θάνατο εδιάλεξε παρά 'να τέθοιο πράμμα.
Παίρνει δέκ’ αντρειωμένους του και το σημαιοφόρο,
το Ληατογιώργη το θεριό και φεύγει από τον πόρο.
Λέει των-ε «Μωρέ παιδιά, πάνω στην κεφαλή μας
Ο Χάρος στέκει με σπαθί ’να πάρη την ψυχή μας.
Κι όποιος το Χάρο δεν ψηφά κι ελεύτερος να ζήση,
ας μ’ ακλουθήξη κι ο Θεός θα μας -ε βοηθήση».
Στη Σκλοβοπούλα στο χωριό μέσα σ’ ένα σπηλιάρι
Ανήμενε χωσιά καιρό να φύγη να μπαρκάρη.
Να φύγ’ απού τον τόπο του που κόκκαλα σπαρμένα
Αδέρφια, ανίψια ατρόμητα άφηνε σκοτωμένα.
Μα προδοσιά δεν άφηκε να κάμη το σκοπό του
με Τούρκους τον μπλοκάρανε ζητούν το θάνατό του.
Τρεις χιλιάδες νιζαμιά και χίλιοι ντόπιοι ακόμη
ξάργουτου ξεκινήσανε, προδότης τσι σιμώνει.
Γύρω το σπήλιο πιάνουνε να πάρουν τη ζωή του
και χίλιες λίρες τάξιμο ήταν η κεφαλή του.
-«Σκύλε Κριγιάρη πρόβαλε να δώσης τ’ αρματά σου
κι ο Μουχαμέτης κι ων το πη μπλιό δε θωρείς παιδιά σου».
-«Τα τιμημένα τ’ άρματα κοπιάσετε να ιδήτε
ετούτα που σας μπέμπουνε στο μνήμα εδα θωρείτε»,
Ως τόπε παίζε παίζουν του μπλειό λόγια δεν νταγιάντα
του Τούρκου μπάλα του περνά τη μέση μπάντα ως μπάντα.
Γιουρούσι οι γι αντρειωμένοι του κι ο γυιός του ο Γεωργάκης
στσι πρώτες μπάλες έπεσε ο Γιώργης ο Ληατάκης.
Στην άλλη μπάντα έπεσε ο Αντωνομιχάλης
που 'ταν θεργιό ατρόμητο κι είχε θωριά μεγάλη.
Η νύχτα έδωκε ζωή στον Αρχηγό Κριάρη
κι ο Φούσκης ο Σελήμ αγάς απού 'τον πολληκάρι.
Εις τα σπιτάλια τω Χανιώ κι εις τη φυλακή τον ’βάλαν
και θάμα πώς 'σώθηκε και δεν τον εξεβγάλαν.
Εις την Αθήνα έφυγε ο Τουρκοφάγος πάλι
κι ανήμενε τση λευτεριάς ημέρα να προβάλη.
Εξήντα χρόνους πόλεμο έκανε στο φεγγάρι
η Κρήτη δεν εγέννησε ξανά τέθοιο παλληκάρι.
Σ’ έξι πολέμους έτυχε απ’ τα εικοσιένα
τσι Κρήτης όρη και βουνά τα πότισε με αίμα
Είχε ψυχή σαν μάλαμα και σαν μαργαριτάρι
κι είχε καρδιά σαν το βουνό δεν τούλειπε μια χάρι.
Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης 

Πηγές Νεώτερη Ελληνική Ιστορία-περιοδικό Κρητική Εστία 1964, Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2021

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΑΚΩΝΙΑΝΟΣ

200 χρόνια σύγχρονη Ελλάδα 1821-2021. Σεβόμαστε την Ιστορία μας. Τιμάμε τους ανθρώπους μας, τιμάμε τους ανθρώπους της Επαρχίας μας.
Γενικός Αρχηγός Κισάμου κατά την Επανάσταση 1821-1830.
Έχων συνεργάτας τούς ατρόμητους όπλαρχηγούς του Ί. Μαλικούτσην, Μαρτιμιανόν, Ί Χούδαλην, Γεωργιλάδες, Δ. ’Αναστασάκην, Παναγιωτάκην, Δασκαλάκην, Έλ. Πατσιμίδην, Ί. Κανίτσον, Σγουρομάλλην, Λούπην καί τήν έδραν έν Καλαθήναις καί ύστερον έν Γραμβούση ύπήρξεν ό θρυλικός ήρως τής Κισσάμου, καί εις τών σπουδαιότερων παραγόντων
μετά τών Χάληδων, Κουμή καί Γερανιώτου, τής δράσεως τών Γραμβουσιανών καί τών έπαναστατικών οργανώσεων κατά τής Τουρκίας.
Μιχαήλ Αναστασάκης
* Ο Δρακωνιανός εγεννήθηκε, γύρω στα 1770, στη Δρακώνα Κισσάμου και το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργης Ελληνάκης.
Προικισμένος με πολλά χαρίσματα εξυπνάδα, τόλμη, μυϊκή δύναμη μεγάλη, ταχυποδία, στρατηγική αντίληψη, αποφασιστικότητα και γενναιότητα, είχε την ικανότητα να εκτιμά γρήγορα την κατάσταση και να παίρνει αμέσως αλάθητες αποφάσεις.
Το παρακάτω περιστατικό έγινε η αφορμή και η αρχή της πολεμικής του δράσης.
Δυο Γενίτσαροι, περνώντας από τη Δρακώνα, μπήκαν στο σπίτι του Δρακωνιανού και αφού κτύπησαν τη μητέρα του, φόρτωσαν σε δυο μουλάρια όσο λάδι βρήκαν εκεί. Ο Δρακωνιανός, νεώτατος τότε, εκείνη την ημέρα ζευγάριζε στη θέση «Τραχάλες». Μόλις έμαθε το περιστατικό, αρπάζει το τουφέκι του και ύστερα από ένα ασταμάτητο τρέξιμο καταφθάνει τους κλέφτες στη θέση «Σφακόρυακο» κοντά στο Μάλεμε, τους σκοτώνει και τους δυο, παίρνει τα μουλάρια με το λάδι και επιστρέφει στη Δρακώνα.
Από τότε αρχίζει τη δράση του, ως αντάρτης, ο καπετάν - Γιώργης και πολύ γρήγορα γίνεται οπλαρχηγός. Ο Δρακωνιανός υπήρξε το φόβητρο των Γενιτσάρων, από τους οποίους ξεκαθάρισε όχι μόνο την Κίσσαμο, αλλά και πολλές περιοχές των γειτονικών Επαρχιών. Στη Μεγάλη Επανάσταση του 1821 - 1830 αναγνωρίζεται Γενικός Αρχηγός Κισάμου, και παίρνει μέρος σε πολλές μάχες χωρίς ποτέ να νικηθεί.
Αργότερα, όταν οι μεγάλες δυνάμεις αποφάσισαν να μείνει η Κρήτη κάτω από τον Τουρκικό ζυγό, ο Δρακωνιανός, μαζί με άλλους Επαναστάτες, καταφεύγει στην ηπειρωτική Ελλάδα. Εκεί εντάσσεται στο στράτευμα του Καραϊσκάκη, παίρνει μέρος σε πολλές μάχες και στη μάχη του Φαλήρου.
Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους ο Δρακωνιανός, απόστρατος χιλίαρχος πια, εγκαταστάθηκε στους Μολάους της Λακωνίας, όπου και πέθανε. Εκεί βρίσκεται ο Τάφος του.
(Από γραπτή διήγηση του Α. Κατσιφαράκη).

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2019

Ο ΡΙΖΟΣΠΗΛΙΟΣ ΣΤΟ ΤΗΓΑΝΙ

 Στον Μπάλο και ιδιάιτερα στο Τηγάνι βρίσκεται το σπηλαιοβάραθρο Ριζόσπηλιος όπου σφαγιάστηκαν Χριστιανοί που ήταν κρυμμένοι απο την εκδικητική μανία των Τούρκων. Είναι ένα στενό βάραθρο 25 μέτρων περίπου σχεδόν κατακόρυφο και χρειάζεται μεγάλη προσοχή για να το επισκεφτείτε. Οι φήμες λένε οτι ακόμα στον πάτο του είναι σκόρπια τα κόκαλα των Χριστιανών που σφαγιάστηκαν.
 Στην είσοδό του έχει τοποθετηθεί από τους Γραμπουσιανούς ξύλινος σταυρός και μαρμάρινη πλάκα με ένα ποίημα του Θανάση Δεικτάκη.
“Στου λυτρωμού τη ματωμένη στράτα
διωγμένα από του Τούρκου το μαχαίρι
συμπόνοια εκείνος άκαρδος δεν ξέρει
Αγαρηνού σαν σβήσαν τα φουσάτα.
Τα στήθια σας τα τρυφερά γεμάτα
από της πίστης το γλυκό αγέρι
με όραμα της λευτεριάς τ’ αστέρι
παντέρμη Κρήτη άντεχε και κράτα.
Στα έγκατα της γης κραυγές αθώων
αγιάσανε τις πέτρες και βρεθήκαν
στη χώρα των μαρτύρων και ηρώων.
Και αν βάρβαροι στο κάλος εφανήκαν
του τόπου ψαρά βάστα τα κουπιά σου
του Τηγανιού το θρήνο αφουγκράσου”.
Θανάσης Δεικτάκης 1994
Μια εύκολη διαδρομή για όσους πάνε στον Μπάλο και θέλουν να δουν και κάτι άλλο....