Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.






Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΧΗ ΚΡΗΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΧΗ ΚΡΗΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 30 Μαΐου 2022

ΜΝΗΜΕΙΟ ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΠΛΑΤΑΝΟΥ : ΦΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Η ομιλία της φιλολόγου Πόπης Μαραθάκη στην εκδήλωση μνήμης και τιμής στους πεσόντες στο Μνημείο του Πλατάνου.

Φέτος, στην 81η επέτειο της μάχης της Κρήτης, το χωριό μας έχει τη χαρά, την τιμή και την περηφάνια να εγκαινιάζει έναν δικό του χώρο συλλογικής μνήμης, το δικό του μνημείο των πεσόντων του β’ παγκοσμίου πολέμου, μνημείο που θα μείνει ως παρακαταθήκη και σημείο αναφοράς στις επόμενες γενιές, για να μαθαίνει στους νέους ότι η μανία των ναζί κατακτητών δεν άφησε ούτε σπιθαμή κρητικής γης που να μην την είχε πατήσει και ατιμάσει, να μην είχε πράξει το κακό.
Για να συνεχίσει, όμως, ένα μνημείο να διατηρεί το σημασιολογικό του φορτίο, θα πρέπει να αφηγείται την ιστορία του. Αυτή την ιστορία θα προσπαθήσω να σας ξεδιπλώσω απόψε.
Το μνημείο μας αυτό εδώ, αφιερώνεται σε 34 δικούς μας πεσόντες του β΄ παγκοσμίου πολέμου και της μάχης της Κρήτης. Από αυτούς οι 2 κατάγονταν από το Σφηνάρι, οι 15 από την Γραμβούσα και οι 17 από το χωριό μας. 
Σεπτέμβριος του 1939. Ο Χίτλερ, αφού έχει προετοιμάσει μεθοδικά την πολεμική του μηχανή, επιτίθεται και κατακτά την μία μετά την άλλη τις χώρες της Ευρώπης. Ηρωικές ήταν οι μάχες που έδωσαν οι στρατιώτες μας! Όμως, παρά τη γενναία αντίστασή τους «Οι Ναζί διαβήκαν! 
Η Κρήτη μας, το νησί μας, αυτό «το θεριό που κείτεται στη θάλασσα» και αποτελεί σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών, στρατηγικό σημείο, βρέθηκε έξω από τα σχέδια του Χίτλερ; Δεν ενδιαφερόταν ο παράφρων αυτός ναζί να την κατακτήσει και να την κάνει ορμητήριό του; Η απάντηση, εδώ, μόνο θετική αποδείχτηκε! Κατέφυγε, μάλιστα, στην πρωτότυπη απόφαση να την κατακτήσει από αέρος με τη ρίψη αλεξιπτωτιστών.
Την υπεράσπιση του νησιού είχαν αναλάβει Βρετανοί, Νεοζηλανδοί και Αυστραλοί σύμμαχοι, καθώς και 10.000 Έλληνες στρατιώτες. Από τη θάλασσα θα περιφρουρούσε το νησί ο βρετανικός στόλος.
«…Μόνο να ρθείς την άνοιξη που βάνω τα καλά μου
που βλαστοσέρνουν τα κλαδιά
κι αριδαμώνει ο τόπος
που κιτρινίζει ο ασπάλαθος
κι αθεί το κατσοπρίνι…»
Πράγματι! Μάη μήνα, όταν η φύση βρίσκεται στα καλύτερά της, τότε που η ζωή ανασταίνεται, επέλεξε ο Γερμανός κατακτητής να ’ρθει. Έτσι, την Τρίτη 20 Μαΐου 1941, ο καταγάλανος και λαμπερός ουρανός της αλλάζει χρώμα, και το έντονο γαλάζιο της γίνεται σκοτεινό, όπως σκοτεινά ήταν και τα σχέδια των κατακτητών.
Νωρίς το πρωί, στις 7, αφού προηγήθηκε ένας σφοδρός βομβαρδισμός, τα αεροπλάνα αφήνουν τους πρώτους αλεξιπτωτιστές, γύρω στους 80, εδώ δίπλα μας, στον κάμπο του Καστελλιού.
Οι 200 περίπου κάτοικοι που είχαν συγκεντρωθεί από όλη την περιοχή και δρούσαν ως ελεύθεροι σκοπευτές, μαζί με τους Έλληνες στρατιώτες περικυκλώνουν τους Γερμανούς και μέχρι το μεσημέρι τους εξουδετερώνουν. Από τους 80 αλεξιπτωτιστές ελάχιστοι επέζησαν. Η έκβαση της μάχης ήταν θετική για τους Κισαμίτες!
Μια ώρα αργότερα, στις 8, με μεγαλύτερη ένταση και έκταση, σμήνη πέφτουν οι αλεξιπτωτιστές στο Μάλεμε, το αεροδρόμιο του οποίου αποτελεί και τον κεντρικό στόχο των Γερμανών. Ενώ τα στούκας εφορμούν σαν ακρίδες προς το έδαφος, οι αλεξιπτωτιστές πέφτουν ο ένας μετά τον άλλο σε όλη την περιοχή! Στον Γαλατά δίνονται σφοδρές μάχες.
Σ’ αυτές τις μάχες του Γαλατά, παίρνει μέρος και πέφτει γενναία μαχόμενος ένα δικό μας παιδί, ο στρατιώτης 
1. Γοναλάκης Ν. Στυλιανός από το Σφηνάρι. 
Τις επόμενες, όμως, μέρες ο αγώνας δεν εξελίσσεται νικηφόρα στο Μάλεμε. 
Η υπόλοιπη, ωστόσο, Κρήτη αντέχει και ανθίσταται πεισματικά. Στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο οι μάχες συνεχίζονται άγριες…
Σ’ αυτές τις μάχες, πολέμησαν και έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι, στις 23 Μαΐου 1941, τα αδέλφια 
2. Καστανάκης Γ. Ιωάννης, ενωματάρχης, στη μάχη του Ρεθύμνου και 
3. Καστανάκης Γ. Μιχάλης, χωροφύλακας, στη μάχη του Ηρακλείου καθώς και οι 
4. Περράκης Χ. Γιάννης, δεκανέας και 
5. Ρεβελάκης Χαράλαμπος, στρατιώτης. Και οι 4 από την περιοχή της Γραμβούσας.
Μετά από δέκα μέρες τιτάνιου και πεισματικού αγώνα λαού, στρατού και συμμάχων, το ηρωικό μας νησί δεν αντέχει άλλο. Κατακτιέται, αλλά ποτέ δεν παραδίνεται. 
Από εκείνη την αποφράδα μέρα αρχίζει η φρικτή περίοδος της Κατοχής. Βασανιστήρια, εκτελέσεις, πείνα, καταστροφές αλλά και πεισματική αντίσταση των Κρητικών. 
« Χίτλερ να μην το καυχηθείς πως πάτησες την Κρήτη
Ξαρμάτωτη την ηύρηκες και λείπαν τα παιδιά τση…» τραγούδησε αργότερα…
Πλάτανος. Ένα φιλήσυχο αγροτικό χωριό, φυτεμένο μαζί με το ομώνυμο δέντρο του κατά τη δύση, στα ριζά ενός λόφου, μακριά από τη θάλασσα, στους πρόποδες της απόληξης των Λευκών ορέων, στις υπώρειες του βουνού Μάννα. Άσπρα φτωχικά σπιτάκια διάσπαρτα κατά μήκος των ριζών του λόφου. 
Τρίτη 20 Μαΐου 1941. Το χωριό ξυπνά, όπως κάθε μέρα, πολύ νωρίς και ετοιμάζεται για τον αγώνα της καθημερινής επιβίωσης. Νοικοκυρές με βιαστικά βήματα τρέχουν να προλάβουν τις δουλειές του σπιτιού, να ετοιμάσουν την πολυμελή οικογένειά τους και να γεμίσουν το σακούλι με το μεσημεριανό, για το χωράφι. Οι άντρες πάλι ετοιμάζουν τα ζώα τους, τις αγελάδες, τα γαϊδούρια, τα μουλάρια. Όλα μοιάζουν ήρεμα, παρά την εσωτερική ανησυχία που διαπερνά τις ψυχές όλων με τα νέα του πολέμου που καταφτάνουν, άσχημα, συνεχώς από την Αθήνα και αλλού. Η μέρα, ωστόσο, μοιάζει ότι θα κυλήσει ήρεμα…
Ξαφνικά, ένας εκκωφαντικός θόρυβος από μακριά, κατά τη μεριά της Πελοποννήσου, τους παγώνει όλους. Αμέτρητα αεροπλάνα σε σμήνη κάνουν την εμφάνιση τους, σχίζουν τον αέρα, και κατευθυνόμενα προς τον Προφήτη Ηλία εξαφανίζονται. Σε λίγο κι άλλα και μετά κι άλλα σκορπάνε τον πανικό παντού.
Οι άνθρωποι, πανικόβλητοι μαζεύουν γρήγορα- γρήγορα ό,τι πρόχειρο βρίσκουν και απομακρύνονται από τα σπίτια τους, καταφεύγοντας σε απομακρυσμένα μέρη και σε κοντινές σπηλιές για να κρυφτούν. Ο Φαραντόσπηλιος, ο Γωνόσπηλιος, οι Χάσκοντες, τα Λαγκά, το Λακοπίθι, η Λυγιά αποκτούν ξαφνικά ζωή. Επισκιασμένη από φόβο! Του άγνωστου και αβέβαιου. Το φόβο του πολέμου.
ΟΒΙΔΕΣ - ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΙ
Τα αεροπλάνα συνεχίζουν για μέρες τον βομβαρδισμό σκορπώντας 
τον θάνατο… Ρίχνουν ασταμάτητα βόμβες. Μία από αυτές πετυχαίνει τον χωριανό μας 
6. Ανουσάκη Γιάννη (Κακνή) στις 26 Μαΐου 1941. Το χωριό μας μετρά το πρώτο του θύμα. Δεν είναι όμως και το τελευταίο. Ακολουθεί ο 
7. Λαμπρινάκης Γεώργιος σε άγνωστη για μας χρονική στιγμή 
8. ο Ανουσάκης Ανδρέας, για τον οποίο ο αείμνηστος στρατηγός Καστανάκης Σπύρος, η προτομή του οποίου βρίσκεται δίπλα μας, αναφέρει ότι σκοτώθηκε από επιχειρήσεις.
Στο μνημείο αναγράφεται και το όνομα 
9. Λιγοψυχάκης Κυριάκος για τον οποίο δεν βρήκα πληροφορίες ως Κυριάκος. Βρήκα, όμως, με το όνομα Λιγοψυχάκης Κων/νος, ο οποίος σκοτώθηκε ανάμεσα στα έτη 1942-44 ή από νάρκη ή από βομβαρδισμό, καθώς και το όνομα Λιγοψυχάκης Μιχαήλ, ο οποίος έχασε τη ζωή του την πρώτη μέρα της επίθεσης, στο Καστέλλι, όταν πηγαίνοντας να αφοπλίσει έναν αλεξιπτωτιστή που τον νόμιζε νεκρό, ο ναζί τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Πρόκειται για ένα, δύο ή για τρία πρόσωπα; 
Στο μνημείο μας περιλαμβάνεται και ο 
10. Λυκάκης Βασίλειος, ο οποίος σκοτώθηκε στις 20 Μαΐου 1944, στο Καστέλλι, στο Τελωνείο, από ατυχή συμμαχικό βομβαρδισμό.
Μετά από μέρες, όταν πια η Κρήτη ολάκερη πέφτει στα χέρια των Γερμανών ναζί, σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του χωριού μας επιστρέφουν στα σπίτια τους. Η ζωή, όμως, δεν είναι όπως πριν. Οι Γερμανοί έχουν εισβάλει ήδη στο χωριό και ελέγχουν τα πάντα.
Από την πρώτη, κιόλας μέρα, αρχίζουν τις λεηλασίες, σε μαγαζιά και σε σπίτια, οργανώνουν το στρατηγείο τους, στήνουν φυλάκια μέσα στο χωριό αλλά και στον Άγιο Κωνσταντίνο για να ελέγχουν και την παράκτια ζώνη, επιτάσσουν σπίτια, ζώα και αγαθά και μαζεύουν όλο τον κόπο των κατοίκων για τις δικές τους ανάγκες. Όλη η παραγωγή, το αλεύρι, το λάδι κ.α. επιτάσσονται εκτός από ελάχιστα που κρύβονται καλά σε κρυψώνες και αμπάρια που δεν μπορούν να τα ανακαλύψουν οι Γερμανοί κατακτητές. Η πείνα είναι το επακόλουθο όλης αυτής της λεηλασίας και της αφαίμαξης της τροφής. 
ΝΑΡΚΕΣ. Πράξη βάρβαρης νοοτροπίας.
Στα θύματα του πολέμου, βεβαίως, ανήκουν και εκείνοι που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής από εκρηκτικούς μηχανισμούς, νάρκες κυρίως, τις οποίες είχαν τοποθετήσει οι Ναζί στις παράκτιες περιοχές μας, για να αποτρέψουν αποβάσεις συμμαχικών δυνάμεων από τη θάλασσα. 
Από αυτές τις νάρκες, προέκυψε για τα χωριά μας η μεγαλύτερη και η πιο ανείπωτη τραγωδία. Πολλοί, κυρίως νέοι, είτε από άγνοια, είτε από περιέργεια, είτε από υπερβολική αυτοπεποίθηση, ή και από ανάγκη ακόμα, πλησίαζαν το επικίνδυνο αυτό υλικό, το έπαιρναν και πάμπολλες φορές η κατάληξη ήταν ακρωτηριασμός ή και θάνατος. 
Από τέτοιους εκρηκτικούς μηχανισμούς τόσο στα χρόνια της Κατοχής όσο και αργότερα έχασαν τη ζωή τους 18 συνολικά άντρες των χωριών μας. 
Από αυτούς οι 9 κατάγονταν από τα Κάτω Μεσόγεια, οι : 
11. Καστανάκης Δημήτρης 
12. Κοκκινάκης Εμμανουήλ 
13. Μιχελιουδάκης Χαράλαμπος 
14. Ντοκάκης Δημήτρης 
15. Παπαδοδημητράκης Δημήτριος
16. Ρημαντωνάκης Μανόλης
17. Σταματάκης Θεόδωρος
18. Σκαράκης Σταύρος και ο
19. Τσικαλάκης Γιώργος 
Στην περιοχή του Σφηναριού έχασε τη ζωή του, και αυτός από νάρκη, ο απο τον Πλάτανο καταγόμενος 
20. Κουφογιαννάκης Βασίλειος.
Εδώ στο χωριό μας έχασαν τη ζωή τους ταυτόχρονα από την έκρηξη της ίδιας νάρκης 5 παιδιά: 
21. Ο Λυκάκης Λευτέρης 
Τα αδέλφια 
22. Κατερουδάκης Βασίλης και
23. Κατερουδάκης Γιώργος και 
τα επίσης αδέλφια 
24. Κατζουράκης Μ. Παντελής (24 ετών) και
25. Κατζουράκης Μ. Χαράλαμπος (14 ετών) 
νεαρά παιδιά όλοι τους, οι οποίοι την ώρα που περιεργάζονταν μία νάρκη, που είχε μεταφερθεί από την Παχιά Άμμο στην γειτονιά των Αγίων Πάντων, και ανυποψίαστοι για τον κίνδυνο που διέτρεχαν, έσκασε η νάρκη και… τα πέντε παιδιά αφανίστηκαν! Τρεις οικογένειες βυθίστηκαν σε ανείπωτη θλίψη!
Η τραγωδία της οικογένειας Κατζουράκη Μιχάλη, δυστυχώς, δεν τέλειωσε εδώ. Και τρίτος γιος, 26. ο Πέτρος, πέφτει θύμα του ναρκοπεδίου της Παχιάς Άμμου, σε διαφορετική, όμως, χρονική στιγμή.
Άλλη περίπτωση, ήταν των αχώριστων φίλων 
27. Ανουσάκη Αριστείδη, 24 ετών, και του συνομήλικού του 
28. Ραφτάκη Γιάννη, οι οποίοι, καθώς επέστρεφαν, βράδυ, με καΐκι από το νησί της Γραμβούσας, προσέκρουσαν σε θαλάσσια νάρκη. 
Μάχη του Ατλαντικού
Θύματα υπήρξαν και σε τορπιλισμούς καραβιών κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις, στη λεγόμενη μάχη του Ατλαντικού. Εκεί έχασε τη ζωή του 
29. Ο Αννουσάκης Βασίλης του Γεωργίου, ο οποίος εργαζόταν ως Β΄ μηχανικός, σε εμπορικό πλοίο, το «Νικοκλής», το οποίο τορπιλίστηκε από ιταλικό υποβρύχιο, κοντά στα νησιά Αζόρες και βυθίστηκε μέσα σε λίγα λεπτά. Τα νερά του Ατλαντικού έγιναν τότε ο τάφος 16 αντρών. Όλοι τους Έλληνες. Το ημερολόγιο έγραφε τότε 14 Ιουλίου 1941. 
Στρατόπεδα συγκέντρωσης – Μαουτχάουζεν
Τα χωριά μας γνώρισαν, επίσης, τη σκοτεινή και απάνθρωπη πλευρά και των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Χιλιάδες αθώων είχαν οδηγηθεί σ’ αυτά τα κολαστήρια θανάτου. Στο Νταχάου της Γερμανίας είχαν κρατηθεί και οι αιχμάλωτοι του αλβανικού μετώπου χωριανοί μας, Ραφτάκης Γιάννης και Λυκάκης Χρήστος, οι οποίοι, ευτυχώς, επέζησαν και μετά από ταλαιπωρίες και περιπέτειες 7 χρόνων επέστρεψαν στον τόπο τους.
Οι περισσότεροι, όμως, κρατούμενοι των στρατοπέδων δεν άντεξαν τα άγρια και απάνθρωπα ναζιστικά βασανιστήρια και πέθαναν εκεί. Ένας από αυτούς ήταν ο 
30. Θεοδωράκης Μ. Γεώργιος, ο οποίος γεννημένος στο Σφηνάρι το 1890, βρέθηκε κρατούμενος στην Αυστρία, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν με το νούμερο 65142.
Σύμφωνα με μαρτυρίες συγγενών του είχε συλληφθεί το φθινόπωρο του 1943, στα Μόδια, στο εκεί ποιμνιοστάσιό του, το οποίο χρησιμοποιούσαν ως καταφύγιο αντιστασιακοί της περιοχής, γεγονός που είχε καταδοθεί στους Γερμανούς. Ένα απόσπασμα, λοιπόν, 6-7 Γερμανών αλπινιστών τους επιτίθεται. Ο Θεοδωράκης συλλαμβάνεται! Οδηγείται, αρχικά, στο Καστέλλι κι έπειτα στο κέντρο κράτησης στην Αγυιά. Εκεί, για όσο καιρό παραμένει, τον επισκέπτονται συγγενείς του καθώς και η έγκυος γυναίκα του. Κάποια στιγμή, όμως, τα ίχνη του χάνονται. Οι οικείοι του μαθαίνουν ότι είχε οδηγηθεί στη Γερμανία.
Χρόνια αργότερα, κάποιος επιζών συγκρατούμενός του, τους ενημέρωσε ότι ο άνθρωπός τους είχε οδηγηθεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν της Αυστρίας και ότι εκεί είχε αφήσει την τελευταία του πνοή, τον Αύγουστο του 1944. 
Στο σημείο αυτό επιτρέψτε μου, να αναφερθώ στην εμπειρία μου από την επίσκεψή μου, μαζί με μαθητές μου, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Αουσβιτς, στην Πολωνία. Ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία! Μια επίσκεψη ζωής που, όταν την κάνεις, σε ακολουθεί και σε σημαδεύει για πάντα! 
Καθώς βλέπεις τα στοιβαγμένα σε προθήκες, τόνους τα γυναικεία μαλλιά, τα χιλιάδες ανδρικά, παιδικά και γυναικεία παπούτσια, τα εκατοντάδες γυαλιά οράσεως και τις πάμπολλες φωτογραφίες των έγκλειστων με τις ριγέ πιτζάμες, μόνο φρίκη, αποτροπιασμό και τρόμο νιώθεις! Τι να πω δε, όταν αντικρίζεις τους φούρνους – κρεματόρια ή όταν μπαίνεις στις αίθουσες των θαλάμων αερίων! Η αίσθησή σου είναι ότι θα είσαι και εσύ ένα από τα θύματα! Εκεί το σύνθημα ποτέ πια φασισμός παίρνει το βαθύτερο νόημά του.
ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ
Οι Γερμανοί από τις πρώτες κιόλας μέρες, προχώρησαν σε άγριες και εν ψυχρώ εκτελέσεις άμαχου πληθυσμού. Τέτοιες θανατώσεις έγιναν στα Κάτω Μεσόγεια, τη δεύτερη μέρα της μάχης, στις 22 Μαΐου 1941, όπου εν ψυχρώ εκτέλεσαν τους
31. Ρεβελάκη Ε. Κωνσταντίνο και 
32 . Ρημαντωνάκη Ι. Δημήτρη 
Εδώ, στον Πλάτανο, έγιναν δύο εκτελέσεις. Η πρώτη έγινε στην κεντρική πλατεία, στην αυλή του τότε καφενείου του Σκουλιαντώνη. Οι Γερμανοί πυροβόλησαν σχεδόν εξ επαφής, και εν ψυχρώ εκτέλεσαν τον 
33. Κυριάκο Μαραθάκη του Αντωνίου, (1880-1941) στις 27 Μαΐου 1941, ως τιμωρία για τη συμμετοχή του στη μάχη του Καστελλιού. Ο ίδιος μαζί με την γυναίκα του, την Αρετή, είχαν αρνηθεί να καταφύγουν για προστασία στις γειτονικές σπηλιές και έτσι οι Ναζί εισβολείς τον βρήκαν και τον εκτέλεσαν.
Δεύτερη εκτέλεση στο χωριό μας έγινε στα μαύρα χρόνια της Κατοχής, μάλλον το 1943, και αυτή ήταν του 
34. Μάνου Κατζουράκη, (1920-1943), ενός 24/χρονου παλληκαριού.
Σε έφοδο και έλεγχο των Γερμανών στο σπίτι τους, βρίσκουν κρυμμένο ένα όπλο, παρά την αυστηρή διαταγή για αφοπλισμό. Οι Ναζί τον καταζητούν και τον ψάχνουν παντού. Δεν τον βρίσκουν. Ο Μάνος καταφέρνει και για μερικές μέρες αποφεύγει τη σύλληψη! Οι Γερμανοί, όμως, επιμένουν μέχρι που ο Μάνος περνά από την πλατεία του χωριού. Και εκεί δεν αργεί να γίνει το κακό. Κάποιος/οι – δυστυχώς δικός μας- υποδεικνύουν στους κατακτητές τον Μάνο, οι οποίοι αμέσως τον συλλαμβάνουν και τον οδηγούν στο κρατητήριο. Κάποιες μέρες παραμένει κρατούμενος εκεί. Η απόφαση μιλά, όμως, για εκτέλεση!
Όπως αφηγούνται συγγενείς του, την προγραμματισμένη της εκτέλεσης μέρα, ένας από τους φρουρούς του, Γερμανός, του δίνει μια στάμνα και τον στέλνει στην πηγή της Ανευρετής να την γεμίσει νερό. Ήταν ευκαιρία να δραπετεύσει! Το μπορούσε! Δεν το έπραξε, όμως, φοβούμενος τις απειλές των ναζί, ότι θα κάψουν το χωριό, αν δραπέτευε. Γεμίζει τη στάμνα με νερό και θαρραλέα, παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Το δρόμο για τον βέβαιο θάνατο! Το γνωρίζει, αλλά δεν δειλιάζει. 
Στη διαδρομή συναντά την αδελφή του. Την πλησιάζει. Συνομιλούν για λίγο. Για τελευταία φορά! Βγάζει το ρολόι από το χέρι του, της το δίνει, λέγοντάς της «δεν μου χρειάζεται πια». Εκείνη, αγκαλιάζοντάς τον, το παίρνει ως έσχατο αναμνηστικό.
Οι Γερμανοί τον περιμένουν. Τον αρπάζουν, του κλείνουν τα μάτια και τον στήνουν στον τοίχο. Στη θέση που είναι σήμερα το κάτω Ελαιουργείο! Ένας εκκωφαντικός πυροβολισμός διαπερνά όλο το χωριό. Μεταφέρει το μήνυμα παντού. Ο Μάνος βρίσκεται κατά γης! Σπαρακτικός ακούγεται ο θρήνος της αδελφής! 
Αυτά ήταν μόνο μερικά από τα δεινά που γνώρισε η περιοχή μας από τον βάρβαρο Ναζί. Σε άλλα μέρη της χώρας μας και του νησιού μας η βαρβαρότητα περίσσεψε κι εκεί. Ας μνημονεύσουμε εδώ τις σφαγές στην Μαλάθυρο, την Κάντανο, το Κοντομαρί, τη Βιάννο, τα Καλάβρυτα, την Καισαριανή και αλλού. Παντού φρίκη! Ας επισημάνουμε, επίσης ότι το ζήτημα των γερμανικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων ακόμη εκκρεμεί! 
Σήμερα, εμείς, με αυτό εδώ το μνημείο, αποδίδουμε έμπρακτα τιμή και δόξα στους δικούς μας ανθρώπους, στους δικούς μας νεκρούς και ταυτόχρονα εκφράζουμε τη θέλησή μας να κρατηθεί ζωντανή η ιστορική μας μνήμη, στις πραγματικές της διαστάσεις μακριά από κάθε παραποίηση και στρογγύλεμα, μακριά από κάθε αλλοίωση και ωραιοποίηση που, δυστυχώς, επιχειρείται τελευταία να επιβληθεί ως ιστορική άποψη. 
Αυτό εδώ το μνημείο, ας αποτελέσει τον φάρο, που θα κρατήσει άσβηστο το φως της μνήμης μας, ας αποτελέσει την απόδειξη ότι η φλόγα που καθοδήγησε τις ψυχές των προγόνων μας να αντισταθούν άοπλοι σε υπέρτερες από αυτούς δυνάμεις, και να ορθώσουν το ανάστημά τους στον φασισμό, θα καθοδηγούν τα βήματά μας στο χρόνο, δημιουργικά και ειρηνικά.
Σ’ αυτό το σημείο, επιβάλλεται να τονίσουμε ότι και σήμερα ένας άλλος άγριος πόλεμος, με σάρκα και οστά, μαίνεται δίπλα μας, στη γειτονιά μας, υπενθυμίζοντάς μας ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και αυτονόητο, και καθιστώντας πιο ζωντανό και επίκαιρο από ποτέ το σύνθημα 
ΟΧΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ ΝΑΙ ΣΤΗ ΖΩΗ
Τιμή και δόξα σε όλα τα θύματα ! 
Σας ευχαριστώ

Παρασκευή 20 Μαΐου 2022

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΙΑ

Η ομιλία του εκπαιδευτικού Σπανουδάκη Αντώνη στην εκδήλωση για την Μάχη της Κρήτης στο Κάμπο των Καλλεργιανών στις 19-05-2022.
Κυρίες και Κύριοι,
Ήταν ένα μαγεμένο πρωινό. Ο ήλιος είχε αρχίσει να ξεπροβάλλει από την Ανατολή, λαμπρός, χρυσαφένιος, και έπνιγε με το φως του ολόκληρη την Κρήτη. Εκείνη την ημέρα όπως λέει και ο ποιητής «η φύση είχε βρει την γλυκιά και την καλή της ώρα».
81 χρόνια πίσω, στις 20 Μαΐου 1941, πριν μαραθούν τα λουλούδια στο πρωτομαγιάτικο στεφάνι και πριν θεριστούν τα μεστά στάχια, ο ουρανός σκοτείνιασε. Γέμισε σιδερένια πουλιά, που άφηναν να πέσουν και να προσγειωθούν στη Κρητική γη σαν «κλέφτες» ξενόφερτοι αλεξιπτωτιστές, αρχής γεννωμένης από τον κάμπο της Κισάμου.
Με τη μάχη της Κρήτης, όπως επικράτησε να λέγεται η επική αντίσταση των ηρωικών υπερασπιστών της Μεγαλονήσου απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου 1941, έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία, δεκάδες χιλιάδες σελίδες και περίπου 89 τραγούδια, με προεξέχουσα θέση τα ριζίτικα.
Δεν θα ήθελα να εξιστορήσω εδώ γεγονότα γνωστά και πολυδιαβασμένα, ούτε να σας υπενθυμίσω τους λόγους για τους οποίους χάθηκε η Κρήτη. Αυτό που θα ήθελα να σας παρουσιάσω είναι, τι ειπώθηκε και τι γράφτηκε την περίοδο εκείνη αλλά και αργότερα, για τη συμβολή του άμαχου πληθυσμού στην καθυστέρηση της πτώσης της Κρήτης, μία καθυστέρηση που επηρέασε σημαντικά το σχέδιο δράσης του Χίτλερ. Είναι χαρακτηριστικό το ερώτημα του Χίτλερ:« Γιατί η Κρήτη αντέχει ακόμα, ενώ ολόκληρη η Γαλλία έπεσε μέσα σε οκτώ ημέρες;» όπως και η απάντηση που του έδωσαν οι αξιωματικοί του: «Πουθενά σε καμία χώρα δεν αντίκρισε ο γερμανικός στρατός ένα τέτοιο φαινόμενο, να βρίσκεται αντιμέτωπος σε κάθε του βήμα με ένοπλους πολίτες, με γυναίκες, παιδιά και παπάδες». 
Οφείλουμε, επίσης, να τονίσουμε ότι η συμμετοχή του κρητικού λαού στη Μάχη της Κρήτης αποτελεί την πρώτη ένοπλη παλλαϊκή εθνική αντίσταση εναντίον του Άξονα.
Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του και ο αρχιστράτηγος των ιταλικών δυνάμεων στο αλβανικό μέτωπο Τζελόζο, όταν ξεκίνησε η Μάχη, η 5η Μεραρχία Κρητών δεν είχε γυρίσει στο νησί μετά την κατάρρευση του μετώπου στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αποστερώντας έτσι το νησί από ένα σημαντικό κεφάλαιο, την αξία του οποίου έχει παραδεχθεί. 
Έτσι, την άμυνα της νήσου ανέλαβαν, κυρίως οι έφηβοι και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, βοηθούμενοι και από τις γυναίκες, οπλισμένοι με ό,τι πρόχειρο βρέθηκε στα χέρια τους: παλαιά όπλα, μονόκανα, γκράδες που το βεληνεκές τους ξεπερνούσε τα 100 μέτρα, τσιφτέδες, μαυρομάνικα κρητικά μαχαίρια, σκαλίδες και ραβδιά, μπαστούνες, αν και με μεγάλη ευκολία θα μπορούσαμε να πούμε ότι το καλλίτερο όπλο τους ήταν το υψηλό ηθικό τους, τόσο, ώστε μόνο με εκφράσεις ειρωνείας  σχολίαζαν τις σχετικές πληροφορίες για την επικείμενη επίθεση.
Αυτοί οι πρόχειρα οπλισμένοι Κρητικοί ήρθαν αντιμέτωποι με 22.750 Γερμανούς στρατιώτες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ήταν αλεξιπτωτιστές, δηλ. ό,τι καλύτερο διέθετε ο στρατός του Γ΄ Ράιχ, οι οποίοι ήταν τέλεια εξοπλισμένοι για την εποχή τους. Κάθε αλεξιπτωτιστής έφερε μαζί του μυδράλιο, πιστόλι, χειροβομβίδες, φακό με 3 χρώματα, σουγιά πτυσσόμενο που με ένα κουμπί γινόταν δίκοπο μαχαίρι, μπρίκι, μικρό καμινέτο, φωτογραφική μηχανή και άφθονα φυσίγγια.
Ο μαχητής - αυτόπτης μάρτυρας και καθηγητής αργότερα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεώργιος Κουρμούλης στα απομνημονεύματά του έγραψε: «Αλεξίπτωτα κάθε χρώματος σκέπαζαν τον ουράνιο χώρο και κατέβαιναν γρήγορα στη γη με άντρες και κάθε είδους πολεμικό υλικό και εφόδια. Ρυμουλκούμενα ανεμόπτερα προσγειώνονταν ξαφνικά και αποβίβαζαν άριστα εξοπλισμένα αεραγήματα σε κάθε σημείο των προσβαλλόμενων περιοχών.
Εμβρόντητοι, προς στιγμήν, οι υπερασπιστές του εδάφους από το πρωτοφανές ουράνιο θέαμα, ρίχνονταν αμέσως στην πιο παράδοξη μάχη της μέχρι τότε πολεμικής ιστορίας, τον ορυμαγδό της οποίας αντιλάλησαν επί δέκα εικοσιτετράωρα οι βαρείς όγκοι των Λευκών Ορέων και του Ψηλορείτη».
Ο Γερμανός πτέραρχος Φον Στούντεντ, δημιούργημα του οποίου ήταν οι αλεξιπτωτιστές στο βιβλίο του για την Κρήτη γράφει σχετικά: «Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές είναι γεννημένοι από την ανάγκη να δημιουργηθεί η μεγάλη Γερμανία. Έχουν διαπαιδαγωγηθεί και ατσαλωθεί με θάρρος, για να προσφερθούν θυσία. Είναι ο τολμηρότερος και αξιολογότερος στρατός του Ράιχ. Εμπόδια δεν υπήρξαν ποτέ για το γερμανικό στρατό και πολύ περισσότερο για τους αλεξιπτωτιστές».
Και όταν ο τότε Έλληνας Πρωθυπουργός, Εμμανουήλ Τσουδερός, διεπίστωσε ότι ήταν πλέον αργά για κάθε πολεμική προετοιμασία και γνώριζε ότι ο αγώνας ήταν ήδη άπελπις, ανέτρεξε στην κρητική παλικαριά ζητώντας της να σώσει ό,τι μπορούσε από την τιμή της Ελλάδας. Στις 26 Απριλίου 1941, σε ομιλία του στην Εμπορική Λέσχη του Ηρακλείου, είπε μεταξύ άλλων: «Επικαλούμαι, εν ονόματι του Έθνους και του Βασιλέως, τον πατριωτισμόν, την σύνεσιν και την παλικαριά σας, δια να σώσωμεν την τιμή της πατρίδος και δια να βοηθήσωμεν ώστε, ούτε ημείς να γίνωμεν δούλοι, ούτε οι άλλοι αδελφοί μας να μένουν δούλοι. Ακούω τον όρκον σας, που δίνετε από μέσα σας, ότι δεν θα υποχωρήσετε προ οιουδήποτε κινδύνου. Αι υλικαί καταστροφαί θα ανορθωθούν. Μόνον εάν η τιμή εχάνετο, αυτήν μόνον δεν θα μπορούσαμεν να την επανακτήσωμεν»
Ας δούμε, λοιπόν,  πως παρουσιάζει αυτή τη λαϊκή συμμετοχή ο συνταγματάρχης Στυλιανός Καλλονάς σύμφωνα με έκθεση του που βρίσκεται στα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού: «Οι πολίται έσπευσαν εις το πεδίον της μάχης και όσοι ευρέθηκαν εις τους χώρους προσγειώσεως των αλεξιπτωτιστών, είτε ένοπλοι, είτε άοπλοι συνέβαλον τα μέγιστα εις την εξουδετέρωσιν τούτων. Μετά την σταθεροποίησιν των αεραγημάτων, η συμβολή των ιδιωτών ήτο καθορισμένη, ν’ απασχολούν δια των πυρών των  τυραννικώς τα οργανωμένα σημεία υπό των αεραγημάτων, αλλά και έτοιμοι να συμπτυχθώσι μόλις τα αεραγήματα εκινούντο επιθετικώς κατ΄αυτών. Επίσης, εις τας νυχτερινάς επιθέσεις εχρησιμοποιήθησαν λίαν επιτυχώς  ως οδηγοί, καθ΄ο γνώσται του εδάφους, ακόμη δε ως τροφοδόται και σύνδεσμοι εις το πεδίον της μάχης μεταξύ των στρατιωτικών τμημάτων.»
Ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, αναφέρει στο ημερολόγιό του: «Στο τραπέζι η Μάρω μου λέει τη διήγηση ενός Άγγλου αξιωματικού που γύρισε χτες βράδυ από το Ηράκλειο. Τ’ αλεξίπτωτα, με όλα τα χρώματα, πέφτοντας μέσα στο χαλάζι των γερμανικών πολυβόλων. Οι Κρητικοί, άλλοι χωρίς όπλα, άλλοι χωρίς φυσίγγια, πέφτοντας με τα χαντζάρια πάνω στον εχθρό, οι Νεοζηλανδοί με την ξιφολόγχη κι αυτοί χωρίς πολεμοφόδια. Το Ηράκλειο ζωσμένο από παντού, το λιμάνι του γεμάτο βουλιαγμένα καράβια και οι Κρητικοί λέγοντας στους Εγγλέζους :«Φύγετε εσείς, εμείς έχουμε τα βουνά.» Τα νοσοκομεία γκρεμισμένα πρώτα-πρώτα από τους βομβαρδισμούς. Γερμανοί αιχμάλωτοι ομολόγησαν πως το έκαναν επίτηδες, σύμφωνα με διαταγές, για να ρίξουν το ηθικό του κόσμου. Αφάνταστο μακελειό. Ο αξιωματικός αυτός άρχισε να κλαίει όταν του μιλούσαν για τους Κρητικούς.» 
Ο ίδιος ο Χίτλερ, ο οποίος ενημερωνόταν κατά τη διάρκεια της μάχης για την αγωνιστικότητα της Κρήτης δήλωσε : « Η λύσσα και η αγριότητα με την οποία ο πληθυσμός της Κρήτης πολεμά τους στρατιώτες του Ράιχ, μόνο στον πολωνικό πόλεμο παρατηρήθηκε.» 
Οι επίσημες εκτιμήσεις του Γερμανικού Επιτελείου Στρατού ανέφεραν, ότι: «πρόκειται για ένα σκληροτράχηλο, φιλελεύθερο λαό που στην καθημερινή του ζωή είναι εξοικειωμένος με τα όπλα. Η συμπεριφορά του πληθυσμού ήταν αβέβαιη. Θεωρήθηκε δυνατόν ότι, για να πετύχει το ίδιο ευνοϊκούς όρους, όπως ο πληθυσμός της ηπειρωτικής Ελλάδος, θα φερνόταν με συμπάθεια προς τις δυνάμεις του άξονα ή ότι θα έμενε τουλάχιστον ουδέτερος»
Γερμανός αξιωματικός σε επίσημη έκθεσή του, έγραφε: «Οι ίδιοι εμείς είχαμε πέσει για παρόμοιες πολεμικές επιχειρήσεις και στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά η αιφνιδιαστική και τρομακτική επίθεσή μας, σκόρπιζε τον πανικό στον άμαχο πληθυσμό και απομάκρυνε τους στρατιωτικούς που έτρεχαν να παραδοθούν. Ενώ στην Κρήτη κανένας δεν φοβόταν. Κανένας δεν έφευγε. Κανένας δεν παραδινόταν. Οι σφαίρες σφύριζαν στα αυτιά μας όταν ξεμπουκάραμε από την καταπακτή του αεροπλάνου και ώσπου να πέσουμε στην γη. Όσοι πατούσαμε το χώμα ζωντανοί, βλέπαμε ένα μαινόμενο πλήθος να μας επιτίθεται, χωρίς να φοβάται τα ανεπανάληπτα μας όπλα και τις χειροβομβίδες μας. Στην Κρήτη μόνο οι πέτρες δεν σηκώνονταν μονάχες τους να χτυπούν. Τα πάντα μας πολεμούσαν και εμείς πολεμούσαμε ως την ύστατη στιγμή».
Η ηρωική αντίσταση του Κρητικού λαού κράτησε μέχρι την 30η Μαΐου, οπότε και υπογράφηκε η συνθηκολόγηση. Από την 1 Ιουνίου οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν το καταστροφικό έργο τους κατά των ανθρώπων. Ο Στρατιωτικός Διοικητής του Ηρακλείου έθεσε όλους τους πολίτες της Κρήτης εκτός νόμου, ισχυριζόμενος ότι ενώ δεν ήταν στρατευμένοι σε τακτικό στρατό, χτύπησαν και σκότωσαν Γερμανούς στρατιώτες, κατά παράβαση της συνθήκης της Χάγης του 1907, που απαγόρευε σε πολίτες μία τέτοια συμμετοχή.
Περίπου την ίδια απάντηση έδωσε και ο αντιπρόσωπος του Στρατιωτικού Διοικητή Χανίων όταν μία Επιτροπή του λαού αποφάσισε να τον ρωτήσει για ποιο λόγο τουφέκιζαν τον Κρητικό λαό χωρίς καμία αιτιολογία.
«Σας τουφεκίζομεν διότι επολέμησεν ο λαός. Δεν επολέμησε ο στρατός σας», ήταν η απάντηση. 
Και, όμως οι Κρήτες, σύμφωνα με την Συνθήκη της Χάγης του 1907, είχαν το δικαίωμα να αντισταθούν στον κατακτητή, διότι το άρθρο 2 του προσηρτημένου πρωτοκόλλου της Συνθήκης ορίζει ότι οι πολίτες μίας μη κατεχόμενης χώρας όπου δρα ο εχθρός, μπορούν να λάβουν αυθορμήτως τα όπλα για να κτυπήσουν τα στρατεύματα της εισβολής αρκεί να εκπληρούν δύο προϋποθέσεις: α) να φέρουν φανερά όπλο και β) να τηρούν τους κανόνες και τα έθιμα του πολέμου, ενώ το άρθρο 3 διευκρινίζει ότι σε περίπτωση σύλληψης των πολιτών αυτών από τον εχθρό δικαιούνται αντιμετώπιση ίδια με αυτή των αιχμαλώτων πολέμου.
Μα οι Κρητικοί δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να αντισταθούν στον κατακτητή. Τις τελευταίες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση της Γερμανίας ο ίδιος ο Γκαίμπελς ζητούσε με άρθρα του στη εφημερίδα «ΡΑΪΧ» από τους Γερμανούς κάθε ηλικίας και κάθε φύλου, να φονεύουν κάθε εχθρό που θα εισέβαλλε στην χώρα τους με ό,τι τυχόν όπλα είχαν και με ξύλα ακόμη. Ακόμη και ο ίδιος ο Χίτλερ στο γνωστό του έργο «Ο Αγών μου», έγραφε : «Ο λαός που δεν πολεμά για την ελευθερία του δεν πρέπει να έχει ελευθερία ».
Οι νεκροί Κρήτες και σύμμαχοι της Μάχης είναι περίπου 13.500, ενώ από την πλευρά των Γερμανών, περίπου 8.000. Γι’ αυτούς τους νεκρούς της Κρήτης αλλά και της αντίστασης, είχε πει ο Γερμανός Διοικητής του Φρουρίου Κρήτης, Αντρέ, σε συνομιλία του με τον Σουηδό αντιπρόσωπο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού : «Οι Κρητικοί όταν βρίσκονται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, έχουν πάνω τους κάτι το μυθώδες. Φαντάζουν σαν τους μυθικούς ήρωες. Είναι τόσο περήφανοι την τραγική εκείνη ώρα του θανάτου, που όποιος τους δει, είναι αδύνατο να μη τους θαυμάσει. Πολλές φορές, όταν επρόκειτο να γίνουν εκτελέσεις, αφήκα το γραφείο μου και βγήκα στο μπαλκόνι, μόνο και μόνο για να τους θαυμάσω. Σε κανένα άλλο λαό δεν είδα τέτοια περιφρόνηση προς το θάνατο και τόση αγάπη προς την Ελευθερία...»
Ο Γερμανός πτέραρχος Φον Στούντεντ σε άλλο σημείο του βιβλίου του αναφέρει: «Δι’ εμέ ως διοικητής των Γερμανικών μονάδων αλεξιπτωτιστών που κατέλαβαν την Κρήτη, το όνομα της νήσου αυτής συνδέεται με πικρές αναμνήσεις. Ομολογώ ότι επλανήθηκα στους υπολογισμούς μου όταν συνεβούλευσα αυτήν την επίθεση. Αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο να χάσω πολύτιμους αλεξιπτωτιστές, τους οποίους θεωρούσα παιδιά μου, αλλά και να εκλείψουν πλέον οι σχηματισμοί αλεξιπτωτιστών, τους οποίους είχα δημιουργήσει ο ίδιος». Ο ίδιος ο Χίτλερ είπε: «Η Κρήτη απέδειξε ότι οι μεγάλες μέρες των αλεξιπτωτιστών τελείωσαν».
Ο στρατάρχης Ουέιβελ στις σημειώσεις του έγραψε: «Οι απώλειες των Γερμανών στην Κρήτη έσωσαν τη γενική κατάσταση στη Μεσόγειο, διότι καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος των αεραγημάτων του εχθρού και μέγας αριθμός αεροπλάνων. Προθύμως αναγνωρίζομεν ότι οι Έλληνες σύμμαχοί μας είναι οι πρώτοι που τας υπερόχους νίκας των εις την Βόρειον Ήπειρον άνοιξαν τον δρόμον και κατάφερον πλήγματα κατά της φασιστικής Ιταλίας. Αι επιτυχίαι δεν είχαν μόνον τοπικήν σημασίαν, αλλά επηρέασαν την όλην εξέλιξιν του πολέμου. Η άμυνα της Κρήτης έσωσε την Κύπρον, την Συρίαν, το Ιράκ και ίσως το Τομπρούκ»
Ακόμη και οι σύμμαχοι των Γερμανών, οι Ιάπωνες, οι οποίοι έβαζαν τον κώδικα τιμής πάνω και από τη ζωή τους, είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα από τον ηρωισμό των κρητικών. Η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ του Τόκιο τον Ιανουάριο του 1942 έγραψε: «Χωρίς ενισχύσεις, χωρίς εφόδια, χωρίς τροφή, αξύριστοι, άυπνοι, άπλυτοι, χωρίς ανάπαυση, με χαμένους τους αρχηγούς τους μέσα στην τρομαχτική σύγχυση της μάχης που εμαίνετο αδιάκοπα, με πλήρη επίγνωση του αδύνατου της διαφυγής, εξακολουθούν να μάχονται σαν να είναι υπεράνθρωποι. Λιπόσαρκοι, σκυθρωποί, χωρίς το παραμικρό προστατευτικό προκάλυμμα για μία στοιχειώδη τέλος πάντων άμυνα, πολέμησαν στήθος με στήθος με έναν υπεράνθρωπο ηρωισμό οι πολεμιστές της Κρήτης. Πρέπει γι’ αυτό να καταστούν αντικείμενο της ευλαβούς λατρείας εκ μέρους όλων ημών που παρακολουθήσαμε την ένδοξη μάχη τους.
Προτείνουμε ως ζήτημα υπέρτατου καθήκοντος τιμής, όπως δημιουργηθεί έκτακτο «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης», για να τιμηθεί με ειδικό παράσημο κάθε πολίτης, κάθε στρατιώτης και κάθε αξιωματικός που έλαβε μέρος στην ενδοξότερη μάχη της ιστορίας, τη Μάχη της Κρήτης».
Το «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης» δεν συστάθηκε ποτέ, ο Χίτλερ όμως θεώρησε τόσο μεγάλο το κατόρθωμα των στρατιωτών του να πατήσουν την Κρήτη, που ίδρυσε ένα παράσημο στρατιωτικής αξίας με τη λέξη «Κρήτη» και το απένειμε σε όσους Γερμανούς κάθε βαθμού έλαβαν μέρος στη Μάχη.
Ο βρετανός πρωθυπουργός Ουίστον Τσόρτσιλ, είπε: «Οι Νεοζηλανδοί, οι Αυστραλοί, οι Ουαλοί και οι Άγγλοι, μαζί με τους αφάνταστα ηρωϊκούς και πεισματάρηδες Κρητικούς, που επολέμησαν στον αποκαρδιωτικόν μάταιο αυτόν αγώνα, μπορούν, δίκαια νομίζω, να αισθάνονται ότι έπαιξαν αποτελεσματικό ρόλο, σε μια μάχη, που μας ανακούφισε σοβαρά. Η απώλεια των πιο καλών Γερμανών πολεμιστών απεμάκρυνε το τρομερό όπλο των αλεξιπτωτιστών από κάθε περαιτέρω συμμετοχή στα γεγονότα που διεδραματίσθησαν στη Μέση Ανατολή. Ο Γκαίριγκ κέρδισε μόνο μια ΠΥΡΡΕΙΑ ΝΙΚΗ στη Κρήτη. Η αντίσταση στην Κρήτη προκάλεσε την καταστροφή επίλεκτων γερμανικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν να παίξουν κεφαλαιώδη ρόλο στα μεταγενέστερα γεγονότα της Μέσης Ανατολής. Στην Κρήτη ο Goering με τις δυνάμεις που σπατάλησε εκεί, θα μπορούσε εύκολα να κατακτήσει την Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ και ίσως ακόμη και την Περσία… Διέπραξε την ανοησία να αφήσει να του ξεφύγουν αυτές οι μεγάλες ευκαιρίες, με το να θυσιάσει τις αναντικατάστατες αυτές δυνάμεις σε έναν θανάσιμο αγώνα που διεξαγόταν συχνά σώμα με σώμα…»
Αλλά και ο Βρετανός ιστορικός Άλαν Κλάρκ, έγραψε : «Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο ρους της ιστορίας, αν ένα χρόνο πριν οι κάτοικοι της Δύσης είχαν δείξει το ίδιο θάρρος με τους Κρητικούς κατά την εισβολή των Γερμανών στα χωριά τους».
Θα αναφέρω λίγα περιστατικά αντίστασης Κρητικών, όπως το διηγείται σε κείμενο του ο στρατιώτης ονόματι Καφάτος. «Ένας γέροντας, 70 χρονών τότε, από το χωριό Ασκορδαλλού Χανίων όταν έπεφταν οι αλεξιπτωτιστές αντί να κοιτάξει να φύγει άοπλος καθώς ήταν, αυτός είχε το νου του πώς να βρει όπλο. Ένας Γερμανός που τον είδε ξαφνικά μπροστά του, τράβηξε το πιστόλι να τον σκοτώσει, αλλά το όπλο έπαθε αφλογιστία . Ο γέροντας δεν έχασε καιρό, έπεσε επάνω του με την μαγκούρα που κρατούσε, τον αφόπλισε και του πήρε το όπλο...» 
Όταν ο ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, Διονύσιος Ψαρουδάκης, ζήτησε όπλα από τον αυστραλό Διοικητή των Δυνάμεων Ρεθύμνης Αντισυνταγματάρχη Ιάν Κάμπελ για να πολεμήσει τους γερμανούς, δηλώνοντάς του ότι τίθεται στις διαταγές του και είναι έτοιμος να υπακούσει, ο Κάμπελ του είπε ότι σαν καλόγερος οφείλει να υπακούσει μόνο στο Θεό και να εκτελεί μόνο τις διαταγές του. Τότε ο ηγούμενος του απάντησε: « Ο Θεός και η ιστορία του Μοναστηρίου και οι πολυάριθμοι καλόγεροι, που πρόσφεραν την ζωή τους για τη λευτερία της Κρήτης με διέταξαν να’ρθώ σε σένα να πολεμήσω». Και ο Ιάν Κάμπελ έγραψε: « Ο Καλόγερος και οι γενναίοι Κρήτες, οπλίσθηκαν μόνοι τους με όπλα και πολεμοφόδια που βρήκαν σε νεκρούς γερμανούς, και σαν αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσουν ένα αξιοσημείωτο εμπόδιο στους Γερμανούς, γιατί τους πίεζαν από τα πλευρά και τα νώτα. Οι Αυστραλοί είμαστε πολύ υπερήφανοι για τον ανδρείο τρόπο που οι Κρήτες μας υποστήριξαν».
Ο Αρχιμανδρίτης της Μητρόπολης Ηρακλείου Φώτιος Θεοδοσάκης, όσα μερόνυχτα διήρκησε η Μάχη της Κρήτης, με ένα αυτόνομο όπλο αναδείχθηκε «πρωτοπαλίκαρο» του αγώνα. Τον αποτύπωσαν όμως στη μνήμη τους οι Γερμανοί από τα ράσα στα κινηματογραφικά φιλμ που έπαιρναν οι αλεξιπτωτιστές και αργότερα η Γκεστάπο έψαξε και τον βρήκε στο Σκαλάνι. Οι τελευταίες λέξεις του πριν την εκτέλεσή του ήταν: « Χριστέ μου.... Ζήτω η Αγία Λευτεριά».
Το τελευταίο παράδειγμα είναι σχετικό με την βοήθεια που πρόσφεραν οι γυναίκες στη μάχη της Κρήτης. Έλληνες, Βρετανοί, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Κύπριοι, ακόμη και Γερμανοί δέχτηκαν χωρίς διακρίσεις τις περιποιήσεις των γυναικών. Σεντόνια πανάκριβα και προίκες ξομπλιασμένες, σχίστηκαν και έγιναν επίδεσμοι. Σε παρατήρηση τους για αυτή την καταστροφή απαντούσαν : «Ίντα να τσι κάνουμε τσι προίκες ανε σκλαβωθούμε». 
Τον Μάιο του 1958 δημοσιεύθηκε στην ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ένα κείμενο από τον Φραντς Πέτερ Βάϊσλερ, που σαν αλεξιπτωτιστής πήρε μέρος στην επίθεση κατά της Κρήτης, όπου έγραφε : «Οι νεκροί μας, είχαν παραμείνει επί ημέρας άταφοι και εις το θερμό κλίμα της Κρήτης είχαν υποστεί σοβαράς αλλοιώσεις, τας οποίας επέτεινον επιδρομαί σαρκοβόρων ορνέων. Τας αλλοιώσεις ταύτας των πτωμάτων των νεκρών μας, οι νεαροί άνευ πείρας αξιωματικοί και στρατιώται μας, απέδοσαν εσφαλμένως εις κακοποιήσεις εκ μέρους των εντοπίων. Εκθέσεις βεβιασμέναι και αβάσιμαι, προκάλεσαν την εγκληματικήν διαταγήν του Γκαίριγκ όπως καταστραφούν τα χωριά και αποδεκατιστεί ο άρρην πληθυσμός. Διακηρύττω και σήμερον όπως και τότε ότι ουδεμίαν απολύτως περίπτωσιν κακοποιήσεως φονευθέντων Γερμανών εκ μέρους Κρητών διαπιστώσαμεν.»
Διαβάζοντάς τα παραπάνω, το μυαλό μας ταξιδεύει στην αδικία αλλά και την αντρεία αυτών που εκτελέστηκαν σε Κακόπετρο, Καλλικράτη,  Κάνδανο, Κοντομαρί, Κουστογέρακο, Λιβαδά, Μαλάθυρο, Μονή, Σκινέ και Σούγια στο νομό Χανίων, αλλά και σε άλλα δεκάδες χωριά της Κρήτης μας. Πώς να ξεχάσουμε την έρημη μάνα στον Κακόπετρο που της σκότωσαν τέσσερα από τα έξι παιδιά της ή τη Μαλάθυρο με τους εξήντα δύο νεκρούς της; Ο φωτογράφος Κωνσταντίνος  Κουτουλάκης, όταν πέρασε ο Νίκος Καζαντζάκης ως μέλος της Επιτροπής Καταγραφής Ωμοτήτων Κρήτης από τον Κακόπετρο, θυμάται: «Έκεια είδα το Καζαντζάκη να κλαίει. Μέσα στ’ αυτοκίνητο μας ήλεγε, κι ήκλαιγε ακόμη. Είδετε; Αυτή είναι η κρητική ψυχή. Tην ελευτερία την έχει θρησκεία… Ένας τέτοιος λαός υποδουλώνεται ποτές;» 
Ο Ραδιοφωνικός σταθμός Μόσχας σε εκπομπή του ανάφερε: «Επολεμήσατε άοπλοι εναντίον πανόπλων και ενικήσατε. Μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε. Δεν ήτο δυνατόν να γίνει άλλως, διότι είσθε Έλληνες. Εκερδίσαμεν χρόνον διά να αμυνθώμεν. Ως Ρώσοι και ως άνθρωποι σας ευγνωμονούμε».
Οι TIMES του Λονδίνου σε άρθρο τους τόνισαν: «Η Μάχη της Κρήτης υπήρξε το συναρπαστικότερο γεγονός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και η αποθέωση του ανθρώπινου ηρωισμού»
Ο Άγγλος ταγματάρχης Πάτρικ Φέρμορ που συμμετείχε στην απαγωγή του Κράιπε και που λάτρεψε την Κρήτη, γι’ αυτό άλλωστε του έδωσαν και το παρατσούκλι “Φιλεντέμ”, είπε: «Κατά τη Μάχη της Κρήτης, η ανδρεία και το πνεύμα των Κρητών γέμισαν τις σελίδες του παγκόσμιου τύπου. Η μάχη αυτή έγινε θρύλος και στα μάτια ολόκληρου του κόσμου η λέξη «Κρητικός» έγινε συνώνυμη με τις λέξεις «Πολεμιστής» και «Ήρως».
Αλλά και ο διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στην Κρήτη Στρατηγός Φράιμπεργκ, ανέφερε: «Ολίγα έθνη έχουν τα ευγενικά προτερήματα των Κρητικών».
Η Μάχη της Κρήτης ήταν κυρίως μάχη του λαού της. Ο ποιητής μας, Κωστής Παλαμάς έκαμε λόγο για την «Κρήτη των κελαηδισμών» και την «Κρήτη των αρμάτων», πράγμα που σημαίνει ότι ο ευαίσθητος και οξύνους ποιητής μας, διέκρινε στην ψυχή του Κρητικού εκείνα τα στοιχεία που σφραγίζουν τη ζωή και την ιστορία του: παράφορη αγάπη για τη ζωή και άφοβο αντίκρισμα του θανάτου.
Θα ολοκληρώσω, με τα λόγια του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη από ομιλία του για τη μάχη της Κρήτης: Ο άνθρωπος θα έπαυε να είναι άνθρωπος, αν δεν υπήρχαν στιγμές όπως η Μάχη της Κρήτης, για να μετρηθεί σαν ίσος προς ίσο με τον Δράκοντα, γράφοντας τις σελίδες του βιβλίου της ιστορίας με πύρινα γράμματα: “Είμαι Άνθρωπος, είμαι Έλληνας, είμαι Κρητικός και γι' αυτό πιο δυνατός απ’ όλες τις δυνάμεις του Κακού συνενωμένες,  γιατί τελικά είμαι πνεύμα,  είμαι ιδέα,  είμαι η βαθιά ανάγκη που έχει μέσα του κάθε άνθρωπος να είναι αυτός ο τελικός νικητής,  όσες θυσίες θα χρειαστούν,  φτάνει να μπορέσει να μείνει ως το τέλος Έλληνας, Κρητικός, Άνθρωπος, με όλο το βάρος και το μεγαλείο της λέξης «Άνθρωπος».
 Σας ευχαριστώ 

Τετάρτη 4 Μαΐου 2022

ΛΙΓΗ ΝΤΟΠΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ -ΜΑΧΗ ΚΡΗΤΗΣ- ΜΑΧΗ ΚΙΣΑΜΟΥ

Μετά την αποτυχία των γερμανικών μοιρών μηχανοκίνητων ιστιοφόρων να ανεφοδιάσουν τα γερμανικά στρατεύματα που μάχονταν στο νησί, ο ναύαρχος Σούστερ έδωσε εντολή στον ανθυποπλοίαρχο Εστερλιν να μεταφέρει κάποια απολύτως αναγκαία τεθωρακισμένα. Ο Εστερλιν βρήκε στον Πειραιά ένα ξύλινο πορθμείο (μαούνα – μπάρτζα) το όποιο μπορούσε να μεταφέρει δύο Pzkpfw II. Την 26 Μαΐου 1941 τα Pzkpfw II φορτώθηκαν και βγήκαν στη θάλασσα μαζί του, πίσω από το επιταγμένο ρυμουλκό “ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ” της ναυτιλιακής εταιρείας “ΜΑΤΣΑΣ”.
Tην επομένη, το πορθμείο προσάραξε στο Καστέλι Κισάμου όπου το περίμενε ο πλοίαρχος Μπαρτέλς, ο όποιος είχε ήδη πετάξει στην Κρήτη ως αξιωματικός παράκτιας υποδοχής για τις μοίρες του Μάλεμε. 
Μετά τη διάλυση του περιφράγματος του καταστρώματος της μαούνας, τα άρματα μάχης μπόρεσαν να αποβιβαστούν στην παραλία του Καστελιού και από κει να κατευθυνθούν οδικώς προς το Μάλεμε.
Στις 30 του Μάη τα Πάντσερ επιχείρησαν την απελευθέρωση των περικυκλωμένων υπολειμμάτων του 2ου Συντάγματος Γερμανών Αλεξιπτωτιστών. Μετά την κατάληψη του αεροδρόμιου και της πόλης των Χανίων, τα άρματα μάχης συνέχισαν την προέλασή τους προς στο Ηράκλειο. Απο πληροφορίες αυτά τα δυο μάλλον και μοναδικά παντσερ στην Κρήτη έφτασαν ως και την Ιεράπετρα.
Ευχαριστώ για τις πληροφορίες το Γιάννη Δεσποτάκη, τον Γιώργο Παπαδάκη και τον Μανώλη Τζιλιβάκη

Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Ο ΡΑΦΤΟΓΙΩΡΓΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΤΑΝΟ

Ένας από τους ξεχασμένους Ήρωες που πολέμησαν πραγματικά από την Επανάσταση του Θερίσου μέχρι την ιστορική Μάχη της Κρήτης, διαλεχτός πολεμιστής και αγωνιστής ήταν ο ξακουστός Ραφτογιώργης του Ιωάννη από τον Πλάτανο Κισάμου. Το 1941 που οι Γερμανοί έριξαν χιλιάδες αλεξιπτωτιστές για να καταλάβουν το νησί της Κρήτης ο Ραφτογιώργης μπορεί να ήταν ηλικιωμένος αλλά σαν αγνός πατριώτης, με όλα τα ψυχικά χαρίσματα του έμπειρου και διαθέτοντας δυνάμεις 20άρη μπήκε στην Μάχη του κάμπου της Κισάμου για να αποκρούσει την επίθεση των Γερμανών. Ήταν στο ίδιο χαράκωμα με τον Φρυτάκη Μανώλη από τον Πύργο, που σκοτώθηκε την πρώτη μέρα από όλμο. Ο Ραφτογιώργης επικηρύχτηκε για τον λόγο αυτό από τους Γερμανούς, χωρίς βέβαια να κατορθώσουν να τον συλλάβουν.


Παρόλο που υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες για τον Ραφτογιώργη και έχουν γίνει και παλαιότερα δημοσιεύματα δεν περιλαμβάνεται "ακόμα" ανάμεσα στους Ήρωες του κάμπου των Καλλεργιανών ούτε γίνεται αναφορά στο όνομα του. Φυσικά το ίδιο συμβαίνει και με άλλους Βαρουχάκης, Μαραγκουδάκης, Φρυτάκης. Ας ελπίσουμε ότι στο νέο μνημείο των πεσόντων στον Καλλεργιανό κάμπο θα μπουν όλα τα ονόματα που θυσιάστηκαν για την πατρίδα τους. Όσο για αυτούς που πολέμησαν αψηφώντας τον θάνατο, καλύτερη ανταμοιβή δεν υπάρχει από την ανάγνωση και μόνο του ονόματος τους κάθε επέτειο της Μάχης της Κισάμου.
Ευχαριστώ τον Γιάννη Βολακάκη για τις πληροφορίες και τις φωτογραφίες.

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 1941 ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΛΟΧΙΑ ΚΟΝΤΟΥΔΑΚΗ

Στις 15 του Μάη, ύστερα από σχετική διαταγή, παρουσιάστηκα στο Καστέλλι, σ’
ένα τάγμα νεοσυλλέκτων, σαν λοχίας εκπαιδευτής. Το τάγμα είχε δύναμη 800 νεοσύλλεκτους Μακεδόνες, Ρουμελιώτες, Ηρακλειώτες κ.ά. με 600 όπλα στάγιερ και 7 φυσίγγια για κάθε όπλο, αξιωματικούς λίγους έφεδρους και υπαξιωματικούς ελάχιστους. Είχε και δύο Άγγλους στρατιωτικούς. Συνδέσμους τους λέγανε. Σύμμαχοι ήμαστε. Ανάλαβα επιλοχίας και λοχίας σιτιστής στο λόχο μηχανημάτων – χωρίς μηχανήματα – όπως λεγότανε μία μονάδα, με διοικητή το λοχαγό Εμιρζά, ένα μικρόσωμο παλικάρι - πατριώτη που τραυματίστηκε ύστερα στην πρώτη μάχη. Πρόγραμμα, εκπαίδευση, απασχόληση, προοπτική; Τίποτε τις πέντε μέρες που πέρασαν ώσπου να ΄ρθει η μεγάλη μέρα της 20 του Μάη. […] Την Τρίτη – 20 του Μάη – το πρωί παρουσιάζονται τα γερμανικά αεροπλάνα και πολυβολούν κάμποση ώρα καταιγιστικά την κωμόπολη και την περιοχή και σε λίγο παρουσιάζονται τα μεταγωγικά, οι «γουρούνες» όπως τις ονόμασε ο λαός. Ο λοχαγός γράφει αστραπιαία ένα χαρτί - αναφορά και μου το δίνει να το παραδώσω «επειγόντως» στο διοικητή του τάγματος. Ήταν συνταγματάρχης. […] Τ’ αεροπλάνα συνεχίζουν να πολυβολούν και οι «γουρούνες» να στριφογυρίζουν πάνω από τον ουρανό του Καστελλιού, ανιχνεύοντας για ν’ αφήσουν το φορτίο τους […] Έχει αρχίσει και συνεχίζεται η πτώση των αλεξιπτωτιστών και η ρίψη των εφοδίων τους κι εγώ έχω παραδώσει την αναφορά στο τάγμα και γυρίζω στο Γυμνάσιο. Οι στρατιώτες που έχουν ακροβολιστεί στ’ ανατολικά της κωμόπολης και άλλοι από άλλα σημεία και τα πολυβόλα από τον Παρθενώνα έχουν μπει στην μάχη. Τότε βλέπω να συντελείται αυτό που θαύμασε και χειροκρότησε η ανθρωπότητα. Τους πολίτες του Καστελλιού άφοβους κι αποφασισμένους να μας ζητούν όπλα, για να πολεμήσουν στην παράξενη μάχη. Μα που να βρεθούν όπλα, αφού δεν είχαν ούτε οι στρατιώτες; Κι έτρεξαν κι άοπλοι στη μάχη γιατί εκτελούσαν μια επιταγή της παράδοσης σ’ ανάλογες περιστάσεις της επαναστατημένης Κρήτης “… απού ΄χει άρματα ας βαστά κι απού δεν έχει ας βρίσκει …” για να πάρουν από ζωντανούς εχθρούς ή όποιους σκοτωμένους και να κάνουν αυτό που θεωρούσαν χρέος στην πατρίδα. Η μάχη έχει ανάψει και τραβώ τον ανήφορο για τα πολυβολεία στον Παρθενώνα. Συναντώ στην πλαγιά τον πρώτο φαντάρο νεκρό και δίπλα του το σακίδιό του έγραφε: Σωτηρόπουλος Αγρίνιο. Άοπλος τραβούσε για τα πολυβολεία, ακάλυπτος στην εκτεθειμένη στον εχθρό πλαγιά. Ο εχθρός χτυπιέται και καθηλώνεται εκτεθειμένος στον ακάλυπτο χώρο. Τα πολυβόλα ήταν ο μεγάλος συντελεστής της νίκης στη μάχη αυτή που κράτησε ως τις 4 τ’ απόγευμα για να γίνει και η εκκαθάριση του πεδίου. Δεν ήταν πολλές οι δυνάμεις των Γερμανών αλεξιπτωτιστών. Γύρω στους 80 υπολογίστηκαν. Οι 50, νεκροί, τραυματίες και αιχμάλωτοι. Οι υπόλοιποι διέφυγαν προς τ’ ανατολικά, στο Δραπανιά, γιατί δεν ήταν κλοιός. Μερικοί και κολυμπώντας από τη θάλασσα. […] Ο γιατρός Λυγιδάκης πρόσφερε πολύτιμες υπηρεσίες αυτές τις ώρες. Η συμπεριφορά μας άψογη. Οι δικές μας απώλειες σ’ αυτή τη μάχη ήταν 5 στρατιώτες νεκροί και ο ανθυπολοχαγός Μικάρδος από το Ρέθυμνο, και 4 πολίτες στην πρώτη γραμμή. Οι αιχμάλωτοι κλείστηκαν σε πρόχειρο κρατητήριο». Για τις επόμενες μέρες αναφέρει: «[…] Την Τετάρτη οι πολίτες φεύγουν, αδειάζουν το Καστέλι κι εμείς έχομε χάσει κάθε επαφή με τις εξελίξεις. […] Το Σάββατο ήταν η μέρα της δεύτερης μάχης στο Καστέλι. Οι Γερμανοί […] το Σάββατο πρωί ύστερ’ από τρίωρο βομβαρδισμό και πολυβολισμό, εξαπολύουν μίαν ισχυρότατη επίθεση. Με τον τρίωρο τρομοκρατικό βομβαρδισμό οι κρατούμενοι αιχμάλωτοι Γερμανοί βρήκαν ευκαιρία κι έφυγαν και τράβηξαν προς την παραλία. Ξάπλωσαν στην αμμουδιά σχηματίζοντας με τα σώματά τους το σήμα της σβάστικας για να προστατευτούν από τις σφαίρες και τις βόμβες των συναδέλφων τους. Η αντίστασή μας έγινε με τα λάφυρα που πήραμε από τη νίκη της Τρίτης, λίγα όπλα, λίγα φυσίγγια κι ένα αντιτανκικό πυροβολάκι με 6 φυσίγγια. Πόσο μπορούσαμε να κρατήσουμε; Η μια ώρα ήταν πολλή». 
Και καταλήγει: « Διαλύθηκε το τάγμα κι ένα τμήμα συνταγμένο από 150 άνδρες περίπου, με τους έφεδρους λοχαγούς Μαρεντάκη από το Βάμο Αποκορώνου και Μυγιάκη από το Ηράκλειο, καθηγητή, τραβήξαμε νότια κι ανατολικά για Συρικάρι – Σάσαλο – Παλιά Ρούματα – Σέμπρωνα». 
Αρχείο Γιάν. Κοντουδάκη, Επιστολή στον πατέρα του, 21-3-1941.