Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2018

ΜΥΘΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Λακκοπίθι. Ο Χριστός, ο ιερέας και οι Σαρακηνοί
Στον κάμπο που απλώνεται κάτω από τον Πλάτανο Κισάμου μέχρι και την παραλία που φτάνει στην αρχαία Φαλάσαρνα συναντάμε πολλά κι εντυπωσιακά μνημεία. Λογικό αφού αυτή η περιοχή τράβηξε από πολύ νωρίς ιστορικά το ενδιαφέρον του ανθρώπου. Πολλά από τα μνημεία αυτά είναι γνωστά και άλλα άγνωστα στους περισσότερους. Μακριά από τους πολλούς επισκέπτες και σχεδόν άγνωστος είναι και ο ναός της Μετομόρφωσης του Χριστού στο Λακκοπίθι. Και από μόνο του το περίεργο τοπωνύμιο Λακκοπίθι προξενεί το ενδιαφέρον του ερευνητή. Σύμφωνα με την απλή λογική των ντόπιων είναι σύνθετη λέξη και προέρχεται από το λάκκο και τον πίθο-πιθάρι. Δηλαδή είναι ο λάκκος με το/τα πιθάρια. Όντως η περιοχή αυτή αποτελεί ένα λάκκο, μια ρεματιά με καλάμια και πλατάνια που μαρτυρούν την ύπαρξη πηγών νερού γεγονός που κάνει έντονα πιστευτή την εικασία των ντόπιων ότι υπάρχει κάποια σχέση με αρχαιολογικό χώρο. Αυτό που βλέπουμε ακόμα και σήμερα και το μόνο που έχει μείνει να θυμίζει το παρελθόν της περιοχής είναι ο βυζαντινός ναός της Ανάληψης του Χριστού.
Ο Χριστός στο Λακκοπίθι είναι ένας από τους δύο Χριστούς που έχει η περιοχή. Λίγα μέτρα πιο ψηλά και νότια στην πλαγιά του βουνού συναντάμε και το ναό της Υπαπαντής του Χριστού που είναι σχετικά καινούριος. Την Υπαπαντή οι ντόπιοι δεν τολμούνε να την πούνε Χριστό και όπως κατά παράδοξο τρόπο συμβαίνει σε όλη την Κρήτη και αυτός ο ναός που αναφέρεται σε μια γιορτή του Χριστού έχει μετατραπεί λεκτικά σε ναό της Παναγίας και έτσι τη λένε Παναγία κι εννοούνε την Υπαπαντή του Χριστού. Είναι λίγο περίεργο αλλά στην Κρήτη που από αιώνες είχε ριζώσει βαθειά στη συνείδηση του κόσμου η μητριαρχία κι έτσι αυτό πέρασε και στη νέα χριστιανική θρησκεία. Έγινε λοιπόν κι εκεί ο Χριστός μια Παναγία όπως και τόσες άλλες. Όπως είπαμε και πριν στη βάση της περιοχής και κοντά στην πηγή του νερού που έδινε από αιώνες ζωή στην περιοχή βλέπουμε ακόμα και σήμερα το ναό της Ανάληψης του Χριστού. Ο μικρός και ταπεινός αυτός μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός χτίστηκε την περίοδο της ενετοκρατίας μάλλον λίγο πριν τον 15ο αιώνα και υπήρξε αγιογραφημένος. Σήμερα ένα παχύ στρώμα ασβέστη έχει καλύψει τα
πάντα και δεν φαίνεται το παραμικρό σημάδι από τις αγιογραφίες που αρχικά είχε. Το γεγονός του ότι υπήρξε αγιογραφημένος το χρωστάμε στον Ιταλό μεσαιωνολόγο Gerola ο οποίος πέρασε το έτος 1900 από την περιοχή και κατέγραψε τον συγκεκριμένο ναό αφότου τον επισκέφτηκε σαν αγιογραφημένο. Δυστυχώς αυτές οι αγιογραφίες δεν έφτασαν μέχρι τις μέρες μας όπως δεν έφτασαν και τα τέσσερα κεραμικά πινάκια που στόλιζαν το χώρο πάνω από το υπέρθυρο της βορινής πόρτας του ναού. Όλα τα πινάκια που είχε αφαιρέθηκαν στην πορεία του χρόνου από επιτήδειους και σήμερα μονάχα οι ολοστρόγγυλες εσοχές που τα φιλοξενούσαν χάσκουν ορθάνοικτες. Στο χωράφι που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του ναού υπάρχει ένας σωρός από βίαια σωριασμένες πέτρες. Ο σωρός αυτός αποτέλεσμα της πανταχού παρούσας στις μέρες μας μπουλντόζας αποτελεί τις πέτρες ενός ερειπωμένου σπιτιού που μέχρι και πριν λίγα χρόνια έστεκαν οι τοίχοι του. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση χίλια χρόνια πριν το σπίτι αυτό κατοικούνταν κι εκεί έμενε ο ιερέας της περιοχής. Ο ναός και το σπίτι δεν απέχουν......
..... βέβαια ακόμα και σήμερα μεγάλη απόσταση από τη γειτονιά που βρίσκεται στην έξοδο του φαραγγιού που κατεβαίνει από τις πλαγιές του Αη-Λια και ονομάζεται απλά Φαράγγι ενώ η γειτονιά που σήμερα είναι ερειπωμένη κι αυτή λέγεται Φαραγγιθιανά. Ο ιερέας λοιπόν που κατοικούσε εκεί λειτουργούσε όλες τις εκκλησίες της περιοχής κι έτρεχε με τα πόδια σε κάθε πανηγύρι. Μια χρονιά στις 25 του Οκτώβρη είχε να κάνει εσπερινό στο ξωκκλήσι του Αγίου Δημητρίου που βρίσκεται λίγο πιο ψηλά από τις Κάτω Βρύσσες και πριν φτάσουμε στις Πάνω Βρύσσες και το Μονοπλάτανο. Έφυγε εκείνο το απόγευμα στις 25 του Οκτώβρη την παραμονή του Αγίου Δημητρίου και ανηφόρισε στο βουνό μέχρι το εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου για να τελέσει τον εσπερινό. Η γυναίκα του και οι 3 κόρες του δεν ήθελαν να τον ακολουθήσουν κι έμειναν σπίτι μόνες τους. Ο εσπερινός εκείνο το βράδυ άργησε πολύ να τελειώσει και όπως οι μέρες στο τέλος του Οκτώβρη είναι μικρές στο τέλος του εσπερινού είχε ήδη νυχτώσει. Πήρε λοιπόν το φαναράκι του ο παπάς και άρχισε να κατηφορίζει για να φτάσει στο φτωχικό του σπίτι. Λίγο πριν φτάσει στο σπίτι του η γυναίκα του και οι 3 κόρες του επειδή είχε πέσει η νύχτα ήδη άναψαν το λύχνο για να τους φέγγει μέχρι να γυρίσει σπίτι ο κύρης του. Το ελάχιστο φως του λύχνου στο σπίτι ήταν αρκετό ώστε να φανεί η λάμψη του από τη θάλασσα που μόλις είχε δέσει ένα καράβι με Σαρακηνούς. Οι Σαρακηνοί βλέποντας το φως του λύχνου να φωτίζει στην άγνωστη γι αυτούς περιοχή το ακολούθησαν και σύντομα έφτασαν στο σπίτι του παπά πριν αυτός γυρίσει. Αιφνιδίασαν τη γυναίκα και τις 3 κόρες του και τις πήραν μαζί τους ενώ δεν παράλειψαν να κλέψουν και όλα τα αγαθά που είχε το σπίτι του ιερέα. Λάδι, κρασί και στάρι έκαναν φτερά και μαζί με τις τέσσερις γυναίκες δεν άργησαν να βρεθούν στο καράβι των Σαρακηνών που τις πήραν μαζί τους. Φτάνοντας ο ιερέας κατάκοπος σπίτι του βρήκε την πόρτα ανοικτή και το σπίτι ρημαγμένο. Δεν άργησε να καταλάβει τι είχε συμβεί. Η ιστορία δε μας λέει τι απέγιναν οι κόρες του και η γυναίκα του οι οποίες μάλλον θα πουλήθηκαν σε κάποιο σκλαβοπάζαρο της Ανατολής. Το μόνο που έφτασε ως τις μέρες μας είναι ότι ο ιερέας μετά από αυτό το γεγονός μαράζωσε κι έζησε με πόνο την υπόλοιπη ζωή του. Όταν πέθανε το σπίτι του δεν το κατοίκησε ποτέ κανείς άλλος και σιγά σιγά ρήμαξε. Όλοι το θυμούνταν πάντοτε ερείπιο να μαραζώνει και να έχει την ίδια κακή και άδικη μοίρα που είχαν και οι ιδιοκτήτες του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.