Από την Ιστορία της Κισάμου του Γιάννη Ανδρουλάκη
-Από την ακτή του Δραπανιά μέχρι το φρούριο της Κισάμου η απόσταση είναι πάνω από 5 χλμ. Σ’ αυτήν την απόσταση είχαν παραταχθεί περίπου 5.000 Έλληνες στρατιώτες, οι οποίοι ήταν έτοιμοι να επιτεθούν στο φρούριο, του οποίου μέχρι σήμερα σώζονται σε καλή κατάσταση οι προμαχώνες της ανατολικής πλευράς. Το φρούριο θα μπορούσε να βληθεί απ’ όλες τις πλευρές: από βορρά με καράβια, από την ανατολή και από τα νότια από τα υψώματα της οχυρής θέσης Κουνουπίτσας (μικρός οικισμός).
Όταν παρατάχθηκαν τα κανόνια, ο Εμμ. Τομπάζης, γνωρίζοντας και την δύσκολη και αδύνατη κατάσταση των πολιορκημένων, εξ αιτίας της πανώλης και για να αποφύγει την αιματοχυσία, προσκάλεσε τους αρχηγούς των Τούρκων, τον Εμίν Αγά ή Εμιναγαδάκη και τον Γενιτσάραγα, για να παραδώσουν το φρούριο.
Οι αρχηγοί, πράγματι, των Τούρκων προσήλθαν, και επειδή διαπίστωσαν τη μεγάλη δύναμη των ελληνικών όπλων, ήλθαν σε διαπραγμάτευση με τον Αρμοστή, για την εκκένωση του φρουρίου.
Η απόφαση, που έπρεπε να πάρουν οι Τούρκοι αρχηγοί, ήταν ασφαλώς μεγάλη και η ευθύνη βαριά. Στάθμιζαν τα πράγματα και αμφιταλαντεύονταν. Η σθεναρή στάση, όμως, του Τομπάζη τους πειθανάγκασε να συνθηκολογήσουν και να δεχθούν να αποχωρήσουν από το φρούριο της Κισάμου με τους παρακάτω όρους:
1. Να φύγουν με τα υπάρχοντά τους και με τα όπλα τους για τα Χανιά.
2. Να εξευρεθούν τα καράβια, που θα μετέφεραν στα Χανιά τους Τούρκους, όπως και έγινε.
3. Να αφήσουν ελεύθερες τις ελληνικές οικογένειες, που κρατούσαν στο φρούριο.
4. Να περιέλθει ο οπλισμός και τα παντός είδους εφόδια στα χέρια των Χριστιανών.
Οι ιστορικοί διχάζονται για τον αριθμό των Τούρκων, οι οποίοι απεχώρησαν. Ο Σπυρ. Τρικούπης τους αναβιβάζει σε 1.500, τους οποίους με δική του επιστασία ο Αρμοστής τους επιβίβασε στα καράβια.
Κατά την επιβίβαση παρουσιάστηκαν και τα σχετικά κρούσματα λαφυραγωγήσεως από την πλευρά των Ελλήνων στρατιωτών, αλλά κατέστειλε αποτελεσματικά ο Αρμοστής το φαινόμενο, με έντιμους Έλληνες οπλαρχηγούς. Η απολύμανση και ο εξαγνισμός του χώρου με καύση των νεκρών και αντικειμένων ανατέθηκε σε υπεύθυνους καπετάνιους.
Μια εκατονταρχία υπό τον πεντακοσίαρχο Μαρτιμιανό Περράκη και τον Μιχ. Οικονόμου, από τον Πόρο, εγκαταστάθηκε στο φρούριο. Η Ελληνική Σημαία υψώθηκε στο φρούριο μέσα σε μεγάλη χαρά και συγκίνηση. Ο Αρμοστής κατακρίθηκε, επειδή δεν κατέστρεψε ολοσχερώς τους Τούρκους του φρουρίου, αλλά τους επέτρεψε να αναχωρήσουν και μάλιστα ένοπλοι. Ισχυρίζονται δε οι ιστορικοί της Κρήτης, όχι πάντα εν αδίκω, ότι οι διασωθέντες ενίσχυσαν την φρουρά των Χανίων και ότι αργότερα στράφηκαν με μεγαλύτερη μανία κατά των Χριστιανών. Ο Τομπάζης ήλπιζε, ότι με την αποστολή των άρρωστων πλέον Τούρκων στα Χανιά, θα επιδείνωνε την κατάσταση των Χανιωτών Τούρκων, οι οποίοι υπέφεραν από έλλειψη νερού, γιατί ο Βασ. Χάλης είχε καταστρέψει τους υδρευτικούς αγωγούς της πόλεως και ότι θα μεταδιδόταν και η επιδημία της πανώλης στον Τουρκικό συνωστιζόμενο πληθυσμό.
Δεν δυνάμεθα να διακριβώσουμε, ποια σκέψη κυριάρχησε στον Αρμοστή. Όμως, δεν δυνάμεθα να κατακρίνουμε την φιλάνθρωπη, σύμφωνα με πολλούς, ενέργειά του, γιατί και ο πόλεμος έχει τους κανόνες και τους νόμους του: και στην περίπτωση αυτή τηρήθηκε ένας στρατιωτικός νόμος, ένα ήθος, το οποίο χαρακτηρίζει τους σύγχρονους τακτικούς στρατούς.
Η φθορά του αντιπάλου, όταν παραδιδότανε, ήταν αδικαιολόγητη και σύμφωνα με το ιπποτικό αίσθημα και πνεύμα των ανθρώπων της εποχής εκείνης, αποτελούσε ηθική παρέκκλιση και ατιμία. Εξ άλλου και στην Πελοπόννησο ο Θ. Κολοκοτρώνης στην άλωση της Τρίπολης άφησε τους Αλβανούς ως γενναίους να απέλθουν με τα όπλα τους. Η ανδρική συμπεριφορά προς ένα γενναίο αντίπαλο και η υψηλοφροσύνη ήταν, τουλάχιστον από την πλευρά των Ελλήνων, συνέπεια εθνικής συμπεριφοράς από την αρχαιότητα.
Η αλληλοεξόντωση των δύο στοιχείων επιτρεπότανε την ώρα της σύγκρουσης. Ιδιαίτερα στο χώρο της Κρήτης οι Τουρκοκρητικοί είχαν κληρονομήσει και την ευρωστία και το ηρωικό ιδεώδες της φυλής: δεν ήταν τυχαίοι άνθρωποι και παρά τις εκτροπές τους δεν έπαυαν, τουλάχιστον, μερικοί από τους αρχηγούς τους να απολαύουν εκτιμήσεως από τους δικούς μας.
Ύστερα, κατά τις αφηγήσεις των παλαιοτέρων, στις συγκρούσεις αναγνωρίζονταν μεταξύ τους και αλληλοπροκαλούνταν, ως ομηρικοί ήρωες, να παίξουν ένα ζευγάρι μπάλες ορθοί και όχι καλυμμένοι.
Πολλοί Χριστιανοί ήταν συγγενείς με τους Τουρκοκρητικούς, ήταν τα αδέλφια, που στις δοκιμασίες της φυλής έχασαν το δρόμο τους. Κάθε είδος επομένως επιμονής των ιστορικών της Κρήτης, όχι βέβαια όλων, για σφάλματα του Αρμοστή, είναι μια σκληρή ορθολογιστική άποψη, η οποία τότε δεν θα μπορούσε να εφαρμοσθεί για τους Τουρκοκρητικούς της Κισάμου.
Για την επανάσταση στην Κρήτη και ιδιαίτερα για την Κίσαμο η παράδοση του φρουρίου είχε τα παρακάτω ευεργετικά αποτελέσματα:
1. Εξασφαλίστηκε ένα νέο λιμάνι, της Κισάμου, για την επικοινωνία με την Πελοπόννησο και αποκαθίσταται η ενότητα του θαλάσσιου χώρου.
2. Το εμπόριο μπορεί να διεξαγάγεται και απ’ αυτό το κέντρο και έτσι αποφεύγονται οι ανεξέλεγκτες καταχρήσεις των δημοσίων προσόδων από τους Σφακιανούς.
3. Απαλλάσσεται η ύπαιθρος της Κισάμου από επικίνδυνους αντιπάλους.
4. Ενισχύεται η θέση και η άποψη των Μεσογειανών οπλαρχηγών για την κατάληψη του φρουρίου της Γραμβούσας.
5. Αναζωογονείται ο αγώνας με αξιόλογους μαχητές και οπλαρχηγούς, οι οποίοι ήταν σεμνοί, σταθεροί και μετρημένοι.
Οι φωτογραφίες είναι απο την εκδηλώσεις αλλά και την αναπαράσταση της κατάληψης του φρουρίου το Μάιο του 1973 με την συμπλήρωση των 150 χρόνων.