Η κήρυξη του Πολέμου βρήκε τον ανώτερο διπλωματικό υπάλληλο Γεώργιο Σεφεριάδη αποσπασμένο στη θέση του προϊσταμένου τής Υπηρεσίας Εξωτερικού Τύπου στο Υπουργείο Προεδρίας με Υπουργό τον Νικολούδη.
Ο Σεφεριάδης (Γιώργος Σεφέρης το λογοτεχνικό του όνομα) ήταν εκείνος που ανήγγειλε στους ξένους ανταποκριτές στην Αθήνα το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 με ένα κείμενο πυκνό και λιτό, αλλά μεστό από αίσθημα αξιοπρέπειας και αναφορών στην Ιστορία και στην εθνική συνέχεια και συνέπεια, την απόφαση του ελληνικού λαού να αντικρούσει την επίθεση τής ίδιας μέρας. Το ίδιο αποφασιστικά μίλησε στους ξένους ανταποκριτές στις 6 Απριλίου 1941, λίγο πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα. Ο διπλωμάτης ποιητής ακολούθησε τη Κυβέρνηση αργότερα στη Μέση Ανατολή, μέσω Χανίων, όπου έμεινε σέ ένα σπίτι ( τού κυρ- Μανόλη) κοντά στο Διοικητήριο για είκοσι περίπου μέρες και λίγο πριν απο τη Μάχη της Κρήτης. Από το Κάιρο βρέθηκε στη συνέχεια στην Ελληνική Πρεσβεία στη Πραιτόρια της Νότιας Αφρικής για ένα διάστημα, για να ξαναέλθει και πάλι στο Κάιρο, ύστερα από ένα χρόνο. Στη Πραιτόρια ακριβώς έγραψε μεταξύ Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου1941 το *Χειρόγραφο Σεπ 41* στο οποίο αναφέρθηκε ο αρθρογράφος τού ΒΗΜΑΤΟΣ, όπου ο Σεφέρης επιχειρεί αναδρομή προσωπική αναμεταδίδοντας την ατμόσφαιρα των κρίσιμων ημερών, καθώς και αντιδράσεις των προσώπων ενός κατάφωρα γερμανόφιλου Μεταξικού περιβάλλοντος, που ένιωθε προδομένο με την επίθεση τού άξονα κατά τής Ελλάδας.
Εκτός των άλλων, τόσο στο *Χειρόγραφο 41* όσο και στα άλλα του ημερολόγια όπως στη σειρά *ΜΕΡΕΣ Δ* ο Σεφέρης στηλιτεύει με θυμό την άδικη και αδικαιολόγητη απώλεια της Κρήτης, όπως μάλιστα τη βίωσε ο ίδιος κατά τίς μέρες της παραμονής του στα Χανιά. Αλλά ήδη και από την Αθήνα είχε λάβει γεύση τού αντικρητικού κυβερνητικού πάθους. Όπως γράφει στο *Χειρόγραφο* ** ..Τα γράφω αυτά γιατί τώρα, σ αυτήν εδώ την ξενιτιά, με βαραίνει το πάρσιμο τής Κρήτης. Ίσως όλα τα άλλα να ήταν υπερβολικά δύσκολα, να ήταν μοιραία. Το πάρσιμο τής Κρήτης δεν ήταν μοιραίο. Όταν οι Άγγλοι έφτασαν στο νησί, μετά την 28η, ανασάναμε. Ξέραμε ότι θα την χρειαζόμασταν σέ λίγο, αργότερα, μια μέρα. Τίς μέρες πού οι Ιταλοί ήτανε στον Αχέροντα, υπήρχαν έμπιστοι τού Μεταξά που έλεγαν: *Πόσο μπορούμε να κρατήσουμε? δεκαπέντε μέρες? ένα μήνα? Σέ λίγο, εκεί θα πάμε.*, Ωστόσο δεν έγινε καμμιά προετοιμασία, τίποτε. Κάναμε το αντίθετο. Τέλος Απρίλη, ούτε δρόμος από τη Σούδα στα Χανιά δεν ήταν έτοιμος. Χάσαμε τόσους μήνες. Όχι: Αδιαφορήσαμε- η Κρήτη ήταν τό άπιστο νησί, το κλίμα του δεν πήγαινε στο καθεστώς. Αυτές τίς μέρες, ένας υπουργός, φίλος του Μαυρουδή, (Μαυρουδής Υφυπουργός Εξωτερικών της Κυβέρνησης Μεταξά) μού διηγήθηκε πώς μια μέρα πού τού μιλούσε για τον πόλεμο των νησιών. --Αυτά πού λες είναι εσχάτη προδοσία, τού αποκρίθηκε ο Μαυρουδής. Δηλαδή εννοείς να πας στην Κρήτη κι από κεί να στέλνεις αεροπλάνα να βομβαρδίζουν την Αθήνα? Αυτά ήταν τα μυαλά τους..... **
ΧΑΝΙΑ. ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Στις δε ημερολογιακές του σημειώσεις (*Μέρες Δ*) από 23 Απρίλη 1941 Χανιά μέρα τ' Αι Γιώργη μέχρι 14 Μάϊου πού αναχώρησε από Χανιά για Κάιρο, ο Σεφέρης δίνει τη ταραγμένη χανιώτικη ατμόσφαιρα των ημερών Εδώ ορισμένα στιγμιότυπα. ξεκινόντας από την άφιξη στη Σουδα.23 Απρίλη 1941: *.....Ήταν αδύνατο να βρεθεί μεταφορικό μέσο για τα Χανιά. Βάλαμε τίς βαλίτσες μας κάτω από ένα δέντρο και περιμέναμε. Ένα καμιόνι φόρτωνε παραπέρα. Ρώτησα για καλό κακό αν ήθελε να μάς πάρει μαζί του.*Ανεβείτε* μάς είπε. Ήταν ένας άνθρωπος καλόκαρδος, γεμάτος κέφι. Μάς κατέβασε στο ξενοδοχείο χωρίς να θελήσει να πάρει μια πεντάρα. Το ξενοδοχείο ασφυκτικά γεμάτο. Οι Πρέσβεις και οι άνθρωποί τους πελαγωμένοι σέρνονταν μέσα στη σκόνη με τα μαύρα τους ρούχα. Μού είπαν πω ς ο Τσουδερός ήταν στο Ηράκλειο, ο βασιλιάς κάπου αλλού και ο διάδοχος κάπου αλλού...* Παρασκευή 25 Απρίλη: * Έχουμε αρχίσει όπως όπως δουλειά στο διοικητήριο. Κάθε κάμαρα και υπουργείο. Ο μπελάς είναι οι συναγερμοί, υπερβολικά συχνοί. Κάποτες ακούς τα πολυβόλα στη στέγη πριν από τη σειρήνα. Το τέλος τού συναγερμού το σημαίνουν νεκρώσιμες καμπάνες. Κάνει εντύπωση η έλλειψη κάθε πολεμικής προετοιμασίας εδώ .Η κυβέρνηση δεν έκαμε τίποτε. Ήταν το φυσικό της. Αλλά οι Άγγλοι?...* Δευτέρα 28 Απρίλη.:*..... Κάτω στο περιβόλι τού κυρ-Μανόλη, μιλούμε για τον* Ερωτόκριτο* Τού λέω τούς στίχους πού θυμούμαι κι αυτός συμπληρώνει. Με συγκινεί η γλωσσική ασφάλεια αυτών των ανθρώπων... Έπειτα ο κυρ- Μανόλης κοιτάζοντας τον ουρανό, θυμάται τα νιάτα του.: -Τον καιρό εκείνο ήταν άλλοι πόλεμοι. Είχε κι αυτός ένα τουφέκι. Είχες κι εσύ.....
*... Και τώρα βγήκε το νέο φεγγάρι αγκαλιασμένο
με το παλιό με τ όμορφο νησί ματώνοντας
λαβωμένο.. Το ήρεμο νησί, το δυνατό νησί, το αθώο.
Και τα κορμιά σαν τσακισμένα κλαδιά
και σαν ξεριζωμένες ρίζες...*
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ Ο ΜΟΝΙΜΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ
Ο Σεφέρης επισκέφτηκε για πρώτη φορά το 1929 την Κρήτη συνοδεύοντας ύστερα από εντολή τής Κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου τον Γάλλο λόγιο πολιτικό Εδουάρδο Ερριό. Τη δεύτερη φορά την επισκέφτηκε ιδιωτικά στη κηδεία τού Ελευθερίου Βενιζέλου την 26η Μαρτίου 1936 και την τρίτη αυτή που περιγράψαμε με τη σύζυγό του Μαρώ για τρείς εβδομάδες στα Χανιά λίγο πριν τη Μάχη.
Νέος Υποπρόξενος στο Λονδίνο το 1931-32 γοητεύεται από το Δομίνικο Θεοτοκόπουλο και περνά ώρες ατέλειωτες στην εκεί Εθνική Πινακοθήκη με τούς πίνακες τού Μεγάλου Κρητικού. Τον Θεοτοκόπουλο μάλιστα συμπεριλαμβάνει στους μεγάλους του δασκάλους στη ποιητική τέχνη μαζί με τον Όμηρο, το Πίνδαρο, το Κορνάρο και τον Εδγκαρ Αλλαν Πόε. Σέ ένα ποίημά του αντιγράφει ολόκληρο ένα σχόλιο τού Θεοτοκόπουλου για τον πίνακα με το Τολέδο
Αλλά ο δεσμός τού Σεφέρη με τη Κρήτη ξεκινάει από τίς αρχές τού αιώνα στη Σμύρνη με τον Ερωτόκριτο. Όπως είπε ο ίδιος στη γνωστή ομιλία του για τον Ερωτόκριτο πού έδωσε με δική του πρωτοβουλία στην Αθήνα το 1946, ύστερα από δεκαπεντάχρονη ζύμωση, κατά τα λεγόμενά του, ο Ερωτόκριτος κυκλοφορούσε ανάμεσα στις ταπεινές τάξεις, στα νησιά, στις επαρχίες τού ελλαδικού κράτους στις μεγάλες μητροπόλεις τού Έθνους. Τίς περισσότερες φορές το πουλούσαν γυρολόγοι.*Θυμάμαι παιδί στη Σμύρνη.. κάθε απόγευμα την ίδια ώρα* θα πει στην ομιλία του *την ίδια φωνή στο δρόμο: * Έχω βιβλία διάφορα! Τον Ερωτόκριτο και την Αρετούσα! Την Ιστορία τής Γενοβέφας! Την Ιστορία τής Χαλιμάς!..* Τις παιδικές αυτές μνήμες αποτυπώνει και σέ στίχους του όπως*..μού λέγανε στα παιδικά μου χρόνια, το τραγούδι τού Ερωτόκριτου, με τα δάκρυα στα μάτια, τότες πού τρόμαζα μέσα στον ύπνο μου, ακούγοντας την αντίδικη μοίρα τής Αρετής να κατεβαίνει τα μαρμαρένια σκαλοπάτια.*
Είναι γεγονός πώς στη συνέχεια ο Σεφέρης τη δεκαετία του 50 αποροφήθηκε τόσο ποιητικά όσο και υπηρεσιακά από τη μοίρα τής Κύπρου, που επισκεπτόταν από το Λίβανο όπου υπηρετούσε και αργότερα στο Λονδίνο ως Πρέσβης την ώρα των συνθηκών Ζυρίχης Λονδίνου. Αλλά ο Ερωτόκριτος ήταν ο μόνιμος σύνδεσμός του με τη Κρήτη.
Δεν ήταν ασφαλώς μόνο οι παιδικές μνήμες τού Ερωτόκριτου, αλλά η αιώνια και άφθαρτη ποιητική τέχνη τού Βιτσέντζου Κορνάρου και ο γλωσσικός θησαυρός του πού δεν αφήνουν το Σεφέρη, πού δεν παύει και προφορικά και γραπτά να χρησιμοποιεί στίχους τού Ερωτόκριτου..
ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Καθώς το δικτατορικό καθεστώς είχε καταλύσει κάθε ελευθερία ο κόσμος περίμενε μια κίνηση, ένα λόγο από τους πνευματικούς του ταγούς. Μοιραία η προσοχή έπεσε πάνω στο Σεφέρη. Τι κάνει ο ποιητής- σύμβολο βραβευμένος με Νόμπελ, τραγουδισμένος με τη μουσική του Μίκη, διαβασμένος πλέον από ένα κόσμο που έσμιγε την ανάσα του με τους στίχους τού ποιητή? Στην αρχή ακούστηκε πώς ο Σεφέρης σταμάτησε κάθε δραστηριότητα στην Ελλάδα των Συνταγματαρχών. Μετά ήρθε από το Σταθμό του Λονδίνου και της Ντόιτσε Βέλε η δήλωσή του κατά τής Χούντας. Μετά από στόμα σέ στόμα μαθεύτηκε για το ποίημα πού έγραψε*επί ασπαλάθων* για τον μισητό εκείνο Παμφύλιο Αρδιαίο το πανάθλιο Τύραννο πού πλήρωσε τα κρίματά του, καθώς *τον έριξαν κάτω, τον έγδαραν, τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκιζαν απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους...