Κάπου 1 χιλιόμετρο δυτικά των Χανίων κοντά στον Γαλατά, υπήρχε το χωριό των Λεπρών! Ο περιηγητής Stillman γράφει στην περιπλάνηση του στην Κρήτη:
"Σε κάθε καβαλάρη που θα βγη απο την δυτική πύλη των Χανίων, δίνεται η αφορμή να θυμηθεί το ποίημα του Lowell.
"Η σάρκα, ζάρωσε κι ανατρίχιασε κάτω απ΄την πανοπλία
κι ο παλμός της καρδιάς σταμάτησε στην μέση
σαν καταρράκτης που παγώνει".
Κι αυτό γιατί, όχι μόνο ένας, αλλά καμιά εικοσαριά λεπροί περιστοίχιζαν την άκρη του δρόμου, άλλοι καθισμένοι στο χώμα, που ήταν σαν σκόνη, άλλοι στις πόρτες του χωριού, που οι ίδιοι είχαν κτίσει έξω από τα τείχη.
Όπως στο παραπάνω ποίημα που λέει πως:
.......με απλωμένο το χέρι ζητιάνευε βογκώντας καθισμένος.
Το ίδιο κι αυτοί εδώ αποκάλυπταν τα παραμορφωμένα χέρια τους ως απόδειξη της αρρώστιας τους, για να δείξουν πως δικαιούνται ελεημοσύνη, ενώ έβγαζαν άναρθρα βογκητά, μερικοί τόσο αδύναμα, ώστε ακούγονταν σαν ψίθυρος, που έμοιαζε να βγαίνει από άνθρωπο.
Ζωντανή απόδειξη του γεγονότος ότι η λέπρα δεν μεταδίδεται, ήταν μια γυναίκα χωρίς κανένα σημάδι της αρρώστιας, η οποία στεκόταν στο άνοιγμα μιας πόρτας κι έδειχνε μέσα στους περαστικούς τον κατάκοιτο άντρα της.
Τα σπίτια που αποτελούν τον οικισμό μπορεί και να φτάνουν τα είκοσι. Ανάμεσα στην κοινωνία ανθρώπων που ζει μέσα σε αυτά, και στον υπόλοιπο κόσμο δεν υπάρχει καμιά επικοινωνία, εκτός από την προσφορά της ελεημοσύνης.
Όμως οι λεπροί εδώ παντρεύονται και παντρεύουν και κάνουν και παιδιά λεπρά για να διαδεχτούν στις θέσεις τους και να διαιωνίζουν την κερδοφόρα αποκρουστικότητα τους.
Έχω δει ομάδες λεπρών να μετρούν όταν βραδιάζει και να μοιράζονται την ελεημοσύνη μεταξύ τους και να δείχνουν με καμάρι ένα έσοδο κατά πολύ υψηλότερο από το μέσο ημερομίσθιο των εργαζομένων.
Μάλιστα τα νομίσματα από την ελεημοσύνη επιστρέφονται στην κυκλοφορία χωρίς βεβαίωση ότι πέρασαν από καραντίνα. Το χρήμα όπως αντιλαμβάνομαι , δεν είναι ποτέ μολυσμένο....
Από το βιβλίο του Χαρίδημου Παπαδάκη "Οι λεπροί στην Κρήτη."