Κυρίες και Κύριοι,
Ήταν ένα μαγεμένο πρωινό. Ο ήλιος είχε αρχίσει να ξεπροβάλλει από την Ανατολή, λαμπρός, χρυσαφένιος, και έπνιγε με το φως του ολόκληρη την Κρήτη. Εκείνη την ημέρα όπως λέει και ο ποιητής «η φύση είχε βρει την γλυκιά και την καλή της ώρα».
81 χρόνια πίσω, στις 20 Μαΐου 1941, πριν μαραθούν τα λουλούδια στο πρωτομαγιάτικο στεφάνι και πριν θεριστούν τα μεστά στάχια, ο ουρανός σκοτείνιασε. Γέμισε σιδερένια πουλιά, που άφηναν να πέσουν και να προσγειωθούν στη Κρητική γη σαν «κλέφτες» ξενόφερτοι αλεξιπτωτιστές, αρχής γεννωμένης από τον κάμπο της Κισάμου.
Με τη μάχη της Κρήτης, όπως επικράτησε να λέγεται η επική αντίσταση των ηρωικών υπερασπιστών της Μεγαλονήσου απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου 1941, έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία, δεκάδες χιλιάδες σελίδες και περίπου 89 τραγούδια, με προεξέχουσα θέση τα ριζίτικα.
Δεν θα ήθελα να εξιστορήσω εδώ γεγονότα γνωστά και πολυδιαβασμένα, ούτε να σας υπενθυμίσω τους λόγους για τους οποίους χάθηκε η Κρήτη. Αυτό που θα ήθελα να σας παρουσιάσω είναι, τι ειπώθηκε και τι γράφτηκε την περίοδο εκείνη αλλά και αργότερα, για τη συμβολή του άμαχου πληθυσμού στην καθυστέρηση της πτώσης της Κρήτης, μία καθυστέρηση που επηρέασε σημαντικά το σχέδιο δράσης του Χίτλερ. Είναι χαρακτηριστικό το ερώτημα του Χίτλερ:« Γιατί η Κρήτη αντέχει ακόμα, ενώ ολόκληρη η Γαλλία έπεσε μέσα σε οκτώ ημέρες;» όπως και η απάντηση που του έδωσαν οι αξιωματικοί του: «Πουθενά σε καμία χώρα δεν αντίκρισε ο γερμανικός στρατός ένα τέτοιο φαινόμενο, να βρίσκεται αντιμέτωπος σε κάθε του βήμα με ένοπλους πολίτες, με γυναίκες, παιδιά και παπάδες».
Οφείλουμε, επίσης, να τονίσουμε ότι η συμμετοχή του κρητικού λαού στη Μάχη της Κρήτης αποτελεί την πρώτη ένοπλη παλλαϊκή εθνική αντίσταση εναντίον του Άξονα.
Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του και ο αρχιστράτηγος των ιταλικών δυνάμεων στο αλβανικό μέτωπο Τζελόζο, όταν ξεκίνησε η Μάχη, η 5η Μεραρχία Κρητών δεν είχε γυρίσει στο νησί μετά την κατάρρευση του μετώπου στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αποστερώντας έτσι το νησί από ένα σημαντικό κεφάλαιο, την αξία του οποίου έχει παραδεχθεί.
Έτσι, την άμυνα της νήσου ανέλαβαν, κυρίως οι έφηβοι και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, βοηθούμενοι και από τις γυναίκες, οπλισμένοι με ό,τι πρόχειρο βρέθηκε στα χέρια τους: παλαιά όπλα, μονόκανα, γκράδες που το βεληνεκές τους ξεπερνούσε τα 100 μέτρα, τσιφτέδες, μαυρομάνικα κρητικά μαχαίρια, σκαλίδες και ραβδιά, μπαστούνες, αν και με μεγάλη ευκολία θα μπορούσαμε να πούμε ότι το καλλίτερο όπλο τους ήταν το υψηλό ηθικό τους, τόσο, ώστε μόνο με εκφράσεις ειρωνείας σχολίαζαν τις σχετικές πληροφορίες για την επικείμενη επίθεση.
Αυτοί οι πρόχειρα οπλισμένοι Κρητικοί ήρθαν αντιμέτωποι με 22.750 Γερμανούς στρατιώτες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ήταν αλεξιπτωτιστές, δηλ. ό,τι καλύτερο διέθετε ο στρατός του Γ΄ Ράιχ, οι οποίοι ήταν τέλεια εξοπλισμένοι για την εποχή τους. Κάθε αλεξιπτωτιστής έφερε μαζί του μυδράλιο, πιστόλι, χειροβομβίδες, φακό με 3 χρώματα, σουγιά πτυσσόμενο που με ένα κουμπί γινόταν δίκοπο μαχαίρι, μπρίκι, μικρό καμινέτο, φωτογραφική μηχανή και άφθονα φυσίγγια.
Ο μαχητής - αυτόπτης μάρτυρας και καθηγητής αργότερα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεώργιος Κουρμούλης στα απομνημονεύματά του έγραψε: «Αλεξίπτωτα κάθε χρώματος σκέπαζαν τον ουράνιο χώρο και κατέβαιναν γρήγορα στη γη με άντρες και κάθε είδους πολεμικό υλικό και εφόδια. Ρυμουλκούμενα ανεμόπτερα προσγειώνονταν ξαφνικά και αποβίβαζαν άριστα εξοπλισμένα αεραγήματα σε κάθε σημείο των προσβαλλόμενων περιοχών.
Εμβρόντητοι, προς στιγμήν, οι υπερασπιστές του εδάφους από το πρωτοφανές ουράνιο θέαμα, ρίχνονταν αμέσως στην πιο παράδοξη μάχη της μέχρι τότε πολεμικής ιστορίας, τον ορυμαγδό της οποίας αντιλάλησαν επί δέκα εικοσιτετράωρα οι βαρείς όγκοι των Λευκών Ορέων και του Ψηλορείτη».
Ο Γερμανός πτέραρχος Φον Στούντεντ, δημιούργημα του οποίου ήταν οι αλεξιπτωτιστές στο βιβλίο του για την Κρήτη γράφει σχετικά: «Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές είναι γεννημένοι από την ανάγκη να δημιουργηθεί η μεγάλη Γερμανία. Έχουν διαπαιδαγωγηθεί και ατσαλωθεί με θάρρος, για να προσφερθούν θυσία. Είναι ο τολμηρότερος και αξιολογότερος στρατός του Ράιχ. Εμπόδια δεν υπήρξαν ποτέ για το γερμανικό στρατό και πολύ περισσότερο για τους αλεξιπτωτιστές».
Και όταν ο τότε Έλληνας Πρωθυπουργός, Εμμανουήλ Τσουδερός, διεπίστωσε ότι ήταν πλέον αργά για κάθε πολεμική προετοιμασία και γνώριζε ότι ο αγώνας ήταν ήδη άπελπις, ανέτρεξε στην κρητική παλικαριά ζητώντας της να σώσει ό,τι μπορούσε από την τιμή της Ελλάδας. Στις 26 Απριλίου 1941, σε ομιλία του στην Εμπορική Λέσχη του Ηρακλείου, είπε μεταξύ άλλων: «Επικαλούμαι, εν ονόματι του Έθνους και του Βασιλέως, τον πατριωτισμόν, την σύνεσιν και την παλικαριά σας, δια να σώσωμεν την τιμή της πατρίδος και δια να βοηθήσωμεν ώστε, ούτε ημείς να γίνωμεν δούλοι, ούτε οι άλλοι αδελφοί μας να μένουν δούλοι. Ακούω τον όρκον σας, που δίνετε από μέσα σας, ότι δεν θα υποχωρήσετε προ οιουδήποτε κινδύνου. Αι υλικαί καταστροφαί θα ανορθωθούν. Μόνον εάν η τιμή εχάνετο, αυτήν μόνον δεν θα μπορούσαμεν να την επανακτήσωμεν»
Ας δούμε, λοιπόν, πως παρουσιάζει αυτή τη λαϊκή συμμετοχή ο συνταγματάρχης Στυλιανός Καλλονάς σύμφωνα με έκθεση του που βρίσκεται στα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού: «Οι πολίται έσπευσαν εις το πεδίον της μάχης και όσοι ευρέθηκαν εις τους χώρους προσγειώσεως των αλεξιπτωτιστών, είτε ένοπλοι, είτε άοπλοι συνέβαλον τα μέγιστα εις την εξουδετέρωσιν τούτων. Μετά την σταθεροποίησιν των αεραγημάτων, η συμβολή των ιδιωτών ήτο καθορισμένη, ν’ απασχολούν δια των πυρών των τυραννικώς τα οργανωμένα σημεία υπό των αεραγημάτων, αλλά και έτοιμοι να συμπτυχθώσι μόλις τα αεραγήματα εκινούντο επιθετικώς κατ΄αυτών. Επίσης, εις τας νυχτερινάς επιθέσεις εχρησιμοποιήθησαν λίαν επιτυχώς ως οδηγοί, καθ΄ο γνώσται του εδάφους, ακόμη δε ως τροφοδόται και σύνδεσμοι εις το πεδίον της μάχης μεταξύ των στρατιωτικών τμημάτων.»
Ήταν ένα μαγεμένο πρωινό. Ο ήλιος είχε αρχίσει να ξεπροβάλλει από την Ανατολή, λαμπρός, χρυσαφένιος, και έπνιγε με το φως του ολόκληρη την Κρήτη. Εκείνη την ημέρα όπως λέει και ο ποιητής «η φύση είχε βρει την γλυκιά και την καλή της ώρα».
81 χρόνια πίσω, στις 20 Μαΐου 1941, πριν μαραθούν τα λουλούδια στο πρωτομαγιάτικο στεφάνι και πριν θεριστούν τα μεστά στάχια, ο ουρανός σκοτείνιασε. Γέμισε σιδερένια πουλιά, που άφηναν να πέσουν και να προσγειωθούν στη Κρητική γη σαν «κλέφτες» ξενόφερτοι αλεξιπτωτιστές, αρχής γεννωμένης από τον κάμπο της Κισάμου.
Με τη μάχη της Κρήτης, όπως επικράτησε να λέγεται η επική αντίσταση των ηρωικών υπερασπιστών της Μεγαλονήσου απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς το τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου 1941, έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία, δεκάδες χιλιάδες σελίδες και περίπου 89 τραγούδια, με προεξέχουσα θέση τα ριζίτικα.
Δεν θα ήθελα να εξιστορήσω εδώ γεγονότα γνωστά και πολυδιαβασμένα, ούτε να σας υπενθυμίσω τους λόγους για τους οποίους χάθηκε η Κρήτη. Αυτό που θα ήθελα να σας παρουσιάσω είναι, τι ειπώθηκε και τι γράφτηκε την περίοδο εκείνη αλλά και αργότερα, για τη συμβολή του άμαχου πληθυσμού στην καθυστέρηση της πτώσης της Κρήτης, μία καθυστέρηση που επηρέασε σημαντικά το σχέδιο δράσης του Χίτλερ. Είναι χαρακτηριστικό το ερώτημα του Χίτλερ:« Γιατί η Κρήτη αντέχει ακόμα, ενώ ολόκληρη η Γαλλία έπεσε μέσα σε οκτώ ημέρες;» όπως και η απάντηση που του έδωσαν οι αξιωματικοί του: «Πουθενά σε καμία χώρα δεν αντίκρισε ο γερμανικός στρατός ένα τέτοιο φαινόμενο, να βρίσκεται αντιμέτωπος σε κάθε του βήμα με ένοπλους πολίτες, με γυναίκες, παιδιά και παπάδες».
Οφείλουμε, επίσης, να τονίσουμε ότι η συμμετοχή του κρητικού λαού στη Μάχη της Κρήτης αποτελεί την πρώτη ένοπλη παλλαϊκή εθνική αντίσταση εναντίον του Άξονα.
Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του και ο αρχιστράτηγος των ιταλικών δυνάμεων στο αλβανικό μέτωπο Τζελόζο, όταν ξεκίνησε η Μάχη, η 5η Μεραρχία Κρητών δεν είχε γυρίσει στο νησί μετά την κατάρρευση του μετώπου στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αποστερώντας έτσι το νησί από ένα σημαντικό κεφάλαιο, την αξία του οποίου έχει παραδεχθεί.
Έτσι, την άμυνα της νήσου ανέλαβαν, κυρίως οι έφηβοι και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, βοηθούμενοι και από τις γυναίκες, οπλισμένοι με ό,τι πρόχειρο βρέθηκε στα χέρια τους: παλαιά όπλα, μονόκανα, γκράδες που το βεληνεκές τους ξεπερνούσε τα 100 μέτρα, τσιφτέδες, μαυρομάνικα κρητικά μαχαίρια, σκαλίδες και ραβδιά, μπαστούνες, αν και με μεγάλη ευκολία θα μπορούσαμε να πούμε ότι το καλλίτερο όπλο τους ήταν το υψηλό ηθικό τους, τόσο, ώστε μόνο με εκφράσεις ειρωνείας σχολίαζαν τις σχετικές πληροφορίες για την επικείμενη επίθεση.
Αυτοί οι πρόχειρα οπλισμένοι Κρητικοί ήρθαν αντιμέτωποι με 22.750 Γερμανούς στρατιώτες, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ήταν αλεξιπτωτιστές, δηλ. ό,τι καλύτερο διέθετε ο στρατός του Γ΄ Ράιχ, οι οποίοι ήταν τέλεια εξοπλισμένοι για την εποχή τους. Κάθε αλεξιπτωτιστής έφερε μαζί του μυδράλιο, πιστόλι, χειροβομβίδες, φακό με 3 χρώματα, σουγιά πτυσσόμενο που με ένα κουμπί γινόταν δίκοπο μαχαίρι, μπρίκι, μικρό καμινέτο, φωτογραφική μηχανή και άφθονα φυσίγγια.
Ο μαχητής - αυτόπτης μάρτυρας και καθηγητής αργότερα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γεώργιος Κουρμούλης στα απομνημονεύματά του έγραψε: «Αλεξίπτωτα κάθε χρώματος σκέπαζαν τον ουράνιο χώρο και κατέβαιναν γρήγορα στη γη με άντρες και κάθε είδους πολεμικό υλικό και εφόδια. Ρυμουλκούμενα ανεμόπτερα προσγειώνονταν ξαφνικά και αποβίβαζαν άριστα εξοπλισμένα αεραγήματα σε κάθε σημείο των προσβαλλόμενων περιοχών.
Εμβρόντητοι, προς στιγμήν, οι υπερασπιστές του εδάφους από το πρωτοφανές ουράνιο θέαμα, ρίχνονταν αμέσως στην πιο παράδοξη μάχη της μέχρι τότε πολεμικής ιστορίας, τον ορυμαγδό της οποίας αντιλάλησαν επί δέκα εικοσιτετράωρα οι βαρείς όγκοι των Λευκών Ορέων και του Ψηλορείτη».
Ο Γερμανός πτέραρχος Φον Στούντεντ, δημιούργημα του οποίου ήταν οι αλεξιπτωτιστές στο βιβλίο του για την Κρήτη γράφει σχετικά: «Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές είναι γεννημένοι από την ανάγκη να δημιουργηθεί η μεγάλη Γερμανία. Έχουν διαπαιδαγωγηθεί και ατσαλωθεί με θάρρος, για να προσφερθούν θυσία. Είναι ο τολμηρότερος και αξιολογότερος στρατός του Ράιχ. Εμπόδια δεν υπήρξαν ποτέ για το γερμανικό στρατό και πολύ περισσότερο για τους αλεξιπτωτιστές».
Και όταν ο τότε Έλληνας Πρωθυπουργός, Εμμανουήλ Τσουδερός, διεπίστωσε ότι ήταν πλέον αργά για κάθε πολεμική προετοιμασία και γνώριζε ότι ο αγώνας ήταν ήδη άπελπις, ανέτρεξε στην κρητική παλικαριά ζητώντας της να σώσει ό,τι μπορούσε από την τιμή της Ελλάδας. Στις 26 Απριλίου 1941, σε ομιλία του στην Εμπορική Λέσχη του Ηρακλείου, είπε μεταξύ άλλων: «Επικαλούμαι, εν ονόματι του Έθνους και του Βασιλέως, τον πατριωτισμόν, την σύνεσιν και την παλικαριά σας, δια να σώσωμεν την τιμή της πατρίδος και δια να βοηθήσωμεν ώστε, ούτε ημείς να γίνωμεν δούλοι, ούτε οι άλλοι αδελφοί μας να μένουν δούλοι. Ακούω τον όρκον σας, που δίνετε από μέσα σας, ότι δεν θα υποχωρήσετε προ οιουδήποτε κινδύνου. Αι υλικαί καταστροφαί θα ανορθωθούν. Μόνον εάν η τιμή εχάνετο, αυτήν μόνον δεν θα μπορούσαμεν να την επανακτήσωμεν»
Ας δούμε, λοιπόν, πως παρουσιάζει αυτή τη λαϊκή συμμετοχή ο συνταγματάρχης Στυλιανός Καλλονάς σύμφωνα με έκθεση του που βρίσκεται στα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού: «Οι πολίται έσπευσαν εις το πεδίον της μάχης και όσοι ευρέθηκαν εις τους χώρους προσγειώσεως των αλεξιπτωτιστών, είτε ένοπλοι, είτε άοπλοι συνέβαλον τα μέγιστα εις την εξουδετέρωσιν τούτων. Μετά την σταθεροποίησιν των αεραγημάτων, η συμβολή των ιδιωτών ήτο καθορισμένη, ν’ απασχολούν δια των πυρών των τυραννικώς τα οργανωμένα σημεία υπό των αεραγημάτων, αλλά και έτοιμοι να συμπτυχθώσι μόλις τα αεραγήματα εκινούντο επιθετικώς κατ΄αυτών. Επίσης, εις τας νυχτερινάς επιθέσεις εχρησιμοποιήθησαν λίαν επιτυχώς ως οδηγοί, καθ΄ο γνώσται του εδάφους, ακόμη δε ως τροφοδόται και σύνδεσμοι εις το πεδίον της μάχης μεταξύ των στρατιωτικών τμημάτων.»
Ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, αναφέρει στο ημερολόγιό του: «Στο τραπέζι η Μάρω μου λέει τη διήγηση ενός Άγγλου αξιωματικού που γύρισε χτες βράδυ από το Ηράκλειο. Τ’ αλεξίπτωτα, με όλα τα χρώματα, πέφτοντας μέσα στο χαλάζι των γερμανικών πολυβόλων. Οι Κρητικοί, άλλοι χωρίς όπλα, άλλοι χωρίς φυσίγγια, πέφτοντας με τα χαντζάρια πάνω στον εχθρό, οι Νεοζηλανδοί με την ξιφολόγχη κι αυτοί χωρίς πολεμοφόδια. Το Ηράκλειο ζωσμένο από παντού, το λιμάνι του γεμάτο βουλιαγμένα καράβια και οι Κρητικοί λέγοντας στους Εγγλέζους :«Φύγετε εσείς, εμείς έχουμε τα βουνά.» Τα νοσοκομεία γκρεμισμένα πρώτα-πρώτα από τους βομβαρδισμούς. Γερμανοί αιχμάλωτοι ομολόγησαν πως το έκαναν επίτηδες, σύμφωνα με διαταγές, για να ρίξουν το ηθικό του κόσμου. Αφάνταστο μακελειό. Ο αξιωματικός αυτός άρχισε να κλαίει όταν του μιλούσαν για τους Κρητικούς.»
Ο ίδιος ο Χίτλερ, ο οποίος ενημερωνόταν κατά τη διάρκεια της μάχης για την αγωνιστικότητα της Κρήτης δήλωσε : « Η λύσσα και η αγριότητα με την οποία ο πληθυσμός της Κρήτης πολεμά τους στρατιώτες του Ράιχ, μόνο στον πολωνικό πόλεμο παρατηρήθηκε.»
Οι επίσημες εκτιμήσεις του Γερμανικού Επιτελείου Στρατού ανέφεραν, ότι: «πρόκειται για ένα σκληροτράχηλο, φιλελεύθερο λαό που στην καθημερινή του ζωή είναι εξοικειωμένος με τα όπλα. Η συμπεριφορά του πληθυσμού ήταν αβέβαιη. Θεωρήθηκε δυνατόν ότι, για να πετύχει το ίδιο ευνοϊκούς όρους, όπως ο πληθυσμός της ηπειρωτικής Ελλάδος, θα φερνόταν με συμπάθεια προς τις δυνάμεις του άξονα ή ότι θα έμενε τουλάχιστον ουδέτερος»
Γερμανός αξιωματικός σε επίσημη έκθεσή του, έγραφε: «Οι ίδιοι εμείς είχαμε πέσει για παρόμοιες πολεμικές επιχειρήσεις και στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά η αιφνιδιαστική και τρομακτική επίθεσή μας, σκόρπιζε τον πανικό στον άμαχο πληθυσμό και απομάκρυνε τους στρατιωτικούς που έτρεχαν να παραδοθούν. Ενώ στην Κρήτη κανένας δεν φοβόταν. Κανένας δεν έφευγε. Κανένας δεν παραδινόταν. Οι σφαίρες σφύριζαν στα αυτιά μας όταν ξεμπουκάραμε από την καταπακτή του αεροπλάνου και ώσπου να πέσουμε στην γη. Όσοι πατούσαμε το χώμα ζωντανοί, βλέπαμε ένα μαινόμενο πλήθος να μας επιτίθεται, χωρίς να φοβάται τα ανεπανάληπτα μας όπλα και τις χειροβομβίδες μας. Στην Κρήτη μόνο οι πέτρες δεν σηκώνονταν μονάχες τους να χτυπούν. Τα πάντα μας πολεμούσαν και εμείς πολεμούσαμε ως την ύστατη στιγμή».
Η ηρωική αντίσταση του Κρητικού λαού κράτησε μέχρι την 30η Μαΐου, οπότε και υπογράφηκε η συνθηκολόγηση. Από την 1 Ιουνίου οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν το καταστροφικό έργο τους κατά των ανθρώπων. Ο Στρατιωτικός Διοικητής του Ηρακλείου έθεσε όλους τους πολίτες της Κρήτης εκτός νόμου, ισχυριζόμενος ότι ενώ δεν ήταν στρατευμένοι σε τακτικό στρατό, χτύπησαν και σκότωσαν Γερμανούς στρατιώτες, κατά παράβαση της συνθήκης της Χάγης του 1907, που απαγόρευε σε πολίτες μία τέτοια συμμετοχή.
Περίπου την ίδια απάντηση έδωσε και ο αντιπρόσωπος του Στρατιωτικού Διοικητή Χανίων όταν μία Επιτροπή του λαού αποφάσισε να τον ρωτήσει για ποιο λόγο τουφέκιζαν τον Κρητικό λαό χωρίς καμία αιτιολογία.
«Σας τουφεκίζομεν διότι επολέμησεν ο λαός. Δεν επολέμησε ο στρατός σας», ήταν η απάντηση.
Και, όμως οι Κρήτες, σύμφωνα με την Συνθήκη της Χάγης του 1907, είχαν το δικαίωμα να αντισταθούν στον κατακτητή, διότι το άρθρο 2 του προσηρτημένου πρωτοκόλλου της Συνθήκης ορίζει ότι οι πολίτες μίας μη κατεχόμενης χώρας όπου δρα ο εχθρός, μπορούν να λάβουν αυθορμήτως τα όπλα για να κτυπήσουν τα στρατεύματα της εισβολής αρκεί να εκπληρούν δύο προϋποθέσεις: α) να φέρουν φανερά όπλο και β) να τηρούν τους κανόνες και τα έθιμα του πολέμου, ενώ το άρθρο 3 διευκρινίζει ότι σε περίπτωση σύλληψης των πολιτών αυτών από τον εχθρό δικαιούνται αντιμετώπιση ίδια με αυτή των αιχμαλώτων πολέμου.
Μα οι Κρητικοί δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να αντισταθούν στον κατακτητή. Τις τελευταίες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση της Γερμανίας ο ίδιος ο Γκαίμπελς ζητούσε με άρθρα του στη εφημερίδα «ΡΑΪΧ» από τους Γερμανούς κάθε ηλικίας και κάθε φύλου, να φονεύουν κάθε εχθρό που θα εισέβαλλε στην χώρα τους με ό,τι τυχόν όπλα είχαν και με ξύλα ακόμη. Ακόμη και ο ίδιος ο Χίτλερ στο γνωστό του έργο «Ο Αγών μου», έγραφε : «Ο λαός που δεν πολεμά για την ελευθερία του δεν πρέπει να έχει ελευθερία ».
Οι νεκροί Κρήτες και σύμμαχοι της Μάχης είναι περίπου 13.500, ενώ από την πλευρά των Γερμανών, περίπου 8.000. Γι’ αυτούς τους νεκρούς της Κρήτης αλλά και της αντίστασης, είχε πει ο Γερμανός Διοικητής του Φρουρίου Κρήτης, Αντρέ, σε συνομιλία του με τον Σουηδό αντιπρόσωπο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού : «Οι Κρητικοί όταν βρίσκονται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, έχουν πάνω τους κάτι το μυθώδες. Φαντάζουν σαν τους μυθικούς ήρωες. Είναι τόσο περήφανοι την τραγική εκείνη ώρα του θανάτου, που όποιος τους δει, είναι αδύνατο να μη τους θαυμάσει. Πολλές φορές, όταν επρόκειτο να γίνουν εκτελέσεις, αφήκα το γραφείο μου και βγήκα στο μπαλκόνι, μόνο και μόνο για να τους θαυμάσω. Σε κανένα άλλο λαό δεν είδα τέτοια περιφρόνηση προς το θάνατο και τόση αγάπη προς την Ελευθερία...»
Ο Γερμανός πτέραρχος Φον Στούντεντ σε άλλο σημείο του βιβλίου του αναφέρει: «Δι’ εμέ ως διοικητής των Γερμανικών μονάδων αλεξιπτωτιστών που κατέλαβαν την Κρήτη, το όνομα της νήσου αυτής συνδέεται με πικρές αναμνήσεις. Ομολογώ ότι επλανήθηκα στους υπολογισμούς μου όταν συνεβούλευσα αυτήν την επίθεση. Αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο να χάσω πολύτιμους αλεξιπτωτιστές, τους οποίους θεωρούσα παιδιά μου, αλλά και να εκλείψουν πλέον οι σχηματισμοί αλεξιπτωτιστών, τους οποίους είχα δημιουργήσει ο ίδιος». Ο ίδιος ο Χίτλερ είπε: «Η Κρήτη απέδειξε ότι οι μεγάλες μέρες των αλεξιπτωτιστών τελείωσαν».
Ο στρατάρχης Ουέιβελ στις σημειώσεις του έγραψε: «Οι απώλειες των Γερμανών στην Κρήτη έσωσαν τη γενική κατάσταση στη Μεσόγειο, διότι καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος των αεραγημάτων του εχθρού και μέγας αριθμός αεροπλάνων. Προθύμως αναγνωρίζομεν ότι οι Έλληνες σύμμαχοί μας είναι οι πρώτοι που τας υπερόχους νίκας των εις την Βόρειον Ήπειρον άνοιξαν τον δρόμον και κατάφερον πλήγματα κατά της φασιστικής Ιταλίας. Αι επιτυχίαι δεν είχαν μόνον τοπικήν σημασίαν, αλλά επηρέασαν την όλην εξέλιξιν του πολέμου. Η άμυνα της Κρήτης έσωσε την Κύπρον, την Συρίαν, το Ιράκ και ίσως το Τομπρούκ»
Ακόμη και οι σύμμαχοι των Γερμανών, οι Ιάπωνες, οι οποίοι έβαζαν τον κώδικα τιμής πάνω και από τη ζωή τους, είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα από τον ηρωισμό των κρητικών. Η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ του Τόκιο τον Ιανουάριο του 1942 έγραψε: «Χωρίς ενισχύσεις, χωρίς εφόδια, χωρίς τροφή, αξύριστοι, άυπνοι, άπλυτοι, χωρίς ανάπαυση, με χαμένους τους αρχηγούς τους μέσα στην τρομαχτική σύγχυση της μάχης που εμαίνετο αδιάκοπα, με πλήρη επίγνωση του αδύνατου της διαφυγής, εξακολουθούν να μάχονται σαν να είναι υπεράνθρωποι. Λιπόσαρκοι, σκυθρωποί, χωρίς το παραμικρό προστατευτικό προκάλυμμα για μία στοιχειώδη τέλος πάντων άμυνα, πολέμησαν στήθος με στήθος με έναν υπεράνθρωπο ηρωισμό οι πολεμιστές της Κρήτης. Πρέπει γι’ αυτό να καταστούν αντικείμενο της ευλαβούς λατρείας εκ μέρους όλων ημών που παρακολουθήσαμε την ένδοξη μάχη τους.
Προτείνουμε ως ζήτημα υπέρτατου καθήκοντος τιμής, όπως δημιουργηθεί έκτακτο «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης», για να τιμηθεί με ειδικό παράσημο κάθε πολίτης, κάθε στρατιώτης και κάθε αξιωματικός που έλαβε μέρος στην ενδοξότερη μάχη της ιστορίας, τη Μάχη της Κρήτης».
Το «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης» δεν συστάθηκε ποτέ, ο Χίτλερ όμως θεώρησε τόσο μεγάλο το κατόρθωμα των στρατιωτών του να πατήσουν την Κρήτη, που ίδρυσε ένα παράσημο στρατιωτικής αξίας με τη λέξη «Κρήτη» και το απένειμε σε όσους Γερμανούς κάθε βαθμού έλαβαν μέρος στη Μάχη.
Ο βρετανός πρωθυπουργός Ουίστον Τσόρτσιλ, είπε: «Οι Νεοζηλανδοί, οι Αυστραλοί, οι Ουαλοί και οι Άγγλοι, μαζί με τους αφάνταστα ηρωϊκούς και πεισματάρηδες Κρητικούς, που επολέμησαν στον αποκαρδιωτικόν μάταιο αυτόν αγώνα, μπορούν, δίκαια νομίζω, να αισθάνονται ότι έπαιξαν αποτελεσματικό ρόλο, σε μια μάχη, που μας ανακούφισε σοβαρά. Η απώλεια των πιο καλών Γερμανών πολεμιστών απεμάκρυνε το τρομερό όπλο των αλεξιπτωτιστών από κάθε περαιτέρω συμμετοχή στα γεγονότα που διεδραματίσθησαν στη Μέση Ανατολή. Ο Γκαίριγκ κέρδισε μόνο μια ΠΥΡΡΕΙΑ ΝΙΚΗ στη Κρήτη. Η αντίσταση στην Κρήτη προκάλεσε την καταστροφή επίλεκτων γερμανικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν να παίξουν κεφαλαιώδη ρόλο στα μεταγενέστερα γεγονότα της Μέσης Ανατολής. Στην Κρήτη ο Goering με τις δυνάμεις που σπατάλησε εκεί, θα μπορούσε εύκολα να κατακτήσει την Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ και ίσως ακόμη και την Περσία… Διέπραξε την ανοησία να αφήσει να του ξεφύγουν αυτές οι μεγάλες ευκαιρίες, με το να θυσιάσει τις αναντικατάστατες αυτές δυνάμεις σε έναν θανάσιμο αγώνα που διεξαγόταν συχνά σώμα με σώμα…»
Αλλά και ο Βρετανός ιστορικός Άλαν Κλάρκ, έγραψε : «Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο ρους της ιστορίας, αν ένα χρόνο πριν οι κάτοικοι της Δύσης είχαν δείξει το ίδιο θάρρος με τους Κρητικούς κατά την εισβολή των Γερμανών στα χωριά τους».
Θα αναφέρω λίγα περιστατικά αντίστασης Κρητικών, όπως το διηγείται σε κείμενο του ο στρατιώτης ονόματι Καφάτος. «Ένας γέροντας, 70 χρονών τότε, από το χωριό Ασκορδαλλού Χανίων όταν έπεφταν οι αλεξιπτωτιστές αντί να κοιτάξει να φύγει άοπλος καθώς ήταν, αυτός είχε το νου του πώς να βρει όπλο. Ένας Γερμανός που τον είδε ξαφνικά μπροστά του, τράβηξε το πιστόλι να τον σκοτώσει, αλλά το όπλο έπαθε αφλογιστία . Ο γέροντας δεν έχασε καιρό, έπεσε επάνω του με την μαγκούρα που κρατούσε, τον αφόπλισε και του πήρε το όπλο...»
Όταν ο ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, Διονύσιος Ψαρουδάκης, ζήτησε όπλα από τον αυστραλό Διοικητή των Δυνάμεων Ρεθύμνης Αντισυνταγματάρχη Ιάν Κάμπελ για να πολεμήσει τους γερμανούς, δηλώνοντάς του ότι τίθεται στις διαταγές του και είναι έτοιμος να υπακούσει, ο Κάμπελ του είπε ότι σαν καλόγερος οφείλει να υπακούσει μόνο στο Θεό και να εκτελεί μόνο τις διαταγές του. Τότε ο ηγούμενος του απάντησε: « Ο Θεός και η ιστορία του Μοναστηρίου και οι πολυάριθμοι καλόγεροι, που πρόσφεραν την ζωή τους για τη λευτερία της Κρήτης με διέταξαν να’ρθώ σε σένα να πολεμήσω». Και ο Ιάν Κάμπελ έγραψε: « Ο Καλόγερος και οι γενναίοι Κρήτες, οπλίσθηκαν μόνοι τους με όπλα και πολεμοφόδια που βρήκαν σε νεκρούς γερμανούς, και σαν αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσουν ένα αξιοσημείωτο εμπόδιο στους Γερμανούς, γιατί τους πίεζαν από τα πλευρά και τα νώτα. Οι Αυστραλοί είμαστε πολύ υπερήφανοι για τον ανδρείο τρόπο που οι Κρήτες μας υποστήριξαν».
Ο Αρχιμανδρίτης της Μητρόπολης Ηρακλείου Φώτιος Θεοδοσάκης, όσα μερόνυχτα διήρκησε η Μάχη της Κρήτης, με ένα αυτόνομο όπλο αναδείχθηκε «πρωτοπαλίκαρο» του αγώνα. Τον αποτύπωσαν όμως στη μνήμη τους οι Γερμανοί από τα ράσα στα κινηματογραφικά φιλμ που έπαιρναν οι αλεξιπτωτιστές και αργότερα η Γκεστάπο έψαξε και τον βρήκε στο Σκαλάνι. Οι τελευταίες λέξεις του πριν την εκτέλεσή του ήταν: « Χριστέ μου.... Ζήτω η Αγία Λευτεριά».
Το τελευταίο παράδειγμα είναι σχετικό με την βοήθεια που πρόσφεραν οι γυναίκες στη μάχη της Κρήτης. Έλληνες, Βρετανοί, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Κύπριοι, ακόμη και Γερμανοί δέχτηκαν χωρίς διακρίσεις τις περιποιήσεις των γυναικών. Σεντόνια πανάκριβα και προίκες ξομπλιασμένες, σχίστηκαν και έγιναν επίδεσμοι. Σε παρατήρηση τους για αυτή την καταστροφή απαντούσαν : «Ίντα να τσι κάνουμε τσι προίκες ανε σκλαβωθούμε».
Τον Μάιο του 1958 δημοσιεύθηκε στην ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ένα κείμενο από τον Φραντς Πέτερ Βάϊσλερ, που σαν αλεξιπτωτιστής πήρε μέρος στην επίθεση κατά της Κρήτης, όπου έγραφε : «Οι νεκροί μας, είχαν παραμείνει επί ημέρας άταφοι και εις το θερμό κλίμα της Κρήτης είχαν υποστεί σοβαράς αλλοιώσεις, τας οποίας επέτεινον επιδρομαί σαρκοβόρων ορνέων. Τας αλλοιώσεις ταύτας των πτωμάτων των νεκρών μας, οι νεαροί άνευ πείρας αξιωματικοί και στρατιώται μας, απέδοσαν εσφαλμένως εις κακοποιήσεις εκ μέρους των εντοπίων. Εκθέσεις βεβιασμέναι και αβάσιμαι, προκάλεσαν την εγκληματικήν διαταγήν του Γκαίριγκ όπως καταστραφούν τα χωριά και αποδεκατιστεί ο άρρην πληθυσμός. Διακηρύττω και σήμερον όπως και τότε ότι ουδεμίαν απολύτως περίπτωσιν κακοποιήσεως φονευθέντων Γερμανών εκ μέρους Κρητών διαπιστώσαμεν.»
Διαβάζοντάς τα παραπάνω, το μυαλό μας ταξιδεύει στην αδικία αλλά και την αντρεία αυτών που εκτελέστηκαν σε Κακόπετρο, Καλλικράτη, Κάνδανο, Κοντομαρί, Κουστογέρακο, Λιβαδά, Μαλάθυρο, Μονή, Σκινέ και Σούγια στο νομό Χανίων, αλλά και σε άλλα δεκάδες χωριά της Κρήτης μας. Πώς να ξεχάσουμε την έρημη μάνα στον Κακόπετρο που της σκότωσαν τέσσερα από τα έξι παιδιά της ή τη Μαλάθυρο με τους εξήντα δύο νεκρούς της; Ο φωτογράφος Κωνσταντίνος Κουτουλάκης, όταν πέρασε ο Νίκος Καζαντζάκης ως μέλος της Επιτροπής Καταγραφής Ωμοτήτων Κρήτης από τον Κακόπετρο, θυμάται: «Έκεια είδα το Καζαντζάκη να κλαίει. Μέσα στ’ αυτοκίνητο μας ήλεγε, κι ήκλαιγε ακόμη. Είδετε; Αυτή είναι η κρητική ψυχή. Tην ελευτερία την έχει θρησκεία… Ένας τέτοιος λαός υποδουλώνεται ποτές;»
Ο Ραδιοφωνικός σταθμός Μόσχας σε εκπομπή του ανάφερε: «Επολεμήσατε άοπλοι εναντίον πανόπλων και ενικήσατε. Μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε. Δεν ήτο δυνατόν να γίνει άλλως, διότι είσθε Έλληνες. Εκερδίσαμεν χρόνον διά να αμυνθώμεν. Ως Ρώσοι και ως άνθρωποι σας ευγνωμονούμε».
Οι TIMES του Λονδίνου σε άρθρο τους τόνισαν: «Η Μάχη της Κρήτης υπήρξε το συναρπαστικότερο γεγονός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και η αποθέωση του ανθρώπινου ηρωισμού»
Ο Άγγλος ταγματάρχης Πάτρικ Φέρμορ που συμμετείχε στην απαγωγή του Κράιπε και που λάτρεψε την Κρήτη, γι’ αυτό άλλωστε του έδωσαν και το παρατσούκλι “Φιλεντέμ”, είπε: «Κατά τη Μάχη της Κρήτης, η ανδρεία και το πνεύμα των Κρητών γέμισαν τις σελίδες του παγκόσμιου τύπου. Η μάχη αυτή έγινε θρύλος και στα μάτια ολόκληρου του κόσμου η λέξη «Κρητικός» έγινε συνώνυμη με τις λέξεις «Πολεμιστής» και «Ήρως».
Αλλά και ο διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στην Κρήτη Στρατηγός Φράιμπεργκ, ανέφερε: «Ολίγα έθνη έχουν τα ευγενικά προτερήματα των Κρητικών».
Η Μάχη της Κρήτης ήταν κυρίως μάχη του λαού της. Ο ποιητής μας, Κωστής Παλαμάς έκαμε λόγο για την «Κρήτη των κελαηδισμών» και την «Κρήτη των αρμάτων», πράγμα που σημαίνει ότι ο ευαίσθητος και οξύνους ποιητής μας, διέκρινε στην ψυχή του Κρητικού εκείνα τα στοιχεία που σφραγίζουν τη ζωή και την ιστορία του: παράφορη αγάπη για τη ζωή και άφοβο αντίκρισμα του θανάτου.
Θα ολοκληρώσω, με τα λόγια του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη από ομιλία του για τη μάχη της Κρήτης: Ο άνθρωπος θα έπαυε να είναι άνθρωπος, αν δεν υπήρχαν στιγμές όπως η Μάχη της Κρήτης, για να μετρηθεί σαν ίσος προς ίσο με τον Δράκοντα, γράφοντας τις σελίδες του βιβλίου της ιστορίας με πύρινα γράμματα: “Είμαι Άνθρωπος, είμαι Έλληνας, είμαι Κρητικός και γι' αυτό πιο δυνατός απ’ όλες τις δυνάμεις του Κακού συνενωμένες, γιατί τελικά είμαι πνεύμα, είμαι ιδέα, είμαι η βαθιά ανάγκη που έχει μέσα του κάθε άνθρωπος να είναι αυτός ο τελικός νικητής, όσες θυσίες θα χρειαστούν, φτάνει να μπορέσει να μείνει ως το τέλος Έλληνας, Κρητικός, Άνθρωπος, με όλο το βάρος και το μεγαλείο της λέξης «Άνθρωπος».
Σας ευχαριστώ
Ο ίδιος ο Χίτλερ, ο οποίος ενημερωνόταν κατά τη διάρκεια της μάχης για την αγωνιστικότητα της Κρήτης δήλωσε : « Η λύσσα και η αγριότητα με την οποία ο πληθυσμός της Κρήτης πολεμά τους στρατιώτες του Ράιχ, μόνο στον πολωνικό πόλεμο παρατηρήθηκε.»
Οι επίσημες εκτιμήσεις του Γερμανικού Επιτελείου Στρατού ανέφεραν, ότι: «πρόκειται για ένα σκληροτράχηλο, φιλελεύθερο λαό που στην καθημερινή του ζωή είναι εξοικειωμένος με τα όπλα. Η συμπεριφορά του πληθυσμού ήταν αβέβαιη. Θεωρήθηκε δυνατόν ότι, για να πετύχει το ίδιο ευνοϊκούς όρους, όπως ο πληθυσμός της ηπειρωτικής Ελλάδος, θα φερνόταν με συμπάθεια προς τις δυνάμεις του άξονα ή ότι θα έμενε τουλάχιστον ουδέτερος»
Γερμανός αξιωματικός σε επίσημη έκθεσή του, έγραφε: «Οι ίδιοι εμείς είχαμε πέσει για παρόμοιες πολεμικές επιχειρήσεις και στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά η αιφνιδιαστική και τρομακτική επίθεσή μας, σκόρπιζε τον πανικό στον άμαχο πληθυσμό και απομάκρυνε τους στρατιωτικούς που έτρεχαν να παραδοθούν. Ενώ στην Κρήτη κανένας δεν φοβόταν. Κανένας δεν έφευγε. Κανένας δεν παραδινόταν. Οι σφαίρες σφύριζαν στα αυτιά μας όταν ξεμπουκάραμε από την καταπακτή του αεροπλάνου και ώσπου να πέσουμε στην γη. Όσοι πατούσαμε το χώμα ζωντανοί, βλέπαμε ένα μαινόμενο πλήθος να μας επιτίθεται, χωρίς να φοβάται τα ανεπανάληπτα μας όπλα και τις χειροβομβίδες μας. Στην Κρήτη μόνο οι πέτρες δεν σηκώνονταν μονάχες τους να χτυπούν. Τα πάντα μας πολεμούσαν και εμείς πολεμούσαμε ως την ύστατη στιγμή».
Η ηρωική αντίσταση του Κρητικού λαού κράτησε μέχρι την 30η Μαΐου, οπότε και υπογράφηκε η συνθηκολόγηση. Από την 1 Ιουνίου οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν το καταστροφικό έργο τους κατά των ανθρώπων. Ο Στρατιωτικός Διοικητής του Ηρακλείου έθεσε όλους τους πολίτες της Κρήτης εκτός νόμου, ισχυριζόμενος ότι ενώ δεν ήταν στρατευμένοι σε τακτικό στρατό, χτύπησαν και σκότωσαν Γερμανούς στρατιώτες, κατά παράβαση της συνθήκης της Χάγης του 1907, που απαγόρευε σε πολίτες μία τέτοια συμμετοχή.
Περίπου την ίδια απάντηση έδωσε και ο αντιπρόσωπος του Στρατιωτικού Διοικητή Χανίων όταν μία Επιτροπή του λαού αποφάσισε να τον ρωτήσει για ποιο λόγο τουφέκιζαν τον Κρητικό λαό χωρίς καμία αιτιολογία.
«Σας τουφεκίζομεν διότι επολέμησεν ο λαός. Δεν επολέμησε ο στρατός σας», ήταν η απάντηση.
Και, όμως οι Κρήτες, σύμφωνα με την Συνθήκη της Χάγης του 1907, είχαν το δικαίωμα να αντισταθούν στον κατακτητή, διότι το άρθρο 2 του προσηρτημένου πρωτοκόλλου της Συνθήκης ορίζει ότι οι πολίτες μίας μη κατεχόμενης χώρας όπου δρα ο εχθρός, μπορούν να λάβουν αυθορμήτως τα όπλα για να κτυπήσουν τα στρατεύματα της εισβολής αρκεί να εκπληρούν δύο προϋποθέσεις: α) να φέρουν φανερά όπλο και β) να τηρούν τους κανόνες και τα έθιμα του πολέμου, ενώ το άρθρο 3 διευκρινίζει ότι σε περίπτωση σύλληψης των πολιτών αυτών από τον εχθρό δικαιούνται αντιμετώπιση ίδια με αυτή των αιχμαλώτων πολέμου.
Μα οι Κρητικοί δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να αντισταθούν στον κατακτητή. Τις τελευταίες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση της Γερμανίας ο ίδιος ο Γκαίμπελς ζητούσε με άρθρα του στη εφημερίδα «ΡΑΪΧ» από τους Γερμανούς κάθε ηλικίας και κάθε φύλου, να φονεύουν κάθε εχθρό που θα εισέβαλλε στην χώρα τους με ό,τι τυχόν όπλα είχαν και με ξύλα ακόμη. Ακόμη και ο ίδιος ο Χίτλερ στο γνωστό του έργο «Ο Αγών μου», έγραφε : «Ο λαός που δεν πολεμά για την ελευθερία του δεν πρέπει να έχει ελευθερία ».
Οι νεκροί Κρήτες και σύμμαχοι της Μάχης είναι περίπου 13.500, ενώ από την πλευρά των Γερμανών, περίπου 8.000. Γι’ αυτούς τους νεκρούς της Κρήτης αλλά και της αντίστασης, είχε πει ο Γερμανός Διοικητής του Φρουρίου Κρήτης, Αντρέ, σε συνομιλία του με τον Σουηδό αντιπρόσωπο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού : «Οι Κρητικοί όταν βρίσκονται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, έχουν πάνω τους κάτι το μυθώδες. Φαντάζουν σαν τους μυθικούς ήρωες. Είναι τόσο περήφανοι την τραγική εκείνη ώρα του θανάτου, που όποιος τους δει, είναι αδύνατο να μη τους θαυμάσει. Πολλές φορές, όταν επρόκειτο να γίνουν εκτελέσεις, αφήκα το γραφείο μου και βγήκα στο μπαλκόνι, μόνο και μόνο για να τους θαυμάσω. Σε κανένα άλλο λαό δεν είδα τέτοια περιφρόνηση προς το θάνατο και τόση αγάπη προς την Ελευθερία...»
Ο Γερμανός πτέραρχος Φον Στούντεντ σε άλλο σημείο του βιβλίου του αναφέρει: «Δι’ εμέ ως διοικητής των Γερμανικών μονάδων αλεξιπτωτιστών που κατέλαβαν την Κρήτη, το όνομα της νήσου αυτής συνδέεται με πικρές αναμνήσεις. Ομολογώ ότι επλανήθηκα στους υπολογισμούς μου όταν συνεβούλευσα αυτήν την επίθεση. Αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο να χάσω πολύτιμους αλεξιπτωτιστές, τους οποίους θεωρούσα παιδιά μου, αλλά και να εκλείψουν πλέον οι σχηματισμοί αλεξιπτωτιστών, τους οποίους είχα δημιουργήσει ο ίδιος». Ο ίδιος ο Χίτλερ είπε: «Η Κρήτη απέδειξε ότι οι μεγάλες μέρες των αλεξιπτωτιστών τελείωσαν».
Ο στρατάρχης Ουέιβελ στις σημειώσεις του έγραψε: «Οι απώλειες των Γερμανών στην Κρήτη έσωσαν τη γενική κατάσταση στη Μεσόγειο, διότι καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος των αεραγημάτων του εχθρού και μέγας αριθμός αεροπλάνων. Προθύμως αναγνωρίζομεν ότι οι Έλληνες σύμμαχοί μας είναι οι πρώτοι που τας υπερόχους νίκας των εις την Βόρειον Ήπειρον άνοιξαν τον δρόμον και κατάφερον πλήγματα κατά της φασιστικής Ιταλίας. Αι επιτυχίαι δεν είχαν μόνον τοπικήν σημασίαν, αλλά επηρέασαν την όλην εξέλιξιν του πολέμου. Η άμυνα της Κρήτης έσωσε την Κύπρον, την Συρίαν, το Ιράκ και ίσως το Τομπρούκ»
Ακόμη και οι σύμμαχοι των Γερμανών, οι Ιάπωνες, οι οποίοι έβαζαν τον κώδικα τιμής πάνω και από τη ζωή τους, είχαν μείνει με ανοιχτό το στόμα από τον ηρωισμό των κρητικών. Η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ του Τόκιο τον Ιανουάριο του 1942 έγραψε: «Χωρίς ενισχύσεις, χωρίς εφόδια, χωρίς τροφή, αξύριστοι, άυπνοι, άπλυτοι, χωρίς ανάπαυση, με χαμένους τους αρχηγούς τους μέσα στην τρομαχτική σύγχυση της μάχης που εμαίνετο αδιάκοπα, με πλήρη επίγνωση του αδύνατου της διαφυγής, εξακολουθούν να μάχονται σαν να είναι υπεράνθρωποι. Λιπόσαρκοι, σκυθρωποί, χωρίς το παραμικρό προστατευτικό προκάλυμμα για μία στοιχειώδη τέλος πάντων άμυνα, πολέμησαν στήθος με στήθος με έναν υπεράνθρωπο ηρωισμό οι πολεμιστές της Κρήτης. Πρέπει γι’ αυτό να καταστούν αντικείμενο της ευλαβούς λατρείας εκ μέρους όλων ημών που παρακολουθήσαμε την ένδοξη μάχη τους.
Προτείνουμε ως ζήτημα υπέρτατου καθήκοντος τιμής, όπως δημιουργηθεί έκτακτο «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης», για να τιμηθεί με ειδικό παράσημο κάθε πολίτης, κάθε στρατιώτης και κάθε αξιωματικός που έλαβε μέρος στην ενδοξότερη μάχη της ιστορίας, τη Μάχη της Κρήτης».
Το «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης» δεν συστάθηκε ποτέ, ο Χίτλερ όμως θεώρησε τόσο μεγάλο το κατόρθωμα των στρατιωτών του να πατήσουν την Κρήτη, που ίδρυσε ένα παράσημο στρατιωτικής αξίας με τη λέξη «Κρήτη» και το απένειμε σε όσους Γερμανούς κάθε βαθμού έλαβαν μέρος στη Μάχη.
Ο βρετανός πρωθυπουργός Ουίστον Τσόρτσιλ, είπε: «Οι Νεοζηλανδοί, οι Αυστραλοί, οι Ουαλοί και οι Άγγλοι, μαζί με τους αφάνταστα ηρωϊκούς και πεισματάρηδες Κρητικούς, που επολέμησαν στον αποκαρδιωτικόν μάταιο αυτόν αγώνα, μπορούν, δίκαια νομίζω, να αισθάνονται ότι έπαιξαν αποτελεσματικό ρόλο, σε μια μάχη, που μας ανακούφισε σοβαρά. Η απώλεια των πιο καλών Γερμανών πολεμιστών απεμάκρυνε το τρομερό όπλο των αλεξιπτωτιστών από κάθε περαιτέρω συμμετοχή στα γεγονότα που διεδραματίσθησαν στη Μέση Ανατολή. Ο Γκαίριγκ κέρδισε μόνο μια ΠΥΡΡΕΙΑ ΝΙΚΗ στη Κρήτη. Η αντίσταση στην Κρήτη προκάλεσε την καταστροφή επίλεκτων γερμανικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν να παίξουν κεφαλαιώδη ρόλο στα μεταγενέστερα γεγονότα της Μέσης Ανατολής. Στην Κρήτη ο Goering με τις δυνάμεις που σπατάλησε εκεί, θα μπορούσε εύκολα να κατακτήσει την Κύπρο, τη Συρία, το Ιράκ και ίσως ακόμη και την Περσία… Διέπραξε την ανοησία να αφήσει να του ξεφύγουν αυτές οι μεγάλες ευκαιρίες, με το να θυσιάσει τις αναντικατάστατες αυτές δυνάμεις σε έναν θανάσιμο αγώνα που διεξαγόταν συχνά σώμα με σώμα…»
Αλλά και ο Βρετανός ιστορικός Άλαν Κλάρκ, έγραψε : «Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο ρους της ιστορίας, αν ένα χρόνο πριν οι κάτοικοι της Δύσης είχαν δείξει το ίδιο θάρρος με τους Κρητικούς κατά την εισβολή των Γερμανών στα χωριά τους».
Θα αναφέρω λίγα περιστατικά αντίστασης Κρητικών, όπως το διηγείται σε κείμενο του ο στρατιώτης ονόματι Καφάτος. «Ένας γέροντας, 70 χρονών τότε, από το χωριό Ασκορδαλλού Χανίων όταν έπεφταν οι αλεξιπτωτιστές αντί να κοιτάξει να φύγει άοπλος καθώς ήταν, αυτός είχε το νου του πώς να βρει όπλο. Ένας Γερμανός που τον είδε ξαφνικά μπροστά του, τράβηξε το πιστόλι να τον σκοτώσει, αλλά το όπλο έπαθε αφλογιστία . Ο γέροντας δεν έχασε καιρό, έπεσε επάνω του με την μαγκούρα που κρατούσε, τον αφόπλισε και του πήρε το όπλο...»
Όταν ο ηγούμενος της Μονής Αρκαδίου, Διονύσιος Ψαρουδάκης, ζήτησε όπλα από τον αυστραλό Διοικητή των Δυνάμεων Ρεθύμνης Αντισυνταγματάρχη Ιάν Κάμπελ για να πολεμήσει τους γερμανούς, δηλώνοντάς του ότι τίθεται στις διαταγές του και είναι έτοιμος να υπακούσει, ο Κάμπελ του είπε ότι σαν καλόγερος οφείλει να υπακούσει μόνο στο Θεό και να εκτελεί μόνο τις διαταγές του. Τότε ο ηγούμενος του απάντησε: « Ο Θεός και η ιστορία του Μοναστηρίου και οι πολυάριθμοι καλόγεροι, που πρόσφεραν την ζωή τους για τη λευτερία της Κρήτης με διέταξαν να’ρθώ σε σένα να πολεμήσω». Και ο Ιάν Κάμπελ έγραψε: « Ο Καλόγερος και οι γενναίοι Κρήτες, οπλίσθηκαν μόνοι τους με όπλα και πολεμοφόδια που βρήκαν σε νεκρούς γερμανούς, και σαν αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσουν ένα αξιοσημείωτο εμπόδιο στους Γερμανούς, γιατί τους πίεζαν από τα πλευρά και τα νώτα. Οι Αυστραλοί είμαστε πολύ υπερήφανοι για τον ανδρείο τρόπο που οι Κρήτες μας υποστήριξαν».
Ο Αρχιμανδρίτης της Μητρόπολης Ηρακλείου Φώτιος Θεοδοσάκης, όσα μερόνυχτα διήρκησε η Μάχη της Κρήτης, με ένα αυτόνομο όπλο αναδείχθηκε «πρωτοπαλίκαρο» του αγώνα. Τον αποτύπωσαν όμως στη μνήμη τους οι Γερμανοί από τα ράσα στα κινηματογραφικά φιλμ που έπαιρναν οι αλεξιπτωτιστές και αργότερα η Γκεστάπο έψαξε και τον βρήκε στο Σκαλάνι. Οι τελευταίες λέξεις του πριν την εκτέλεσή του ήταν: « Χριστέ μου.... Ζήτω η Αγία Λευτεριά».
Το τελευταίο παράδειγμα είναι σχετικό με την βοήθεια που πρόσφεραν οι γυναίκες στη μάχη της Κρήτης. Έλληνες, Βρετανοί, Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Κύπριοι, ακόμη και Γερμανοί δέχτηκαν χωρίς διακρίσεις τις περιποιήσεις των γυναικών. Σεντόνια πανάκριβα και προίκες ξομπλιασμένες, σχίστηκαν και έγιναν επίδεσμοι. Σε παρατήρηση τους για αυτή την καταστροφή απαντούσαν : «Ίντα να τσι κάνουμε τσι προίκες ανε σκλαβωθούμε».
Τον Μάιο του 1958 δημοσιεύθηκε στην ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ένα κείμενο από τον Φραντς Πέτερ Βάϊσλερ, που σαν αλεξιπτωτιστής πήρε μέρος στην επίθεση κατά της Κρήτης, όπου έγραφε : «Οι νεκροί μας, είχαν παραμείνει επί ημέρας άταφοι και εις το θερμό κλίμα της Κρήτης είχαν υποστεί σοβαράς αλλοιώσεις, τας οποίας επέτεινον επιδρομαί σαρκοβόρων ορνέων. Τας αλλοιώσεις ταύτας των πτωμάτων των νεκρών μας, οι νεαροί άνευ πείρας αξιωματικοί και στρατιώται μας, απέδοσαν εσφαλμένως εις κακοποιήσεις εκ μέρους των εντοπίων. Εκθέσεις βεβιασμέναι και αβάσιμαι, προκάλεσαν την εγκληματικήν διαταγήν του Γκαίριγκ όπως καταστραφούν τα χωριά και αποδεκατιστεί ο άρρην πληθυσμός. Διακηρύττω και σήμερον όπως και τότε ότι ουδεμίαν απολύτως περίπτωσιν κακοποιήσεως φονευθέντων Γερμανών εκ μέρους Κρητών διαπιστώσαμεν.»
Διαβάζοντάς τα παραπάνω, το μυαλό μας ταξιδεύει στην αδικία αλλά και την αντρεία αυτών που εκτελέστηκαν σε Κακόπετρο, Καλλικράτη, Κάνδανο, Κοντομαρί, Κουστογέρακο, Λιβαδά, Μαλάθυρο, Μονή, Σκινέ και Σούγια στο νομό Χανίων, αλλά και σε άλλα δεκάδες χωριά της Κρήτης μας. Πώς να ξεχάσουμε την έρημη μάνα στον Κακόπετρο που της σκότωσαν τέσσερα από τα έξι παιδιά της ή τη Μαλάθυρο με τους εξήντα δύο νεκρούς της; Ο φωτογράφος Κωνσταντίνος Κουτουλάκης, όταν πέρασε ο Νίκος Καζαντζάκης ως μέλος της Επιτροπής Καταγραφής Ωμοτήτων Κρήτης από τον Κακόπετρο, θυμάται: «Έκεια είδα το Καζαντζάκη να κλαίει. Μέσα στ’ αυτοκίνητο μας ήλεγε, κι ήκλαιγε ακόμη. Είδετε; Αυτή είναι η κρητική ψυχή. Tην ελευτερία την έχει θρησκεία… Ένας τέτοιος λαός υποδουλώνεται ποτές;»
Ο Ραδιοφωνικός σταθμός Μόσχας σε εκπομπή του ανάφερε: «Επολεμήσατε άοπλοι εναντίον πανόπλων και ενικήσατε. Μικροί εναντίον μεγάλων και επικρατήσατε. Δεν ήτο δυνατόν να γίνει άλλως, διότι είσθε Έλληνες. Εκερδίσαμεν χρόνον διά να αμυνθώμεν. Ως Ρώσοι και ως άνθρωποι σας ευγνωμονούμε».
Οι TIMES του Λονδίνου σε άρθρο τους τόνισαν: «Η Μάχη της Κρήτης υπήρξε το συναρπαστικότερο γεγονός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και η αποθέωση του ανθρώπινου ηρωισμού»
Ο Άγγλος ταγματάρχης Πάτρικ Φέρμορ που συμμετείχε στην απαγωγή του Κράιπε και που λάτρεψε την Κρήτη, γι’ αυτό άλλωστε του έδωσαν και το παρατσούκλι “Φιλεντέμ”, είπε: «Κατά τη Μάχη της Κρήτης, η ανδρεία και το πνεύμα των Κρητών γέμισαν τις σελίδες του παγκόσμιου τύπου. Η μάχη αυτή έγινε θρύλος και στα μάτια ολόκληρου του κόσμου η λέξη «Κρητικός» έγινε συνώνυμη με τις λέξεις «Πολεμιστής» και «Ήρως».
Αλλά και ο διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στην Κρήτη Στρατηγός Φράιμπεργκ, ανέφερε: «Ολίγα έθνη έχουν τα ευγενικά προτερήματα των Κρητικών».
Η Μάχη της Κρήτης ήταν κυρίως μάχη του λαού της. Ο ποιητής μας, Κωστής Παλαμάς έκαμε λόγο για την «Κρήτη των κελαηδισμών» και την «Κρήτη των αρμάτων», πράγμα που σημαίνει ότι ο ευαίσθητος και οξύνους ποιητής μας, διέκρινε στην ψυχή του Κρητικού εκείνα τα στοιχεία που σφραγίζουν τη ζωή και την ιστορία του: παράφορη αγάπη για τη ζωή και άφοβο αντίκρισμα του θανάτου.
Θα ολοκληρώσω, με τα λόγια του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη από ομιλία του για τη μάχη της Κρήτης: Ο άνθρωπος θα έπαυε να είναι άνθρωπος, αν δεν υπήρχαν στιγμές όπως η Μάχη της Κρήτης, για να μετρηθεί σαν ίσος προς ίσο με τον Δράκοντα, γράφοντας τις σελίδες του βιβλίου της ιστορίας με πύρινα γράμματα: “Είμαι Άνθρωπος, είμαι Έλληνας, είμαι Κρητικός και γι' αυτό πιο δυνατός απ’ όλες τις δυνάμεις του Κακού συνενωμένες, γιατί τελικά είμαι πνεύμα, είμαι ιδέα, είμαι η βαθιά ανάγκη που έχει μέσα του κάθε άνθρωπος να είναι αυτός ο τελικός νικητής, όσες θυσίες θα χρειαστούν, φτάνει να μπορέσει να μείνει ως το τέλος Έλληνας, Κρητικός, Άνθρωπος, με όλο το βάρος και το μεγαλείο της λέξης «Άνθρωπος».
Σας ευχαριστώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.