Ο Νικόλαος Χάρχαλης ( Χαρχαλάκης) γεννήθηκε το 1884 στα Χαρχαλιανά Κισσάμου, περιοχή με μεγάλη με μεγάλη μουσική παράδοση, που είχε αναδείξει πολλούς και σπουδαίους μουσικούς.
Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σολίστες του βιολιού στη δυτική Κρήτη και η καλλιτεχνική παρουσία του σφράγισε έντονα και για πολλές δεκαετίες
τη μουσική συνείδηση του λαού της περιοχής των Χανίων. Η πιο πλούσια και καρποφόρα από πλευράς καλλιτεχνικής δραστηριότητας περίοδος για το Χάρχαλη ήταν από το 1910 έως το 1940. Την περίοδο αυτή και συγκεκριμένα το 1928, με συνεργάτη το σπουδαίο λαουτιέρη της εποχής εκείνης Σταύρο Μαυροδημητράκη ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο, που περιείχε δύο περίφημα συρτά: τον "Χανιώτικο" και τον "Αποκορωνιώτικο συρτό", που σήμερα θεωρούνται κλασικά και οι συγκεκριμένες δισκογραφικές τους εκτελέσεις θεωρούνται από τις πιο αξιόλογες εμπεριέχουν δε και το σπουδαίο και ιδιόμορφο τραγούδι του Χάρχαλη.
Υπάρχει η άποψη ότι το ταλέντο είναι μια μορφή κληρονομιάς. Όπως και μια άλλη άποψη ότι είναι αποτέλεσμα παιδείας και καλλιέργειας. Ο Νικολής Χάρχαλης είχε κληρονομήσει το μουσικό ταλέντο από τους προγόνους του, αλλά και το καλλιέργησε στην πορεία. Από τους λίγους μουσικούς που το όνομα τους σήμερα παραπέμπει σε ιερό ευαγγέλιο. Τον είπαν πρωτομάστορα, δάσκαλο, θεμέλιο λίθο, θρύλο. Ίσως όλα αυτά μαζί. Το ψεγάδι στο παίξιμο του ήταν μια λέξη ανύπαρκτη. Ο ίδιος, ποτέ με έπαρση, φρόντιζε να χαμηλώνει τους τόνους και τις οξείες που συνόδευαν το όνομα του.
Οι μαντινάδες του ταίριαζαν με τον χορευτή και με τον σκοπό που έπαιζε. Χώριζε την μαντινάδα και στο τελείωμα του σκοπού έλεγε την επόμενη χωρίς να βγει από τα μέτρα. Ήταν λαρυγγόφωνος, τραγουδούσε πολύ δυνατά και ψηλά έτσι ώστε να ακούγεται σε όλους, ιδιαίτερα τότε που τα μηχανήματα και τα μικρόφωνα ήταν ανύπαρκτα. Ποτέ δεν παρεκτράπηκε, δεν μέθυσε, δεν παρεξηγήθηκε με κανέναν κατά την διάρκεια του γλεντιού του. Αποχωριζόταν το πάλκο μόνο για να κατέβει στην τάβλα να τραγουδήσει με τον κόσμο ή όταν ήθελε να χορέψει με
την συνοδεία μόνο του λαγούτου. Και ένα λαμπρό χαρακτηριστικό ακόμα . Ποτέ δεν έπαιζε τον ίδιο σκοπό δεύτερη φορά, το ρεπερτόριο του άλλωστε ήταν πλουσιότατο.
Ποτέ δεν ονόμαζε τον εαυτό του συνθέτη, συνθέτες θεωρούσε όλους τους παλαιότερους. Όμως με την σειρά του και αυτός άφησε στην μουσική μας δύο κλασσικότατους συρτούς, τον Συρτό του Χάρχαλη ή Χαρχαλιανό το 1914 και τον Θερισσιανό ή Χαρχαλίστικο το 1923, συρτό αφιερωμένο στους Θερισσιανούς πολεμιστές της επανάστασης του 1905. Όταν δεν είχε γλέντια, η αυλή του γέμιζε από μικρά παιδιά που ήθελαν να μάθουν βιολί κοντά στον λαμπρό μουσικό. Σπάνιες όμως αυτές οι ανάπαυλες, ο Χάρχαλης έλειπε συνεχώς στα γλέντια, από την Κίσαμος και το Σέλινο, μέχρι τα Κερεμειά και τα Σφακιά, μέρες ολόκληρες, εβδομάδες.
Στα γλέντια του τον συντρόφευσαν με τις πενιές τους ο Σταύρος Μαυροδημητράκης, ο Γιώργης Κουτσουρέλης, ο Βασίλης Σκευάκης, ο Αντώνης Κλεινάκης, ο Στεφανής Λιονάκης, ο Λέφας κ.α.