Άλλος ένας χρόνος στην κλινική Covid του νοσοκομείου Χανίων
Ένας ακόμα χρόνος υπό την σκιά του κορονοϊού έφτασε στο τέλος του. Και εκείνοι παραμένουν στο καθήκον: Μέσα στην κλινική Covid του νοσοκομείου Χανίων, να βάζουν καθημερινά τα δυνατά τους προκειμένου να γυρίσουν οι ασθενείς που νοσούν με κορονοϊό, πίσω στα σπίτια τους και στις οικογένειές τους.
Ο λόγος για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που αδιάκοπα όλο αυτό το διάστημα δίνουν την δική τους μάχη.
Όσα μετέφερε στο zarpanews.gr, πνευμονολόγος της κλινικής Covid, Σπύρος Τσιμπογιάννης, πραγματικά συγκινούν.
Οι ιστορίες από τα περιστατικά που μοιράστηκε μαζί μας είναι πολλές και η κάθε μία ξεχωριστή. Θα μπορούσε να γράψει και βιβλίο. Όπως είπε και ο ίδιος, δεν υπάρχει ημέρα που να μην ξεχάσει ποτέ, είναι μία χρονιά ολόκληρη γεμάτη αξέχαστες, έντονες στιγμές. Άλλες θλιβερές, άλλες χαρούμενες…
«Έχω πολλές εικόνες από την ζωή εκεί μέσα» ξεκίνησε να λέει ο κ. Τσιμπογιάννης.
«Εμείς είμαστε η οικογένειά τους τις ημέρες που λείπουν από τα σπίτια τους. Πέρυσι παραμονή πρωτοχρονιάς δεν είχε κάτι ανησυχητικό, όμως μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια έχουμε αντιμετωπίσει πολλές καταστάσεις. Άλλες δύσκολες, άλλες εύκολες. Οικογένειες ολόκληρες να νοσηλεύονται, ανδρόγυνα.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, τότε που ήταν μία γυναίκα μέσα στην κλινική κι έπειτα μπήκε και ο σύζυγός της. Για να μην την αγχώσει δεν της είπε ποτέ ότι είναι στο άλλο δωμάτιο της Covid. Οπότε τι γινόταν; Έπαιρνε η γυναίκα τον σύζυγο τηλέφωνο καθημερινά, να δει πως είναι και εκείνος της απαντούσε “όλα καλά, μία χαρά”. Μέσα στον θάλαμο επικρατούσε σιγή για να μην ακούσει εκείνη το παραμικρό και καταλάβει πως ο σύζυγός της είναι μέσα στο νοσοκομείο. Δηλαδή, συνωμοτούσαν οι άλλοι τρεις στις κλίνες, κάνανε παύση για να μπορέσει να της πει ο σύζυγος πως είναι καλά. Μία συνεργασία.
Βλέπεις πως οι ασθενείς δένονται ο ένας με τον άλλον. Όπως όταν ένας ηλικιωμένος και ένας άλλος, γύρω στα 50, ασθενείς και οι δύο στο ίδιο δωμάτιο. Ο νεότερος από μόνος του ήθελε να φροντίζει τον μεγαλύτερο κύριο, τον πρόσεχε… Όταν πήγαμε να τον μεταφέρουμε σε άλλο θάλαμο έλεγε “όχι, αφήστε με εδώ πέρα να έχω τον νου μου στον παππού!”
«Αυτά είναι μηνύματα ανθρωπιάς. Τα παίρνουμε και παραδειγματιζόμαστε»
Το κυριότερο είναι να βλέπεις ασθενή, να βοηθάει ασθενή. Αυτό είναι το πιο ωραίο από όλα. Δίνει μαθήματα ανθρωπιάς ακόμα και σε εμάς.
Δεν είμαστε όμως παντοδύναμοι. Δυστυχώς, δεν έχω κανένα μαγικό ραβδί να γιατρέψω μία βαριά νόσηση.
Σε μία άλλη περίπτωση συγγενών: Ο ένας βγήκε, ο άλλος παρέμεινε. Με παίρνει η γυναίκα με ρωτάει τι γίνεται… Της λέω “μην ανησυχείς θα έχεις τον άνδρα σύντομα σπίτι σου”. Όπως και έγινε» μας μετέφερε ο πνευμονολόγος.
Κι όμως, αν έχεις πίστη, θέληση και υπομονή και την συνεργασία του ασθενούς… γίνονται και θαύματα! Όπως ένα αιματολογικό περιστατικό!
«Έκανε εκτεταμένη πνευμονία, με ακροαστικά. Του δώσαμε κάποια πράγματα, high flow υποστήριξη, ενημερώνουμε την οικογένεια, λέμε τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά δεν ξέρουμε πώς θα βοηθήσουμε την κατάσταση. Συμβουλευτήκαμε αιματολόγους και έτσι του χορηγήσαμε ένα συγκεκριμένο φάρμακο και σε συνεργασία με τους συναδέλφους, σε τρεις μέρες βλέπουμε θεαματική βελτίωση.
Αυτό που θέλω να πω, είναι ότι δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτό το κομμάτι. Θα ήταν αμέλεια από μένα αν δεν αναφέρω την προσφορά των συναδέλφων που εφημερεύουν. Πέρα από το “team” των πνευμονολόγων που είναι πέντε συνολικά στην κλινική, βοηθούν και άλλες ειδικότητες» τόνισε ο κος Τσιμπογιάννης.
«Έρχονται άνθρωποι που κλαίνε και λένε ‘γιατί δεν έκανα το εμβόλιο, ή γιατί δεν το έκανα νωρίτερα’. Όμως εμείς είμαστε εδώ για σένα και θα κάνουμε τα πάντα για να γυρίσεις σπίτι υγιής. Δεν έχει τίποτα άλλο σημασία».
«Η μεγαλύτερη ανταμοιβή, το να γυρίσει ο ασθενής σπίτι του»
Δεν πληρώνεται αυτό που κάνουμε. Δεν παίρνουμε καν επίδομα ανθυγιεινής εργασίας. Δεν παίρνουμε βαρέα και ανθυγιεινά. Που; Σε μία κλινική στην οποία ο κορονοϊός μπορεί να σε πεθάνει».
Όταν ο κορονοϊός του «χτύπησε» την πόρτα
Νόσησα 11 Μαΐου. Ήταν μία 80χρονη γυναίκα, που μόλις την έφερε ο τραυματοφορέας από τα επείγοντα, την ακούμπησε στο κρεβάτι άρχισε να φωνάζει «γρήγορα ντυθείτε δεν είναι καλά η γυναίκα». Ντυνόμαστε, εγώ, καρδιολόγος και νοσηλευτικό προσωπικό.
Μία ώρα προσπαθήσαμε να την σταθεροποιήσουμε, να την αερίσουμε, γιατί εκεί πρέπει να φροντίσεις να ανοίξεις αεραγωγό και να βάλεις αέρα στους πνεύμονες με μία ειδική συσκευή που λέγεται αμπού.
Ο ιδρώτας όμως έτρεχε από πάνω ως κάτω, πράγμα που μας εξέθεσε σε μεγάλο ιικό φορτίο. Τα συμπτώματα λόγω του ότι είχαμε εμβολιαστεί ήταν πολύ ελαφρά ευτυχώς. Όμως νοσήσαμε. Και εγώ και όλο το προσωπικό που ήταν εκεί εκείνη την ώρα.
Ευτυχώς με ελαφριά συμπτώματα! Σημαντικό είναι το εμβόλιο, και εδώ πρέπει να τονίσουμε την αξία του.
Είναι ζόρικα τα πράγματα. Χρειάζεται στήριξη, επάνδρωση και τον καλό λόγο των ασθενών. Η ηθική ικανοποίηση μου αρκεί».
«Ότι ζεις, το ζεις πολύ έντονα»
«Ότι λειτουργεί όπως πρέπει, αυτό συμβαίνει χάρης την δική μας προσπάθεια. Έχουμε κοντέψει να κλείσουμε τα σπίτια μας, άδειες δεν παίρνουμε, παραμένουμε στην εργασία πολλές ώρες. Στην έντονη εργασία, δεν έχουμε χρόνο κάποιες μέρες ούτε τουαλέτα να πάμε. Μεγάλη η κόπωση.
Προσπαθούμε να κάνουμε τον ασθενή να νιώσει σαν να είναι σπίτι του, να νιώσει ότι “έχω έναν άνθρωπο που είναι εδώ, θα κάνει τα πάντα, θα πέσει στα πατώματα για να με σώσει”. Θέλουμε να νιώσει ασφάλεια ο ασθενής. Και νιώθουν ασφάλεια, αφήνονται στα χέρια μας.
Δεν είναι η κατάσταση “α, είμαι ένας γιατρός, βάζω ακουστικό, δίνω φάρμακα και κλείνω την πόρτα και φεύγω”…
Μπαίνω μέσα σε ένα θάλαμο γυναικών. Μου λέει μία κυρία «εσάς θέλω να με βοηθάτε για να κάνω το εισπνεόμενο μου». Αρχίσαμε τις προτιμήσεις λέω. Θα κάνουμε τα αστεία μας. Δεν θα ρίξουμε ποτέ κανέναν ψυχολογικά. Κανόνας!
Έχω όμως και περιστατικό στο οποίο με παίρνει το παιδί του ασθενούς και μου λέει «τρίξε του τα δόντια». «Ορίστε;» λέω. Αυτό δεν θα γίνει όσο είμαι εδώ μέσα. Τον ασθενή μου τον θέλω με την ψυχολογία ψηλά. Θέλω συνεργασία, ηρεμία. Ο γιατρός πρέπει να είναι συνεργάτης, να μην τον φοβάται ο ασθενής.
Αν ήταν για τα χρήματα, δεν θα υπήρχε ενδεχόμενο να δουλεύω σε αυτή την κλινική υψηλού ρίσκου. Δεν υπήρχε. Όμως το κάνω γιατί προσφέρεις, σώζεις ζωές και επιστρέφεις ανθρώπους στα σπίτια τους» κατέληξε ο Σπύρος Τσιμπογιάννης.