ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ – ομιλία της κα Λαϊνάκη Νεκταρίας για την επέτειο της Μάχης της Κρήτης στον κάμπο των Καλλεργιανών.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτέλεσε τη μεγαλύτερη πολεμική αναμέτρηση της Ιστορίας, συνιστώντας μια σύγκρουση τεράστιας εμβέλειας σε γεωγραφική κλίμακα αλλά και ως προς τον συνολικό αριθμό των θυμάτων που προκάλεσε. Στην Κρήτη το νησί των γενναίων γράφτηκε με ηρωικές μάχες οι τελευταίες σελίδες της ιστορίας του δευτέρου παγκόσμιου πολέμου , ο οποίος ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940 με την ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας και συνεχίστηκε με την εισβολή των Γερμανών από τα οχυρά της Γραμμής Μεταξά τον Απρίλιο του 1941. Mια σημαντική πτυχή του πολέμου αυτού στο ευρωπαϊκό μέτωπο υπήρξε αναμφίβολα η Μάχη της Κρήτης (Μάιος 1941).
Αμέσως μετά ξεκινά η κατοχή και η Αντίσταση
Στα (Γερμανικά LuftlandeschlachtumKreta) ονομάζεται η επιχείρηση κατάληψης της Κρήτης από τους Γερμανούς κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και συγκεκριμένα από το πρωί της 20ής Μαΐου 1941 ως την 1η Ιουνίου, όταν ξεκίνησε η αεροπορική έφοδος των Γερμανών με συνθηματικό όνομα «Unternehmen Merkur» (Επιχείρηση Ερμής) εναντίον του νησιού,
Με την επιχείρηση αυτή οι Γερμανοί κατάφεραν να καταλάβουν το νησί από τις αγγλοελληνικές συμμαχικές δυνάμεις, ωστόσο αυτή τους η επιτυχία κόστισε τόσο πολύ ώστε να μην επιχειρήσουν ξανά άλλη αεροπορική έφοδο της ίδιας κλίμακας κατά την διάρκεια του πόλεμου.
Η Μάχη της Κρήτης το 1941, εκτός της σημασίας που κατέχει στην ελληνική ιστορία, ξεχωρίζει και για κάποιες παγκόσμιες πρωτιές.
Συγκεκριμένα, τότε παρατηρείται για πρώτη φορά:
1) εισβολή με τη χρήση σχεδόν αποκλειστικά αερομεταφερόμενων δυνάμεων,
2) σχεδόν πλήρης γνώση των σχεδίων εισβολής από τους αμυνόμενους μέσω των υποκλοπών των γερμανικών ασύρματων επικοινωνιών και
3) τόσο μεγάλης έκτασης συμμετοχή απλών πολιτών (τουλάχιστον στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο).
Το πρωί της 20ής Μαΐου, μετά από σφοδρό βομβαρδισμό και πολυβολισμό από αεροσκάφη της Λουφτβάφφε, άρχισε η κατά κύματα ρίψη των αλεξιπτωτιστών και η προσγείωση ανεμοπλάνων στην δυτική Κρήτη.
Η εικόνα αυτή περιγράφετε γλαφυρά στον μοναδικό πίνακας για τη μάχη της Κρήτης του αείμνηστου Κισαμίτη καλλιτέχνη Ιωάννη Ανουσάκη, ο οποίος έζησε από το 1896-1981).
Παρατηρώντας τον πίνακα, στα δεξιά ανάπτυξης του θέματος μία γυναίκα όρθια με το όπλο στα χέρια σκοπεύει κατά των κατακτητών.
Στη Μάχη αυτήν, σημαντική ήταν η συμβολή της γυναίκας της Κρήτης.
Άντρες γυναίκες και παιδιά τση Κρήτης αντρειωμένοι τση λευτεριάς τη ρήγισσα ήρθανε να σκλαβώσουν. Λέει το ριζίτικο
Οι γυναίκες της Κρήτης
Στη διάρκεια της μάχης ανέλαβαν διπλά καθήκοντα, μαχήτρια, οικογενειάρχη και οικοδέσποινα. Αν και ουδέποτε υπήρξαν πολεμόχαρες έλαβαν μέρος στην εξουδετέρωση Γερμανών Αλεξιπτωτιστών, όπως στο χωριό Κάντανος Χανίων που οι κατακτητές Γερμανοί το εξαφάνισαν αμέσως μετά την κατάληψη της Κρήτης.
Τα καθήκοντα της νοικοκυράς αλλάζουν προσανατολισμό. Προσαρμόζονται στο πνεύμα της εποχής και µε προθυμία υπακούουν στο σάλπισμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις παίρνουν τα όπλα και βρίσκονται δίπλα στους άνδρες τους. Δουλεύουν ως ασυρματίστριες, γίνονται αντάρτισσες, όπως αυτές οι γυναίκες που εντάχθηκαν στο αντάρτικο σώμα του Βασίλη Πατεράκη στο χωριό Βαφές.
Καταδικάζονται σε θάνατο και στέλνονται στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Φτιάχνουν και στέλνουν µε τα παιδιά τους παξιµάδι, τρόφιµα και άλλα είδη στους αντάρτες που κρύβονται σε σπηλιές ή εγκαταλελειµµένα κτηνοτροφικά καταλύματα. Προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως νοσοκόμες σε τραυματισμένους μαχητές, δίνοντας έτσι νέες διαστάσεις στον αγώνα και την αντίσταση της Κρήτης.
Η λέξη “αντίσταση”, θηλυκού γένους, για πρώτη φορά παίρνει σάρκα και οστά, σε αυτή τη Μάχη.
Τα 110 μαρτυρικά χωριά της Κρήτης στην Κατοχή μαρτυρούν τη σφαγή των ναζί Γερμανών κατά του άμαχου πληθυσμού, κατά των γυναικόπαιδων. Το τίμημά σε αίμα που πληρώνει η Κρήτη από την εισβολή και κατοχή των Γερμανών είναι 6.593 άνδρες, 1.113 γυναίκες και 869 παιδιά.
Οι θυσίες των γυναικών της Κρήτης πολλές.
Ενδεικτικά για τη συμμετοχή και τις θυσίες των γυναικών στην περιοχή των Χανίων αναφέρω τις: Καρατζάκη Αθηνά του Χαρίτου, 60 ετών από το χωριό Αλικιανός Χανίων. Σκοτώθηκε στον Αλικιανό από τους αλεξιπτωτιστές, στις 24 Μαΐου 1941.
Κτιστάκη Αικατερίνη του Νικολάου από το χωριό ΣταλόςΚυδωνίας Χανίων. Σκοτώθηκε από τους «γενναίους και ιππότες» αλεξιπτωτιστές, στις 24 Μαΐου 1941.
Μποτονάκη Αρετή του Εμμανουήλ, 53 ετών, από το χωριό Μεγάλα Χωράφια Αποκορώνου Χανίων. Σκοτώθηκε στον αεροπορικό βομβαρδισμό του χωριού της, στις 27 Μαΐου 1941.
Ποντικάκη Αικατερίνη του Εμμανουήλ, 36 ετών, από το χωριό Βούβες Κισάμου Χανίων. Σκοτώθηκε από αλεξιπτωτιστές, στο χωριό Κακόπετρος Κισάμου Χανίων, στις 23 Μαΐου 1941
Οι άνδρες λιγοστοί. Αυθόρμητες κοπέλες της γειτονιάς πήραν στους ώμους του ότι χρειαζόταν για τον ανεφοδιασμό του μοναστηριού στο Παρθενώνα, εδώ στην Κίσαμο. Από την καμάρα στο μοναστήρι του Παρθενώνα αδιαφορώντας για τους όλμους και τα βλήματα που έπεφταν γύρω από τα νεανικά κορμιά των. Η γυναίκα σε όλο της το μεγαλείο, δίνει ένα ξεχωριστό παρόν τούτη τη δύσκολη ώρα. Η Κοντοπυράκη Αργυρώ του Εμμανουήλ, 52 ετών από το Καστέλλι Κισάμου Χανίων. Εκτελέστηκε από τους «γενναίους και ιππότες» αλεξιπτωτιστές, στις 28 Μαΐου 1941.
Να πώς περιγράφει ένας Γερμανός αξιωματικός των αλεξιπτωτιστών ένα περιστατικό στην περιοχή Γαλατά Χανίων.
«στὸ λιγοστό φῶς τῆς ημέρας θυμάμαι ποὺ πετάχτηκε σὰν αγρίμι μέσα ἀπὸ τοὺς αγκαθωτούς θάμνους, σὰν αστραπή, μιὰ λεβεντόκορμη σιλουέτα, στα μαύρα ντυμένη, μὲ ψηλὲς μπότες καὶ σαρίκι στὸ κεφάλι, ποὺ δίχως καθυστέρηση φύτεψε μὲ τὸ γερμανικό αυτόματο, ποὺ κρατούσε, πέντε σφαίρες στὸ στομάχι δύο αλεξιπτωτιστών.
πριν προλάβουμε νὰ αντιδράσουμε, έπεσε κάτω, γλιστρώντας σὰν φίδι μέσα στοὺς θάμνους μὲ δαιμονισμένη ταχύτητα. Αντιδρώντας γρήγορα, τὸν κυκλώσαμε καὶ προσπαθήσαμε νὰ τὸν εξουδετερώσουμε. Όταν έφθασα κοντά του δὲν είχε ακόμα πεθάνει. τὰ μάτια του ανοικτά, κατάμαυρα, λὲς καὶ φοβέριζε τὸν ερχομό τοῦ θανάτου, όμως ὅλο σχεδόν τὸ κορμί του ήταν χτυπημένο ἀπὸ τὰ θραύσματα τῆς χειροβομβίδας.
τον σήκωσα καὶ ακούμπησα τὴν πλάτη του στὸν κορμό μιᾶς χοντρής ελιάς. ειλικρινά με είχε συναρπάσει ἡ τακτική ποὺ μαχόταν. θὰ ήταν περίπου 18 χρονών.
Πρὶν ξεψυχήσει, κοίταξε βαθιὰ μέσα στὰ μάτια τὸ στοχασμό μου καὶ χαμογέλασε. Ξαφνιάστηκα. Δὲν ξέρω ἄν χαμογελοῦσε σὲ μένα ἤ στὸν θάνατο, ποὺ φτερούγιζε γιὰ νὰ τὸν πάρει. Σήκωσε μὲ κόπο τὸ δεξί του χέρι, πῆρε ἀπὸ τὸ λαιμό του ἕνα σταυρό ποὺ κρεμόταν, τὸν φίλησε κι ἔγειρε τὸ κεφάλι πλάγια, ξεψυχώντας μὲ καρφωμένο στὰ χείλη του τὸ χαμόγελο.
Ὅμως, ἡ ἔκπληξή μου ἔμελλε νὰ κορυφωθεῖ, ὅταν τραβῶντας τὸ σαρίκι του γιὰ νὰ τὸν ξαπλώσω χάμω, ξεχύθηκαν ἀπ’ τὸ κεφάλι του μισὸ μέτρο κατάμαυρα μαλλιά. Τότε μόνο κατάλαβα πὼς ἦταν γυναῖκα. Βουβάθηκα.
Ἦταν κάτι ποὺ δὲν τὸ περίμενα. Ἔνοιωσα στὸ λαιμό μου ἕναν κόμπο νὰ μὲ πνίγει. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ συνειδητοποίησα ὅτι ἡ μοίρα τῶν ἀλεξιπτωτιστῶν θὰ ‘ ταν πολὺ δύσκολη στὴν Κρήτη. Ἔφυγα, ἀφήνοντας τὴ σκέψη μου κάτω ἀπὸ τὴ γέρικη ἐλιά, κοντὰ στὴ νεκρὴ κοπέλα».
Πράγματι για πολλούς απ’ αυτούς τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές, δεν υπήρξε όχι μόνο πίσω γύρισμα, όπως έλεγε το εμβατήριο τους, αλλά ούτε γυρισμός.
Στην τετραετή αντίσταση κατά των Γερμανών κατακτητών που ακολούθησε άμεσα στο όνομα της πατρίδας ύστερα από τη μάχη της Κρήτης, η Κρήσσα γυναίκα επανέλαβε τους ηρωικούς άθλους της εμπνεόμενη από την ακατανίκητη θέληση για τα ιδανικά της ελευθερίας, του δικαίου, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ειρήνης. Όσες έχασαν τους άνδρες στη μάχη εξοπλίστηκαν για την οικογενειακή άμυνα, εκπαίδευσαν τα μικρά παιδιά αφού τα σχολεία δε λειτουργούσαν, επινόησαν τρόπους παρασκευής φαγητών από το φυτικό περιβάλλον για τη σωτηρία από το λιμό (όλα τα τρόφιμα κατασχέθηκαν είτε καταστράφηκαν από τους κατακτητές), έραψαν ρουχισμό (χρήση γερμανικών αλεξιπτώτων, μαλλί ζώων κ.α.), έθαψαν νεκρούς άνδρες της οικογένειας, διέσωσαν με γενναιότητα την τιμή τους από εκβιαστικές προκλήσεις των κατακτητών, μετακίνησαν σε άλλους τόπους τα προστατευόμενα μέλη των οικογενειών όταν τα σπίτια καταστρέφονταν από τους κατακτητές (από πυρκαγιές , βομβαρδισμούς κ.ά.), στερήθηκαν της ανδρικής προστασίας και του έρωτα και πολλές ξεψύχησαν από λιμό ή βόλι θηλάζοντας το παιδί τους.
Συγκίνηση προκαλεί η ιστορία μιας Κρητικιάς, η οποία εθεάθη να ανάβει τα καντήλια των τάφων των Γερμανών στο Μάλεμε…
Το 1952 ένας Γερμανός, ο Έρχαρτ Κέστνερ, επισκέφτηκε την Κρήτη και το γερμανικό νεκροταφείο, εκεί που είχαν ταφεί οι Γερμανοί στρατιώτες οι οποίοι είχαν χάσει τη ζωή τους στη περίοδο της κατοχής.
Εκεί, παρατηρεί μια μαυροφορεμένη Κρητικιά να ανάβει κεριά στους τάφους των Γερμανών νεκρών του πολέμου και να πηγαίνει μεθοδικά από μνήμα σε μνήμα.
«Την πλησίασα», λέει ο Κέστνερ «Και τη ρώτησα “Είστε από εδώ;”, “Μάλιστα.”, μου απάντησε. “Και τότε γιατί το κάνετε αυτό; Οι άνθρωποι αυτοί σκότωσαν τους Κρητικούς”, της είπα»
«Παιδί μου, από την προφορά σου φαίνεσαι ξένος και δεν θα γνωρίζεις τι συνέβη εδώ στα ’41 με ’44. Ο άντρας μου σκοτώθηκε στη μάχη της Κρήτης κι έμεινα με τον μονάκριβο γιο μου. Μου τον πήραν οι Γερμανοί όμηρο στα 1943 και πέθανε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, στο Σαξενχάουζεν. Δεν ξέρω πού είναι θαμμένο το παιδί μου.
Ξέρω όμως πως όλα τούτα ήταν τα παιδιά μιας κάποιας μάνας, σαν κι εμένα. Και ανάβω στη μνήμη τους, επειδή οι μάνες τους δεν μπορούν να ‘ρθουν εδώ κάτω. Σίγουρα μια άλλη μάνα θα ανάβει το καντήλι στη μνήμη του γιού μου».
Παρ’ όλη την αναπάντεχη δοκιμασία της η γυναίκα της Κρήτης παρέμεινε στην πραγματική φύση της τρυφερή, σωστή μάνα και ερωμένη της ζωής, ένα ηθικό ανθρώπινο σύμβολο που αναγνωρίζεται και τιμάται παγκόσμια. και τούτο γιατί η ενεργοποιημένη δυναμική παρουσία της στη μάχη της Κρήτης, στην αντίσταση αλλά και στην απελευθέρωση εδραίωσε τις βασικές ανθρώπινες ιδιότητες που αντιστέκονται στη βιαιότητα, στην έπαρση και αλαζονεία, Συντέλεσε καίρια, όσο της επέτρεψε η φύση της, στη διάσωση των ανθρώπινων αξιών συμπεριλαμβανομένου και του δίκαιου αγώνα για την τιμή, την ελευθερία και την ευθύνη.