Ο Νικόλαος Ρενιέρης γεννήθηκε στα 1758 στη θέση Παλαιά Ρούματα της περιοχής Κισάμου, Χανίων Κρήτης, καταγόμενος, σύμφωνα με τον Σάθα από την βενετική οικογένεια των Renier. Σπούδασε ιατρική στο Μονπελιέ της Γαλλίας και στην Πίζα της Ιταλίας. Άσκησε το ιατρικό επάγγελμα έως την έναρξη της Επανάστασης, οπότε και κατέφυγε στα Κύθηρα, διωκόμενος από τους Οθωμανούς. Εκλέχθηκε πληρεξούσιος της Κρήτης στην Γ’ Εθνοσυνέλευση. Αν και σε προχωρημένη ηλικία, ο Ρενιέρης εξελέγη, ύστερα από πρόταση του Κολοκοτρώνη, τον Ιούνιο του 1827 στη θέση του προέδρου της Βουλής. Μετά την εκλογή του, η Βουλή παρέμεινε αρχικά στον Πόρο και την Ερμιόνη, ενώ είχε αποφασιστεί να εγκατασταθεί στο Ναύπλιο, την έδρα της Κυβέρνησης. Με την ανάληψη της προεδρίας από το Ρενιέρη στις 20 Ιουνίου 1827 η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να ακυρώσει παράνομες εκποιήσεις εθνικών κτημάτων που είχαν προηγηθεί, επέτρεψε τον υπό όρους εποικισμό της χώρας από ορθοδόξους για τη δημογραφική της τόνωση, προέβλεψε ειδικό συμβούλιο για την προώθηση συμβιβασμού με τους Οθωμανούς και ασχολήθηκε με την αναπλήρωση του κυβερνήτη Καποδίστρια έως την άφιξή του.
Το σώμα της Βουλής και ο πρόεδρός της Ρενιέρης έφτασαν τελικά και εγκαταστάθηκαν στο Ναύπλιο στις 30 Μαΐου 1827, όταν ο πρόεδρος έκρινε – με τη συμπαράσταση και του Κολοκοτρώνη – ότι υπήρχαν πια οι ελάχιστες εγγυήσεις ασφάλειας έναντι των πολιτικών αντιπάλων. Τους επόμενους μήνες έως την άφιξη του Καποδίστρια η αποδιοργανωμένη κυβέρνηση εξαρτιόταν από τη Βουλή, η οποία με τη σειρά της παρακώλυε διαδικαστικά και ακύρωνε τις όποιες επείγουσες πρωτοβουλίες των υπουργών.
Ο Ρενιέρης μαζί με τους βουλευτές, αμέσως μετά την άφιξη του Καποδίστρια και υπακούοντας στην επιθυμία του, εξέδωσαν και υπέγραψαν στην Αίγινα Ψήφισμα (18 Ιανουαρίου 1828), με το οποίο συγκαλούσαν νέα εθνοσυνέλευση. Επίσης, καταργούσαν τη Βουλή και στη θέση της ίδρυσαν ένα συμβουλευτικό όργανο, το Πανελλήνιο, τα μέλη του οποίου θα όριζε ο κυβερνήτης. Τότε ο Καποδίστριας, κάτω από την πίεση των έκτακτων και πιεστικών συνθηκών και με δεδομένες τις επιταγές προηγούμενων αποφάσεων της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας, έλαβε από τη Βουλή, με τη συναίνεση του προέδρου της Ρενιέρη, τον πλήρη έλεγχο της νομοθετικής εξουσίας. Ο Ρενιέρης, απολαμβάνοντας της εμπιστοσύνης του Καποδίστρια, ορίστηκε μέλος του Πανελληνίου και προσωρινός πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομίας. Τον Οκτώβριο του 1829 ο Καποδίστριας τον έστειλε στην Κρήτη ως αντιπρόσωπό του, όπου και ανέλαβε πρόεδρος του λεγόμενου Κρητικού Συμβουλίου. Τότε μάλιστα ανέλαβε την πρωτοβουλία να ηγηθεί επαναστατικής κίνησης με την ευκαιρία της παρουσίας τμήματος του στόλου των Μεγάλων Δυνάμεων.
Ανήκε στα ηγετικά στελέχη της ρωσόφιλης Φιλορθόδοξης Εταιρείας, μαζί με τους Γεώργιο Καποδίστρια (μικρότερο αδελφό του κυβερνήτη), το Μακεδόνα Εμμανουήλ Παπά και το Νικηταρά. Επιδίωξη της Εταιρείας αποτελούσε η απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, η πίεση προς τον Όθωνα να ασπαστεί το ορθόδοξο δόγμα, όπως και η εν γένει ενίσχυση της Ορθοδοξίας που, κατά την εκτίμησή τους, κινδύνευε. Εξαιτίας της συνωμοτικής δράσης της Εταιρείας, ο Ρενιέρης συνελήφθη στις Σπέτσες το Δεκέμβριο του 1839, ενώ ετοιμαζόταν να διαφύγει στα Επτάνησα. Παρά την αντιπολιτευτική του δράση με το «ρωσικό» κόμμα, κατείχε επί μακρόν τη θέση του συμβούλου επικρατείας, ενώ το 1844 ορίστηκε γερουσιαστής. Πέθανε στην Αθήνα το 1847 σε ηλικία 89 ετών.
Το σώμα της Βουλής και ο πρόεδρός της Ρενιέρης έφτασαν τελικά και εγκαταστάθηκαν στο Ναύπλιο στις 30 Μαΐου 1827, όταν ο πρόεδρος έκρινε – με τη συμπαράσταση και του Κολοκοτρώνη – ότι υπήρχαν πια οι ελάχιστες εγγυήσεις ασφάλειας έναντι των πολιτικών αντιπάλων. Τους επόμενους μήνες έως την άφιξη του Καποδίστρια η αποδιοργανωμένη κυβέρνηση εξαρτιόταν από τη Βουλή, η οποία με τη σειρά της παρακώλυε διαδικαστικά και ακύρωνε τις όποιες επείγουσες πρωτοβουλίες των υπουργών.
Ο Ρενιέρης μαζί με τους βουλευτές, αμέσως μετά την άφιξη του Καποδίστρια και υπακούοντας στην επιθυμία του, εξέδωσαν και υπέγραψαν στην Αίγινα Ψήφισμα (18 Ιανουαρίου 1828), με το οποίο συγκαλούσαν νέα εθνοσυνέλευση. Επίσης, καταργούσαν τη Βουλή και στη θέση της ίδρυσαν ένα συμβουλευτικό όργανο, το Πανελλήνιο, τα μέλη του οποίου θα όριζε ο κυβερνήτης. Τότε ο Καποδίστριας, κάτω από την πίεση των έκτακτων και πιεστικών συνθηκών και με δεδομένες τις επιταγές προηγούμενων αποφάσεων της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας, έλαβε από τη Βουλή, με τη συναίνεση του προέδρου της Ρενιέρη, τον πλήρη έλεγχο της νομοθετικής εξουσίας. Ο Ρενιέρης, απολαμβάνοντας της εμπιστοσύνης του Καποδίστρια, ορίστηκε μέλος του Πανελληνίου και προσωρινός πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομίας. Τον Οκτώβριο του 1829 ο Καποδίστριας τον έστειλε στην Κρήτη ως αντιπρόσωπό του, όπου και ανέλαβε πρόεδρος του λεγόμενου Κρητικού Συμβουλίου. Τότε μάλιστα ανέλαβε την πρωτοβουλία να ηγηθεί επαναστατικής κίνησης με την ευκαιρία της παρουσίας τμήματος του στόλου των Μεγάλων Δυνάμεων.
Ανήκε στα ηγετικά στελέχη της ρωσόφιλης Φιλορθόδοξης Εταιρείας, μαζί με τους Γεώργιο Καποδίστρια (μικρότερο αδελφό του κυβερνήτη), το Μακεδόνα Εμμανουήλ Παπά και το Νικηταρά. Επιδίωξη της Εταιρείας αποτελούσε η απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, η πίεση προς τον Όθωνα να ασπαστεί το ορθόδοξο δόγμα, όπως και η εν γένει ενίσχυση της Ορθοδοξίας που, κατά την εκτίμησή τους, κινδύνευε. Εξαιτίας της συνωμοτικής δράσης της Εταιρείας, ο Ρενιέρης συνελήφθη στις Σπέτσες το Δεκέμβριο του 1839, ενώ ετοιμαζόταν να διαφύγει στα Επτάνησα. Παρά την αντιπολιτευτική του δράση με το «ρωσικό» κόμμα, κατείχε επί μακρόν τη θέση του συμβούλου επικρατείας, ενώ το 1844 ορίστηκε γερουσιαστής. Πέθανε στην Αθήνα το 1847 σε ηλικία 89 ετών.