Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΧΟΡΟΣ ΤΟ 1893

Το Ιούνιο 1893  έρχεται ο Ιταλός περιηγητής και γεωλόγος Βιτόριο Σιμονέλι στην Κρήτη.Στο ταξίδι του αυτό γράφει για μια εμπειρία που είχε στις Βρύσες Αποκορώνου!!!.
....Εκείνο το βράδυ διανυκτέρευσα σε χάνι των Βρυσών. Μπαίνοντας μέσα αντίκρισα καμιά τριανταριά άτομα να κάθονται κυκλικά. Άλλοι ήταν απασχολημένοι με το να κάνουν το νερό στους ναργιλέδες να γουργουρίζει και άλλοι με το να στρίβουν τσιγάρα, στη μέση ένας νεαρός τραγουδούσε με την συνοδεία κρητικής λύρας. Ήταν από εκείνα τα τραγούδια που αποκαλούνται μαντινάδες. Το μουσικό θέμα ήταν τελείως απλό και η απόδοση του στηριζόταν σ ένα ανακάτεμα ένρινων και μεταλλικών ήχων. Όμως οι στίχοι ήταν πράγματι όλο πάθος και χάρη. Το τραγούδι έλεγε:
-Άνοιξε πόρτα τση ξανθής, ξανθής και μαυρομάτας.
-Ποιος είσαι, πως σε κράζουνε, τι παρανόμι έχεις;
-Εγώ ΄μαι αυτός που σου 'φερνε τα ψάρια, τσι ντομάτες
και τα σταφύλια τα γλυκά κι εφίλιεσε στα χείλη.
-Πες μου σημάδι της αυλής να κατεβώ ν΄ανοίξω.
-Έχεις μηλιά στην πόρτα σου και κλήμα στην αυλή σου,
κάνει σταφύλι ροζακί, κάνει κρασί μοσχάτο
κι όποιος το πιει τονώνεται και πάλι αναζητά το.
-Ψώματα λες, μαριόλου γιε, η γειτονιά σου τα΄πε.
Πες μου σημάδια του σπιτιού ν' ανοίξω να 'μπεις μέσα.
- Χρυσή καντήλα κρέμεται στην μέση του σπιτιού σου
και φέγγει σου και γδύνεσαι και στρώνεις και κοιμάσαι.
-Ψώματα λες, μαριόλου γιέ, η γειτονιά σου τα΄πε.
Πες μου σημάδια του κορμιού ν'΄ανοίξω να 'μπεις μέσα.
-Έχεις ελιά στο μάγουλο, ελιά 'χεις και στην πλάτη
και εις τη μέση τω βυζώ τ' άστρη και φεγγάρι
-Σκλάβες, γλακάτε, ανοίξετε ούλες τσι πόρτες
να 'μπει και συ βάγια ετοίμασε το νυφικό κρεβάτι.
Χριστέ μην κράξει πετεινός και μη χαράξει η μέρα,
για να 'χω στην αγκάλη μου την άσπρη περιστέρα.
Μετά το τραγούδι ακολούθησε χορός. Τρεις άντρες πιασμένοι από τα χέρια άρχισαν να γυρνούν αργά στο δωμάτιο εκτελώντας άλματα με τελετουργική σοβαρότητα, ενώ η κρητική λύρα συνέχισε να βουίζει σαν κουνούπι κολλημένο στο τζάμι. Ένας υπέροχος γέροντας, μια φυσιογνωμία βγαλμένη από πίνακα του Τιτσιάνο, ήταν ο επικεφαλής της ομάδος των χορευτών. Κάθε τόσο απομακρυνόταν από τους υπόλοιπους και ακολουθώντας αντίστροφη κίνηση στον κύκλο, απευθυνόταν προς αυτούς με μεγαλοπρεπείς χειρονομίες...επιβεβαίωση ότι όλα ήταν μνήμες μιας πανάρχαιας θρησκευτικής τελετής.
Από το βιβλίο "CANDIA" του Vittorio Simonelli σε επιμέλεια Εκκεκάκη Γ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.