Η επίσκεψη στην Κίσαμο είναι μοναδική εμπειρία. Η γνωριμία με την επαρχία δεν έχει να κάνει μονάχα με το ζεστό και φωτεινό ήλιο, την κρυστάλλινη θάλασσα, τα φαράγγια, την παρθένα γη, την μεγάλη χρονική διάρκεια διακοπών σας στην περιοχή. Η γνωριμία με την επαρχία Κισάμου είναι ταυτόχρονα κι ένα ταξίδι στην μακραίωνη ιστορία της, τον πολιτισμό, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα, την φιλόξενη ψυχή των ανθρώπων της....Όσοι δεν μπορείτε να το ζήσετε... απλά κάντε μια βόλτα στο ιστολόγιο αυτό και αφήστε την φαντασία σας να σας πάει εκεί που πρέπει...μην φοβάστε έχετε οδηγό.... τις ανεπανάληπτες φωτογραφίες του καταπληκτικού Ανυφαντή.





Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΚΙΣΑΜΟΥ

ΜΑΚΡΩΝΑΣ
Ο Μάκρωνας ανήκει στην Τοπική Κοινότητα Βουλγάρω - Δημοτική Ενότητα Κισάμου, παλαιότερα υπάγονταν στην κοινότητα Περιβολιακίων από την οποία αποσπάστηκε το 1925 με το ΦΕΚ 213Α 17/08/1925. Ο Μάκρωνας βρίσκεται στα βόρεια και δυτικά του νομού Χανίων σε απόσταση περίπου 40 χλμ από τα Χανιά και 9,1 χλμ από το Καστέλι Κισάμου και έχει υψόμετρο 76 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας.
 Αναφέρεται στον νοτάριο του Χάνδακα με το όνομα Macrena σε έγγραφο του 1304, στην απογραφή του Barozzi (1577) και του Καστροφύλακα (1583). Πιθανολογούμε, λοιπόν, με βάση τα ιστορικά δεδομένα ότι ο οικισμός προϋπήρχε της ενετικής περιόδου αλλά παραχωρήθηκε σε κάποιον Βενετό ευγενή ως φέουδο και αναπτύχθηκε ως τέτοιο. Ο Μάκρωνας, άλλωστε, γειτνιάζει με δυο οικισμούς οι οποίοι τοποθετούνται στη δεύτερη βυζαντινή περίοδο της Κρήτης: το (τη) Βουλγάρω και το αρμενοχώρι Αρμενοχώρι, τα οποία κατοικήθηκαν αντίστοιχα από Βούλγαρους και Αρμένιους στρατιώτες του Νικηφόρου Φωκά το 961 μ.Χ. Ωστόσο τα ίχνη του δομικού συστήματος της περιοχής και η ύπαρξη μιας ενιαίας ιδιοκτησίας - πυρήνα του οικισμού συνομολογούν την ενετική καταβολή του. Από το βιβλίο «Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική» πληροφορούμαστε ακόμη ότι τα ελαιοτριβεία ήταν σημαντικά βενετσιάνικα κτίσματα της υπαίθρου. Στον οικισμό εντοπίζονται δύο τέτοια κτίρια τα οποία αν και ερειπωμένα σώζουν μέχρι σήμερα τις εσωτερικές τους καμάρες. Αξιόλογα κτίσματα της περιόδου είναι ακόμα οι πύργοι των Βενετών φεουδαρχών. Στο Μάκρωνα συναντάμε ένα τέτοιο κτίριο που εμπίπτει στην τυπολογία: διώροφο, τετραγωνόσχημο με παχείς πέτρινους τοίχους.
Οι μεγάλες καταστροφές, οι πόλεμοι, οι επαναστάσεις και η πείνα δεν εμπόδισαν την οικιστική συνέχεια της περιοχής. Οι γραπτές πηγές για τον οικισμό με αναφορά στον 20ο αιώνα είναι περιορισμένες και συνεπώς η εικόνα που έχουμε ρευστή. Εντούτοις, η πλούσια προφορική παράδοση των κατοίκων ομολογεί μια ιδιότυπη συνέχεια του οικισμού στο χρόνο η οποία φαίνεται να διακόπτεται τη δεκαετία του 80': οι. Οι αφηγήσεις των γηραιότερων ζωντανεύουν τη μνήμη της ενιαίας ιδιοκτησίαα που άνηκε στον "τοπικό άρχοντα" και τις διάσπραρτες μικρές ιδιοκτησίες για τους δουλευτές του. Κάποιοι μίλησαν για το φεουδάρχη ή τον αγά ενώ άλλοι για την οικογένεια Μπασιά μια ισχυρή κρητική γενεαλογία με πρωταγωνιστικό ρόλο στους αγώνες για την απελευθέρωση η οποία κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της κατακερματισμένης πλέον περιουσίας του Μάκρωνα.
Η αγροτική μεταρρύθμιση και η διάχυση του κράτους πρόνοιας στις ελληνικές επαρχίες κατά το μεσοπόλεμο ενθάρρυνε τη μικρή οικογενειακή παραγωγή και τη ζωή στην ύπαιθρο. Πράγματι, ο κ. Ψαράκης θυμάται με ενθουσιασμό τους 60 μαθητές που είχε το δημοτικό σχολείο της γειτονικής Βουλγάρω τη δεκαετίας του 60' και το καφενείο του οικισμού απέναντι από την εκκλησία. Το εχθρικό ωστόσο κλίμα της υπαίθρου τη μετεμφυλιακή περίοδο και οι ραγδαίες διαδικασίες αστικοποίησης στις οποίες έχει περιέλθει το ελληνικό κράτος ωθούν τον αγροτικό πληθυσμό στα αστικά κέντρα και στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση και η απομάκρυνση βασικών δημόσιων υπηρεσιών  από το Καστέλι ωθεί κατοίκους της υπαίθρου στους μεγαλύτερους οικισμούς και τις κωμοπόλεις. Ο κ. Ψαράκης μας μιλάει για πληθυσμιακή συρρίκνωση του οικισμού και για το κλείσιμο του καφενείου του χωριού. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο για την περίοδο εντοπισαμε στα "Επτά Βιβλία της Πολεοδομίας" του Ν. Καρύδη: πρόκειται για μια αγωνιώδη επιστολή του Γ. Δασκαλάκη από το Μάκρωνα προς τη Διακυβερνητική Επιτροπή Μεταναστεύσεως που ζητά διαμεσολάβηση για να στείλει "πάση θυσία" τους γιους του στην Αυστραλία ως εργάτες. Η επιστολή χρονολογείται το 1962.
Τη δεκαετία του 80' γίνεται μια προσπάθεια "αποκέντρωσης" από το ελληνικό κράτος. Σε αυτή το πλαίσιο απελευθερώνεται η ισχύουσα νομοθεσία για τις επαρχιακές περιοχές και δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για την οικοδόμηση στην ύπαιθρο. Αυτή την περίοδο φαίνεται να αλλάζει άρδην η μορφή και ο χαρακτήρας του οικισμού: οι ιδιοκτησίες επεκτείνονται σε έκταση και προστίθενται όγκοι καθ'ύψος. Επεμβάσεις γίνονται και στο δημόσιο χώρο με το γκρέμισμα του υδραγωγείου δίπλα από την εκκλησιά και τη δοαμόρφωση του περίβολου της με πεζούλια. 
Μελέτη των...
Δημάκη Ιωάννα                               Ζευκιλή Μαρία-Νικολέττα
Ζητούνη-Πετρόγιαννη Γρηγορία     Θανοπούλου Λουίζα
Κωφάκη Μαριάνα                            Μαρούση Χαρίκλεια
Παναγής Παναγιώτης                      Ρούσση Κωνσταντίνα
Σλίμπι Λίνα                                     Σοφουλάκη Εύα

Δεν υπάρχουν σχόλια: