..και μια ιστορία του Ευτύχη Κορκιδάκη από την Κάνδανο.
Το καπέλο ....Αυτό έλειπε...... να μη σκεπάζει την κεφαλή μας......ήταν αξιόποινο αμάρτημα. Όταν συναντούσαμε καθηγητή, έπρεπε να σηκώσουμε ελαφρά το καπέλο πάνω στην κεφαλή μας πιάνοντάς το από μπροστά και από το γείσο, με τα δυο δάκτυλα, και με ελαφρό τέντωμα του κορμιού προς τα πάνω, ένδειξη σεβασμού, περίπου την ίδια στάση, που παίρναμε, κατά την έπαρση της Ελληνικής σημαίας. Έλα σου όμως, που αναγκαστικά περνούσα με τον γάϊδαρό μας, από τα δυο σοκάκια της Καντάνου, και πολλές φορές ή ήμουν καβαλάρης ή τον είχα φορτωμένο αγροτικά και μετά από αγροτική εργασία....τι έπρεπε να κρατώ το καπέλο κι΄ οντεν εφυτεύαμε τσι πατάτες μας. Εάν δε έπιπτα στο μέγα αυτό αμάρτημα, τότε.... την άλλη μέρα ήμουν απολογούμενος στο Γραφείο. Δια δε το μέγα αυτό παράπτωμα, η ποινή ήταν "Αποβολή". Είχαμε κι΄ εκείνον τον παιδονόμο, τον Ανδρόνικο, "Μαθητοφύλακα" θα τον ονόμαζα. Ντόπιος Καντανιώτης. Ήτανε ο βραχνάς μας, γιατί ήξερε πολύ καλά τα κατατόπια. Ήταν ευκίνητος και αδύνατος και ακόμη ξέραμε, ότι την άλλη μέρα, εάν μας τσάκωνε.....εις παρανομίαν, μας πήγαινε, κατευθείαν εις το "Γραφείον". Το σούρτα φέρτα του Ανδρόνικου, με τους μαθητές, είναι αντικείμενο με "πλουσιοπάροχον ύλην", για ογκώδες βιβλίο. Έτσι μάθαμε δυο τρία κολυβογράμματα. Καβαλάρης λοιπόν στον γάϊδαρο, έπρεπε και σαν "εποχούμενος" επί σαμαρίου και επί όνου, να " χαιρετήσω , συμφώνως των διατάξεων του Μαθητικού Κανονισμού". Όμως η εξέλιξη.........αυτή η εξέλιξη, έφερε και τα ποδήλατα στην Κάντανο και μάλιστα, επί ενοικίω. Απόγευμα ήτανε. Νοίκιασα κι΄εγώ, το μαύρο ΒISMARK, το πλεύρισα σε ένα σκαλοπάτι, γιατί δεν έφταναν τα πόδια μου στην γη, από την μια και από την άλλη, έπρεπε να "εκτοξευτώ " με φόρα και από έτοιμη εξέδρα, γιατί ήμουν πρωτάρης ποδηλάτης.
Αφού έτρεψα το ποδήλατο, κατά που ήθελα να κινηθώ, ξεκίνησα. Το σκυροστρωμένο τότε σοκάκι της Καντάνου, δεν μου επέτρεπε να πηγαίνω, όπου ήθελα εγώ, αλλά κατά, που με πήγαιναν τα αλλεπάλληλα κύματα, της επιδιωκόμενης ποδηλατο-ισορροπίας. Την πρώτη στροφή την πήρα επιτυχώς. Διαγράφοντας φιδοσυρμή στο δρόμο, κατάφερα να φθάσω (50Μ) μέχρι τον σημερινό φούρνο. Εκεί λοιπόν ο δρόμος, από τα νερά της βροχής, είχε σχηματιστεί μια μεγάλη λιμνούλα νερού (κολύμπα), που για να περάσει κάποιος έπρεπε να κινηθεί από δεξιά και αριστερά της, από ένα στενό πέρασμα. Πριν το πέρασμα λοιπόν του "πόντου" συναντήθηκα με τον Γυμνασιάρχη και θείο μου Παπαμαρκάκη. Κατά τα επικρατούντα, έπρεπε να χαιρετίσω, δια του "σηκώματος του καπέλου". Αυτό έκαμα κι΄εγώ, πιστός στη τυπική μαθητική συμπεριφορά. Άφησα λοιπόν το χέρι, από το τιμόνι, όμως ένα μικρό σκύρο, στρόφαρε βιαίως τον μπροστινό τροχό του και το πέσιμό μου, που ακολούθησε, ήταν ένα περιζήτητο σενάριο, για ταινία του Σαρλώ. Χωρίς να το καταλάβω βρέθηκα πεσμένος μέσα στην κολύμπα, στην προσπάθειά μου, να διέλθω από την στενή λωρίδα γης. Μαζί με το διπλωμένο ποδήλατο και το "καπέλο", να συνεχίζει για λίγο το ταξείδι του, στο "φουρτουνιαμένο και λασπώδες πέλαγος" και σουρώνοντας από τα λασπόνερα.. μου λέει κατάπληκτος ο Γυμνασιάρχης
. -- "Μα γιατί χαιρετάς παιδί μου .......!!.
Εγώ ούτε το ματωμένο γόνατό μου είδα, ούτε έβγαλα μιλιά από τον πόνο, που ακολούθησε. Μάζεψα το "ναυαγημένο" ποδήλατο και τα υπολείμματα του "ναυαγίου" και έφυγα. Την άλλη μέρα ο Γυμνασιάρχης στην "προσευχή" μίλησε, για το "ναυάγιο" μου, λέγοντας:
---Να μην χαιρετάτε όταν δεν μπορείτε.......!
Το καπέλο ....Αυτό έλειπε...... να μη σκεπάζει την κεφαλή μας......ήταν αξιόποινο αμάρτημα. Όταν συναντούσαμε καθηγητή, έπρεπε να σηκώσουμε ελαφρά το καπέλο πάνω στην κεφαλή μας πιάνοντάς το από μπροστά και από το γείσο, με τα δυο δάκτυλα, και με ελαφρό τέντωμα του κορμιού προς τα πάνω, ένδειξη σεβασμού, περίπου την ίδια στάση, που παίρναμε, κατά την έπαρση της Ελληνικής σημαίας. Έλα σου όμως, που αναγκαστικά περνούσα με τον γάϊδαρό μας, από τα δυο σοκάκια της Καντάνου, και πολλές φορές ή ήμουν καβαλάρης ή τον είχα φορτωμένο αγροτικά και μετά από αγροτική εργασία....τι έπρεπε να κρατώ το καπέλο κι΄ οντεν εφυτεύαμε τσι πατάτες μας. Εάν δε έπιπτα στο μέγα αυτό αμάρτημα, τότε.... την άλλη μέρα ήμουν απολογούμενος στο Γραφείο. Δια δε το μέγα αυτό παράπτωμα, η ποινή ήταν "Αποβολή". Είχαμε κι΄ εκείνον τον παιδονόμο, τον Ανδρόνικο, "Μαθητοφύλακα" θα τον ονόμαζα. Ντόπιος Καντανιώτης. Ήτανε ο βραχνάς μας, γιατί ήξερε πολύ καλά τα κατατόπια. Ήταν ευκίνητος και αδύνατος και ακόμη ξέραμε, ότι την άλλη μέρα, εάν μας τσάκωνε.....εις παρανομίαν, μας πήγαινε, κατευθείαν εις το "Γραφείον". Το σούρτα φέρτα του Ανδρόνικου, με τους μαθητές, είναι αντικείμενο με "πλουσιοπάροχον ύλην", για ογκώδες βιβλίο. Έτσι μάθαμε δυο τρία κολυβογράμματα. Καβαλάρης λοιπόν στον γάϊδαρο, έπρεπε και σαν "εποχούμενος" επί σαμαρίου και επί όνου, να " χαιρετήσω , συμφώνως των διατάξεων του Μαθητικού Κανονισμού". Όμως η εξέλιξη.........αυτή η εξέλιξη, έφερε και τα ποδήλατα στην Κάντανο και μάλιστα, επί ενοικίω. Απόγευμα ήτανε. Νοίκιασα κι΄εγώ, το μαύρο ΒISMARK, το πλεύρισα σε ένα σκαλοπάτι, γιατί δεν έφταναν τα πόδια μου στην γη, από την μια και από την άλλη, έπρεπε να "εκτοξευτώ " με φόρα και από έτοιμη εξέδρα, γιατί ήμουν πρωτάρης ποδηλάτης.
Αφού έτρεψα το ποδήλατο, κατά που ήθελα να κινηθώ, ξεκίνησα. Το σκυροστρωμένο τότε σοκάκι της Καντάνου, δεν μου επέτρεπε να πηγαίνω, όπου ήθελα εγώ, αλλά κατά, που με πήγαιναν τα αλλεπάλληλα κύματα, της επιδιωκόμενης ποδηλατο-ισορροπίας. Την πρώτη στροφή την πήρα επιτυχώς. Διαγράφοντας φιδοσυρμή στο δρόμο, κατάφερα να φθάσω (50Μ) μέχρι τον σημερινό φούρνο. Εκεί λοιπόν ο δρόμος, από τα νερά της βροχής, είχε σχηματιστεί μια μεγάλη λιμνούλα νερού (κολύμπα), που για να περάσει κάποιος έπρεπε να κινηθεί από δεξιά και αριστερά της, από ένα στενό πέρασμα. Πριν το πέρασμα λοιπόν του "πόντου" συναντήθηκα με τον Γυμνασιάρχη και θείο μου Παπαμαρκάκη. Κατά τα επικρατούντα, έπρεπε να χαιρετίσω, δια του "σηκώματος του καπέλου". Αυτό έκαμα κι΄εγώ, πιστός στη τυπική μαθητική συμπεριφορά. Άφησα λοιπόν το χέρι, από το τιμόνι, όμως ένα μικρό σκύρο, στρόφαρε βιαίως τον μπροστινό τροχό του και το πέσιμό μου, που ακολούθησε, ήταν ένα περιζήτητο σενάριο, για ταινία του Σαρλώ. Χωρίς να το καταλάβω βρέθηκα πεσμένος μέσα στην κολύμπα, στην προσπάθειά μου, να διέλθω από την στενή λωρίδα γης. Μαζί με το διπλωμένο ποδήλατο και το "καπέλο", να συνεχίζει για λίγο το ταξείδι του, στο "φουρτουνιαμένο και λασπώδες πέλαγος" και σουρώνοντας από τα λασπόνερα.. μου λέει κατάπληκτος ο Γυμνασιάρχης
. -- "Μα γιατί χαιρετάς παιδί μου .......!!.
Εγώ ούτε το ματωμένο γόνατό μου είδα, ούτε έβγαλα μιλιά από τον πόνο, που ακολούθησε. Μάζεψα το "ναυαγημένο" ποδήλατο και τα υπολείμματα του "ναυαγίου" και έφυγα. Την άλλη μέρα ο Γυμνασιάρχης στην "προσευχή" μίλησε, για το "ναυάγιο" μου, λέγοντας:
---Να μην χαιρετάτε όταν δεν μπορείτε.......!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.