Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

ΚΡΙΑΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

 200 χρόνια σύγχρονη Ελλάδα 1821-2021. Σεβόμαστε την Ιστορία μας. Τιμάμε τους ανθρώπους μας, τιμάμε τους ανθρώπους των Επαρχιών μας.
Γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1797 στο χωριό Κουστογέρακο της επαρχίας Σελίνου της Κρήτης. Η καταγωγή του ήταν από την οικογένεια των Μπενήδων. Ο πατέρας του που παλιά τον αποκαλούσαν Μπενή μετονομάστηκε σε Κριάρης το 1769 επί Δασκαλογιάννη, λόγω του χειμαρρώδους χαρακτήρα του.
Ο Κωνσταντίνος μέχρι το 1821, ήταν τσοπάνος στον πλούσιο πατέρα του. Με την έναρξη της επανάστασης, αυτός και τα πέντε αδέλφια του άρπαξαν τα όπλα και τάχτηκαν υπό την σημαία του πατέρα τους. Μετά την μάχη της Μονής, ο Κωνσταντίνος ανέλαβε Καπετάνιος του Κουτσογεράκου, διότι ο πατέρας του ήταν πλέον προχωρημένης ηλικίας. Έκτοτε ακολούθησε παντού τον ήρωα Κουμή ως οπλαρχηγός και πρωτοπαλίκαρο αυτού.
Ο Κριάρης πρωταγωνίστησε και πάλι το 1841, όταν στην Κρήτη έγινε νέα εξέγερση. Συνενοούμενος με τον αρχηγό Χαιρέτη και με τους άλλους οπλαρχηγούς από το Ναύπλιο, ύψωσε πρώτος την σημαία της επανάστασης. Μαζί με τους άλλους αρχηγούς Χαιρέτη, Κουμή, Χάλη και Νιότη πολέμησε μαζί με τους Σελινιώτες ως αρχηγός πλέον της επαρχίας Σελίνου.
Ακολούθησε πολυτάραχη πολεμική ζωή και ξαναεμφανίστηκε στην επανάσταση του 1878 και πάλι ως εκλεγμένος αρχηγός των Σελινιωτών στην επανάσταση της Κρήτης.
Επέστρεψε στην Αθήνα, όπου και απεβίωσε το 1884.
Το ριζίτικο του Γενικού αρχηγού Κ. Κρίαρη που υπάρχει στον δεύτερο τόμο "Κρητικά Ριζίτικα Τραγούδια".
«ΓΕΡΩ ΚΡΙΑΡΗ»
Στα χίλια οχτακόσια στα εξήντα εννέα
πού η Κρήτη ε-προσκύνησε Σουλτάνου τη σημαία,
λίγοι Αρχηγοί απομείνανε με διαλεχτούς στραθιώτες
κι εμπήκανε στη Σαμαργιά ’π’ του φαραγγιού τσι πόρτες.
Κι εκάμανε συνέλεψι είντα ν’ άπογενούνε
γη να μουτίσουν στου πασά γη ούλοι να χαθούνε
πολλή Τουρκιά τσι κυνήγα στη Σαμαργιά τσι ζώνει
ζερβά δεξιά κι απο παντού το χιόνι τσι πετρώνει.
’Αντάρα, χιόνια έπεφταν δώδεκα μερονύχθια
Κι οι γι' αρχηγοί κρατούσανε τσι σπήλιους αντίς σπίθια.
Κι απόφασι εκάμανε μπλειό αίμα να μη χύσουν
γιατ' η Φραγκιά τσι δίκασε να παν να προσκυνήσουν,
Καθίζουν κάνουν γράμματα του δούδουνε μαντάτο
πως παραδίδουν τ' άρματα ούλον των το φουσάτο.
Κριγιάρης απαρνήθηκε δε θέλει να μουτίση
αλλάργ’ απού τον τόπο του θέλει να πα να ζήση.
Κι υπογραφή δεν έβαλε εις του πασά το γράμμα
το θάνατο εδιάλεξε παρά 'να τέθοιο πράμμα.
Παίρνει δέκ’ αντρειωμένους του και το σημαιοφόρο,
το Ληατογιώργη το θεριό και φεύγει από τον πόρο.
Λέει των-ε «Μωρέ παιδιά, πάνω στην κεφαλή μας
Ο Χάρος στέκει με σπαθί ’να πάρη την ψυχή μας.
Κι όποιος το Χάρο δεν ψηφά κι ελεύτερος να ζήση,
ας μ’ ακλουθήξη κι ο Θεός θα μας -ε βοηθήση».
Στη Σκλοβοπούλα στο χωριό μέσα σ’ ένα σπηλιάρι
Ανήμενε χωσιά καιρό να φύγη να μπαρκάρη.
Να φύγ’ απού τον τόπο του που κόκκαλα σπαρμένα
Αδέρφια, ανίψια ατρόμητα άφηνε σκοτωμένα.
Μα προδοσιά δεν άφηκε να κάμη το σκοπό του
με Τούρκους τον μπλοκάρανε ζητούν το θάνατό του.
Τρεις χιλιάδες νιζαμιά και χίλιοι ντόπιοι ακόμη
ξάργουτου ξεκινήσανε, προδότης τσι σιμώνει.
Γύρω το σπήλιο πιάνουνε να πάρουν τη ζωή του
και χίλιες λίρες τάξιμο ήταν η κεφαλή του.
-«Σκύλε Κριγιάρη πρόβαλε να δώσης τ’ αρματά σου
κι ο Μουχαμέτης κι ων το πη μπλιό δε θωρείς παιδιά σου».
-«Τα τιμημένα τ’ άρματα κοπιάσετε να ιδήτε
ετούτα που σας μπέμπουνε στο μνήμα εδα θωρείτε»,
Ως τόπε παίζε παίζουν του μπλειό λόγια δεν νταγιάντα
του Τούρκου μπάλα του περνά τη μέση μπάντα ως μπάντα.
Γιουρούσι οι γι αντρειωμένοι του κι ο γυιός του ο Γεωργάκης
στσι πρώτες μπάλες έπεσε ο Γιώργης ο Ληατάκης.
Στην άλλη μπάντα έπεσε ο Αντωνομιχάλης
που 'ταν θεργιό ατρόμητο κι είχε θωριά μεγάλη.
Η νύχτα έδωκε ζωή στον Αρχηγό Κριάρη
κι ο Φούσκης ο Σελήμ αγάς απού 'τον πολληκάρι.
Εις τα σπιτάλια τω Χανιώ κι εις τη φυλακή τον ’βάλαν
και θάμα πώς 'σώθηκε και δεν τον εξεβγάλαν.
Εις την Αθήνα έφυγε ο Τουρκοφάγος πάλι
κι ανήμενε τση λευτεριάς ημέρα να προβάλη.
Εξήντα χρόνους πόλεμο έκανε στο φεγγάρι
η Κρήτη δεν εγέννησε ξανά τέθοιο παλληκάρι.
Σ’ έξι πολέμους έτυχε απ’ τα εικοσιένα
τσι Κρήτης όρη και βουνά τα πότισε με αίμα
Είχε ψυχή σαν μάλαμα και σαν μαργαριτάρι
κι είχε καρδιά σαν το βουνό δεν τούλειπε μια χάρι.
Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης 

Πηγές Νεώτερη Ελληνική Ιστορία-περιοδικό Κρητική Εστία 1964, Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.