Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.






Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΕΛΛΑ ΜΑΡΙΝΑΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΕΛΛΑ ΜΑΡΙΝΑΚΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 24 Μαΐου 2022

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ "ΤΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ"

4η συνέχεια: «Η Σοβιετική Ένωση και οι τύχες του Ελληνισμού».
Της Στέλλας Μαρινάκη
Όπως αναφέρθηκε και στα προηγούμενα άρθρα, το «Ουκρανικό ζήτημα» είναι ένα σύνθετο γεωπολιτικό θέμα που χρονολογείται από τον 17ο αι. με τοπικές πολεμικές συρράξεις, με πολιτικές διαμάχες, με καταπατήσεις εδαφών, με καταστροφές περιοχών και πολλά ανθρώπινα θύματα. Αλλά και με μια αέναη προσπάθεια «ρωσοποίησης» εκ μέρους των Ρώσων και «απορωσοποίησης»-ανεξαρτησίας εκ μέρους της Ουκρανίας. 
Ύστερα μάλιστα από τα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αι και τον 3ο κατά σειρά Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877, που έληξε με την στρατιωτική και διπλωματική ήττα και απομόνωση της Υψηλής Πύλης του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β’, επεβλήθησαν βαριές κυρώσεις (η Τουρκία έχασε τα εδάφη της στα βαλκάνια) με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου του 1878, επί τσάρου Αλεξάνδρου Β΄. Τότε εκδηλώθηκε και η αφύπνιση του Ουκρανικού εθνικισμού. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε και η συνεργασία των βαλκανικών χωρών που υποστήριζε ο Τσάρος και επεδίωκαν ανεξαρτησία από την Αυστροουγγαρία. 
Ο 20ος αι. έδειξε από την αρχή του πως έφερνε μεγάλες περιπέτειες για την πολύπαθη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Η κρίση που οδήγησε στη δολοφονία του Αρχιδούκα Φερδινάνδου στο Σεράγεβο στις 28 Ιουνίου 1914, από Σερβο-Βόσνιο εθνικιστή, στάθηκε η αφορμή για την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η κρίση στη Ρωσία έκτοτε ήταν ορατή. Ο τσάρος Νικόλαος Β’, ύστερα από στρατιωτικές ήττες, παραιτήθηκε τον Φεβρουάριο του 1917 και ο Αλεξάντερ Κερένσκι σχημάτισε την πρώτη Ρεπουμπλικανική κυβέρνηση αστικού χαρακτήρα1. 
Το «Ουκρανικό» ζήτημα έκανε για άλλη μια φορά την εμφάνισή του, την περίοδο της κατάρρευσης της κραταιάς ως τότε Ρωσικής τσαρικής αυτοκρατορίας και την έναρξη της επανάστασης των Μπολσεβίκων το 1917, που έμελλε να ανατρέψει τον ρου της ιστορίας. 
Με την επικράτηση των μποσλεβίκων και την δολοφονία του Τσάρου, οι Ουκρανοί συγκρότησαν ένα άτυπο Κοινοβούλιο στο Κίεβο (Κεντρική Ράντα), με αρχηγό τον Μιχαήλ Χρουσέφσκι και μετά έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες αυτονομιστικές ομάδες που ανακήρυξαν την Εθνική Ουκρανική Δημοκρατία με δική της σημαία και εθνόσημο. Μάλιστα, το 1918 οι μπολσεβίκοι ανακήρυξαν με τη σειρά τους την «Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας» στο Χάρκοβο. Η νέα αυτή κρατική οντότητα προσχώρησε στην ΕΣΣΔ το 1922. 
Η περίοδος της επικράτησης των επαναστατών κομμουνιστών και της πολιτικής που ακολούθησαν ήταν οδυνηρή τόσο για τους Ουκρανούς όσο και για τους Έλληνες των Παρευξείνιων περιοχών. Εκτός από τις αιματηρές επιθέσεις των αντιμαχόμενων ιδεολογικά και πολιτικά ομάδων, εκτός από την κολεκτιβοποίηση της γης τους, την απαγόρευση της εθνικής του γλώσσας και το κλείσιμο των σχολείων τους είχαν να αντιμετωπίσουν και τις διώξεις του Στάλιν2 ήδη από το 1920. 
Φωτογραφία προσφύγων.
Αξίζει να αναφερθεί ότι τον Ιούλιο του 1919 η κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου ενέκρινε την πίστωση 20.000.000 δραχμών για την περίθαλψη και τον σταδιακό επαναπατρισμό των Ελλήνων του Καυκάσου. Υπεύθυνος της επιτροπής του Υπουργείου Περιθάλψεως ορίστηκε ο μεγάλος μας Κρητικός συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Μαζί με τους συνεργάτες του ανέλαβαν με επιτυχία το δύσκολο έργο της εγκατάστασης 150.000 Ελλήνων του Πόντου στην Ελλάδα (σε Μακεδονία και Θράκη)3. 
Ο μεγάλος λιμός του 1932-’33, που θεωρήθηκε από τους περισσότερους ιστορικούς ως οργανωμένος από τους Ρώσους, είχε ως αποτέλεσμα να στοιχίσει τη ζωή σε 11-16 εκατομμύρια Ουκρανούς! Θεωρήθηκε επίσημα ως γενοκτονία (Γολοντομόρ) και αναγνωρίστηκε αργότερα από πολλές άλλες χώρες (στις 28 Νοεμβρίου 2006). Αναμφισβήτητα, το τραγικό αυτό γεγονός με τον θάνατο τόσων αθώων ανθρώπων γιγάντωσε το μίσος των Ουκρανών για τους Ρώσους. Θύματα του λιμού ήταν και πάρα πολλοί Έλληνες. 
Οι διώξεις κατά των Ελλήνων στη Σοβιετική Ένωση:
Το Σοβιετικό κράτος, ήδη από τη σύστασή του, αντιμετώπισε τους Έλληνες πολίτες του ως εχθρούς, ως αντεπαναστάτες, ως προδότες και πράκτορες του καπιταλισμού. Η ατυχής εκστρατεία στην Ουκρανία του 1919 έδωσε την αφορμή στον Λένιν να κρατήσει εχθρική στάση προς την Ελλάδα και να συνεργαστεί ανοικτά με το καθεστώς του Κεμάλ. Μία από τις συνέπειες των διώξεων των μπολσεβίκων ήταν να δημιουργηθεί προσφυγικό ρεύμα Ελλήνων ομογενών της Ουκρανίας προς την Ελλάδα. Η υποδοχή τους στην Ελλάδα δεν ήταν πάντοτε θετική. Η Ελλάδα ως δέσμια της Αγγλο-Γαλλικής πολιτικής δεν τόλμησε να ασκήσει πιέσεις προς τους συμμάχους και να διεκδικήσει την προστασία των ελληνικών πληθυσμών στην Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ν. Ρωσίας.
Η αρνητική έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας κρίθηκε σε μεγάλο βαθμό από την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων προς τον Κεμάλ. Κομβικό γεγονός αποτελεί η υπογραφή του συμφώνου Φιλίας και Αδελφότητας μεταξύ Λένιν και Κεμάλ στις 16 Μαρτίου 1921. Η συμμαχία επικυρώθηκε και με την παροχή οικονομικής βοήθειας καθώς και μεγάλων ποσοτήτων οπλισμού προς τον Κεμάλ ήδη από το 1920 και εξής, επειδή ο Λένιν θεωρούσε τους Έλληνες ως ιμπεριαλιστές. Η Σοβιετική Ρωσία παραχώρησε στην Τουρκία τα εδάφη του Καρς και του Αρνταχάν και παραιτήθηκε από κάθε οικονομική διεκδίκηση από το καθεστώς των Νεότουρκων. Ο ίδιος ο Μουσταφά Κεμάλ αναγνωρίζει σε επιστολές του την καθοριστική συνεισφορά των Σοβιετικών στην επικράτησή του. 
Πολλοί Έλληνες είχαν καταφύγει στην Ν. Ρωσία μετά την μικρασιατική καταστροφή του 1922 και βρέθηκαν ξανά διωκόμενοι. Άλλοι πάλι είχαν αυτοεξοριστεί στην ΕΣΣΔ, λόγω της πολιτικής τους ιδεολογίας, μετά το ιδιώνυμο (1928)4 και την μεταξική δικτατορία. 
Η ανθελληνική στάση των Σοβιετικών συνεχίστηκε και από τον διάδοχο του Λένιν, τον Ιωσήφ Στάλιν. Στις 15 Δεκεμβρίου του 1937 ο Στάλιν εξαπέλυσε μαζικές διώξεις εναντίον των Ελλήνων πολιτών της Σοβιετικής Ένωσης, τους οποίους στοχοποίησε αδιακρίτως. Οι διώξεις αυτές έμειναν γνωστές στην νεότερη ιστορία ως «η Ελληνική Επιχείρηση του Στάλιν». Συνελήφθησαν ακόμα και Έλληνες με εξέχουσα πολιτική και κοινωνική θέση εντός του κομμουνιστικού κόμματος. Υπολογίζεται ότι συνελήφθησαν περίπου 15.000 Έλληνες ομογενείς κυρίως Ποντιακής καταγωγής. Οι περισσότεροι κατέληξαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και σε καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία, απ’ όπου ελάχιστοι γλίτωσαν. Περίπου 10.000 Πόντιοι απελάθηκαν στην Ελλάδα κατά το 1938-39, κυρίως ηλικιωμένοι. Επίσης, υπολογίζεται ότι πάνω από 3000 Έλληνες εκτελέστηκαν στο Ντονιέσκ χωρίς δίκη. 
Οι διωγμοί συνεχίστηκαν το 1944 με θύματα αυτή τη φορά τους Πόντιους της Κριμαίας και το 1949 με θύματα τους Έλληνες των περιοχών της Μαύρης Θάλασσας γενικότερα. Οι περισσότεροι εκτοπίστηκαν σε μακρινές περιοχές, όπως στο Ουζμπεκιστάν και στο Καζακστάν. Οι συνθήκες ήταν άθλιες και πολλοί πέθαιναν από τις κακουχίες ή από ασθένειες.
Ως αιτία των διώξεων προβλήθηκε ότι οι Έλληνες χαρακτηρίζονταν εθνικιστές και άρα ύποπτοι για την ασφάλεια του Σοβιετικού καθεστώτος ως κατάσκοποι και ως αντάρτες. Η εθνική τους ταυτότητα θεωρήθηκε πολιτική ιδεολογία. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, τους ανάγκαζαν να ομολογήσουν για παραβάσεις που δεν είχαν διαπράξει. 
Η ύπαρξη εθνικών σχολείων θεωρήθηκε επιζήμια για το Σοβιετικό σοσιαλιστικό σύστημα και έτσι αποφασίστηκε από το 1930 να κλείσουν 250 ελληνικά σχολεία στον Καύκασο, στο Κρασνοντάρ, στην Κριμαία, στην Αζοφική (Μαριούπολη, Ντονιέσκ) κ.ά. Απαγορεύτηκαν επίσης οι θρησκευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, ως έκφραση εθνικής ταυτότητας. Το 1932 καθιερώθηκε η χρήση «εσωτερικού διαβατηρίου» για να επιτραπεί στους Έλληνες η μετακίνηση. Μέχρι τον Ιούλιο του 1930 υπήρχε μια σχετική ανεκτικότητα, αλλά οι συνθήκες δυσκόλεψαν μετά. 
Μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953 οι διώξεις σταμάτησαν και όσοι ομογενείς επέζησαν μπορούσαν πλέον να επιστρέψουν στις εστίες τους. Παρόλ’ αυτά κάποιοι παρέμειναν στο Καζακστάν, ενώ άλλοι ήρθαν στην Ελλάδα στη δεκαετία του ’50. Έτσι σταδιακά ο παρευξείνιος ελληνισμός άρχισε να ανακάμπτει και να ξαναβρίσκει τη δημιουργική του πνοή. Μέχρι τις μέρες μας που πάλι δυστυχώς δεινοπαθεί τραγικά5. 
Σημειώσεις:
1) Ο Αλεξάντερ Κερένσκι ήταν υπουργός δικαιοσύνης και ακολούθως μεταβατικός πρωθυπουργός που εξελέγη από τη Δούμα. Μετά την δολοφονία του Τσάρου Νικολάου Β’, ανέλαβε πρωθυπουργός για μικρό χρονικό διάστημα. Στο βιβλίο του «Η Ρωσική επανάσταση όπως την έζησα» (Ελλ. Έκδοση, Παπύρου, Αθήνα, έτος 1972, μετάφραση Άγγελου Νίκα), περιγράφει τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν την περίοδο εκείνη. Ανατράπηκε από τους μπολσεβίκους του Λένιν και κατέφυγε αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Πέθανε στη Ν. Υόρκη σε ηλικία 89 ετών το 1970. 
2) Ο Ιωσήφ Στάλιν (1878-1953) ήταν τότε υπουργός της Κομμουνιστικής κυβέρνησης. Αργότερα έγινε Γ.Γ. του Κ.Κ.Σ.Ε. το 1922. Διαδέχτηκε τον Λένιν μετά το θάνατό του το 1924, ως αρχηγός της ηγεσίας του κόμματος. Εφάρμοσε την Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) του προκατόχου του. Έμεινε στην ιστορία ως νικητής στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εναντίων των Ναζί του Χίτλερ. Παρόλα αυτά υπήρξε φοβερός δικτάτορας και εξόντωσε πολλούς αντιπάλους καθώς και πρώην συνεργάτες του. Οι διώξεις που έκανε χαρακτηρίζονται και ως «Μεγάλος τρόμος». 
3) Συνεργάτες του Ν. Καζαντζάκη ήταν οι: Η. Πολεμαρχάκης, Γ. Κωνστανταράκης, Γ. Αγγελάκης, Ι. Ζερβός, Δ. Ελευθεριάδης, Γ. Ζορμπάς και Γ. Σταυριδάκης. Ο Ν. Καζαντζάκης περιγράφει τις εμπειρίες από την συμμετοχή του στην αποστολή αυτή στο έργο του Αναφορά στον Γκρέκο: «Το βαπόρι ήταν γεμάτο ψυχές που ξεριζώθηκαν από τα χώματά τους και πήγαινα να τις φυτέψω στην Ελλάδα…… ζερβά μας τ’ ακρόγιαλο και τα βουνά του Πόντου. Μια φορά κι έναν καιρό δικά μας. Δεξιά αστραφτερό, απέραντο το πέλαγο. Ο Καύκασος είχε σβήσει μέσα στο φως…….. Δύσκολο πολύ η ψυχή να ξεκολλήσει από την πατρίδα. ». 
4) Το 1926 είχε υπογραφεί μια εμπορική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΕΣΣΔ η οποία εξομάλυνε λίγο τα πράγματα. Όμως, το Ιδιώνυμο (1928-’29) θεωρείται ομολογουμένως ως ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά λάθη των κυβερνήσεων του Ελ. Βενιζέλου, διότι επέτρεπε τις διώξεις πολιτών με αριστερή ιδεολογία και άρα ευνοούσε τον διχασμό. Κάτι που συνεχίστηκε εντονότερα επί δικτατορίας Μεταξά. Μαρτυρείται ότι αρκετοί ομογενείς ποντιακής καταγωγής κατέληξαν εξόριστοι στη Μακρόνησο. 
5) Κλείνοντας αυτή τη σειρά των 4ων άρθρων με θέμα «το Ουκρανικό ζήτημα και η συμμετοχή της Ελλάδας» διαπιστώνουμε τη διαχρονική ακμή και παρουσία του Ελληνισμού στις χώρες του Ευξείνου Πόντου, άλλοτε με ένδοξα επιτεύγματα και άλλοτε με δυσκολίες και ταραχές, λόγω των γεωπολιτικών συνθηκών. Ας ευχηθούμε, με τη δύναμη του θεού, να λήξει ο πόλεμος και να επικρατήσει ξανά η ειρήνη για το καλό της ανθρωπότητας. 
Πηγή εικόνας: https://edromos.gr/o-nikos-kazantzakis-kai-oi-pontioi-tou-kafkasou/?amp (άρθρο Γιούλης Γεραπετριτάκη). 
Γενική Βιβλιογραφία:
1) Περιοδικό Ιστορία Εικονογραφημένη: 
Α) Γάτου Νικολάου, Η Συγκρότηση του σύγχρονου Ουκρανικού κράτους, Σεπτέμβριος 2019. 
Β) Παπαφλωράτου Ι – Αρεταίου Λυκούρφου, Αφιέρωμα: ο Κριμαϊκός πόλεμος και η Ιστορία της Ουκρανίας, Αύγουστος 2014. 
Γ) Πούχνερ Βάλτερ, Οι ελληνικές κοινότητες της Κριμαίας, της Αζοφικής και του Καυκάσου και το θέατρό τους στις αρχές του 20ου αι., Μάιος 2012. 
2) Η Οδησσός των Ελλήνων, Ε- Ιστορικά. 23 Νοεμβρίου 2000. 
3) Χαράτση Σ.Ι., Η εκστρατεία στην Ουκρανία, Ελλάδα 20ος αι. Β΄ τόμος. Τα γεγονότα. Έκδοση της Απογευματινής. 
4) Κουρκούτας Γ., Οκτώβριος 1917, 100 χρόνια μετά, Εκδόσεις Πελασγός, 2017. 
Διαδίκτυο:
Μηχανή του χρόνου.
Πρώτο Θέμα: άρθρο του Μιχ. Στούκα. 
Καθημερινή: άρθρο του Βλ. Αγτζίδη. 
PontosNews. 
Cognoscoteam. 

Σάββατο 7 Μαΐου 2022

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ "Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ"

«Το Ουκρανικό ζήτημα και η συμμετοχή της Ελλάδας».
3η συνέχεια: «Η εκστρατεία στην Ουκρανία το 1919 και η ελληνική συμμετοχή».
Της Στέλλας Μαρινάκη
Στο ξεκίνημά του ο 20ος αιώνας επεφύλασσε στις Παρευξείνιες χώρες δυσάρεστα γεγονότα και μεγάλη αναταραχή, ως αντίκτυπο των παγκόσμιων εξελίξεων:
Α) Αφ’ ενός της έναρξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ύστερα από τη δολοφονία του αρχιδούκα Φερδινάνδου στο Σεράγεβο της Βοσνίας στις 28 Ιουλίου 1914. Ένα μήνα μετά ξεκίνησαν οι πολεμικές επιχειρήσεις που συμπαρέσυραν σχεδόν όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες στη δίνη του «Μεγάλου Πολέμου». Οι συμμαχικές χώρες (Αντάντ) εναντίον των Κεντρικών Αυτοκρατοριών (Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας, Βουλγαρίας και Τουρκίας) ήταν: η Μ. Βρετανία με τις αποικίες της (Αυστραλία, Ν. Ζηλανδία κ.ά.), η Γαλλία, η Ρωσία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Σερβία, το Μαυροβούνιο, η Ρουμανία, η Ελλάδα και η μακρινή Ιαπωνία! Η Ρωσία παρέμεινε μόνο τρία χρόνια και πέντε μήνες στο πλευρό των συμμάχων της Αντάντ. 
Β) Αφ’ ετέρου, την περίοδο αυτή, ξέσπασαν οι εμφύλιες συγκρούσεις της επανάστασης των Μπολσεβίκων το 1917 (γνωστής και ως Οκτωβριανής Επανάστασης). Οι αναταραχές αυτές ανάγκασαν τη Ρωσία να συνθηκολογήσει εσπευσμένα με τους Γερμανούς! Υπογράφοντας στις 3 Μαρτίου 1918 την ταπεινωτική γι’ αυτήν συνθήκη στο Μπρεστ-Λιτοφσκ, μια μικρή πόλη στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας. Ακολούθησαν τραγικά γεγονότα, όπως η δολοφονία του Τσάρου Νικολάου Β’ και της οικογένειάς του, τον Ιούλιο του 1918, από το τοπικό Σοβιέτ στο Εκατερίνμπουργκ. Όπως ήταν φυσικό, τα γεγονότα αυτά άλλαξαν τις ισορροπίες του πολέμου, δημιουργώντας επικίνδυνες πολιτικές διαμάχες και αποσχιστικά – αυτονομιστικά κινήματα. Οι ανατροπές στην πρώην Τσαρική αυτοκρατορία έφεραν ριζικές – βίαιες αλλαγές στον γεωγραφικό χάρτη της Ανατολικής Ευρώπης. 
Εξετάζοντας με προσοχή τις ιστορικές εξελίξεις, παρατηρούμε πως ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε μακροχρόνιες συνέπειες. Άρα λοιπόν, δεν έμελλε να είναι απλά ένας πόλεμος «ο οποίος θα έφερνε το τέλος των άλλων πολέμων», όπως ισχυρίζονταν τότε οι ηγέτες των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά είχε αντίθετο αποτέλεσμα, αφού προκάλεσε γενικευμένες τοπικές συγκρούσεις και εμφύλιες διαμάχες έως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 
Οι συμμαχικές δυνάμεις της Δύσης είχαν ανησυχήσει έντονα με τις εξελίξεις της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917. Προσπαθούσαν να περιφρουρήσουν τον τεράστιο όγκο πολεμικού υλικού και εφοδίων που είχαν στείλει στη Ρωσία (όταν αυτή πολεμούσε ακόμα στο πλευρό τους), φοβούμενες μήπως αυτά περιέλθουν στα χέρια των επαναστατών, που αγωνίζονταν να εγκαθιδρύσουν τη «δικτατορία του προλεταριάτου»! 
Η Γαλλία ήταν αυτή που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκστρατεία της Ουκρανίας (γνωστής τότε και ως «μεσημβρινής Ρωσίας») και στη συμμετοχή της Ελλάδος εναντίον των Μπολσεβίκων, με πρωτεργάτη τον Γάλλο πρωθυπουργό Ζώρζ Κλεμανσώ. Χορήγησε μάλιστα και πολεμικό δάνειο προς τη χώρα μας για μπορέσει να καλύψει το οικονομικό κόστος της επιστράτευσης!
Η κυβέρνηση της Ελλάδος ήταν αδύνατον να διαχωρίσει τη θέση της από την πολεμική τακτική των συμμαχικών μ’ αυτήν χωρών, δηλαδή των Άγγλων και των Γάλλων. Δεν άργησε επομένως να αποφασίσει την εμπλοκή της, στέλνοντας πεζικό και ναυτικό στις Παρευξείνιες χώρες. Η απόφαση ελήφθη στα τέλη του 1918 από τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος ήταν και υπουργός των Στρατιωτικών. 
Η διοικητική ιεραρχία είχε διαμορφωθεί ως εξής: Μετά την απομάκρυνση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ είχε αναλάβει το βασιλικό αξίωμα ο νεαρός Αλέξανδρος (από τις 12 Ιουνίου 1917). Υπουργός Ναυτικών ήταν ο Παύλος Κουντουριώτης και μετά ο Αθανάσιος Μιαούλης, ενώ αρχιστράτηγος ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος με επιτελάρχη τον Θεόδωρο Πάγκαλο. Ως επιτελείς του υπηρετούσαν δύο αξιωματικοί που θα απασχολούσαν σοβαρά τα πολιτικά πράγματα της χώρας αρκετά χρόνια αργότερα από διαφορετική ιδεολογία: ο Στέφανος Σαράφης και ο Γεώργιος Τσολάκογλου! 
Αλλά και ανάμεσα στους αξιωματικούς υπήρχαν επίσης ονόματα που έμελλε να σημαδέψουν τις πολιτικές εξελίξεις αργότερα, όπως: των αντισυνταγματαρχών Νεόκοσμου Γρηγοριάδη (2ου Συντάγματος), Γεώργιου Κονδύλη (3ου Συντάγματος) και Νικόλαου Πλαστήρα (Διοικητού 5/42 Συντάγματος Ευζώνων). Επίσης, συμμετείχε το Α’ Σώμα Στρατού με τις μονάδες επεμβάσεως, υπό τις διαταγές του υποστράτηγου Κωνσταντίνου Νίδερ, με τον επιτελάρχη του συνταγματάρχη, Αλέξανδρο Οθωναίο. 
Σκοπός της Ελληνικής συμμετοχής ήταν η προστασία των Ελληνικών κοινοτήτων της Ουκρανίας, οι οποίες αριθμούσαν χιλιάδες Έλληνες. Η Οδησσός, η Μαριούπολη, η Χερσώνα, το Νικολάιεφ, διέθεταν τις πολυπληθέστερες Ελληνικές παροικίες1. Γύρω στο 1920 υπολογίζεται ότι αριθμούσαν 500-550.000 ψυχές! Το ελληνικό στοιχείο είχε αυξήσει την παρουσία του σημαντικά εκεί, κυρίως μετά τους Τουρκικούς διωγμούς του 1870. Υπολογίζεται ότι μεταξύ 1890-1900 είχαν φράσει στην περιοχή της Ουκρανίας πάνω από 165.000 Έλληνες! 
Περιοχές δράσης των Ελληνικών δυνάμεων ήταν οι Νότιες ακτές της Ουκρανίας. Η Οδησσός, η Χερσώνα, η Κριμαία και το Νικολάιεφ. Αποβιβάστηκαν εκεί στις 20 Ιανουαρίου 1919 και αποχώρησαν στις 28 Απριλίου 1919, ύστερα από την υπογραφή της εκεχειρίας την προηγούμενη μέρα. Σ’ αυτές τις 99 ημέρες έλαβαν μέρος σε σκληρές μάχες στις οποίες πολέμησαν γενναία, παρόλο που εγκαταλείφθηκαν από τους Γάλλους (οι οποίοι στασίασαν στη Σεβαστούπολη)2. 
Στην εκστρατεία αυτή των συμμάχων στην Ουκρανία η Ελλάδα δεν συμμετείχε μόνο με χερσαίες δυνάμεις. Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό έλαβε μέρος με 13 από τα 19 πλοία που διέθετε, ενώ τα υπόλοιπα 6 περιπολούσαν στην Προποντίδα, στο Αιγαίο και στο Ιόνιο Πέλαγος. Τα πλοία αυτά ήταν: 2 θωρηκτά («Κιλκίς» και «Λήμνος»), 1 θωρακισμένο θωρηκτό εύδρομο (το «Αβέρωφ»), 7 Αντιτορπιλικά (τα «Πάνθηρ», «Βέλος», «Λόγχη», «Κεραυνός», «Αετός», «Ιέραξ» και «Λέων»), τα οπλιταγωγά «Κανάρης» και «Σφενδόνη» και το νοσοκομειακό «Αμφιτρίτη». 
Το πρώτο ελληνικό πλοίο που εισήλθε στον Εύξεινο Πόντο ήταν το Αντιτορπιλικό «Πάνθηρ», που στις 26 Νοεμβρίου 1918 έδεσε στο λιμάνι της Σεβαστούπολης στην Κριμαία. Ακολούθησαν το «Αβέρωφ» και σταδιακά τα υπόλοιπα. Άλλοτε περιπολούσαν στα ανοικτά ή στην Αζοφική θάλασσα και άλλοτε έδεναν στην Οδησσό. Τα υπηρεσιακά καθήκοντα των ελληνικών πολεμικών πλοίων περιορίζονταν σε περιπολίες στη Μαύρη Θάλασσα, στην μεταφορά εφοδίων, στην εκκένωση περιοχών από κατοίκους που κινδύνευαν, αλλά και στην προστασία των αμάχων και βέβαια των Ελλήνων της Ουκρανίας. 
Χαρακτηριστική ήταν η προειδοποίηση που έστειλε ο πλοίαρχος του Αντιτορπιλικού «Βέλος», Νικόλαος Τούμπας, προς τους αντάρτες των Σοβιέτ στην περιοχή της Ευπατορίας της Κριμαίας, ότι: «αν άγγιζαν του Έλληνες θα κατέστρεφε την πόλη ολοσχερώς με τα πυροβόλα του πλοίου του». 
Μαζί με τα ελληνικά πλοία που προαναφέρθηκαν, στην εκστρατεία αυτή συμμετείχαν και 4 Γαλλικά θωρηκτά, 1 Ιταλικό και 1 Αγγλικό καταδρομικό, που το συνόδευαν 3 αντιτορπιλικά. Τα πλοία αυτά από κοινού υποστήριζαν την άμυνα στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας έως τις 17 Απριλίου 1919. Τα αντιτορπιλικά «Πάνθηρ» και «Ιέραξ» παρέμειναν στην περιοχή μέχρι τον Μάρτιο του 1920, κυρίως για την υποστήριξη των Ελλήνων της Οδησσού και της Σεβαστούπολης. Ήταν τα τελευταία όλης της αποστολής που αποχώρησαν από το Νοβοροσίσκ στα τέλη του Μαρτίου της ίδιας χρονιάς. Είχαν ενταχθεί στον συμμαχικό στόλο και υποχρεούντο να τηρούν τους συμμαχικούς κανόνες. Δηλαδή, ενώ έφεραν το σήμα του Έλληνα κυβερνήτη τους, είχαν υψώσει τη Γαλλική σημαία (τα αντιτορπιλικά). Ενώ από τα θωρηκτά είχε απαιτηθεί η αφαίρεση του οπλισμού τους. 
Να σημειωθεί εδώ ότι: Οι Ελληνικές δυνάμεις που πήραν μέρος στην Ουκρανική εκστρατεία ήταν συνολικά: 
18 τάγματα πεζικού, 2 μοίρες ορεινού πυροβολικού, 
1 τάγμα βοηθητικών μονάδων στα μετόπισθεν, 
13 πολεμικά πλοία με τα πληρώματά τους. 
Μόνο 2 υδροπλάνα που έφερε το Αντιτορπιλικό «Πάνθηρ», τα οποία έμειναν στον ναυτικό σταθμό στον όρμο Μπακάλ της Κριμαίας. 
Η 534η αεροπορική μοίρα αεροπόρων χωρίς τα αεροπλάνα τους! 
Στο σύνολό τους οι Ελληνικές δυνάμεις ανέρχονταν σε 23.351 άνδρες!
Η αποχώρηση των Ελλήνων στρατιωτών ήταν περιπετειώδης. Το 34ο Σύνταγμα πεζικού και οι μονάδες της 2ης Μεραρχίας πέρασαν πεζοί τον Δνείστερο ποταμό από διαβάσεις και συγκεντρώθηκαν με άλλους Έλληνες στρατιώτες στο Γκαλάτς της Ρουμανίας. Ενώ τα τρία τάγματα της Κριμαίας αποβιβάστηκαν στην Κωνστάντζα. Άφησαν πίσω τους βαριές απώλειες που ανέρχονταν σε 18 αξιωματικούς και 380 οπλίτες νεκρούς και 657 τραυματίες. 
Εκείνες τις ημέρες ο Άγγλος ναύαρχος Calthorpe απέστειλε στον Βενιζέλο συγχαρητήριο τηλεγράφημα με την επαινετική φράση:
«Οι Έλληνες στρατιώται και ναύται ημπορούν
σήμερον να είναι υπερήφανοι διότι είναι Έλληνες!».
Επίλογος - Αποτίμηση:
Οι ιστορικοί του μέλλοντος είναι αρμόδιοι να κρίνουν αν ο Ελ. Βενιζέλος έπραξε σωστά που δεν αρνήθηκε να θέσει τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις υπό τη διοίκηση των συμμάχων κρατών της Αντάντ. Ήλπιζε ότι οι Ευρωπαίοι θα τηρούσαν τις υποσχέσεις που του είχαν δώσει πριν από τη «Συνθήκη των Σεβρών» (της 10ης – 8ου -1920), για υποστήριξη των Ελληνικών διεκδικήσεων στην Μικρά Ασία. 
Η ιστορία πάντως κατέγραψε τον πόλεμο αυτόν ως μια μάταιη, πολύνεκρη στρατιωτική επιχείρηση, που οι αρχικοί της στόχοι δεν επετεύχθησαν. Δηλαδή, οι προσπάθειες των Συμμάχων να προστατεύσουν και να ελέγξουν τις πετρελαιοπηγές, τις τραπεζικές επενδύσεις τους και τις επιχειρήσεις τους στη Ρωσία, ώστε να μην περιέλθουν στα χέρια των Μπολσεβίκων αν αυτοί επικρατούσαν. Οι στόχοι αυτοί των Δυτικών δεν επετεύχθησαν τελικά, απεναντίας γιγαντώθηκε το χάσμα, ακόμα και το μίσος θα λέγαμε, ανάμεσα στους λαούς της περιοχής, λόγω των έντονων πολιτικών - πολιτισμικών αντιθέσεων και καταβολών, προπάντων μεταξύ Ρώσων-Ουκρανών, αλλά και μεταξύ των Ρώσων με άλλες εθνότητες. Άλλωστε, αυτές οι αντιπαραθέσεις είχαν διαρκέσει 4 και πλέον αιώνες όπως έχουμε δει3. 
Στο παρόν άρθρο επικεντρωθήκαμε στα γεγονότα που συνέβησαν πριν από 100 χρόνια. Όμως, οι περιοχές της Υπερδνειστερίας (πέραν του ποταμού Δνείστερου), έζησαν διαρκείς εξεγέρσεις και συγκρούσεις έως και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά τον οποίο μεγάλη μερίδα Ουκρανών συντάχθηκαν με τη Δύση και έφτασαν στο σημείο να πολεμήσουν στο πλευρό των Χιτλερικών, ώστε να απαλλαχτούν, όπως πίστευαν, από τους σοβιετικούς δυνάστες τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι είχαν συμβεί και θανατηφόροι λιμοί επί Στάλιν στην Ουκρανία (1932).
Στις μέρες μας, βλέπουμε λοιπόν να διαδραματίζονται γεγονότα που θα αναλυθούν από τους ιστορικούς του μέλλοντος, τα οποία εμφανίζουν έντονες αναλογίες με το παρελθόν που εξετάζουμε. Ρώσοι και Ουκρανοί συγκρούονται στα πεδία των μαχών, ενός πολέμου με άγνωστο ως τώρα τέλος. Εκατό χρόνια μετά λοιπόν, θα αποδειχτεί ξανά, πόσο αμείλικτη είναι η Ιστορία στην αποτίμηση των γεγονότων και των προσώπων που τη διαμορφώνουν. 
Συμπερασματικά, αποδεικνύεται για ακόμα μια φορά πως οι πόλεμοι, και μάλιστα στη σύγχρονη εποχή μας, με τη μεγάλη τεχνολογική, επιστημονική, οικονομική και κοινωνική πρόοδο που την χαρακτηρίζει, αντί να έχουν εκλείψει, εξακολουθούν δυστυχώς να παραμένουν ένα παρακινδυνευμένο πολιτικό εργαλείο, το οποίο προκαλεί μόνο απρόβλεπτα και οδυνηρά αποτελέσματα για τους λαούς που θα τους υποστούν!
Σημειώσεις:
1) Όπως είδαμε και στο προηγούμενο άρθρο (2η συνέχεια) οι Έλληνες της Οδησσού ανέπτυξαν σπουδαία πολιτιστικά επιτεύγματα ήδη από τα τέλη του 18ου αι. Κατά το 1795 η πόλη αριθμούσε 15.000 Έλληνες. «Φιλόκαλους Οδησσινούς, Γραικούς, οι οποίοι μελετούν την σύστασιν τυπογραφίας εν τη πόλει και τον διορισμόν ιατρού δια να κοιτάζει αμισθί τους πάσχοντας πτωχούς…». Βλ. «Λόγιος Ερμής» της Βιέννης, τεύχη 1816-1821. Από δημοσίευμα αρ. 16 για την Οδησσό και τους Έλληνες κατοίκους της. 
Αυτοί οι Έλληνες της διασποράς προόδευσαν και με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, δημιουργώντας έτσι μια τεράστια αγαθοεργή και πολιτιστική προσφορά σε βαθμό που επικράτησε να λέγεται γι’ αυτούς ότι είναι για την περιοχή της Ν. Ρωσίας: Greki oravaya ruka Boga! Δηλαδή: «το δεξί χέρι του Θεού».
Οι «Γραικοί» της Οδησσού υπήρξαν σπουδαίοι ευεργέτες της πόλης, πάτρωνες των τεχνών και της παιδείας. Μόνο για το Ελληνικό Εμπορικό Γυμνάσιο δαπανούσαν ετησίως 54.000 ρούβλια. Κι ακόμη ήταν χρηματοδότες της Ελληνικής Επανάστασης, της Φιλικής Εταιρείας, συμβάλλοντας καθοριστικά στην απελευθέρωση και στην ανασυγκρότηση του Ελληνικού κράτους (Βλ. βιογραφίες: Μαρασλή, Βαρβάκη, Ράλληδων, Ροδοκανάκη κτλ.). 
2) Περισσότερες πληροφορίες για τον «Ρωσο-Ουκρανικό πόλεμο» του 1917-1922 μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο πολύ εμπεριστατωμένο έργο που εξέδωσε το 1955 η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, το οποίο, σύμφωνα με τους ειδικούς μελετητές, παραμένει μέχρι σήμερα η πλέον λεπτομερής και τεκμηριωμένη πηγή πληροφοριών για τα πολεμικά γεγονότα της περιόδου εκείνης. 
3) Ήδη από τον 10 αι. μ.Χ. που η μεσαιωνική φυλή των Βαράγγων - Ρώσων κατέβηκαν από τη Βαλτική και ίδρυσαν το κράτος του Κιέβου δεν έλειψαν οι συγκρούσεις στην ευρύτερη επικράτεια της Ουκρανίας. Από τότε και στο εξής οι Ρώσοι διεκδικούσαν την κάθοδό τους ως τις ακτές του Ευξείνου Πόντου και της Αζοφικής (της Μαιώτιδας λίμνης των αρχαίων) με τους σπουδαίους λιμένες. 
 
Στο Επόμενο: 
4η συνέχεια (τελευταία): Η Σοβιετική Ένωση και οι τύχες του Ελληνισμού. Γενική Βιβλιογραφία. 

Πέμπτη 14 Απριλίου 2022

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ. ΤΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ.

Β’ ΣΥΝΕΧΕΙΑ    ΕΔΩ ΤΟ Α' ΜΕΡΟΣ
«Οι Έλληνες στις Παρευξείνιες χώρες με επίκεντρο την Οδησσό».
Γράφει η Στέλλα Μαρινάκη. 
Η Ελληνική διασπορά στη Ρωσία, στην Ουκρανία, στη Μολδαβία, στη Γεωργία και στις άλλες Παρευξείνιες περιοχές χρονολογείται τουλάχιστον 2700 χρόνια πριν. Όταν έφτασαν οι πρώτοι άποικοι στην αρχαία Ταυρίδα (τη σημερινή Κριμαία) και στα παράλια της Αζοφικής θάλασσας. Αν θυμηθούμε τη μυθολογία, η Ταυρίδα πήρε αυτό το όνομα λόγω του Ηρακλή, ο οποίος λέγεται ότι όργωσε τα εδάφη της με άροτρο που το έσερνε ένας γιγαντιαίος ταύρος! Κι ακόμη, ας αναλογιστούμε τον μύθο των Αργοναυτών που πέρασαν τις Συμπληγάδες για να φτάσουν στο βασίλειο της Κολχίδας, που τοποθετείται στα δυτικά της σημερινής Γεωργίας, κοντά στην πόλη Βάνι. Οι εγκαταστάσεις των αρχαίων Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο ανάγονται στα βάθη των αιώνων (όπως ο ναός της Αρτέμιδος στην Ταυρίδα και αρκετές αρχαίες πόλεις, όπως το Παντικάπαιον, η Χερσόνησος, η Ολβία, η Ταναΐς, η Φαναγόρεια, η Τύρας, η Νικόπολη, κ.ά.). 
Μία σειρά γεγονότων και ντοκουμέντων για τους ομογενείς μας εκεί στα νεότερα χρόνια, μαρτυρούν το μέγεθος της συνεισφοράς τους στην ανάπτυξη, στο εμπόριο και στον πολιτισμό των περιοχών αυτών, κυρίως από τον 17ο αι. και εξής (δεν αναφέρουμε εδώ τη βυζαντινή περίοδο). Το ζήτημα της παρουσίας των Ελλήνων είναι καθοριστικό επομένως για την πολιτιστική αλληλεπίδραση. Πρόκειται φυσικά για ένα τεράστιο θέμα που δεν είναι δυνατή η αναλυτική περιγραφή του σε ένα σύντομο άρθρο, όπως είναι το παρόν. Συνοπτικά λοιπόν επικεντρωνόμαστε στα εξής βασικά σημεία: 
Η Ουκρανική επικράτεια ανήκε τότε στην Τσαρική Ρωσία. Με διάταγμα της αυτοκράτειρας Μεγάλης Αικατερίνης του 1778 καθορίστηκαν οι όροι της μετοίκησης Ελλήνων κατοίκων από τη χερσόνησο της Κριμαίας με στόχο την ίδρυση της Μαριούπολης, καθώς και των 23 ελληνικών χωριών στα περίχωρα της πόλης. 
Μία σύντομη ματιά στον χάρτη με τα ελληνικά ονόματα των πόλεων και των χωριών είναι αδιάψευστος μάρτυρας της παρουσίας των Ελλήνων στην ευρύτερη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (Σεβαστούπολη, Γρηγοριούπολη, Συμφερούπολη, Θεοδοσία, Σταυρούπολη, Κέρτσιον, Μαριούπολη, Οδησσός κ.ά.). 
 
Η πρώτη σελίδα του διατάγματος που εξέδωσε η Μεγάλη Αικατερίνη το 1778, το οποίο προέβλεπε τη μετοίκηση των Ελλήνων από την Κριμαία στην Μαριούπολη, καθώς και την ίδρυση 23 ελληνικών χωριών στα περίχωρά της.
Πηγή: Πούχνερ Β., «Οι Ελληνικές κοινότητες της Κριμαίας, της Αζοφικής και του Καυκάσου και το θέατρο τους στις αρχές του 20ου αι.», Ιστορία Εικονογραφημένη, 2012.

Καθρέπτης αυτής της ακμάζουσας ελληνικής παρουσίας είναι βέβαια η Οδησσός. Οι φιλέλληνες ηγεμόνες, όπως ο Τσάρος Μέγας Πέτρος και μετέπειτα η Αικατερίνη Β’, έβαλαν τις βάσεις ώστε μεγάλα μεταναστευτικά κύματα, από την τουρκοκρατούμενη τότε Ελλάδα και τον μικρασιατικό Πόντο να βρουν εκεί μια νέα πατρίδα, που η εμπορική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της υπήρξε ραγδαία. Από τα τέλη του 18ου αι. η Οδησσός θεωρείται πόλη πρότυπο. Στην ελληνική συνοικία δέσποζε η εκκλησία της Αγίας Τριάδος. Σταχυολογώντας ιστορικά γεγονότα, πληροφορίες ειδικών μελετητών και δημοσιεύματα που την αφορούν, διαπιστώνεται πως αυτή η πόλη από πολύ ενωρίς διέθετε άρτιο εκπαιδευτικό σύστημα, ικανό αριθμό εφημερίδων, θέατρα, όπερα και ποικίλες πολιτιστικές δραστηριότητες. Αναπτύχθηκε βεβαίως και μεγάλο εύρος εμπορικών συναλλαγών, που απέφερε πλούτο και κοινωνική αίγλη στους κατοίκων της έναντι άλλων πόλεων. 
Η «Πριγκίπισσα Οντέσσα» ή «Οδησσός των Ελλήνων» ήταν η πρωτεύουσα πόλη του Ευξείνου Πόντου και σημαντικό λιμάνι. Έγινε γνωστή και ως «Νύμφη της Μαύρης Θάλασσας». Στη φυσιογνωμία της πόλης διαδραμάτιζαν ανέκαθεν καταλυτικό ρόλο οι Έλληνες κάτοικοί της, οι οποίοι διέπρεψαν σε πολλούς τομείς. Η Οδησσός είναι άλλωστε στενά συνδεδεμένη με την Ελληνική Επανάσταση, λόγω της ίδρυσης της Φιλικής Εταιρείας τον Σεπτέμβριο του 1814, από τρεις άσημους εμπόρους, τον Εμμανουήλ Ξάνθο, τον Νικόλαο Σκουφά και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ. Η μυστική αυτή Εταιρεία έθεσε ως πρωταρχικό της στόχο την οργάνωση του απελευθερωτικού αγώνα του γένους από τον οθωμανικό ζυγό. 
Στη μεγάλη πνευματική άνθιση της Οδησσού συνέβαλλαν διαχρονικά διάφοροι λόγιοι, όπως ενδεικτικά οι: Κων. Οικονόμος, Αλ. Ραγκαβής, αδελφοί Λεβίδη, Γρ. Καμπούρογλου, Κ. Βαρδαλάχος, Γ. Γεννάδιος, Δημ. Βικέλας, Γ. Ψυχάρης, Δημ. Αναπλιώτης, Κυρ. Κωνσταντής κ.ά. 

Η οικία του Γρηγόριου Ι. Μαρασλή, στην οποία έδωσαν τον όρκο οι τρεις Φιλικοί το 1814. Η οικία αναστηλώθηκε το 1994 και στεγάζει το Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας, επί της οδού Κράσνι Περεούλοκ αρ. 18. Υπάρχει μάλιστα μέχρι σήμερα η φημισμένη «Οδός Ελλήνων». 


Σημαντικός ήταν επίσης ο πλούτος των επιχειρηματιών της Οδησσού, όπως των: Θ. Ροδοκανάκη, Αλ. Ζαρίφη, Αρ. Παππούδωφ, αδελφών Ράλλη, Αλ. Μαύρου, Νικ. και Κων. Μαυροκορδάτου, κ.ά. Να σημειωθεί εδώ ότι η εταιρεία των 5 αδελφών Ράλλη (ναυτιλιακή – μεταφορική), με καταγωγή από τη Χίο, εθεωρείτο από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης. Δραστήριοι εφοπλιστές υπήρξαν επίσης οι Σκυλίτσης, Αργέντης, Ιγγλέσης κ.ά. Από το 1820 μέχρι το 1860 οι Έλληνες συγκροτούσαν την πιο ακμαία εμπορική – ναυτιλιακή κοινότητα της Οδησσού. 
Οι Γρηγόριος Ι Μαρασλής (πατέρας, 1780-1851) και Γρηγόριος Γρ. Μαρασλής (υιός, 1831-1907) υπήρξαν μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες. Ο δεύτερος διετέλεσε μάλιστα και Δήμαρχος Οδησσού (1878-1894). Με δική του πρωτοβουλία υλοποιήθηκαν σπουδαία κοινωφελή έργα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής που κόσμησαν την πόλη, όπως:
α) Το «Μικροβιολογείον» που κτίστηκε το 1894 με δωρεά του, ενώ η λειτουργία του επιβάρυνε κατά το ήμισυ τον ίδιο και κατά το άλλο ήμισυ τον Δήμο Οδησσού. 
β) Η «Βιβλιοθήκη» της Οδησσού που εγκαινιάστηκε το 1880. Διέθετε 20.000 τόμους και στοίχησε στον δωρητή της 30.000 ρούβλια. 
γ) Άλλα αξιόλογα ιδρύματα ήταν το «Μουσείον» Καλών Τεχνών, το «Δημοτικόν τεχνουργείον», το «Δημοτικόν αναγνωστήριον», τα «Δημοτικά εκπαιδευτήρια». 
δ) Στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας δημιουργήθηκαν το «Πτωχοκομείον», το «Γηροκομείον» και το «Εστιατόριον ορφανών παιδιών». Κι ακόμη το «Δημοτικόν πάρκον Οδησσού», που στα εγκαίνιά του παραβρέθηκε για να τιμήσει τον Μαρασλή ο ίδιος ο Τσάρος Αλέξανδρος Β’! 
Καίριας σημασίας είναι και οι δωρεές που πραγματοποίησε ο Γρηγόριος Μαρασλής εντός Ελλάδος, όπως στην πρωτεύουσα Αθήνα. Ενδεικτικά ας αναφέρουμε εδώ: την «Βιβλιοθήκη Μαρασλή», το «Μαράσλειο Διδασκαλείον», την «Βιομηχανική και Εμπορική Ακαδημία» κ.ά. 
Αξίζει πραγματικά η δημοσίευση ενός εκτενέστερου άρθρου για τον ρόλο των Ελλήνων ευεργετών, που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια της προσφοράς τους εντός και εκτός των συνόρων. Ευελπιστούμε εν ευθέτω χρόνω. Όπως ευελπιστούμε να μείνει όσο το δυνατόν αλώβητη η ιστορική και μνημειακή Οδησσός σ’ αυτή τη λαίλαπα του πολέμου. 
Ενδεικτικά, στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου αξίζει να αναφέρουμε πως: 
Από το 1817 λειτούργησε στην Οδησσό για 100 χρόνια (έως το 1917) η «Ελληνοεμπορική Σχολή». Σημαντικό υπήρξε παράλληλα και το Λύκειο Ρισελιέ. Η δεύτερη ελληνική σχολή, το «Ροδοκανάκειον Παρθεναγωνείον», ιδρύθηκε πολύ αργότερα, το 1872. Ενώ το 1871 είχε ήδη ιδρυθεί η πανίσχυρη οικονομικά «Ελληνική Αγαθοεργός Κοινότης Οδησσού», η οποία ανέπτυξε σπουδαιότατη φιλανθρωπική, κοινωνική και εκπαιδευτική δράση, αφού φρόντιζε για την διατήρηση της ελληνικότητας της γλώσσας, της μόρφωσης, της παιδείας και της πατριδογνωσίας. Σε συνδυασμό με την βοήθεια σε φτωχούς, ηλικιωμένους, πάσχοντες Έλληνες, μέσω της λειτουργίας νοσοκομείου και γηροκομείου. Να αναφέρουμε επίσης για τις μουσικές και θεατρικές παραστάσεις με έργα αρχαίων και νεότερων Ελλήνων συγγραφέων, στο θέατρο «Αρμονία», στην «Ελληνική Λέσχη» καθώς και σε περιοδείες θιάσων σ’ όλη σχεδόν τη Ρωσία. 
Να επισημάνουμε επίσης την σπουδαία εκδοτική δραστηριότητα που αναπτύχθηκε, με την κυκλοφορία πέντε εφημερίδων. Πρόκειται για τις εφημερίδες «Κόσμος» το 1906, «Φως» το 1909, «Ελληνικός Αστήρ» το 1913, «Ήλιος» το 1916 και η «Αναγέννηση» το 1917. 
Παραθέτουμε εδώ ένα ενδεικτικό τεκμήριο της πνευματικής αυτής ακμής. Πρόκειται για δημοσίευμα από την εφημερίδα «Κόσμος», της 17ης και 20ης Δεκεμβρίου 106, αρ. φύλ. 11 και 20, Παράρτημα 1 και 2:
«Εν τη Λέσχη των Ευγενών (εννοεί των Ελλήνων), εν Κινσοβίω (εννοεί το Κισινάου της Μολδαβίας), εδόθη προ ημερών θεατρική παράστασις υπέρ ευεργετικού σκοπού εν ή παρέστη το άνθος της Ελληνικής παροικίας και της Ρωσικής κοινωνίας…». Και στο άλλο φύλλο συμπληρώνει: «…Το θέατρον ήτο κατάμεστον, διότι οι ευγενείς και φιλότιμοι Έλληνες μετ’ ανυπομονησίας μεγίστης περιμένοντες την ημέραν της παραστάσεως, αθρόοι προσέτρεξαν, το μεν ίνα απολαύσωσι, το δε διά να συνδράμωσι την προσφιλήν των Ελληνικήν Σχολήν… Έπαιξαν το τετράπρακτον δράμα «Η Στρίγγλα» και την κωμωδίαν «Ενοικιάζεται» των Ν. Λάσκαρη και Δημητρακόπουλου… Μαζεύτηκαν 415 ρούβλια.» Και στο τέλος η εφημερίδα επαινεί τους ερασιτέχνες ηθοποιούς, οι οποίοι: «..ανέλλαβον να παίξωσιν ενός τοιαύτου φιλανθρωπικού σκοπού… με άψογον υπόκρισην…». 
(Σημ.: Δεν αναφέρεται στο δημοσίευμα ποιος ήταν αυτός ο φιλανθρωπικός σκοπός, συνήθως όμως ήταν υπέρ των σχολείων ή άλλων κοινωφελών ιδρυμάτων. 
Από ανταποκρίσεις και επιστολές τις εποχής, οι μελετητές έχουν αντλήσει πλήθος πληροφοριών για την οικονομική και πνευματική άνθιση που συντελέστηκε στις Παρευξείνιες περιοχές από τους Έλληνες. Συνάμα και για την μεγάλη προσφορά των Ελλήνων ευεργετών της διασποράς προς το υπόδουλο γένος που τόσο τους είχε ανάγκη. 

Στο επόμενο:
3η συνέχεια: Η εκστρατεία στην Ουκρανία και η συμμετοχή της Ελλάδας.

Παρασκευή 1 Απριλίου 2022

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ. "ΤΟ ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ"

Α’ ΣΥΝΕΧΕΙΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ:
Γράφει η συνεργάτιδα μας
Στέλλα Μαρινάκη 
Ιστοριοδίφης. 
Η ιστορία επαναλαμβάνεται δυστυχώς, γίνεται διδακτική και χρήσιμη, όταν το ιστορικό γεγονός που ανακαλείται της δίνει την λησμονημένη, ενδεχομένως, σημασία του και τις τραγικές πολλές φορές συνέπειες του, όπως για άλλη μια φορά συμβαίνει αυτές τις μέρες με τα πολεμικά γεγονότα στην Ουκρανία, τα οποία προκαλούν τον αποτροπιασμό και την αγωνία της διεθνούς κοινότητας. 
Μέσα από αυτή τη σειρά άρθρων ευελπιστούμε να φωτίσουμε διάφορες πτυχές του ουκρανικού ζητήματος κατά το παρελθόν, καθώς και την διαχρονική παρουσία του ελληνικού πολιτισμού στα μέρη αυτά.
Η αρχαία πόλη Χερσόνησος στην Κριμαία (Ταυρίδα). 
Στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας αναπτύχθηκαν σπουδαίοι πολιτισμοί σε βάθος τουλάχιστον πέντε χιλιετιών. Στην αρχαία Ταυρίδα των Ελλήνων κατοίκησαν οι Κιμμέριοι και οι Σκύθες, ενώ κατά τον 7ο αι. π.Χ. οι Μιλήσιοι έκτισαν εκεί παράλιες αποικίες κατά μήκος του Ευξείνου Πόντου (θα αναφερθούμε εκτενέστερα στο επόμενο άρθρο). Έως και τον 2ο αι. π.Χ. η επικράτεια της σημερινής Ουκρανίας αποτελούσε τμήμα της Σκυθίας και του βασιλείου του Κιμμερίου Βοσπόρου, ενώ η χερσόνησος της Κριμαίας με τις ελληνικές πόλεις ήταν υπό τον έλεγχο του βασιλείου του Πόντου επί Μιθριδάτη ΣΤ’ Ευπάτορος (112-63 π.Χ.). 
Από τους πρώιμους χριστιανικούς αιώνες και εξής η περιοχή δέχτηκε αλλεπάλληλες βαρβαρικές επιδρομές και μεταναστεύσεις λαών (Ούννων, Γότθων, Σλάβων, Βουλγάρων, Χαζάρων, Πετσενέγκων κ.ά.). Στις αρχές του 9ου αι. μ.Χ. εγκαταστάθηκε στην περιοχή μια άγνωστη μέχρι τότε σκανδιναβική φυλή, οι Βαράγγοι-Ρως. Σταδιακά συγχωνεύτηκαν με τα προϋπάρχοντα Ανατολικά Σλαβικά φύλα και δημιούργησαν κράτος με πρωτεύουσα το Κίεβο (Σημ: από αυτούς τους Ρως πήρε το όνομά της αργότερα η Ρωσία. Θεωρούνται άλλωστε προπάτορες κυρίως των Ρώσων, αλλά επίσης των Λευκορώσων και των Ουκρανών). Οι Ρως του Κιέβου ισχυροποίησαν το κράτος τους στην πορεία των αιώνων, το οποίο εκτεινόταν από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη Βαλτική και από τα Καρπάθια όρη μέχρι τα Ουράλια. Επιχείρησαν από το 860 μ.Χ. επιδρομές εναντίον της Κωνσταντινούπολης αλλά αποκρούστηκαν. Ακολούθως προσέγγισαν την κραταιά Βυζαντινή αυτοκρατορία και ανέπτυξαν μαζί της διπλωματικές – εμπορικές επαφές. Άλλωστε, η περιοχή της νότια Κριμαίας αποτελούσε «Θέμα» του Βυζαντινού κράτους επί αυτοκράτορα Θεόφιλου (829-842 μ.Χ.)1. 
Καθοριστικό πολιτικό και θρησκευτικό γεγονός αποτελεί αναμφισβήτητα ο εκχριστιανισμός των Ρως με πρωτοβουλία του ηγεμόνα τους Βλαδίμηρου Α’ (973-1015 μ.Χ.) του επονομαζόμενου «Αγίου». Μάλιστα, ο ίδιος ο Βλαδίμηρος βαπτίστηκε χριστιανός, στα νερά του Δνείπερου ποταμού, από ιερείς που ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη. Έλαβε το χριστιανικό όνομα Βασίλειος, προς τιμήν του Βυζαντινού αυτοκράτορα Βασιλείου Β’, ενισχύοντας έτσι τους δεσμούς μεταξύ των Ρως και του Βυζαντίου. Επιπλέον, ο Βλαδίμηρος νυμφεύτηκε την αδελφή του Βασιλείου Β’, πριγκίπισσα Άννα την «Πορφυρογέννητη». 
Ο Βλαδίμηρος Α’ βοήθησε στην ανάπτυξη της χώρας του πολλαπλώς, αναπτύσσοντας στενή συνεργασία με το Βυζαντινό κράτος, που ήταν τότε κυρίαρχο και αποτελούσε βάση για μεγάλο εύρος εμπορικών συναλλαγών. Οι Βαράγγοι μάλιστα υπηρετούσαν ως σωματοφύλακες του Βυζαντινού αυτοκράτορα. Οι βυζαντινές κτήσεις στον Εύξεινο Πόντο, με κέντρο την πόλη Χερσώνα, συνέβαλλαν στην ανάπτυξη των οικονομικών επαφών μεταξύ των δύο λαών. Επίσης, τα μεγάλα ποτάμια του Δνείστερου και του Βόλγα έδωσαν ώθηση στις μεταφορές προϊόντων μεταξύ Ευξείνου Πόντου και Βαλτικής αποφέροντας πλούτο. Τα κυριότερα εμπορεύματα ήταν: ξυλεία, μέλι, λάδι, σιτηρά, ζαχαρότευτλα, κάρβουνο, ψάρια, κεχριμπάρι, γούνες, υφάσματα, χειροποίητα είδη, όπλα κ.ά. 
Αξιοσημείωτη είναι και η πνευματική – πολιτιστική επίδραση που άσκησε το Βυζάντιο στους Ρως. Ο Βλαδίμηρος Α’ εκτός από τον χριστιανισμό έφερε και στοιχεία του ελληνικού πνεύματος, τα οποία ρίζωσαν στις περιοχές αυτές, όπου πολύ αργότερα αναπτύχθηκε η αυτόνομη Ουκρανία. Πώς έγινε αυτό; Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως διέθετε λειτουργικά κ.ά. βιβλία στο Κυριλλικό αλφάβητο, καθώς και πολλές μεταφράσεις Ελλήνων λογίων συγγραφέων στις σλαβικές γλώσσες. Και είναι αυτές οι μεταφράσεις που έφεραν σε επαφή τους Ρώσους και τους Ουκρανούς διανοούμενους με την ελληνική φιλοσοφία, λογοτεχνία και επιστήμη, χωρίς να χρειαστεί να διδαχτούν ελληνικά! Αυτή η μεγάλη εμπορική και πολιτιστική ακμή που προϋπήρχε κατά την περίοδο της ηγεμονίας του Σβιατοσλάβου Α’ (942-972 μ.Χ.), καθώς και του Γιαροσλάβου του Σοφού (1019-1054) διατηρήθηκε μέχρι και τον 12ο αι. μ.Χ. Τότε πραγματοποιήθηκε μια ολιγόχρονη συνένωση των ηγεμονιών της περιοχής.
Έκτοτε, με την πάροδο των δεκαετιών, η ακμή αυτή σταδιακά έχασε τη δυναμική της. Οι συναλλαγές μεταξύ των δύο κρατών (Βυζαντίου και Ρως) μειώθηκαν. Αφενός μεν οι Σταυροφόροι απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη, η οποία αλώθηκε το 1204. Αφετέρου διάφορα βαρβαρικά φύλα των στεπών, με κυριότερους τους Μογγόλους, επέδραμαν σε ολόκληρη την ΒΑ Ευρώπη. Μαζί τους εισέβαλαν και οι Τατάροι (τουρκογενές φύλο) στην Κριμαία την οποία κατέκτησαν (1237-1241). Διασπάστηκε επομένως το κράτος των Ρως και περιορίστηκε στο Νόβγκοροντ, αφού το Κίεβο είχε κατακτηθεί από τους Μογγόλους. Το 1449 οι Τατάροι ίδρυσαν το λεγόμενο «Χανάτο» της Κριμαίας και έγιναν σύμμαχοι των Οθωμανών. 
Μεταξύ 1362-1382, κυριάρχησαν στην ευρύτερη περιοχή της Ουκρανίας οι Λιθουανοί, οι οποίοι ήταν τότε πολύ ισχυροί. Στους αιώνες που ακολούθησαν, η περιοχή της Ουκρανίας διοικήθηκε από ετερόκλητους λαούς (π.χ. Πολωνούς, Κοζάκους, Ρουθηνούς, Σουηδούς κτλ.), που τα διαφορετικά τους θρησκευτικά δόγματα επέτειναν τις διαμάχες και το μεταξύ τους μίσος. Αυτές οι θρησκευτικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους Ρωμαιοκαθολικούς Πολωνούς, στους Ουνίτες Ρουθηνούς και στους Ορθόδοξους Κοζάκους κράτησαν σε διαρκή εξέγερση την περιοχή της Ουκρανίας. 
Η διαρκής ισχυροποίηση της Ρωσίας δεν απέτρεψε, όπως ήταν φυσικό, την προσάρτηση μεγάλου μέρους της Ουκρανίας, την οποία θεωρούσε ως ζωτικό της χώρο ιστορικά και πολιτισμικά. Αυτό επετεύχθη σε βάθος χρόνου (16ος-19ος αι.) μετά από σειρά πολέμων της Ρωσίας τόσο εναντίον των Δυτικών δυνάμεων όσο και εναντίον των Τατάρων-Οθωμανών που κατείχαν ουκρανικά εδάφη. Μέσα στις γενικότερες αναταραχές εμφανίστηκαν τάσεις των Ουκρανών να στραφούν προς τη Δύση για να εναντιωθούν στον «εκρωσισμό» της χώρας τους. Θα εξετάσουμε στη συνέχεια τα πιο χαρακτηριστικά γεγονότα. 
Πιστεύεται από κάποιους ιστορικούς ότι η Ουκρανική εθνική συνείδηση δημιουργήθηκε κυρίως από τους Κοζάκους του Ζαπορίζιε κατά την περίοδο 1648-1654. Πρόκειται για πολεμικό λαό ανατολικοσλαβικής καταγωγής. Μάλιστα η λέξη «Ουκρανία» σημαίνει «συνοριακό-ακριτικό κράτος». Το έτος 1654 θεωρείται κομβικό, διότι ο Ρώσος Τσάρος Αλέξιος Μιχαήλοβιτς πήρε τους Κοζάκους υπό την προστασία του, διότι αντιδρούσαν στην πολωνική εξουσία. Στον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Πολωνίας που ακολούθησε, η περιοχή της Ουκρανίας διαμελίστηκε και έτσι έληξε η μακροχρόνια σύρραξη μεταξύ των Ρώσων και των συνασπισμένων Πολωνών-Λιθουανών (1654-1667). Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επικράτησε απόλυτη ειρήνη, δεδομένου ότι και στα επόμενα χρόνια η Ρωσία εξακολουθούσε να επιδιώκει την πλήρη κυριαρχία της στις γύρω απ’ αυτήν περιοχές (π.χ. στα όρια της σημερινής Λευκορωσίας και Ουκρανίας). 
Καθοριστική θεωρείται η νίκη της Ρωσίας στη μάχη της Πολτάβας το 1709 επί τσάρου Μεγάλου Πέτρου Α’ εναντίον των Σουηδών διεκδικητών της Ουκρανίας. Μόνο η Κριμαία παρέμεινε στους Τατάρους. Αναγκάστηκαν όμως να την εγκαταλείψουν μετά από την επικράτηση της Ρωσίας στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο των ετών 1768-1774. Οι Ρώσοι εισέβαλαν στην Κριμαία το 1771 και έτσι οι Τατάροι μετά από τριετή αντίσταση εκδιώχθηκαν, με αποτέλεσμα αρκετοί εξ αυτών να καταφύγουν στην συγγενική τους Οθωμανική αυτοκρατορία. Ο πόλεμος έληξε με τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774). Ενώ το 1783 η Μεγάλη Αικατερίνη προσάρτησε οριστικά την Κριμαία στη Ρωσική Τσαρική Αυτοκρατορία, μαζί με άλλες βαλκανικές και παραδουνάβιες χώρες. Από τότε κατέστη φανερό ότι η Ρωσία επεδίωκε να εδραιώσει την κυριαρχία της στον Εύξεινο Πόντο και στην Αζοφική. Η δυτική Ουκρανία (Γαλικία) πέρασε στην κυριαρχία των Αψβούργων της Αυστροουγγαρίας το 1795.
Επόμενος στόχος της τσαρικής Ρωσίας ήταν να ελέγξει τα στενά των Δαρδανελλίων. Αξίζει να αναφερθεί ότι, με τη συνθήκη Χιουγκάρ Ισκελεσί (της 26ης Ιουνίου – 8ης Ιουλίου του 1833), ο Τσάρος φρόντισε να κατοχυρώσει την κυριαρχία του στα Στενά, επιβάλλοντας στους Οθωμανούς να απαγορεύουν τη διέλευση σε πλοία άλλων χωρών εκτός των Ρωσικών! Και εκ παραλλήλου η Ρωσία εξασφάλισε διπλωματικά το δικαίωμά της αυτό, με την ….ανοχή (ή τον εξαναγκασμό;) των υπόλοιπων Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης στη Συνδιάσκεψη του Μύνχενγκρατς (Münchengrätz) της σημερινής Τσεχίας στις 9-19 Σεπτεμβρίου 1833! (Σημ: Ουδείς αμφιβάλλει ότι, από τότε μέχρι και σήμερα, το «Ζήτημα των Στενών» αποτελούσε, και ενδεχομένως θα αποτελεί και στο μέλλον, μείζονα προτεραιότητα της Ρωσικής διπλωματίας).
Η συνθήκη αυτή ανανεώθηκε το 1841, για να παραβιαστεί στην έναρξη του «Κριμαϊκού Πολέμου», όταν τον Νοέμβριο του 1853 ναυτικές δυνάμεις των Αγγλο-Γάλλων με την συνεργασία των Τούρκων κατέπλευσαν στα νερά του Βοσπόρου και της Προποντίδας2. 
Η Ελλάδα δεν έμεινε αμέτοχη, αν αναλογιστούμε ότι ο Βασιλιάς Όθωνας και η Αμαλία είχαν ενστερνιστεί τη Μεγάλη Ιδέα για την πραγματοποίηση του εθνικού πόθου της απελευθέρωσης των υπόδουλων Ελλήνων που ζούσαν στις Τουρκοκρατούμενες ακόμα περιοχές. Οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία) ακολουθούσαν αντιρωσική και φιλοτουρκική πολιτική, επομένως κατέστειλαν τις ελληνικές απελευθερωτικές προσπάθειες που διεξήχθησαν με πρωτοβουλία του Όθωνα και την παρ’ ολίγον συμμετοχή της χώρας στα πολεμικά γεγονότα της Κριμαίας. Είναι γνωστή η κατάληψη του Πειραιά από τους Αγγλο-Γάλλους με στόχο την ελληνική ουδετερότητα. Για τον λόγο αυτόν ανέθεσαν την διακυβέρνηση στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο3. Τα πολεμικά τους πλοία αποχώρησαν μετά από τρία χρόνια, ύστερα από τις έντονες αντιδράσεις του ελληνικού λαού που υπέφερε από σιτοδεία και επιδημία χολέρας. Ο «Κριμαϊκός πόλεμος» (1853-1855), που σημαδεύτηκε από την καταστροφή της Σεβαστούπολης, κατέληξε στην ήττα της Ρωσίας από τις συμμαχικές δυνάμεις. Την 30η Μαρτίου 1856 υπεγράφη η συνθήκη των Παρισίων4.
Στα χρόνια που ακολούθησαν παρατηρήθηκαν διώξεις εθνοτήτων και εμφύλιες διαμάχες μεταξύ ρωσόφιλων και μη στην ευρύτερη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Επακόλουθο ήταν να γίνουν καταστροφές πόλεων και χωριών, απαλλοτριώσεις και καταπατήσεις γαιών και χιλιάδες νεκροί εκατέρωθεν, που σημάδεψαν το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. Παράλληλα, άρχισαν και επαναστάσεις σοσιαλιστικού προσανατολισμού. 
Επί τσάρου Αλέξανδρου Β’ (1855-1881) παρατηρείται μια γενικευμένη ανησυχία της Ρωσικής ηγεσίας απέναντι σε αυτονομιστικές τάσεις, τόσο των Ουκρανών όσο και των Πολωνών5. Το αποτέλεσμα ήταν ο Ρώσος Υπουργός Εσωτερικών Pyotr Valuev να εκδώσει το 1863 ένα μυστικό διάταγμα που απαγόρευσε τη δημοσίευση θρησκευτικών και εκπαιδευτικών κειμένων γραμμένων στην ουκρανική γλώσσα. Ακολούθως, ο ίδιος ο τσάρος Αλέξανδρος Β’ εξέδωσε το 1876 ακόμα πιο αυστηρό διάταγμα που γενίκευε την απαγόρευση χρήσης της ουκρανικής γλώσσας. Η ισχύς του διατάγματος διήρκεσε μέχρι το 1905. 
Σημειώσεις:
1) Ο όρος «Θέμα» κατά τη βυζαντινή περίοδο προσδιόριζε τις επαρχιακές διοικήσεις, δηλαδή περιφέρειες του Βυζαντινού κράτους. Ο θεσμός των «Θεμάτων» ξεκίνησε από τη Μικρά Ασία κατά τον 7ο αι. μ.Χ. και σταδιακά επεκτάθηκε. Στην περιοχή της Νότιας Κριμαίας υπήρχε το βυζαντινό «Θέμα» Χερσώνας. 
2) Η συνθήκη του «Μοντρέ» καθόρισε το διεθνές νομικό καθεστώς του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων. Ήταν συνέχεια παρόμοιων συνθηκών του 18ου αι. Υπεγράφη στις 21 Ιουλίου 1936 στην πόλη Μοντρέ της Ελβετίας από την ΕΣΣΔ, τη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία, την Τουρκία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Ελλάδα, τη Γιουγκοσλαβία, την Αυστραλία και την Ιαπωνία. Στις 9 Νοεμβρίου του ίδιου έτους η συνθήκη επικυρώθηκε και από τις 11 Δεκεμβρίου τέθηκε σε πλήρη ισχύ από την Κοινωνία των Εθνών. Προβλέπει την ελεύθερη διέλευση των εμπορικών σκαφών όλων των χωρών τόσο εν καιρώ ειρήνης όσο και πολέμου. Όσον αφορά στα πολεμικά πλοία εν καιρώ πολέμου, η συνθήκη επιτρέπει την πρόσβαση μόνο σε αυτά των χωρών της Μαύρης Θάλασσας και όχι σ’ αυτά άλλων χωρών. Και εφ’ όσον η Τουρκία δεν μετέχει σε πολεμικές ενέργειες έχει το δικαίωμα να κλείσει τα στενά για τις ναυτικές δυνάμεις των χωρών που εμπλέκονται σ’ αυτές. Η Συνθήκη αυτή ανανεώθηκε το 1951 και εξακολουθεί να τελεί σε ισχύ. 
3) Αυτή η κυβέρνηση έμεινε γνωστή και ως «Υπουργείον της Κατοχής» διότι είχε αναλάβει καθ’ υπόδειξη των ξένων δυνάμεων συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Στον τομέα των εξωτερικών υποθέσεων κύριο μέλημά της ήταν η αποκατάσταση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων! Σε μια περίοδο που ήταν Τουρκοκρατούμενη η μισή και πλέον Ελλάδα!
4) Ο επόμενος Ρωσοτουρκικός πόλεμος διεξήχθη μεταξύ 1877-1878 και ήταν νικηφόρος για τη Ρωσία. Η εξέλιξη αυτή φαίνεται να ευνόησε τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας η οποία άρχισε πλέον να καταρρέει. Ο πόλεμος τελείωσε με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (03 Μαρτίου 1878), που προέβλεπε την ίδρυση της Μεγάλης Βουλγαρίας, αλλά τροποποιήθηκε με τη συνθήκη του Βερολίνου (13 Ιουλίου 1878).
5) Πρέπει να τονιστεί απ’ την άλλη πλευρά ότι ο Αλέξανδρος Β’ χαρακτηριζόταν από προοδευτικό πνεύμα. Κατήργησε την δουλοπαροικία στη Ρωσική αυτοκρατορία και συνέβαλλε στην εκβιομηχάνιση της χώρας. Δολοφονήθηκε όμως από αναρχικούς το 1881 και τον διαδέχτηκε ο γιος του Αλέξανδρος Γ’ (1881-1894). 
Εικόνες: 
Νέος Χάρτης Πηγή
Παλιός χάρτης των χωρών της Μαύρης Θάλασσας (Εύξεινου Πόντου) σε λατινική γραφή. Πηγή 
Αρχαία Χερσόνησος Πηγή 
Στο επόμενο:
Β’ ΣΥΝΕΧΕΙΑ: «ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΙΣ ΠΑΡΕΥΞΕΙΝΙΕΣ ΧΩΡΕΣ».

Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2021

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ: ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΩΝ 108 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

«Υγειονομικές συνθήκες κατά την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας (1898-1913)».
Γράφει η Στέλλα Μαρινάκη 
Ιστοριοδίφης. 

Η περίοδος της «Κρητικής Πολιτείας» υπήρξε αναμφισβήτητα εποχή σπουδαιότατης πολιτειακής και κοινωνικής μεταβολής για τον Κρητικό λαό, αν αναλογιστούμε τον βίο του για 200 και πλέον χρόνια (1645 – 1669 έως 1898) μέσα στην Τουρκική θηριωδία, στην τυραννία και στην εξαθλίωση. Η «Κρητική Πολιτεία» εκτός από τον αέρα ελευθερίας που έφερε στο σκλαβωμένο νησί, δημιούργησε και σπουδαία επιτεύγματα όπως: 
Βουλή για την εύρυθμη λειτουργία του ευνομούμενου πλέον κράτους (από την μεταβατική αυτονομία έως και την πολυπόθητη Ένωση με την μητέρα Ελλάδα). 
Δικαστήρια, αστυνομία (Κρητική Χωροφυλακή και Πολιτοφυλακή), τοπικές διοικήσεις, αξιόλογο εκπαιδευτικό σύστημα, ανάπτυξη του αγροτικού τομέα, Κρητικό νόμισμα για την διευκόλυνση των οικονομικών συναλλαγών, Αρχαιολογικό Συμβούλιο και ίδρυση Μουσείων για την προστασία των αρχαιοτήτων. 
Κι ακόμη οργάνωση κοινωνικής μέριμνας και προστασίας της υγείας των πολιτών της. Σ’ αυτό ακριβώς το κεφάλαιο θα εστιάσει το παρόν άρθρο. 
Πράγματι, πολύ μεγάλο ενδιαφέρον δόθηκε στην πρόληψη και οι ενέργειες της Πολιτείας προς την κατεύθυνση αυτή απεδείχθησαν σωτήριες, ενώ οι θετικές συνέπειες λειτουργούν ευεργετικά, όπως θα δούμε στη συνέχεια μέχρι σήμερα!
Κατά την περίοδο εκείνη λοιπόν, η υγεία των πολιτών του νησιού βρισκόταν σε άσχημο επίπεδο, εξαιτίας αφενός των τραυματισμών στις διάφορες συγκρούσεις με τους κατακτητές και αφετέρου λόγω των κακών συνθηκών υγιεινής τόσο στις κατοικίες όσο και στην καθημερινότητα τους. Αυτή η κατάσταση οφειλόταν εν μέρει στην έλλειψη υγιεινών τροφών, επαρκούς ένδυσης, υπόδησης κτλ., αλλά επίσης στην δυσκολία της διοίκησης να αντιμετωπίσει ασθένειες και ενδεχομένως επικίνδυνες επιδημίες. Υπήρχαν αισθητές ελλείψεις ιατρικής και νοσηλευτικής φροντίδας σε οργανωμένους χώρους, δηλαδή σε νοσοκομεία «..δια την περίθαλψην των ασθενών και των ενδεών πολιτών…» (Αναφορά του Ν. Σταυράκη για το ίδρυμα της Χριστιανικής κοινότητας Ηρακλείου, που ήταν επίσης πτωχοκομείο και γηροκομείο). 
Τις ανάγκες αντιμετώπισης της αυξημένης νοσηρότητας του πληθυσμού κάλυπταν μέχρι τότε κυρίως τα πρόχειρα λειτουργούντα νοσοκομεία εντός Μοναστηριών, δυστυχώς όχι επαρκώς, λόγω έλλειψης ιατρικών γνώσεων (της Ι.Μ. Αγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων στα Χανιά, των Ι.Μ. Δισκουρίου και Ι.Μ. Αρκαδίου στο Ρέθυμνο, της Ι.Μ. Αγκαράθου στο Ηράκλειο κ.ά.). Οι ιατροί της εποχής εκείνης ήταν εμπειρικοί και εκτελούσαν συγχρόνως χρέη φαρμακοποιών, αφού παρασκεύαζαν οι ίδιοι ορισμένα φάρμακα, συνήθως φυτικά, όπως στην αρχαιότητα!
Η Κρητική Πολιτεία αντιμετώπισε άμεσα το πρόβλημα αυτό και εστίασε τις ενέργειες της στη δημιουργία πιο αναβαθμισμένων νοσηλευτικών υποδομών. 
Στο Ρέθυμνο την περίοδο αυτή λειτούργησε το Δημοτικό Νοσοκομείο, το οποίο κτίστηκε από τα Ρωσικά στρατεύματα το 1898. Σήμερα το κτήριο αυτό, ανακαινισμένο, στεγάζει την Σχολή Αστυφυλάκων –Δοκίμων Ρεθύμνου. 
Το κτήριο του πρώτου Νοσοκομείου Ρεθύμνου στις αρχές του 20ου αι. Κτίστηκε από τους Ρώσους το 1898 και σήμερα στεγάζει τη Σχολή της Αστυνομίας.
Στα Χανιά το κτήριο που στεγάζει σήμερα τα γραφεία της Αντιπεριφέρειας (πρώην Νομαρχία), ξεκίνησε να κτίζεται το 1893, με αρχιτέκτονα τον Μιχαήλ Σαββάκη, με σκοπό να γίνει στρατιωτικό νοσοκομείο. Η Αρμοστεία άλλαξε την προβλεπόμενη χρήση του και το μετέτρεψε σε διοικητήριο. Μαρτυρείται επίσης ότι τα Ιταλικά στρατεύματα ίδρυσαν νοσοκομείο για τις ανάγκες τους, το οποίο αργότερα έγινε επίσης διοικητικό κτήριο. Στρατιωτικό νοσοκομείο λειτούργησε επίσης ήδη από τα μέσα του 19ου αι. στα Νότια των Νεωρίων του Μόρο. Στο Ηράκλειο υπήρχε το Χριστιανικό και το Οθωμανικό νοσοκομείο. 
Η Κρητική Πολιτεία ίδρυσε στα Χανιά και στο Ηράκλειο τις πρώτες «Ιατρικές Εταιρείες» και τα πρώτα δημόσια νοσοκομεία. Το «Δημοτικό Νοσοκομείο» στα Χανιά λειτούργησε αρχικά στην περιοχή του Σιντριβανίου από τα τέλη του 19ου αι. για χριστιανούς και μουσουλμάνους. Στις 12-2-1905 ιδρύθηκε το νέο Νοσοκομείο «Άγιος Γεώργιος», δυναμικότητας 40 κλινών, το οποίο ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε πολλές φορές έκτοτε. 
Επί Κρητικής Πολιτείας ιδρύθηκαν επίσης το θεραπευτήριο ψυχικών παθήσεων στη Σούδα Χανίων (από το 1910 και εξής) και το λεπροκομείο στην Σπιναλόγκα Λασιθίου (1903-1957). 
Στο Ηράκλειο λειτούργησε για πρώτη φορά ένα πλήρως οργανωμένο νοσοκομείο, που κτίστηκε με δωρεά του Πανανού Θεοδουλάκη και της συζύγου του Αθηνάς (το γένος Ανεμογιάννη). Πρόκειται για το λεγόμενο «Πανάνειον», που εγκαινιάστηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1902. Οι σπουδαίοι αυτοί δωρητές αποφάσισαν να προσφέρουν τα χρήματά τους: 
«… υπέρ των ενδεών ασθενών συμπατριωτών ημών, ορίσαντες δύο χιλιάδας χρυσά εικοσάφραγκα, προς ίδρυσιν Νοσοκομείου εν τη πόλει, ου μεγίστην ανάγκην έχουσα η Χριστιανική κοινότης Ηρακλείου…». Γι’ αυτό τιμήθηκαν ως μεγάλοι ευεργέτες από τον Δήμο της πόλης. 
Το «Πανάνειον» Νοσοκομείο σε καρτ ποστάλ των αρχών του 20ου αι.
Το «Πανάνειον» Δημοτικό Νοσοκομείο Ηρακλείου (εγκαταλελειμμένο σήμερα) σύμφωνα με το καταστατικό διοικήσεώς του (Νόμος 564, υπ. αριθ. 120 κανονιστικό διάταγμα, Άρθρο 2ον..): « Σκοπός αυτού εστίν η νοσηλεία και η παροχή ιατρικής βοηθείας άνευ διακρίσεως θρησκεύματος ή εθνικότητας. Απόρους αρρώστους δωρεάν, ασθενείς άλλων περιοχών επί πληρωμή των οικείων Δήμων τους και πλουσίους επί πληρωμή των ιδίων».
Η «Κρητική Πολιτεία» (με τον Νόμο 552/16 Ιουλίου 1903) καθιέρωσε το πλαίσιο της υγειονομικής πολιτικής που έπρεπε να εφαρμοστεί στο νησί για την πρόληψη και τον έλεγχο, ώστε να αντιμετωπίσει τα ενδεχόμενα υγειονομικά περιστατικά. 
Οργάνωσε Υγειονομική Υπηρεσία με αρμοδιότητες όπως:
-Την παρακολούθηση της καθαριότητας στις συνοικίες της πόλης. 
-Τον έλεγχο στα καταστήματα και στα είδη τροφίμων. 
-Την απαγόρευση πώλησης «εδωδίμων ή ποτών επιβλαβών δια την δημόσιαν υγείαν, καθώς και την άνευ ελέγχων των εισαγομένων αλεύρων προς πώλησιν ψωμιού, ως και άλλων εισαγομένων ακατάλληλων τροφών…» (Βλ. «Επίσημη Εφημερίς της Κρητικής Πολιτείας», κεφ. 6ον. «Δημόσια Υγεία», σελ. 24, αριθ. 34). 
Παράλληλα επέβαλλε υποχρεωτική απολύμανση στα ξενοδοχεία και στα καταστήματα που πωλούσαν ενδύματα και υποδήματα. Επιπλέον, διέταξε την αστυνομία να διεξάγει συχνούς ελέγχους και να επιβάλλει αυστηρά πρόστιμα όπου δεν τηρούσαν τις διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου. 
Στο πλαίσιο αυτό της πρόληψης, ιδιαίτερη μέριμνα δόθηκε στο ζήτημα της υδροδότησης στις πόλεις του νησιού. Κι αυτό διότι στις περισσότερες περιπτώσεις το πόσιμο νερό προερχόταν από πηγάδια, που συνήθως ήταν εκτεθειμένα σε μολύνσεις. Άλλοτε προερχόταν από υδαταγωγούς ασυντήρητους με συχνές διαρροές ή από ρυάκια, όπου τα λιμνάζοντα νερά δημιουργούσαν συχνά εστίες κουνουπιών, ιδανικές συνθήκες επομένως για την νοσηρότητα ελονοσίας. 
Η μέριμνα της Κρητικής Πολιτείας για την υγεία υπήρξε αδιαμφισβήτητη και καθοριστική. Αν αναλογιστούμε ότι προσέλαβε επιστήμονες ιατρούς από την Ελλάδα και την Ευρώπη. Απαγορευόταν μάλιστα «Εις τους μη κεκτημένους διδακτορικόν πτυχίον η άσκησις της Ιατρικής επιστήμης από της Ισχύος του παρόντος Νόμου…». (Μέρος Β’, Κεφ. Α, «Περί ιατρών», άρθρο 21). Με το άρθρο 231 του Ποινικού Νόμου, όσοι ήταν παραβάτες «εδιώκοντο και ετιμωρούντο αυστηρά». Άλλωστε οι συνθήκες πλέον είχαν αλλάξει και η επιστημονική Ιατρική είχε αρκετά εδραιωθεί στις συνειδήσεις των κατοίκων, τουλάχιστον των πόλεων, χωρίς να παραβλέψουμε πως και η λαϊκή ιατρική έχαιρε ακόμα της εκτίμησης μέρους της κοινωνίας της υπαίθρου, για τον ρόλο που είχε επιτελέσει. 
Πολύ μεγάλο μέρος της μέριμνας αυτής δόθηκε στην πρόληψη. Αξίζει εδώ να παρατεθούν δύο έγγραφα, δια των οποίων εμφαίνεται η προσπάθεια αυτή για την προστασία της υγείας του Κρητικού πληθυσμού. 
1ον:  «Επίσημος Εφημερίς της Κρητικής Πολιτείας»
Εγκύκλιος:
Προς τας Διοικητικάς και Υγειονομικάς Αρχάς των Επαρχιών.
«Επειδή ηγγέλθη ημίν τηλεγραφικώς εξ Αιγύπτου ότι παρουσιάσθησαν δύο κρούσματα της νόσου πανώλου εν τοις νοσοκομίοις της Αλεξανδρείας, το Ηγεμονικόν Συμβούλιον απεφάσισεν εν τη σημερινή συνεδριάσει αυτού, όπως απαγορευθώσιν απολύτως αι εξ Αιγύπτου προελεύσεις, μέχρις ου ληφθώσιν οριστικώτερα μέτρα και διά τας εξ άλλων μερών, άτινα δύνανται να θεωρηθώσιν ως ύποπτα, προσεγγίσεις. 
Όθεν γνωρίζοντες υμίν ήδη ότι απαγορεύεται πάσα ελευθεροκοινωνία των εξ Αιγύπτου προερχομένων πλοίων μετά των παραλίων της ημερέρας νήσου, σας παραγγέλλομεν όπως επαγρυπνείτε εις την αυστηράν τήρησιν του μέτρου τούτου, απαμακρύνοντες εφεξής, μετά προφυλάξεως, παν πλοίον προερχόμενον εξ Αιγύπτου». 
Εν Χαλέπα τη 12η Μαΐου 1899
Ο επί των εσωτερικών Σύμβουλος,
Μ.Ρ. Κούνδουρος. 

Το Συμβούλιο επί των Εσωτερικών της Κρητικής Πολιτείας, το οποίο μεταξύ άλλων ήταν αρμόδιο και για τα υγειονομικά θέματα, διαδραμάτισε, όπως θα δούμε στη συνέχεια, σπουδαιότατο ρόλο και στις συνεργασίες με ιατρούς και νοσοκομεία της Ελλάδος, αλλά και με ιδιώτες, με στόχο την παροχή τεχνογνωσίας και βοήθειας σε θέματα αντιμετώπισης υγειονομικής μορφής περιστατικών. 
Χαρακτηριστικό είναι το έγγραφο της Σύμβασης που υπεγράφη στο Παρίσι το 1900 μεταξύ της Κρητικής Πολιτείας και του ειδικού «Εν Αθήναις Ελληνικού Λυσσιατρείου Παμπούκη», για την θεραπεία όσων είχαν μολυνθεί από δάγκωμα σκύλου (των λυσσοδήκτων). Ενώ η Χωροφυλακή της Κρήτης εξέδωσε διαταγή με αυστηρούς κανόνες για τους ιδιοκτήτες των ζώων, τα οποία περιπλανιόταν ασυνόδευτα και χωρίς φίμωτρο, οι οποίοι ιδιοκτήτες: «…όταν καταγγελθήσονται ένεκεν μη επιμελείας περί την διατήρησιν του κυνός αυτών..»  πλήρωναν μεγάλο πρόστιμο. 
Τα άρθρα της σύμβασης αυτής έχουν ως ακολούθως:
2ον:  Σύμβασις: 
«Μεταξύ της Κρητικής Πολιτείας και της Κυβερνήσεως αντιπροσωπευομένης παρά του κυρίου Μ.Ρ. Κούνδουρου, Συμβούλου επί των Εσωτερικών αφ’ ενός και του κ. Παναγιώτου Σ. Παμπούκη κατοίκου Αθηνών, ιατρού ως διευθυντού του εν Αθήναις Ελληνικού Λυσσιατρείου Παμπούκη, παρισταμένου δια του πληρεξουσίου αυτού Ανδρέα Χ. Μοσχονά, δημοσιογράφου, κατοίκου Χανίων αφ’ εταίρου και συνεφωνήθησαν τα εξής…» (Ακολουθεί περίληψη):  
Το Λυσσιατρείο ανέλαβε την υποχρέωση να δέχεται για θεραπεία τους Κρητικούς ασθενείς που θα έστελνε η Κρητική Πολιτεία. Να τους παρέχει στέγη και τροφή ανάλογη μ’ αυτή που ήταν καθορισμένη να προσφέρεται στους άπορους Κρήτες στο Δημοτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Από την πλευρά της η Κρητική Πολιτεία υποχρεούτο να πληρώνει για την περίθαλψη των λυσσοδήκτων Κρητικών: «…χρυσάς δραχμάς είκοσι δι’ έκαστον εάν ούτος διαμείνη εν τω Λυσσιατρείω πλείονας των 25 ημερών… Η δε πληρωμή θέλει γίνεται εις το τέλος εκάστου έτους καθ’ όν τρόπον και η ετήσια επιχορήγησις…». 
Αυτή η επιχορήγηση εκ μέρους της Κρητικής Πολιτείας αφορούσε την πανταετή σύμβαση συνεργασίας των δύο μερών και όριζε: «… χρυσάς δραχμάς οκτακοσίας μεν εφ’ όσον ο αριθμός των λυσσοδήκτων δεν υπερβαίνει ετησίως τους είκοσι. Χιλίας διακοσίας δε, εάν ανέρχεται μέχρι τριάκοντα και χιλίας πεντακοσίας, εάν υπερβή τον αριθμόν τούτον… Η πληρωμή θέλει γίγνεσθαι εις το τέλος εκάστου έτους, επ’ ονόματι του Διευθυντού του Ελληνικού Λυσσιατρείου Παμπούκη, δι’ επιταγής της Τραπέζης Κρήτης προς την Εθνικήν Τράπεζαν της Ελλάδος, ή όπως άλλως κανονίσει προσφορότερον η Κρητική Πολιτεία…
Εγένετο εν Χανίοις σήμερον τη 27η Οκτωβρίου 1900 εις διπλούν και έλαβον εκάτερον των συμβαλλομένων μερών το έτερον».
Ο Σύμβουλος επί των Εσωτερικών 
Μ.Ρ. Κούνδουρος
Ο Αντιπρόσωπος του Π. Παμπούκη
Διευθυντού του Λυσσιατρείου Αθηνών
Ανδρέας Χ. Μοσχονάς. 

Η Κρητική Πολιτεία μάλιστα προχώρησε και στην Ίδρυση της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας η οποία, ανάμεσα στις άλλες αρμοδιότητές της, ανέλαβε και την υποχρέωση να εκδίδει «Δελτίον Υγιεινής» των ζώων κάθε μήνα («Κεντρική Κτηνιατρική Υπηρεσία. Εν Χανίοις τη 3η Οκτωβρίου 1903»). 
Στις μέρες μας, 120 και πλέον χρόνια μετά, βλέπουμε πως οι πρώτες εκείνες προσπάθειες υγειονομικής κάλυψης του πληθυσμού της Κρήτης όχι μόνο απέδωσαν, αλλά αποτέλεσαν και τις βάσεις για τις υπηρεσίες και τις υποδομές κοινής ωφέλειας, οι οποίες, όσο και αν μας φαίνεται εξωπραγματικό, λειτουργούν σε σημαντικό βαθμό…. μέχρι και σήμερα!
Στρατιωτικοί γιατροί επί Κρητικής Πολιτείας. Φωτογραφία Περικλή Διαμαντόπουλου,
Βιβλιογραφία - προτάσεις: 
Παναγιωτάκη Γ., Η Κρήτη στις αρχές και τα τέλη του 20ου αι., Ηράκλειο 1998. 
Καπαρουνάκη Κ. – Περαντώνη Α. – Φρουζάκη Ε., Η δημόσια υγεία στην Κρήτη το α’ μισό του 20ου αι., Α.Τ.Ε.Ι. Ηρακλείου, 2007-2008. 
Πολυχρονίδη Ι.Ε., Δημόσια Υγεία, Κοινωνική Πρόνοια και Υγειονομική Πολιτική στην Κρητική Πολιτεία (1898-1913). Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών “Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος” – Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας – εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010.

Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

ΕΠΕΤΕΙΟΣ 200 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 ΜΕΡΟΣ Β' ΓΡΑΦΕΙ Η ΣΤΕΛΛΑ ΜΑΡΙΝΑΚΗ

 «Η Επανάσταση στην Κρήτη και τα πρώτα γεγονότα μέσα από επιλεγμένη επιστολογραφία του Αγώνα» Μέρος Β'
Γράφει η Στέλλα Μαρινάκη 
Ιστοριοδίφης.
Λίγους μήνες αργότερα ο Δημήτριος Υψηλάντης στέλνει μακροσκελή και παραινετική επιστολή προς τους κατοίκους των Σφακίων, δια της οποίας τους εκθέτει τις συμβουλές και τις προθέσεις του στο φλέγον θέμα της επαναστατημένης Κρήτης, ζητώντας ενότητα και ομοψυχία. 
Αναμφισβήτητα η επιστολή αυτή αποτελεί πηγή σημαντικότατων πληροφοριών για τους ιστορικούς – μελετητές σχετικά με το ξεκίνημα της επανάστασης στην Κρήτη (Πηγή: Ιωάννη Φιλήμονος, τ. Δ’ σ. 495-497, βλ. Μνημεία Κρητικών Επαναστάσεων, αρ. 42, σ. 41-42). 
(Σημ.1: Κυριάκος Τασσίκας: μεγαλέμπορος από την Αλεξάνδρεια και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης ήρθε στην Ελλάδα και ανέλαβε διάφορες διοικητικές αποστολές). 
Στο πλαίσιο των ενεργειών του Δημήτριου Υψηλάντη για τη βοήθεια του Κρητικού Ζητήματος εντάσσεται και ο διορισμός, ως Γενικού Διοικητού Κρήτης, του συνεργάτη του, Μιχαήλ Κομνηνού Αφεντούλιεφ, ο οποίος ήταν ελληνορώσος στρατιωτικός και διπλωμάτης, γόνος ελληνικής οικογένειας από τη Νίζνα. Έφτασε στο Λουτρό Σφακίων τον Νοέμβριο του 1821 με το πλοίο του Επτανήσιου Ιωάννη Βλάχου. Τον Μάρτιο του 1822 αφίχθη, επίσης στο Λουτρό, ο Γάλλος φιλέλληνας Βαλέστ (γνωστός και ως Βαλέστρας), ο οποίος βρήκε τραγικό θάνατο κατά την πολιορκία του Ρεθύμνου. 
Τον Μάιο του 1822 η Συνέλευση των Αρμένων Αποκορώνου ψήφισε το «Προσωρινόν Πολίτευμα της νήσου Κρήτης». Από εκεί οι εκπρόσωποι των επαρχιών διακηρύττουν: «Οι κάτοικοι της νήσου Κρήτης, πλήρεις από υψηλόν και ευγενές της ελευθερίας αίσθημα, έλαβον κατά της Οθωμανικής τυραννίας τα όπλα περί τας 14 του μηνός Ιουνίου εν έτει 1821. Πειθόμενοι εις την ιεράν φωνήν της πατρίδος….». 
Ο Αφεντούλιεφ παρέμεινε ως διοικητής στο νησί μέχρι τις 15 Νοεμβρίου 1822 και η συμβολή του στον αγώνα υπήρξε σημαντική, παρ’ όλες τις αμφιλεγόμενες απόψεις που εκφράστηκαν γι’ αυτόν και τις διαφωνίες του με μερίδα Σφακιανών αγωνιστών, λόγω κυρίως κάποιων στρατηγικών αποτυχιών (ήττες σε Ρέθυμνο και Μαλάξα). Τον διαδέχτηκε ο Υδραίος Εμμανουήλ Τομπάζης, ως αρμοστής, τον Μάιο του 1823. 
Για το έργο και τη δράση του Αφεντούλιεφ, αλλά και για την ογκώδη αλληλογραφία του, υπέρ της Κρήτης, προς προξένους, προκρίτους, στρατιωτικούς (όπως τον Ιωάννη Κωλέττη), εύπορους ευεργέτες κ.ά., παραθέτει στοιχεία ο Κ. Κριτοβουλίδης, ο ελληνοδιδάσκαλος Ζαχαρίας Πρακτικίδης, ο ιστορικός-λογοτέχνης Σπυρίδων Ζαμπέλιος κ.ά., ενώ από τους νεότερους ιστορικούς έχουν ασχοληθεί ο καθηγητής του Ε.Κ.Π.Α. Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτης, ο καθηγητής Ν.Β. Τωμαδάκης, ο καθηγητής Θ. Δετοράκης κ.ά. 

Παρατίθενται στη συνέχεια δύο επιστολές του Αφεντούλιεφ, σταλμένες η πρώτη λίγο πριν φτάσει στην Κρήτη προς τον Υδραίο πλοιοκτήτη και πολιτικό (πρόεδρο του Εκτελεστικού) Γεώργιο Κουντουριώτη, ενώ η δεύτερη αμέσως μετά προς τον αδελφό του Λάζαρο, ο οποίος διετέλεσε γερουσιαστής. 
«Γεωργίω Κουντουριώτη εις Ύδραν, 
Φιλογενέστατε Κύριε Γεώργιε, 
Επειδή και έλαβον την τιμήν να γνωρίσω το υποκείμενόν σας, διά τούτο και προσφέρω το προσήκον σέβας προς την ευγένειάν σας. Όθεν σας παρακαλώ, επειδή αποφάσισα να κινήσω διά Κρήτην, συνδράμητε εις τον επιφέροντα το παρόν μου, κυρ. Γεωργάκην Μελιδόνην, εις ό,τι ήθελε Σας παρακαλέσει προς όφελος του Γένους, και μάλιστα της πατρίδος του… ήτις θέλει σας γνωρίσει ως ευεργέτην της· η δε χάρις θέλει μείνει αείμνηστος εις τους χρείαν έχοντες Κρήτας, οίτινες δεν παύουσιν από του να προφέρωσι το σεβαστόν σας όνομα. Αποδίδοντας την προσήκουσαν ευγνωμοσύνην εις την φιλογενείαν σας…. Ταύτα μεν προσκυνητικώς, τα δε έτη υμών είησαν ότι πλείστα και πανευδαίμονα.
Σπέτζαι τη 22 Σεπτεμβρίου 1821
Της Υμετέρας φιλογενείας
Καβαλιέρ Μ. Κομνηνός Αφεντούλιεφ
Πηγή: ΑΛΓΚ (Αρχείον Λάζαρου και Γεωργίου Κουντουριώτη εν Ύδρα), τομ. Α’, σελ. 33-34. 

Δύο μήνες αργότερα, ο Αφεντούλιεφ εγκαταστημένος στην Κρήτη και επισήμως πλέον, αρχιστράτηγος και Γενικός Διοικητής του νησιού, έμπλεος αισθημάτων για τον αγώνα και τα προβλήματα του Κρητικού λαού, γράφει στον αδελφό του Γεωργίου, τον Λάζαρο Κουντουριώτη στην Ύδρα, όχι μόνο για ζητήματα αμιγώς πολεμικά, αλλά και ευρύτερα για θέματα οικονομικής φύσεως που απασχολούσαν το νησί:
«Λαζάρω Κουντουριώτη εις Ύδραν, 
Πανευγενέστατε άρχον και έφορε της θεοσώστου νήσου Ύδρας. 
Μετά τας οφειλόμενας προσαγορεύσεις μου και την έρευνα της μυριοποθήτου μοι υγιείας της (ενν. νήσου Ύδρας), εν συντομία τη δηλοποιώ. 
Ο ακένωτος θησαυρός της Κρήτης επάνω εις τα λάδια, κινδυνεύει να χαθή με το να μην άφησαν οι εχθροί μας κανέν αγγείον γερόν. Εγώ εδώ έως να βάλω τα πράγματα εις τάξιν και να συστήσω σύστημα γενικής ενταύθα Βουλής, εβράδυνα, και διά τούτο εφάνημεν και παραβάται της υποσχέσεώς μας και ελλιπείς εις το χρέος μας. 
Ήδη στέλλεται επίτηδες ο παρών καπ. Θεόδωρος Καρναλάκης, και παρακαλώ και δέομαι καθώς διά πάντα εφάνη ευεργετικότατη και σύνδρομος εις την πατρίδαν ταύτην, ούτω και ήδη να μην μας υστερήση του τοιούτου βοηθήματος, αλλά αμέσως να φορτώση από στοίβαν παλαιάν, καινούργιαν, γεντέκια και ό,τι ημπορεί και να διορίση και δύο Κρητικούς μαϊστόρους όπου είναι αυτού Χανιώται, να έρθωσιν εξ αποφάσεως με όλα των τα εργαλεία. Και ερχόμενος αμέσως θέλει τον φορτώσομεν λάδ, να το στείλωμεν εις χείρας Σας, ή αν αγαπάτε, στείλετε και εδικόν σας καράβι με εδικόν σας άνθρωπον να το φορτώσομεν αμέσως, και κατόπι στέλλεται και η γουλέττα με τους δεπουτάτους (πληρεξουσίους), προς την γενικήν σεβαστήν Βουλήν, διά να παραστήσωσι το σύστημα της Κρήτης…. Με την γουλέτταν θέλει στείλωμεν και ό,τι ημπορούμεν δια το χρέος μας, διά το οποίον παρακαλούμεν να έχωμεν συγχώρησιν· διότι αι μεγάλαι περιστάσεις όπου εύρομεν και η αποκατάστασις και η δυσκολία των πραγμάτων, έτι δε και η καθ’ οδόν άργητά μας, έκαμε να βραδύνωμεν εις τόσον. Περισσότερα να γράφωμεν κρίνομεν περιττόν, διότι ηξεύρομεν την φιλογενείαν και τον ζήλον όπου δεικνύει εις ημάς αρχήδεν. Διό και μένομεν περιμένοντες το ζητούμενον χωρίς αργοπορίαν. 
Λουτρόν Σφακίων, τη 26 Νοεμβρίου 1821. 
Της πανευγενείας της
Αρχιστράτηγος της Κρήτης
Μιχαήλ Κομνηνός Αφεντούλιεφ. 

Και στο υστερόγραφο του σημειώνει:
Κάμετε μας και άλλην καλωσύνην αναμεταξύ εις τες τόσες, ήγουν να μας προβλέψετε 250 έως 300 τζουβάλια, από τα οποία έχομεν μεγαλωτάτην ανάγκην και μας λείπουν τελείως, και στείλετέ μας και τον λογαριασμόν διά να σας εμβάσωμεν με πάσαν ευχαρίστησιν μας το κόστος τους. 
Ο ίδιος
Μ.Κ. Αφεντούλιεφ. 

Η πλέον αξιοπρόσεχτη συμβολή του Αφεντούλιεφ ήταν το μεγάλο ενδιαφέρον που επέδειξε για το ζήτημα της Επανάστασης, ήδη από την άφιξή του στο νησί, καθώς και η αδιάκοπη προσπάθειά του, μέσω της αλληλογραφίας του, να παρακινήσει και να ξυπνήσει το ενδιαφέρον των εκτός Κρήτης για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο λαός από την τουρκική θηριωδία. Και πράγματι η ογκώδης αυτή αλληλογραφία, που αξίζει περεταίρω προσοχής, αποτελεί ένα σπουδαίο κεφάλαιο στην ιστορία της Κρητικής επανάστασης του 1821. Διότι μέσω αυτής πληροφορούμαστε τόσο για τα ιστορικά γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους, όσο και για άλλα θέματα (διοικητικά, οικονομικά, κοινωνικά προβλήματα της καθημερινότητας κ.ά.) σχετικά με τον αγώνα του Κρητικού λαού 200 χρόνια πριν! 
Ο ηρωικός και αιματοβαμμένος αυτός αγώνας των Κρητικών πέρασε από διάφορες φάσεις, όμως άργησε πολύ να βρει ανταπόκριση, καθότι η Κρήτη με απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων δεν ενσωματώθηκε στο ελληνικό κράτος, που δημιουργήθηκε με τη συνθήκη του Λονδίνου (22 Ιανουαρίου/4 Φεβρουαρίου 1830), παρά τις αγωνιώδεις εκκλήσεις των Κρητικών αγωνιστών. Αντιθέτως, παραχωρήθηκε στον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου για 10 χρόνια (1831-1841). Ο πόθος της ελευθερίας της Κρήτης εκπληρώθηκε τελικά το 1913 όταν μετά από διαρκείς αγώνες και θυσίες επετεύχθη η Ένωση με τη μητέρα Ελλάδα. 
Ο θυρεός και η σφραγίδα του Γενικού Επάρχου Κρήτης, Μιχαήλ Κομνηνού Αφεντούλιεφ. 
Πηγή: Δετοράκη Θ., Σφραγίδες Κρητικής Ελευθερίας (1821)
Στέλλα Μαρινάκη