Πριν λίγες μέρες βρέθηκα με μια παρέα νέων στην παραλία της πόλης μας. Νέα παιδιά γεμάτα όρεξη για ζωή, με προβληματισμούς και αγωνίες για το μέλλον. Άρχισε μια συζήτηση σχετικά με το πώς μπορεί κάποιος να κερδίσει τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Οι απόψεις που ακουστήκαν ήταν πολλές και ενδιαφέρουσες. Κατέληξαν στη γενική διαπίστωση ότι δυο είναι οι βασικές νοοτροπίες- λογικές που διέπουν τους υποψηφίους. Η μια είναι η «λογική της τσικουδιάς» ενώ η δεύτερη είναι η «λογική του στρατηγικού σχεδιασμού» (σ.σ. Αναφέρω τους όρους όπως ακριβώς ειπώθηκαν στη συζήτηση). Ας δούμε τις δυο αυτές περιπτώσεις υποψηφίων.
Στην πρώτη περίπτωση ο «υποψήφιος της τσικουδιάς» πρέπει, χρησιμοποιώντας στο έπακρο τις επικοινωνιακές του αρετές να υπερεκτείθεται παριστάμενος στην κάθε λογής κοινωνική εκδήλωση. Θα πρέπει επίσης -έστω και με υπερφυσικό τρόπο- να ταυτίζεται με τα όποια αιτήματα ή και επιθυμίες του κάθε πολίτη ακόμα και αν αυτά αλληλοσυγκρούονται ή ακόμα χειρότερα όταν αυτά συγκρούονται με το συλλογικό συμφέρον. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να παρουσιάζει σαν προσωπικό επίτευγμα την πραγμάτωση αυτονόητων υποχρεώσεων και βασικών λειτουργιών της διοίκησης. Ο «υποψήφιος αυτός της τσικουδιάς» αποφεύγει να αναφέρεται στα δικά του προτάγματα και επικεντρώνεται στα λάθη και στις αδυναμίες των αντιπάλων. Τέλος, ο συγκεκριμένος τύπος υποψηφίου, επιδιώκει -ενίοτε απροκάλυπτα- την ανάπτυξη σχέσεων συναλλαγής και εξαγοράς με το εκλογικό σώμα, εκμεταλλευόμενος τις δυσμενείς κοινωνικές και οικονομικές συγκυρίες.
Ακολουθώντας όλα τα παραπάνω ο υποψήφιος είναι σε θέση να κερδίσει την ψήφο κάποιων πολιτών χωρίς να αναγκαστεί να επικαλεστεί κανένα από τα ζητήματα που άπτονται τις χρηστής διαχείρισης των κοινών, των μακροχρόνιων αναπτυξιακών προτεραιοτήτων και των προβλημάτων καθημερινότητας του πολίτη. Εν κατακλείδι, ο «υποψήφιος της τσικουδιάς» διαπιστώνει, με ανακούφιση, ότι σημαντικό τμήμα του εκλογικό σώματος είναι πρόθυμο να του αναθέσει τον ρόλο του διαχειριστή του μέλλοντος του, χωρίς όμως να έχει χρειαστεί να του μιλήσει για αυτό.
Στην δεύτερη περίπτωση ο «υποψήφιος του στρατηγικού σχεδιασμού», θα πρέπει να σχεδιάζει περισσότερο και να φαίνεται λιγότερο. Θα πρέπει με συγκροτημένο και ειλικρινή τρόπο να παρουσιάσει τα αναπτυξιακά ελλείμματα και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του τόπου του, ακόμα και αν αυτό προκαλέσει δυσαρέσκεια σε μέρος των πολιτών. Να καταφέρει να πείσει για την αξιοποίηση τους μέσα από ένα στρατηγικό σχεδιασμό βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και κυρίως μακροπρόθεσμου ορίζοντα. Να αποδείξει ότι το συλλογικό καλό δεν είναι το άθροισμα ατομικών εξυπηρετήσεων. Ότι τα βασικά προβλήματα μένουν άλυτα όχι μόνο λόγω έλλειψης πόρων αλλά λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης. Ο υποψήφιος αυτός, θα πρέπει όχι μόνο να προβάλει το δικό του όραμα αλλά να έχει την δική του διαφορετική, ρεαλιστική αλλά και γοητευτική αφήγηση που θα συσπειρώσει τους πολίτες στην προσπάθεια υλοποίησης αυτού του οράματος.
Κάποιοι από την παρέα των νέων εκείνο το βράδυ κατέληξαν ότι «έχουμε αυτό που μας αξίζει». Διαφωνώ απόλυτα μαζί τους αλλά θλίβομαι που δεν μπορώ να τους μεταπείσω. Αναγνωρίζοντας όμως, ότι η κοινωνία μας διαθέτει πολυάριθμες εφεδρείες αξιόλογων και χρήσιμων προσώπων, είμαι σίγουρος ότι υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει ελπίδα στο βαθμό που τα πρόσωπα αυτά ενεργοποιηθούν και συγκροτήσουν ένα ενιαίο πόλο απέναντι στους κάθε λογής «υποψηφίους της τσικουδιάς». Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει αλλαγή.
Με την ευκαιρία, εύχομαι από καρδιάς η νέα χρονιά να φέρει υγεία, αισιοδοξία και πρόοδο.
Παναγιώτης Σημανδηράκης
Οικονομολόγος Ms.c
Περιφερειακός Σύμβουλος Κρήτης